Δύο ουσιαστικές διαφορές χωρίζουν τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ESM) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην πρόταση βραχυπρόθεσμης αντιμετώπισης του ελληνικού χρέους, η οποία θα παρουσιασθεί από τους Ευρωπαίους στο Ταμείο τον Σεπτέμβριο και θα κρίνει εν τέλει, πιθανότατα τον Νοέμβριο, τον τρόπο συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα χρηματοδότησης της Ελλάδας.

Σύμφωνα με τη Real News, πριν καλά-καλά μπουν στο χαρτί οι τελευταίες λεπτομέρειες της τρίπτυχης βραχυπρόθεσμης λύσης, που περιλαμβάνει επιμήκυνση του χρέους στα 32 από 29 έτη, γεγονός που δεν απαιτεί έγκριση από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια (εξού και ο μικρός χρόνος επιμήκυνσης), την οριστικοποίηση ενός «ταβανιού», πάνω από το οποίο δεν θα αυξηθούν τα επιτόκια του χρέους, και την αποφυγή του πέναλτι των 200 εκατ. ευρώ λόγω μη επιστροφής δανεικών ύψους 10 δισ. ευρώ (που χρησιμοποιήθηκαν στο PSI II), έχουν βγει τα μαχαίρια μεταξύ Βρυξελλών και Ουάσιγκτον, με καταλύτη το Βερολίνο.

Οι δύο διαφωνίες
Το πρώτο μπρα ντε φερ μεταξύ Ευρωπαίων και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αφορά το ύψος των ετήσιων χρηματοδοτικών αναγκών του ελληνικού χρέους.
Η Ουάσιγκτον επιμένει ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και, σε συνδυασμό με τις συντηρητικές εκτιμήσεις για τη μελλοντική αύξηση του ΑΕΠ, το ποσοστό 15% για εξυπηρέτηση του χρέους είναι πολύ βαρύ για την ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ζητούν το ποσοστό να κινηθεί στο 10% του ΑΕΠ. Κάτι που ούτε καν συζητούν οι Ευρωπαίοι, ενώ οι πληροφορίες αναφέρουν ότι τους προκαλεί εκνευρισμό και επιμένουν από την πλευρά τους το ποσοστό να κατέβει στο 14,5%.

Πηγές που συμμετέχουν στη διαπραγμάτευση για το χρέος τονίζουν ότι η διαφωνία είναι έντονη και θα ενταθεί εντός του Οκτωβρίου όταν το ΔΝΤ θα κληθεί να συντάξει την Έκθεση Βιωσιμότητας για το ελληνικό χρέος, λαμβάνοντας υπόψη τη βραχυπρόθεσμη λύση που προτείνει ο ESM.

Το ζήτημα προβληματίζει ιδιαίτερα την Αθήνα, καθώς μπροστά της έχει ορισμένες πολύ δύσκολες ως προς το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους χρονιές:
Το 2022 όταν η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει 33,362 δισ. ευρώ (χρεολύσια και τόκους), το 2023 το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους φθάνει τα 28,737 δισ. ευρώ (χρεολύσια και τόκους) και το 2024 στα 24,505 δισ. ευρώ (χρεολύσια και τόκους).

Το δεύτερο χάσμα απόψεων είναι το πλέον ουσιαστικό. Αφορά την προστασία του ελληνικού χρέους από τον κίνδυνο της επικείμενης αύξησης των επιτοκίων.
Το ΔΝΤ επιμένει στο κλείδωμα των επιτοκίων στο 1,5%-1,6% (συμπεριλαμβανομένων όλων των μορφών δανείων του χρέους, όπως έντοκα τα οποία έχουν επιτόκιο 3%, άλλες λήξεις με μεγαλύτερο επιτόκιο κ.ά.), χωρίς όμως να συζητά το ενδεχόμενο για τα δάνεια που το ίδιο έχει δώσει στην Ελλάδα και φέρουν επιτόκιο 4%.


Πηγή: reporter.gr

Η μη αναδιάρθρωση του χρέους από το 2010 ήταν ένας από τους βασικότερους λόγους καταδίκης μας σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης, αποεπένδυσης και υψηλής ανεργίας
Σε είκοσι χρόνια από σήμερα, δηλαδή το 2036, προβλέπεται ότι θα έχει καταφέρει η Ελλάδα να βγει από την κρίση, υπό την έννοια ότι τότε μόνο -σύμφωνα με τα διαθέσιμα μοντέλα ανάλυσης- το ελληνικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) θα έχει επιστρέψει στα επίπεδα που βρισκόταν το 2008, όταν ξεκινούσε η οδύσσεια που βιώνουν σήμερα εκατομμύρια Ελληνες.

Το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι αρνήθηκαν να συμφωνήσουν σε αναδιάρθρωση χρέους από το 2010, πριν δηλαδή αρχίσουν να υλοποιούνται τα μνημόνια, είναι ένας από τους βασικότερους λόγους που η Ελλάδα έχει εγκλωβιστεί σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης, αποεπένδυσης και υψηλής ανεργίας. 

