Την περαιτέρω μείωση της έκτακτης ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς εξομαλύνεται η κατάσταση στο μέτωπο των καταθέσεων.
Συγκεκριμένα, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ δεν διατύπωσε αντίρρηση στο αίτημα που υπέβαλε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, για τον καθορισμό του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες στο ποσό των 57,2 δισ. ευρώ έως και την Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016.
Η μείωση του ανώτατου ορίου κατά 1,4 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την ΤτΕ, αντανακλά τη βελτίωση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, στο πλαίσιο της υποχώρησης της αβεβαιότητας και της σταθεροποίησης των ροών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα.
Το ΔΣ της ΕΚΤ δεν διατύπωσε αντίρρηση στον καθορισμό του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες στο ποσό των 58,6 δισεκ. ευρώ έως και την Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος κατά 2,5 δισ. ευρώ, στα 58,6 δισ. ευρώ, μειώθηκε ο ELA για τις ελληνικές τράπεζες.
Αναλυτικότερα, στις 6 Ιουλίου 2016 το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ δεν διατύπωσε αντίρρηση στον καθορισμό του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες στο ποσό των 58,6 δισ. ευρώ έως και την Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016, μετά από αίτημα της Τράπεζας της Ελλάδος.
Η μείωση του ανώτατου ορίου κατά 2,5 δισ. ευρώ αντανακλά τη βελτίωση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, στο πλαίσιο της υποχώρησης της αβεβαιότητας και της σταθεροποίησης των ροών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα, αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση.
ΠΗΓΗ: Euro2day
Σημαντική ανάσα για την ελληνική οικονομία η απόφαση της ΕΚΤ να προχωρήσει σε μείωση της έκτακτης ενίσχυσης μέσω ELA κατά 7 δισ. ευρώ σε δύο φάσεις. Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση:
Στις 22 Ιουνίου 2016 το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ δεν διατύπωσε αντίρρηση στον καθορισμό του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες στο ποσό των 65,0 δισεκ. ευρώ έως και την Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016 και στην περαιτέρω μείωση του εν λόγω ορίου σε 61,1 δισεκ. ευρώ από την Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016 μέχρι και την Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016, μετά από αίτημα της Τράπεζας της Ελλάδος.
Η μείωση του ανώτατου ορίου, κατά 7,0 δισεκ. ευρώ συνολικά, αντανακλά τη βελτίωση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, στο πλαίσιο της υποχώρησης της αβεβαιότητας και της σταθεροποίησης των ροών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα, την πρόοδο που έχει επιτευχθεί ως προς την αναδιάρθρωση των ελληνικών τραπεζών, καθώς και την επίδραση της επαναφοράς της εξαίρεσης (waiver) των ελληνικών τίτλων από τους κανόνες αποδοχής ενεχύρων του Ευρωσυστήματος.
imerisia.gr
«Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την Ευρώπη. Για αυτό πρέπει να αγωνιστούμε», τόνισε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στην ομιλία ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, στο Στρασβούργο, επισημαίνοντας ότι η απάντηση στις πολλαπλές κρίσεις της Ευρώπης δεν μπορεί να είναι νεοφιλελεύθερη και εθνοκεντρική.
«Πρέπει να αλλάξουμε κατεύθυνση τώρα. Να δράσουμε συλλογικά, χωρίς εμμονικούς ηγεμονισμούς και ιδεοληψίες, επαναβεβαιώνοντας τις ιδρυτικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τις αρχές της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της ισότητας και του σεβασμού των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ώστε να δυναμώσει στην πράξη η κοινή και συγκλίνουσα πορεία μας», επισήμανε ο πρωθυπουργός
Ξεκινώντας την ομιλία του, ο πρωθυπουργός, αναφέρθηκε στη μεγάλη στήριξη που παρείχε το Συμβούλιο της Ευρώπης στην αγωνιζόμενη δημοκρατική Ελλάδα, στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, επισημαίνοντας πως αυτή η στάση του Συμβουλίου της Ευρώπης, «μοναδική για διεθνή οργανισμό, είναι πράξη που εγγράφεται στον πυρήνα των αρχών, των αξιών και των στόχων του», που είναι η προστασία των ατομικών δικαιωμάτων, της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στα κράτη-μέλη του.
