Η Ελληνική Δημοκρατία διατηρεί το δικαίωμα να διεκδικήσει από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας την πλήρη ικανοποίηση όλων των δημοσίων αξιώσεων, αλλά και των αξιώσεων Ελλήνων υπηκόων που πηγάζουν από τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει το Απόρρητο Πόρισμα Ομάδας Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που φέρνει, για πρώτη φορά στο φως, κατ΄ αποκλειστικότητα, το CNN Greece.
Στα συμπεράσματα της ογκώδους έκθεσής, που ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2014, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους προτείνει ότι αν η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμεί τη “δυναμικότερη προώθηση των διεκδικήσεων της”, πρέπει να ακολουθήσει τα εξής βήματα:
1. Να προσκαλέσει – μέσω της διπλωματικής οδού- την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας σε διαπραγματεύσεις .
2. Σε περίπτωση που η Γερμανία αρνηθεί να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις ή σε περίπτωση αδυναμίας εξεύρεσης συμφωνίας των δυο χωρών, τότε η Ελλάδα θα πρέπει να προσφύγει απευθείας “σε δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση” παρακάμπτοντας το Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου καθώς αυτό έχει μόνο μη δεσμευτικού χαρακτήρα δικαιοδοσία.
H “ δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση ”
Το τέταρτο συμπέρασμα του Πορίσματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που αποκαλύπτει σήμερα το CNN Greece, προτείνει ότι αν η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμεί τη γρηγορότερη διευθέτηση του ανοιχτού ζητήματος των αξιώσεων της χώρας μας, πρέπει να παρακάμψει την προσφυγή στο Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου και να προσφύγει απευθείας “στην δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση”. Η άποψη, δηλαδή, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, είναι ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Το Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου ιδρύεται βάσει του άρθρου 28 αυτής και έχει αποκλειστική δικαιοδοσία για διαφορές που προκύπτουν σε ζητήματα ερμηνείας ή εφαρμογής της Συμφωνίας του Λονδίνου. Το Πόρισμα εξετάζει ενδελεχώς ζητήματα που αφορούν νομικά προβλήματα και δυσκολίες οι οποίες πηγάζουν από πιθανή προσφυγή στο Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου.
Επιπλέον, εξετάζει και νομικές δυσκολίες και ανοιχτά ζητήματα που μπορεί να προκύψουν από την προσφυγή στη “ δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση ”. Πρόκειται για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης του οποίου η δικαιοδοσία αναγνωρίζεται μετά από ειδική δήλωση κάθε χώρας στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ. Η Ελλάδα έχει καταθέσει τη συγκεκριμένη δήλωση από το 1994,ενώ η Γερμανία μόλις το 2008.
Το ζήτημα που προκύπτει είναι αν το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει δικαιοδοσία για ζητήματα που προέκυψαν πριν την κατάθεση της συγκεκριμένης δήλωσης. Οι συντάκτες του Πορίσματος θεωρούν ότι η Ελλάδα μπορεί να στοιχειοθετήσει νομικά ότι οι διαφορές με τη Γερμανία μπορούν να εξεταστούν από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αρκεί να προηγηθεί άρνηση της γερμανικής πλευράς να διαπραγματευτεί τη ρύθμιση των ελληνικών απαιτήσεων μετά από νεώτερη επίσημη ανακίνηση του ζητήματος από την ελληνική πλευρά.
Στη σελίδα 94 του Πορίσματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους επισημαίνει ότι προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει να αντιμετωπίσει τους εξής περιορισμούς:
1.Η προς επίλυση διαφορά πρέπει να αφορά γεγονότα και καταστάσεις που έχουν λάβει χώρα πριν την 1.05.2008
2.Η προς επίλυση διαφορά δεν μπορεί να θέτει ζήτημα που άπτεται της ερμηνείας ή της εφαρμογής της Συμφωνίας του Λονδίνου.
3.Η προς επίλυση διαφορά θα πρέπει να συνδέεται με παραβίαση ή άλλο ζήτημα του δημοσίου διεθνούς δικαίου
Η Έκθεση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
Το Απόρρητο Πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που αποκαλύπτει το CNN Greece, βρίσκεται ήδη στα χέρια των αρμόδιων υπουργείων προκειμένου να αξιοποιηθεί. Στα ίδια χέρια βρίσκεται και η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για τον “Προσδιορισμό Αξιώσεων από τις Γερμανικές Επανορθώσεις και το Κατοχικό Δάνειο” η οποία εκτιμά τις συνολικές απαιτήσεις στο ιλιγγιώδες ποσό των 341 δις ευρώ. Σε αυτό συμπεριλαμβάνονται απαιτήσεις από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ύψος 9 δις, το κατοχικό δάνειο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ύψους περίπου 10.34 δις ευρώ,αλλά και οι υπόλοιπες αξιώσεις από τον ίδιο πόλεμο που φτάνουν, πάντα σύμφωνα με την έκθεση του ΓΛΚ, στα 341.203 δις.
Η Ομάδα Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, συγκροτήθηκε μετά την πρώτη Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Μάρτιος 2013), προκειμένου να προβεί σε “ειδική νομική μελέτη, επεξεργασία και τεκμηρίωση της υπόθεσης των Γερμανικών Αποζημιώσεων (κατοχικό δάνειο, πολεμικές επανορθώσεις και ατομικές αποζημιώσεις)”, αλλά και να υποβάλει πόρισμα για “την πορεία και τον αποτελεσματικότερο και επωφελέστερο για τα συμφέροντα της Χώρας νομικό χειρισμό”.