Στην τελευταία εσωτερική αξιολόγηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου επισημαίνεται ότι η μη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους στην αρχή της κρίσης οδήγησε στην ανάγκη για πολύ μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή, ανάγκασε το Ταμείο να συρθεί στη δανειοδότηση της Ελλάδας αν και γνώριζε ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και επέτρεψε στους ξένους ιδιώτες επενδυτές να ξεφορτωθούν ομόλογα του ελληνικού κράτους, ναρκοθετώντας την απομείωση του ελληνικού χρέους που έγινε το 2012 με το PSI. Ποιος φταίει που δεν έγινε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους εγκαίρως; Το ΔΝΤ αποδίδει ευθύνες στους Ευρωπαίους που δεν αποδέχονταν το κούρεμα, στην ελληνική κυβέρνηση που συναίνεσε, αλλά και στους τεχνοκράτες του Ταμείου που υποχώρησαν στην πολιτική πίεση και παραβίασαν το καταστατικό του ώστε να προχωρήσει η έκτακτη χρηματοδότηση της Ελλάδας. «Μια εμπροσθοβαρής αναδιάρθρωση του χρέους θα ήταν προς όφελος της Ελλάδας», παραδέχονται κυνικά στην τελευταία έκθεση του Ανεξάρτητου Γραφείου Αξιολόγησης (IEO) η οποία συντάχθηκε για λογαριασμό του ΔΝΤ. 


Δυστυχώς, με ευθύνη των Ευρωπαίων δανειστών, της τότε ελληνικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ δεν εφαρμόστηκε αυτό που έγινε στην περίπτωση της Κύπρου, όπου το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε με ταυτόχρονες κινήσεις στο εσωτερικό (κούρεμα καταθέσεων) για την κάλυψη του χρέους. Αξιωματούχος με γνώση των παρασκηνιακών συζητήσεων και των διεργασιών που εξελίσσονταν όλη την προηγούμενη εξαετία επισημαίνει ότι, αν η συνταγή ήταν διαφορετική, το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να έχει κατέβει στο 100% του ελληνικού ΑΕΠ ήδη από το 2010, γεγονός που θα έδινε τον χρόνο για ηπιότερη προσαρμογή των δημόσιων οικονομικών, δεν θα οδηγούσε σε τόσο βαθιά ύφεση και θα απέτρεπε την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας. 

Τα λάθη των προηγούμενων κυβερνήσεων


Η έκθεση διαπιστώνει τα λάθη που έγιναν από την πλευρά του Ταμείου στο πλαίσιο της εσωτερικής αξιολόγησης που οφείλει να κάνει ένας μεγάλος υπερεθνικός οργανισμός. Ωστόσο, ακόμη και σήμερα που έχουμε απομακρυνθεί από εκείνη την περίοδο, τα λάθη που έγιναν από τις ελληνικές ηγεσίες δεν έχουν αποτιμηθεί εις βάθος. Προτού η χώρα μπει στα μνημόνια, και ειδικότερα την περίοδο 2008-2009, η διαχείριση των δημόσιων οικονομικών ήταν καταστροφική. Οι δαπάνες αυξήθηκαν υπέρογκα και παράλληλα τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν. Οσο κάποιος μελετά τα επίσημα στοιχεία, τόσο περισσότερο αντιλαμβάνεται ότι η κυβέρνηση Καραμανλή είχε χάσει τον έλεγχο της δημοσιονομικής διαχείρισης. Οταν λοιπόν έσκασε η φούσκα, η Ελλάδα ήταν πολύ αδυνατισμένη οικονομικά και η προσαρμογή που απαιτήθηκε για τη μείωση των ελλειμμάτων ήταν πολύ πιο επώδυνη.  Το 2009, με την αλλαγή διακυβέρνησης η οποία σημειώθηκε παράλληλα με την εκδήλωση της κρίσης, η κατάσταση δεν βελτιώθηκε. Τα λάθη της ομάδας Παπανδρέου επιτάχυναν τις εξελίξεις. Η τότε κυβέρνηση δεν είχε κατανοήσει την κρισιμότητα της κατάστασης, ούτε είχε αντιληφθεί ότι απαιτούνταν τομές και μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Από την ημέρα που αναρριχήθηκαν στην εξουσία μέχρι την ανακοίνωση υπογραφής του μνημονίου στο Καστελόριζο χάθηκαν 8 πολύτιμοι μήνες. Ακόμη όμως κι όταν μάλλον κατάλαβαν το πρόβλημα, μετέθεταν την ευθύνη λήψης των μέτρων στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στο ΔΝΤ, αρκούμενοι να διαπιστώνουν ότι έχουν απολέσει μέρος της εθνικής κυριαρχίας. 

Οι ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ


Το τελευταίο επίσημο κείμενο του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους (Μάιος 2016) εκθέτει πρωτίστως την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό διότι η μεγάλη ψαλίδα που άνοιξε μεταξύ των δεδομένων στην άσκηση του 2015 και την ανάλυση του 2016 οφείλεται στην καταστροφική περσινή διαπραγμάτευση και στη στασιμότητα και ύφεση της οικονομίας. 
Οι κυβερνητικοί παράγοντες δεν έχουν παραδεχτεί τις ευθύνες τους, αλλά δυστυχώς τους διαψεύδουν τα γεγονότα και οι αναλύσεις ανεξάρτητων οργανισμών, όπως αυτή του Lisbon Council, η οποία υπολόγισε ότι λόγω της... περήφανης διαπραγμάτευσης του 2015 η Ελλάδα απώλεσε ένα επιπλέον 25% από το ΑΕΠ της χώρας. 