«Είναι πράξη που τιμά την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών», που σε συνδυασμό με τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, που υπογράφηκε στο Τορίνο το 1961, «συναποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της κοινής ευρωπαϊκής μας πορείας μεταπολεμικά», προσέθεσε.
Στη συνέχεια ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις προστατευτικές διατάξεις του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, όπως η αναγνώριση του δικαιώματος των εργαζομένων σε αμοιβές που εξασφαλίζουν αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, η προστασία του συνδικαλιστικού δικαιώματος, προαγωγή του δικαιώματος στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, το δικαίωμα των ηλικιωμένων στην κοινωνική προστασία, το δικαίωμα στην προστασία από την φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, τονίζοντας ότι αυτές υποδεικνύουν και το μόνο δρόμο για τη βιώσιμη κοινή πορεία όλων μας στην Ευρώπη - λαών και κρατών: «Τον δρόμο, όχι μόνο της πολιτικής, αλλά και κοινωνικής δημοκρατίας. Τον δρόμο της αξιοπρεπούς διαβίωσης των πολιτών και της κοινωνικής συνοχής. Γιατί η Δημοκρατία κινδυνεύει όταν τα κοινωνικά δικαιώματα δεν είναι εγγυημένα στην πράξη», τόνισε.
Επισήμανε, ακόμη, ότι η Ελλάδα κύρωσε τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1961 είκοσι τρία χρόνια αργότερα - το 1984 - τον δε Αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1996, είκοσι χρόνια αργότερα, «και αυτό, με πρωτοβουλία της δικής μας κυβέρνησης» και τόνισε:
«Για την κυβέρνησή μας, η κύρωσή του είναι έμπρακτη απόδειξη της προσήλωσής μας στην κοινή ευρωπαϊκή πορεία, με επίκεντρο τον άνθρωπο, τον πολίτη και την κοινωνική δικαιοσύνη. Αλλά και απόδειξη της αποφασιστικότητάς μας να εφαρμόσουμε πολιτικές εμβάθυνσης του κοινωνικού κράτους και του κράτους δικαίου».
Σημείωσε, πως «δυστυχώς, όμως, ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης στερείται μηχανισμού επιβολής» και «παραμένει μια ανεπαρκής αντίρροπη δύναμη απέναντι στην επιταχυνόμενη απορρύθμιση και αποδόμηση του "ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου"», τονίζοντας ότι «πρέπει, κάποια στιγμή, από κείμενο συστάσεων, να μετατραπεί σε κείμενο δράσεων».
«Δεν είναι μόνο ότι δεν διασφαλίζεται ο σεβασμός των κοινωνικών δικαιωμάτων που η Ευρώπη προστατεύει», «είναι και ότι αυτά συχνά υπονομεύονται από τους εγγυητές τους» «μετατρέπονται σε κοινωνικά δικαιώματα υπό αίρεση και à la carte», συνέχισε ο πρωθυπουργός, σημειώνοντας ότι οι πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης, της λιτότητας και της απορρύθμισης μέσω των μνημονίων χρηματοπιστωτικής στήριξης, αποτελούν παραβίαση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη.
Επισημαίνοντας, ότι και η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων, με πρόσφατη νομολογία της επί συλλογικών προσφυγών ελληνικών συνδικαλιστικών οργανώσεων, κρίνει ότι σημαντικός αριθμός μνημονιακών ρυθμίσεων παραβιάζουν τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, τόνισε ο πρωθυπουργός:
«Και αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να συνεχιστεί. Γιατί αυτό που η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα είναι θεσμική αναδιοργάνωση μιας ήδη ελαστικής αγοράς εργασίας- και όχι την πλήρη ισοπέδωσή της».
«Η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίση»
Η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίση και ενδεικτικό αυτής είναι το αυριανό βρετανικό δημοψήφισμα, τόνισε στη συνέχεια ο πρωθυπουργός.
Χαρακτήρισε το Brexit, «με την επιστροφή στη λογική της "λαμπρής απομόνωσης"» συντηρητική εξέλιξη, όπως και η αποδοχή του ειδικού καθεστώτος που εξασφάλισε η χώρα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σημείωσε πως όποιο και να είναι το αποτέλεσμα «διαμορφώνεται ένα ευρωπαϊκό αρνητικό προηγούμενο»: Ενισχύεται η μείζων θεσμική αλλαγή που λαμβάνει χώρα αυτήν την περίοδο στην Ευρώπη. Δηλαδή, η συνολική αναδιαπραγμάτευση της μεταπολεμικής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς και η μετάπτωσή της στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο.