Στο πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εξετάζεται ενδελεχώς, τόσο το ιστορικό της υπόθεσης όσο και το θεσμικό πλαίσιο των Διεθνών Συμβάσεων πάνω στις οποίες εδράζεται το ζήτημα των ελληνικών αξιώσεων. Σημαντικότερες εξ αυτών η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 “Περί Εξωτερικών Γερμανικών Χρεών” η οποία προβλέπει το διακανονισμό των γερμανικών εξωτερικών χρεών αλλά και η Συνθήκη της Μόσχας του 1990 (Συνθήκη 2+4) για τον Οριστικό Διακανονισμό σε σχέση με τη Γερμανία στην οποία δεν μετέχει η Ελλάδα και υπογράφεται μόνο μεταξύ της ενωμένης, πλέον, Γερμανίας και των τεσσάρων δυνάμεων κατοχής (ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση, Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία). (Παράγραφοι Πορίσματος 12-15)
Επιπλέον, το Πόρισμα εξετάζει και τις διμερείς Συμβάσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας . Πρόκειται γα τη Σύμβαση της Βόννης του 1960, τη Σύμβαση της Βόννης του 1961 και τη Συμφωνία της Αθήνας του 1974. Οι τρεις αυτές διμερείς συμφωνίες καθορίζουν τον διακανονισμό των ελληνικών αξιώσεων και περιλαμβάνουν την αποζημίωση οικείων των φονευθέντων από το ναζιστικό καθεστώς, την αποζημίωση για αφαιρεθέντα καπνά κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής και τις αποζημιώσεις για αποφάσεις που εκδόθηκαν υπέρ Ελλήνων υπηκόων, που υπέστησαν ζημιές, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου. Το συνολικό ποσό, όπως προκύπτει από τις τρεις αυτές Συμβάσεις, πλησιάζει τα 52 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα.
Που στηρίζεται η Γερμανική άρνηση
Τελευταία φορά που η Ελλάδα προέβη σε διπλωματική κίνηση διεκδίκησης ήταν τον Νοέμβριο του 1995 με τη ρηματική διακοίνωση του πρεσβευτή της Ελλάδας στη Βόννη, κ. Μπουρλογιάννη – Τσαγγαρίδη, με την οποία ζητούσε την έναρξη διμερών συνομιλιών προκειμένου να ρυθμιστούν τα εκκρεμή ζητήματα του κατοχικού δανείου και των πολεμικών αποζημιώσεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στη ρηματική διακοίνωση η γερμανική πλευρά απάντησε αρνητικά με ένα απλό ανακοινωθέν.
Σύμφωνα με το Πόρισμα, η αρνητική στάση των γερμανικών αρχών στηρίζεται στην άποψη ότι “η Συνθήκη της Μόσχας δεσμεύει και την Ελλάδα και στην εκ τούτου συνέπεια ότι, εφόσον η Συνθήκη αυτή σιωπά ως προς τις επανορθώσεις, η σιωπή αυτή ισοδυναμεί με την οριστική του επίλυση, άποψη σύμφωνη με τη γερμανική θεωρία και νομολογία”.
Το συγκεκριμένο θέμα φαίνεται να απασχολεί τους νομικούς κύκλους. Το ζήτημα που ανακύπτει είναι αν από τη “Συνθήκη 2+4” προκύπτει νομική επίπτωση σε κράτη που δεν την υπέγραψαν, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, όπως αναφέρει στις σελίδες 65-70 του πορίσματός του, θεωρεί “εσφαλμένη” την άποψη αυτή καθώς θεωρεί ότι “σύμφωνα με τους Κανόνες του Δημόσιου Διεθνούς Δικαίου οι τέσσερις Μεγάλες Δυνάμεις που συμμετείχαν σε αυτήν δεν μπορούν να δεσμεύουν τα κράτη που έχουν απαιτήσεις εναντίον της Γερμανίας”. Καταλήγει, έτσι, στο συμπέρασμα ότι η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 εξακολουθεί να δεσμεύει τη Γερμανία και ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις της Ελλάδας παραμένουν “ισχυρές και σε εκκρεμότητα”.
Τι θα κάνει η κυβέρνηση;
Το Πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους όπως και αυτό του Γενικού Λογιστηρίου βρίσκεται εδώ και καιρό στα χέρια των αρμοδίων. Όπως γίνεται, όμως αντιληπτό, η διεκδίκηση των ελληνικών αξιώσεων από τη Γερμανία δεν είναι έχει μόνο νομική πτυχή. Είναι ένα κυρίως πολιτικό ζήτημα και ο χειρισμός του προϋποθέτει μελετημένες και προσεχτικές κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα.
Στο πολιτικό επίπεδο έχει πρόσφατα καταγραφεί μία εξέλιξη της οποίας απομένει να αποδειχθεί η κρισιμότητά της. Το Ευρωκοινοβούλιο έκανε αποδεκτή την Αναφορά της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ) για τις γερμανικές αποζημιώσεις. Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία καλείται ενώπιον της Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου προκειμένου να εκθέσει τις θέσεις της σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν τις πολεμικές επανορθώσεις, το κατοχικό δάνειο, τις αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων του Διστόμου και τις αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων που δολοφονήθηκαν στο Άουσβιτς και στο Νταχάου αλλά και την επιστροφή των λεηλατηθέντων από τους ναζί αρχαιολογικών θησαυρών.
Πάντως, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο, μιλώντας σε προεκλογική συγκέντρωση στα Ανώγεια της Κρήτης, δεσμεύτηκε ότι η Ελλάδα θα διεκδικήσει όσα δικαιούται.
Πηγή: ΑΠΕ