Είναι βέβαια δύσκολο να πείσει το ΔΝΤ τους Ευρωπαίους εταίρους με ασκήσεις προβλέψεων για την επόμενη 50ετία όταν έχει αποτύχει σε προβλέψεις διετίας στην αρχή της κρίσης (πολλαπλασιαστές). Δεν είναι  όμως μόνο οι πολιτικές διαφωνίες που οδηγούν στο «βλέποντας και κάνοντας» που έχει υιοθετηθεί από την Ε.Ε. Οι προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία είναι εξαιρετικά δύσκολες με τόσες αβεβαιότητες (Κίνα, πετρέλαιο, νομισματική χαλάρωση), με αποτέλεσμα να είναι παρακινδυνευμένο να λάβεις οριστικές αποφάσεις σε αυτό το περιβάλλον. 
Οι υποθέσεις εργασίας που περιέχονται στην έκθεση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους (Debt Sustainability Analysis) έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με τις προηγούμενες, ειδικά με τις συνεχείς αναθεωρήσεις των μελλοντικών δυνατοτήτων ανάπτυξης της χώρας. Η συζήτηση από το ΔΝΤ επικεντρώνεται στη συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών και πώς αυτή θα εξελιχθεί τα επόμενα χρόνια. Επισημαίνεται ότι χωρίς σοβαρές διαρθρωτικές αλλαγές, που όχι μόνο θα ψηφίζονται αλλά και θα εφαρμόζονται, βελτίωση στην αποτελεσματικότητα του παραγωγικού συστήματος δεν θα προκύψει. 

Ομως, στο πρόσφατο παρελθόν η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής (Total Factor Productivity - TFP) αυξήθηκε σημαντικά και θα μπορούσε αυτό να επαναληφθεί εάν δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις. Τόσο την περίοδο ένταξης στην ΟΝΕ λόγω εκτεταμένων διαρθρωτικών αλλαγών, αλλά και αργότερα, το 2004, λόγω Ολυμπιακών Αγώνων και το 2006-2007 λόγω πιστωτικής επέκτασης, η TFP κινήθηκε ανοδικά πάνω από την ιστορική τάση της ελληνικής οικονομίας.

Στη σημερινή συγκυρία μόνο η στήριξη στον ιδιωτικό τομέα και στη μεσαία και μεγάλη επιχειρηματικότητα μπορεί να προκαλέσει μια τέτοια ώθηση. Δυστυχώς, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι οι εγχώριες δυνάμεις δεν επαρκούν. Προφανώς για τον λόγο αυτό ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) Θεόδωρος Φέσσας δήλωσε ρητά ότι οι επενδύσεις στην Ελλάδα θα πραγματοποιηθούν από ξένους ιδιώτες επενδυτές. 

Και μόνο το γεγονός ότι για πρώτη φορά το 2015 καταγράφηκε αποεπένδυση στην Ελλάδα μετά την αποχώρηση κεφαλαίων, σημαίνει ότι η προσπάθεια που πρέπει να γίνει είναι εξαιρετικά επίπονη και συστηματική και, το κυριότερο, πρέπει να αλλάξουν μυαλά οι αρμόδιοι υπουργοί.
Το δεύτερο θέμα με την ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA) αφορά στα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις τα οποία συνεχώς αναθεωρούνται προς τα κάτω. Αυτό όμως τείνει να γίνει μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, καθώς αφήνει περιθώρια στους κυβερνώντες να αναλώνονται σε δηλώσεις προθέσεων χωρίς αντίκρισμα. Μόνο την κατρακύλα της αξίας του χαρτοφυλακίου περιουσίας του Δημοσίου να παρατηρήσει κάποιος, πτώση η οποία επιταχύνθηκε από την έλευση του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να εξηγήσει σε μεγάλο βαθμό πόσο δύσκολο είναι να επιτευχθούν οι στόχοι για τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις. 
Το αν θα λύσει το πρόβλημα το νέο Υπερταμείο Αποκρατικοποιήσεων είναι προς απόδειξη. Ομως οι γνωρίζοντες ξέρουν ότι εκτός από τις σε εξέλιξη ιδιωτικοποιήσεις (από την εποχή της σαμαροβενιζελικής κυβέρνησης) άλλη προετοιμασία δεν έχει γίνει.  Με δεδομένο ότι ο χρόνος ωρίμανσης είναι μακρύς και η διάθεση των αρμόδιων παραγόντων... ασθενής, τα θετικά αποτελέσματα θα αργήσουν. Εν τω μεταξύ, όμως -ποιος ξέρει;-, οι αξίες μπορεί να βελτιωθούν και να προκύψουν καλύτερες αποδόσεις. 

Οι προοπτικές για το ελληνικό πρόβλημα μπορεί πρόσκαιρα να βελτιώθηκαν, αλλά καμιά ουσιαστική ανατροπή δεν επετεύχθη. Η αξιοπιστία της κυβέρνησης έχει πληγεί από δηλώσεις και καμώματα που δείχνουν ότι οι κυβερνώντες είναι δύσκολο να εφαρμόσουν πράγματα στα οποία δεν πιστεύουν, όπως φαίνεται από τις παλινωδίες τους προτού καλά-καλά δημοσιευτούν οι νόμοι που ψηφίζονται από τη Βουλή των Ελλήνων. Από τον Σεπτέμβριο οι δανειστές θα επανέλθουν δριμύτεροι για εργασιακά και θεσμικά. Και όπως φαίνεται, το κλίμα αναμένεται να έχει βαρύνει ακόμη περισσότερο από την εφαρμογή των μέτρων, τη δίκαιη αγανάκτηση των πολιτών και τις εγγενείς αδυναμίες της κυβέρνησης. 