«Η αποτυχία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διαχείρισης της κρίσης, με επίκεντρο τη γενικευμένη λιτότητα, έχει πλέον αποδειχθεί. Και είναι πολύπλευρη και απειλητική», ανέφερε σε άλλο σημείο ο Αλέξης Τσίπρας, τονίζοντας ότι τα 22 εκατ. των ανέργων στην Ευρώπη – εκ των οποίων σχεδόν οι μισοί μακροχρόνια «είναι η απόδειξη ότι η κρίση δεν είναι πίσω μας, είναι η απόδειξη ότι η κρίση συνεχίζεται».
Ο πρωθυπουργός μίλησε για την αποτυχία της λιτότητας σε εθνικό επίπεδο, με την ύφεση, την υπερχρέωση και τη μείωση των αμοιβών και του βιοτικού επιπέδου της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, που νομιμοποίησε το διακρατικό μισθολογικό ανταγωνισμό προς τα κάτω, διεύρυνε την απόκλιση ανάμεσα στο Βορρά και το Νότο, νομιμοποίησε την εθνική αναδίπλωση και τον εθνικό ανταγωνισμό μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. «Με συνέπεια, στον μεν ευρωπαϊκό Νότο, τη διάχυση του ευρωσκεπτικισμού σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, στο δε ευρωπαϊκό Βορρά την ενίσχυση της τάσης φυγής ή των εξαιρέσεων από το κοινό κεκτημένο». «Με την αποτυχία της, η νεοφιλελεύθερη διαχείριση της κρίσης τροφοδότησε το τέρας του εθνικισμού και του ακροδεξιού και φασιστικού λαϊκισμού. Μετέφερε την ακροδεξιά, από τη μαύρη λίστα των ενόχων της Ιστορίας και της απομόνωσης, στο πολιτικό προσκήνιο», προσέθεσε και τόνισε:
«Είναι προφανές ότι η απάντηση στις πολλαπλές κρίσεις της Ευρώπης δεν μπορεί να είναι νεοφιλελεύθερη και εθνοκεντρική. Πρέπει να αλλάξουμε κατεύθυνση τώρα. Να δράσουμε συλλογικά, χωρίς εμμονικούς ηγεμονισμούς και ιδεοληψίες, επαναβεβαιώνοντας τις ιδρυτικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τις αρχές της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της ισότητας και του σεβασμού των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ώστε να δυναμώσει στην πράξη η κοινή και συγκλίνουσα πορεία μας.
Χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη και για να την έχουμε πρέπει να αλλάξουμε πολιτική. Να ενισχύσουμε τη Δημοκρατία στην Ευρώπη για να ξαναπλησιάσουμε τους πολίτες της. Όχι μόνο ενδυναμώνοντας τους θεσμούς δημοκρατικής διακυβέρνησης, αλλά, κυρίως, καταπολεμώντας τις ανισότητες. Να δυναμώσουμε τον κοινωνικό πυλώνα της Ευρώπης - την κοινωνική Ευρώπη. Πρέπει, συνεπώς, να συμφωνήσουμε σε σταθερά βήματα κοινωνικής σύγκλισης, ασφαλώς όχι στις χείριστες για τους εργαζόμενους και τους άνεργους πρακτικές, αλλά στις πραγματικά βέλτιστες.
Αυτό που τελικά χρειαζόμαστε σήμερα είναι ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την Ευρώπη. Για αυτό πρέπει να αγωνιστούμε».
Προσφυγικό
Αναφερόμενος προσφυγική/μεταναστευτική κρίση, ο πρωθυπουργός τόνιε πως όπως και η οικονομική κρίση, «αποτελούν διεθνείς και ευρωπαϊκές προκλήσεις που δοκίμασαν και δοκιμάζουν τόσο την ετοιμότητά μας να αναπτύξουμε αποτελεσματικούς, κοινούς και εθνικούς μηχανισμούς, όσο και τη βούλησή μας να προασπίσουμε τις αξίες και τις αρχές της Ευρώπης».