Εξάλλου, η κατάσταση που αποτυπώνεται στις προβλέψεις του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία είναι ζοφερή, αφού θα χρειαστούν σχεδόν 30 χρόνια για να επιστρέψουμε στο προ κρίσης επίπεδο του ΑΕΠ. Ιστορικά, παρόμοια εικόνα έχει απαντηθεί μόνο σε ορισμένες χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού! Η πολιτική ελίτ στην Ελλάδα κι αυτό αφορά όλα τα κόμματα- δείχνει ότι δεν επιθυμεί να καταγραφεί αυτό στη συνείδηση των πολιτών και εμμένει σε μια συζήτηση για το χρέος που είναι αναγκαστικά παρεπόμενη. Ομως, χωρίς εσωτερική συζήτηση για το μοντέλο ανάπτυξης και τις προτεραιότητες της διαρθρωτικής πολιτικής, ανάκαμψη δεν θα υπάρξει και το πρόβλημα του χρέους θα «λύνεται» τμηματικά για να επανέλθει αργότερα δριμύτερο. Σε αυτή τη χρονική στιγμή, οι ιδεοληψίες που ακόμα επικρατούν στον κορμό της κυβέρνησης δεν επιτρέπουν αισιοδοξία. Κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα θα ήταν μια πιθανή τελευταία πρωτοβουλία από την Ευρώπη που θα συνδύαζε την αναδιάρθρωση χρέους με ένα νέο κύμα διαρθρωτικών αλλαγών και ένα ειδικό αναπτυξιακό πρόγραμμα για τη χώρα με πρόσθετους πόρους πέραν του ΕΣΠΑ, το οποίο και θα εφαρμοζόταν με καθοδήγηση και υλοποίηση από τις Βρυξέλλες. Σε διαφορετική περίπτωση, η χαμένη 30ετία θα στοιχειώνει τους Eυρωπαίους πολιτικούς για δεκαετίες και θα θαμπώσει ακόμα περισσότερο το ευρωπαϊκό όραμα.
protothema.gr

«Απασφαλίζει» ο Γιάνης Βαρουφάκης κατά του ΔΝΤ, της ΕΚΤ, της Κομισιόν και όσων στην Ελλάδα στήριξαν την πολιτική τους μέσα από το προσωπικό του blog. Αφορμή στάθηκε η έκθεση του ΔΝΤ στην οποία το Ταμείο ομολογεί ότι έκανε σοβαρά λάθη στα ελληνικά προγράμματα διάσωσης.

Σε άρθρο του ο πρώην υπουργός Οικονομικών ζητά να παραιτηθούν όσοι έφταιξαν για τη δημοσιονομική ασφυξία της Ελλάδας και τους καλεί να ζητήσουν συγγνώμη από τον ελληνικό λαό. Ταυτόχρονα καλεί προς μια στροφή σε μια νέα πολιτική με άμεση ελάφρυνση του χρέους και επιμένει πως πρέπει να μπει τέλος στη λιτότητα.

«Είναι ώρα να αποκατασταθεί η ελληνική δημοκρατία» λέει χαρακτηριστικά.

Όλο το άρθρο του Γιάνη Βαρουφάκη αναλυτικά:

«Η εβδομάδα ξεκίνησε με συζήτηση στο ελληνικό κοινοβούλιο που ζήτησε η Αξιωματική Αντιπολίτευση (οι άνθρωποι της Τρόικας στο εσωτερικό της χώρας) για τις προθέσεις της διαπραγμάτευσης το πρώτο εξάμηνο του 2015 και που τόλμησα να αντιμετωπίσω την Τρόικα.

Η Τρόικα που είχε οργανώσει ένα bank run πριν από τη μετακίνησή μου στο υπουργείο Οικονομικών, που με απείλησαν με κλείσιμο των τραπεζών τρεις ημέρες αφότου ανέλαβα στο υπουργείο και που προχώρησαν στο κλείσιμο των τραπεζών μας και τώρα μου χρεώνουν εμένα το κλείσιμο των τραπεζών και τα capital controls. Όπως ένας κοινός νταής, η Τρόικα αποδείχθηκε ένθερμη οπαδός του να κατηγορεί τα θύματά της και να δυσφημεί οποιονδήποτε τολμά να αντιστέκεται στις τακτικές της.

Η αντίδρασή μου στις απαιτήσεις της Τρόικας και τις απειλές της ότι θα με οδηγήσουν ενώπιον δικαστηρίων, ήταν απλή: «Προχωρήστε, θα σας αντιμετωπίσω» τους προκάλεσα. «Σε όποιο φόρουμ θέλετε: σε κάθε αμφιθέατρο, τηλεοπτικό σταθμό ακόμη και σε δικαστική αίθουσα»!

Στο τέλος ηττήθηκαν καθώς η πλειοψηφία στη Βουλή ψήφισε κατά της σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής.

Εν συνεχεία, η εβδομάδα ολοκληρώνεται, με την έκθεση του ανεξάρτητου γραφείου του ΔΝΤ που έριξε περισσότερο φως. Είναι μια σκληρή έκθεση, που δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης για την χυδαία οικονομική πολιτική και τη διπλωματία που ασκούν οι υπάλληλοι της Τρόικας. Φέρνει το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και την Κομισιόν σε δύσκολη θέση: Είτε θα αποκαταστήσετε έστω και ένα μικρό μέρος της νομιμότητας επικρίνοντας και απολύοντας αξιωματούχους που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη ή δεν θα κάνετε τίποτα εντείνοντας τη δυσαρέσκεια των Ευρωπαίων πολιτών απέναντι στην Ε.Ε. και θα συμβάλλετε στην ταχύτερη αποδόμηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Όταν ήμουν στο υπουργείο και διαπραγματευόμουν με αυτούς τους ανθρώπους, ο φιλικά διακείμενος προς την Τρόικα Τύπος έλεγε πως δεν μπορούσα να συντονίζω εγώ τις διαπραγματεύσεις γιατί τόλμησα να πως ότι από το 2010 έως το 2014, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η Κομισιόν οδήγησαν την Ελλάδα σε έναν δημοσιονομικό «εικονικό πνιγμό», προκαλώντας μία αχρείαστη μεγάλη ύφεση με τις πολιτικές λιτότητας που επέβαλαν. Ο Τύπος έλεγε τότε ότι ο υπουργός Οικονομικών μιας μικρής και χρεοκοπημένης χώρας δεν μπορεί να ισχυρίζεται δημοσίως ή μη, ότι η χώρα του έχει υποστεί «εικονικό πνιγμό».

Η απάντησή μου ήταν πως δοκιμάσαμε τη σιωπή και την υπακοή από το 2010 ως το 2014. Το αποτέλεσμα; Η απώλεια του 28% του εθνικού εισοδήματος και τα… σταφύλια της οργής που «ωρίμαζαν και βάραιναν όλο και περισσότερο την κληματαριά». Ήταν η ώρα να αντιπροτείνει κάποιος στην Τρόικα και να αρνηθεί να συνεχίσει να εφαρμόζει τη στρατηγική της. Ήταν μια στάση για την οποία ποτέ δεν με συγχώρεσαν.

Έναν χρόνο μετά την επιτυχία της Τρόικας να με διώξει από την ελληνική κυβέρνηση, ασκώντας πιέσεις στον Αλέξη Τσίπρα να συνθηκολογήσει παρά την αντίθετη θέληση του 62% των πολιτών στο δημοψήφισμα, οι «εσωτερικές υποθέσεις» του ΔΝΤ επιβεβαιώνουν τώρα ότι η στάση μου ήταν πλήρως δικαιολογημένη και όχι εσφαλμένη ή μη διπλωματική»

«Και τώρα τι γίνεται»; «Τι νόημα έχει να παραδέχεται κάποιος το λάθη του αν οι πολιτικές που επιβάλλονται στην ελληνική κυβέρνηση είναι οι ίδιες με εκείνες και πριν το «mea culpa”; «Τι νόημα έχει αν αυτοί οι άνθρωποι που επέβαλαν αυτές τις καταστροφικές, απάνθρωπες πολιτικές παραμένουν στις θέσεις τους»;

Συνολικά χρειάζεται μια άμεση συγγνώμη προς τον ελληνικό λαό, όχι μόνο από το ΔΝΤ αλλά και από την ΕΚΤ και την Κομισιόν. Αλλά μια συγγνώμη δεν αρκεί. Χρειάζεται να συνοδευθεί και από μια άμεση παραίτηση εκπροσώπων των τριών θεσμών.

Πρώτος στη λίστα είναι ο κ. Πολ Τόμσεν και ακολουθούν ο κ. Τόμας Βίζερ και ο κ. Κλάους Μαζούχ της ΕΚΤ.

Όλα αυτά όμως θα πρέπει να συνοδευθούν και από μια στροφή στην μακροοικονομική, δημοσιονομική και μεταρρυθμιστική πολιτική για την Ελλάδα από εδώ και στο εξής.

Θα συμβεί άραγε κάτι από όλα αυτά; Ή η έκθεση του ΔΝΤ θα ξεχαστεί σύντομα;

Οι πιθανότητες κλίνουν προς το δεύτερο. Σε αυτή την περίπτωση η ευκαιρία να ξανακερδηθεί η εμπιστοσύνη προς την Ε.Ε από τους πολίτες της θα χαθεί όπως η άμμος που φεύγει από τα χέρια των ηγετών».

enikonomia.gr

Αυτοκριτική για τα λάθη που διέπραξε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο πρώτο χρηματοδοτικό πρόγραμμα της Ελλάδας, καθώς και αναγνώριση της «μοναδικότητας του ελληνικού προβλήματος», περιλαμβάνει η Έκθεση του Ανεξάρτητου Γραφείου Αξιολόγησης του Ταμείου (Independent Evaluation Office- ΙΕΟ), η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, διαχωρίζει τα τρία επιτυχημένα προγράμματα (Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Κύπρου) από αυτό της Ελλάδος, αναγνωρίζοντας ότι η Ελλάδα αποτελεί «ειδική περίπτωση».

Με δήλωση της, υποστηρίζει ότι: «Η Ελλάδα έθεσε πρόσθετες και μοναδικές προκλήσεις. Με απαράμιλλη διεθνή στήριξη, η χώρα προχώρησε σε μία αξιοσημείωτη δημοσιονομική προσαρμογή. Ωστόσο η χώρα επλήγη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι άλλες χώρες εξαιτίας των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν από οργανωμένα συμφέροντα, από σοβαρά προβλήματα εφαρμογής του προγράμματος, καθώς και από τις επαναλαμβανόμενες πολιτικές κρίσεις. Τα παραπάνω οδήγησαν σε πολλαπλές κρίσεις, υπονομεύοντας έτσι την εμπιστοσύνη προς τη χώρα, αφήνοντας τον φόβο του Grexit να επικρέμεται. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα η ύφεση στη χώρα να είναι πολύ βαθύτερη σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις του Προγράμματος».