Επισήμανε ότι η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο και αυτής της κρίσης -της μεγαλύτερης προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης στην Ευρώπη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο-, και αναφέρθηκε στις τεράστιες προσπάθειες που κατέβαλαν καθημερινά ο ελληνικός λαός η Πολιτεία, Έλληνες και ξένοι εθελοντές, για την υποδοχή και φιλοξενία τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου προσφύγων και μεταναστών που πέρασαν από την Ελλάδα από το 2015.
Συνεχίζοντας, αναφέρθηκε στην κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι με το κλείσιμο του Βαλκανικού διαδρόμου παγιδεύτηκαν στην Ελλάδα σχεδόν 60.000 άνθρωποι και αυτή τη στιγμή στη χώρα βρίσκονται 68.000 πρόσφυγες και μετανάστες.
Επισήμανε δε, μεταξύ άλλων, πως στις υφιστάμενες δομές φιλοξενούνται περίπου 500 ασυνόδευτα παιδιά, ενώ επί τη βάσει σχεδίου δράσης που εκπονήσαμε με την UNHCR και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, προχωρούμε στην άμεση δημιουργία δομών για άλλα 400 περίπου παιδιά μέσα στον Ιούλιο και ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα θα υποβάλλει στην Κομισιόν πρόταση ώστε τα ασυνόδευτα παιδιά κάτω των δέκα ετών που εγκλωβίστηκαν στην Ελλάδα πριν τις 19 Μαρτίου, να περιληφθούν κατά προτεραιότητα στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης προς άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξαρτήτως εθνικότητας.
«Για εμάς είναι σαφές ότι ούτε αυτή η κρίση -όπως η οικονομική- μπορεί να λυθεί με τα εργαλεία του εθνικισμού και της περιχαράκωσης», τόνισε ο πρωθυπουργός.
«Οι πολιτικές της ξενοφοβίας, των φραχτών και των τειχών, οι πολιτικές των επαναπροωθήσεων στη θάλασσα, οι πολιτικές των μονομερών ενεργειών που αντιμετωπίζουν το προσφυγικό ως πρόβλημα των χωρών πρώτης γραμμής, αντιβαίνουν στις βασικές αρχές της Ευρώπης και υπονομεύουν το μέλλον της. Η Ελλάδα συνεχίζει να παλεύει σκληρά ενάντια σε αυτές τις πολιτικές», σημείωσε και υπογράμμισε ότι η προσφυγική κρίση αποτελεί διεθνή και ευρωπαϊκή πρόκληση που απαιτεί συλλογικές, πολιτικές αλληλεγγύης για να αντιμετωπιστεί, με έμφαση στην επίλυση συγκρούσεων, στις πολιτικές αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής συνεργασίας, στη διασύνδεση της μετανάστευσης με την εξωτερική διάσταση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Έχουμε βέβαια πολλά βήματα ακόμα να κάνουμε. Από πλευράς μας, όμως, αυτό που αναμένουμε από κάθε διεθνή οργανισμό που ενδιαφέρεται πραγματικά για την ανθρώπινη και αποτελεσματική διαχείριση αυτής της κρίσης είναι συνεργασία, στήριξη και εποικοδομητικό διάλογο», είπε ο Αλέξης Τσίπρας επισημαίνοντας την ανάγκη να υπάρξει μια δίκαιη κατανομή της φιλοξενίας εντός της Ευρώπης, ουσιαστική επιτάχυνση των διαδικασιών μετεγκατάστασης και επανεγκατάστασης και μια δίκαιη αναθεώρηση της Συνθήκης του Δουβλίνου, όπου κάθε χώρα αναλαμβάνει το βάρος που της αναλογεί.
«Προσβλέπουμε, στο πλαίσιο αυτό, στην επέκταση της συνεργασίας μας με το Συμβούλιο της Ευρώπης, ώστε να συνδράμει στον τομέα των υποδομών και της τεχνογνωσίας, ιδίως δε σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων», σημείωσε.
Επιπλέον επισήμανε ότι η προσφυγική κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, μόνο αν ενσκήψουμε και στις γενεσιουργές αιτίες της, όπως οι πολεμικές συγκρούσεις, οι κοινωνικές ανισότητες, η φτώχεια, η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η κλιματική αλλαγή.
Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε στην ανάγκη ενίσχυσης του συντονισμού και της συνεργασία για την αντιμετώπιση «της επιδεινούμενης κρίσης ασφαλείας στην Ευρώπη», μιας κρίσης «που δεν αφορά μόνο την αποσταθεροποίηση χωρών στην ευρύτερη περιοχή της Ευρώπης αλλά και την παράλληλη ενίσχυση των τρομοκρατικών δικτύων εντός των ίδιων των ευρωπαικών κοινωνιών».
Σημείωσε πως και σε αυτόν τον τομέα, η Ευρώπη καλείται να βρει λύσεις που να προστατεύουν τόσο την ίδια όσο και τις αξίες της. Επισήμανε ότι η Ελλάδα, ως ευρωπαϊκή χώρα, αλλά και χώρα της Ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης παρευξείνιας γειτονιάς, προωθεί συστηματικά μια ενεργητική, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική στην περιοχή, με στόχο την ειρήνη και την σταθερότητα.
Επίσης, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε σε τομές για την προάσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που πραγματοποιήθηκαν τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, όπως η θεσμοθέτηση του Συμφώνου Συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια, την αλλαγή του νόμου περί ιθαγένειας, μεριμνώντας για τις διαδικασίες χορήγησης της ελληνικής ιθαγένειας για τα παιδιά μεταναστών δεύτερης γενιάς, νομοθετικές ρυθμίσεις για τη βελτίωση της κατάστασης στις φυλακές, ενώ προχωράμε, μετά από πολλά χρόνια, όπως είπε- σε θεσμικές τομές για την υποστήριξη των Ρομά και στην κατασκευή -κατά την επόμενη περίοδο- τζαμιού και μουσουλμανικού νεκροταφείου στην Αθήνα.
«Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα ενώπιον μίας μείζονος πρόκλησης, της αποκατάστασης της οικονομικής σταθερότητας με ταυτόχρονη προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων και της κοινωνικής συνοχής», τόνισε καταλήγοντας ο πρωθυπουργός, και απευθυνόμενος προς τους βουλευτές του Συμβουλίου της Ευρώπης, ως βασικό όργανο σε έναν οργανισμό που διαμορφώνει πρότυπα γενικής αποδοχής σε θέματα Κράτους Δικαίου, Δημοκρατίας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είπε:
«Έχετε το δύσκολο έργο να αναζητείτε και να επεξεργάζεσθε τις καλύτερες δυνατές απαντήσεις έναντι εξελίξεων που μπορούν να απειλήσουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Να απειλήσουν, θα έλεγα, την ευρωπαϊκή πολιτισμική μας ταυτότητα.
Η Ελλάδα, εκτιμώντας ότι ο ρόλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, ως ενοποιητική δύναμη στηριγμένη σε κοινές αξίες και αρχές, είναι αναντικατάστατος, έχει συμβάλει και θα συνεχίσει να συμβάλει με όλες της τις δυνάμεις στην επίτευξη των στόχων του.
Υπογραμμίζουμε, στο πλαίσιο αυτό, τη σταθερή προσήλωσή μας στην οικοδόμηση μιας Ευρώπης της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης, πάνω στη βάση των αρχών και των αξιών του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Αυτό, άλλωστε, υπαγορεύουν τόσο οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μου, όσο και η σχεδόν δύο αιώνων συνταγματική και θεσμική της παράδοση».
Μειώθηκε η εξάρτηση των τραπεζών από τον Μηχανισμό Έκτακτης Ρευστότητας (ELA) στο τέλος Μαΐου, στα 64,8 δισ. ευρώ, από 66,9 δισ. ευρώ στο τέλος Απριλίου.
Όπως προκύπτει από την μηνιαία λογιστική κατάσταση της Τράπεζας της Ελλάδος η απευθείας χρηματοδότηση των τραπεζών από την ΕΚΤ υποχώρησε στα 30,9 δισ. ευρώ από 32,7 δισ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα.
Οι συνολικές υποχρεώσεις των τραπεζών στην ΕΚΤ και τον ELA μειώθηκαν στο τέλος Μαΐου στα 95,7 δισ. ευρώ από 99,6 δισ. ευρώ τον Απρίλιο.
www.dikaiologitika.gr