Η Κρ. Λαγκάρντ αναγνωρίζει ότι κανένα από αυτά τα εμπόδια που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του Προγράμματος δεν είχε προβλεφθεί εκ των προτέρων, με αποτέλεσμα το πρώτο πρόγραμμα να αποδειχθεί εξαιρετικά αισιόδοξο. «Παρά ταύτα η Ελλάδα παρέμεινε μέλος της ζώνης του ευρώ, επιτυγχάνοντας έτσι τον βασικό στόχο που είχε τεθεί εξ αρχής, τόσο από την ίδια τη χώρα όσο και από τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης».

Η Έκθεση υποστηρίζει ότι η Ελλάδα ωφελήθηκε από τη σημαντική ελάφρυνση του Δημοσίου Χρέους το 2012 (με το γνωστό PSI) , καθώς και την αναχρηματοδότηση με πολύ ευνοϊκούς όρους από τους επίσημους πιστωτές της και το ΔΝΤ. Επαναλαμβάνει δε την έκκληση του Ταμείου για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, ενώ σημειώνει ότι η κατ΄ εξαίρεση χρηματοδότηση από το Ταμείο του ελληνικού Προγράμματος, παρόλο που εκτιμούσε ότι το Δημόσιο Χρέος της χώρας δεν είναι βιώσιμο, έγινε προκειμένου να αποσοβηθεί ο υψηλός κίνδυνος μετάδοσης της κρίσης.

Τέλος, με δεδομένη την εμπειρία από τη συμμετοχή του στην τρόικα, το ΔΝΤ αναφέρει ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της συνεργασίας του Ταμείου με τις περιφερειακές συμφωνίες χρηματοδότησης.

IMF-REPORT-GREECE-IEO

Αυτοκριτική από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο που παραδέχεται τα λάθη του στο ελληνικό ζήτημα.

Σε εσωτερική του έκθεση, το ΔΝΤ αξιολογεί το πρώτο πρόγραμμα στην Ελλάδα, αλλά και τα προγράμματα στην Ιρλανδία και στην Πορτογαλία, και επισημαίνει επτά σφάλματα.

Η έκθεση που έφερε στη δημοσιότητα η «Καθημερινή» είναι αποτέλεσμα της δουλειάς ομάδας ανεξάρτητων από το Ταμείο οικονομολόγων και ειδικών που μελέτησαν σε βάθος το πρόγραμμα μέσα από σειρά συνεντεύξεων και εσωτερικών εγγράφων του Ταμείου, καταλήγοντας στα εξής λάθη:

1. Η Χαλαρή «αφετηρία»
Πριν ξεσπάσει η κρίση χρέους, το ΔΝΤ δεν παρακολουθούσε πολύ προσεκτικά την κατάσταση στην Ελλάδα. Η έκθεση αναφέρει ότι το Ταμείο πολύ γρήγορα επαινούσε τη χώρα για τις μεταρρυθμίσεις, χωρίς όμως να αξιολογεί αν έχουν εφαρμοσθεί. Στην περίπτωση της Ελλάδας, το 2007, η έκθεση του ΔΝΤ μιλούσε θετικά για τις μεταρρυθμίσεις στη φορολογία και για τα μέτρα ενάντια στη φοροδιαφυγή, ενώ στην πραγματικότητα από το 2004 έως το 2009 η ελληνική κυβέρνηση έθετε μέσω νομοθετημάτων εμπόδια στην αγορά προϊόντων. Ακόμα και όταν η Ελλάδα μπήκε σε πρόγραμμα με το ΔΝΤ, το Ταμείο χρειάστηκε μήνες για να συνειδητοποιήσει ότι η διοικητική ικανότητα της χώρας ήταν πολύ αδύναμη και ότι τα συμφέροντα του κατεστημένου δημιουργούσαν σχεδόν ανυπέρβλητα εμπόδια.

Συγχρόνως είχε επικρατήσει η λογική στο Ταμείο πως η «Ευρώπη αντιμετωπίζεται διαφορετικά», όπως αναφέρεται στην έκθεση. Επειδή το ενδεχόμενο να χρειαστεί να δανείσει ένα κράτος-μέλος της Ευρωζώνης ήταν απίθανο, ποτέ δεν χρειάστηκε να σχεδιαστεί η προετοιμασία ενός προγράμματος στην Ευρωζώνη, με όρους και προϋποθέσεις, και το Ταμείο βρέθηκε απροετοίμαστο.

Αν η διοίκηση του ΔΝΤ είχε έξι μήνες στη διάθεσή του, πριν ζητήσει η Ελλάδα πρόγραμμα, να σχεδιάσει μία προληπτική σχέση με ένα κράτος-μέλος της Ευρωζώνης, τότε, σύμφωνα με την έκθεση, το προσωπικό του Ταμείου θα είχε καλύτερη κατανόηση των ιδιαίτερων περιορισμών που υπάρχουν σε μία χώρα του ευρώ και θα μπορούσαν να αποφασίσουν πιο εμπεριστατωμένα αν θα συμμετάσχουν ή όχι σε ένα τέτοιο πρόγραμμα.

2. Η Αναδιάρθρωση του χρέους
Η άρνηση για αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας στην αρχή του προγράμματος, παρά τη μεγάλη πιθανότητα το χρέος να μην αποδειχθεί βιώσιμο, αποτελεί αντικείμενο κριτικής. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου το Ταμείο αποφάσισε το 2010 να τη χρηματοδοτήσει με ποσό μεγαλύτερο από αυτό που της αντιστοιχούσε («exceptional access»), θα έπρεπε να είχε προηγηθεί η αναδιάρθρωση χρέους.

Η έκθεση αναφέρει πως αρχικά, επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΚΤ και μερικά κράτη-μέλη ήταν αντίθετα με την αναδιάρθρωση του χρέους για οικονομικούς, τεχνικούς ή πολιτικούς λόγους, οι ελληνικές αρχές συντάχθηκαν γιατί χρειάζονταν την ευρωπαϊκή βοήθεια. Το ΔΝΤ είχε απομονωθεί στις συζητήσεις για την Ευρώπη και όταν κλήθηκε τον Μάιο του 2010 το θέμα της αναδιάρθρωσης ήταν εκτός ατζέντας. «Το τρένο είχε φύγει ήδη από τον σταθμό», αναφέρεται στην έκθεση.

Επίσης υπήρχε έντονη διαφωνία και στους κόλπους του ΔΝΤ για το κατά πόσον χρειάζεται η Ελλάδα αναδιάρθρωση του χρέους. Με τη μία ομάδα να υποστηρίζει την ανάγκη γενναίας και άμεσης αναδιάρθρωσης, και την άλλη να υποστηρίζει ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να αντιμετωπίσει την κρίση χωρίς αναδιάρθρωση χρέους. Μία τρίτη ομάδα, ενώ συμφωνούσε ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, θεωρούσε ότι δεν ήταν εφικτή η μείωσή του λόγω των χρονικών περιορισμών και των κινδύνων, ελλείψει μηχανισμού προστασίας στην Ε.Ε. την εποχή εκείνη.

Μία κριτική που επίσης ασκείται έχει να κάνει με το γεγονός ότι, αφού δεν ακολουθήθηκε η αναδιάρθρωση του χρέους πριν από τη χρηματοδότηση από το ΔΝΤ, τότε όφειλε το Ταμείο να έχει ζητήσει από τους Ευρωπαίους μεγαλύτερη χρηματοδότηση. Οσον αφορά τις διαδικασίες που τηρήθηκαν, η έκθεση αναφέρει κριτικά πως «δεν υπήρχε ανοιχτή και από την αρχή συζήτηση όλων των διαθέσιμων επιλογών». Μπορεί «το ρίσκο της μετάδοσης της κρίσης» να έπαιξε σημαντικό ρόλο στη λήψη της απόφασης για συμμετοχή του Ταμείου, αλλά την ίδια στιγμή οι συνέπειες μετάδοσης της κρίσης, ειδικά αν δεν γινόταν η αναδιάρθρωση του χρέους, «δεν ποσοτικοποιήθηκαν αυστηρώς ούτε συζητήθηκαν διεξοδικά στο εσωτερικό του Ταμείου».

Ενώ οι κανονισμοί του Ταμείου θέλουν ανάμειξη του διοικητικού του συμβουλίου από την αρχή, όταν ο δανεισμός της χώρας ξεπερνά τα κανονικά χρηματικά όρια –όπως ήταν στην περίπτωση της Ελλάδας–, η συμμετοχή έγινε «με απρόσεκτο τρόπο», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η έκθεση. Συγχρόνως εγείρει ερωτηματικά νομιμότητας της διαδικασίας που ακολουθήθηκε, καθώς, όπως αναφέρει, αν υπήρχε η ανάμειξη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου από την αρχή, όπως υπαγορεύει ο κανονισμός, μπορεί να μην είχε οδηγήσει σε διαφορετική απόφαση για το χρέος αλλά «αλλά θα είχε ενισχύσει τη νομιμότητα οποιασδήποτε απόφασης».

3. Μη λειτουργική στρατηγική
Ακολουθήθηκε μία ολοένα και περισσότερο μη λειτουργική στρατηγική για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι ιδιαίτερα θετικές προβλέψεις που έκανε το ΔΝΤ αρχικά και οι οποίες στην πράξη δεν έβγαιναν αληθινές είχαν ως αποτέλεσμα να γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη η επίτευξη των στόχων. Επίσης, σε Ελλάδα και Πορτογαλία οι προβλέψεις ήταν ιδιαίτερα θετικές ως προς την ικανότητα των αρχών να εφαρμόσουν δύσκολες πολιτικά μεταρρυθμίσεις. Συγχρόνως γίνεται αναφορά και στην υπεραισιόδοξη, όπως αποδείχθηκε, εκτίμηση του ΔΝΤ ότι τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις θα φτάσουν τα 50 δισ. ευρώ από τα 12,5 δισ. που αρχικά είχαν υπολογιστεί, ενώ οι επίσης αισιόδοξες προβλέψεις για την ανάπτυξη αναθεωρήθηκαν μόνον όταν είχαν περάσει περισσότεροι από 18 μήνες από την αρχή του προγράμματος.

4. Ελλειψη ευελιξίας
Μία σημαντική παράμετρος, στην οποία δεν δόθηκε ιδιαίτερη σημασία, είναι ότι η Ελλάδα ως μέλος μίας νομισματικής ένωσης δεν είχε δυνατότητα ευελιξίας, καθώς η συμμετοχή της δημιουργούσε περιορισμούς για εναλλακτική στρατηγική. Αρα χρειαζόταν ένα πρόγραμμα που λάμβανε υπ’ όψιν αυτούς τους περιορισμούς, σε αντίθεση με τα μέχρι τώρα προγράμματα του ΔΝΤ σε χώρες εκτός νομισματικής ένωσης.

5. Σχέσεις με Ευρωπαίους
Στη συνεργασία του ΔΝΤ με τους Ευρωπαίους εταίρους η έκθεση αναφέρει πως το Ταμείο βρέθηκε «απροετοίμαστο». Η έκθεση περιγράφει ότι, παρόλο που η Τρόικα αποδείχθηκε «αποτελεσματικός μηχανισμός» στο να πραγματοποιήσει συζητήσεις με τις κυβερνήσεις, το Ταμείο «έχασε τη χαρακτηριστική του ευελιξία ως διαχειριστής κρίσεων». Αναφέρεται στην έκθεση πως επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπραγματευόταν εξ ονόματος του Eurogroup, οι τεχνικές επισημάνσεις του προσωπικού του Ταμείου βρίσκονταν υπό πολιτική πίεση από την αρχή. Γι’ αυτό και μία από τις συστάσεις της έκθεσης προς το Συμβούλιο είναι να προωθήσουν διαδικασίες που θα ελαχιστοποιήσουν οποιαδήποτε πολιτική παρεμβολή στην τεχνική ανάλυση του ΔΝΤ.

6. Η Τεχνική βοήθεια
Οσον αφορά την τεχνική βοήθεια που παρείχε το ΔΝΤ στην Ελλάδα, η έκθεση αναφέρει ότι αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, λόγω της ανάγκης συντονισμού με την Task Force (ομάδα δράσης της Ε.Ε.), η οποία βασιζόταν σε εξωτερικούς συμβούλους από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη. Η τεχνική βοήθεια παρουσίαζε το σοβαρό μειονέκτημα να μην έχει σαφείς προτεραιότητες αλλά να λειτουργεί με πρωτοβουλίες ad hoc, με στόχους που συνεχώς άλλαζαν και δεν λάμβαναν υπ’ όψιν τη δυσκολία αφομοίωσης από την Ελλάδα.

7. Η Απόδοση του προσωπικού
Οσον αφορά το προσωπικό που συμμετείχε στα προγράμματα της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Ιρλανδίας, η έκθεση αναφέρει ότι η απόδοση του προσωπικού ήταν άνιση. Υπήρχαν περιστάσεις που «οι τεχνικές γνώσεις του προσωπικού έλαμψαν», όπως στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή του προγράμματος στην Ιρλανδία, όπου η έκθεση τη χαρακτηρίζει «σχεδόν υποδειγματική», αλλά δεν έγινε το ίδιο στην Ελλάδα. Η δουλειά που έγινε στον τραπεζικό τομέα ήταν «πρώτης τάξεως στην Ισπανία» αλλά όχι αρκετά καλή στην Πορτογαλία. «Η αποσπασματική διαθεσιμότητα του προσωπικού, παρότι είχε εμπειρία και τεχνογνωσία, μπορεί να ήταν μεταξύ των λόγων γι’ αυτήν την άνιση απόδοση» αναφέρει η έκθεση.
Τα μαθήματα και οι συστάσεις

Στο τέλος της έκθεσης παρατίθενται τα μαθήματα που μπορεί να πάρει το προσωπικό του Ταμείου από τη διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη. Μερικά από αυτά είναι:

- Η αναδιάρθρωση του χρέους πολλές φορές είναι πολύ μικρή και πολύ αργοπορημένη, αποτυγχάνοντας να κάνει το χρέος βιώσιμο με σταθερό τρόπο.

- Η εκτεταμένη αναφορά στη σημασία αναδιάρθρωσης του χρέους σε ολόκληρη την έκθεση είναι πολύ ενδεικτική για το τι θα επακολουθήσει τους επόμενους μήνες στη διαπραγμάτευση μεταξύ της Ε.Ε. και του ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος.

- Η βιωσιμότητα του χρέους είναι απόλυτης προτεραιότητας όρος για το Ταμείο και η έκθεση αυτή αναμένεται να ασκήσει ακόμη μεγαλύτερη πίεση στο Συμβούλιο του ΔΝΤ να μην ενεργήσει με πολιτικούς όρους και να μη συμφωνήσει σε μια ήπια ελάφρυνση, προς την οποία προσανατολίζονται οι Ευρωπαίοι εταίροι.

Οσον αφορά την Ελλάδα, οι συστάσεις του ανεξάρτητου γραφείου αξιολόγησης του ΔΝΤ είναι να υπάρχει καλύτερη προσαρμογή των πολιτικών δανεισμού του Ταμείου σε περιπτώσεις νομισματικής ένωσης, όπως είναι η Ευρωζώνη. Να αποφεύγονται «αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση του χρέους», να δίνεται περισσότερη προσοχή στην πολιτική οικονομία της προσαρμογής, να υπάρχει περισσότερη φειδώ στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τέλος περισσότερος ορθολογισμός της διαδικασίας που ακολουθεί η τρόικα, έτσι ώστε να μειώνεται το βάρος που πέφτει στις Αρχές.

Πηγή: Καθημερινή

ferriesingreece2

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot