Τις επιπτώσεις μίας πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης καλούνται να αντιμετωπίσουν οι κάτοικοι των νησιών μας, οι οποίοι ήδη βιώνουν το υψηλό κόστος ζωής μετά την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, γεγονός που δημιουργεί έντονη ανησυχία για την εξέλιξη της κατάστασης.
Οι συνεχείς αυξήσεις των τελευταίων μηνών, καθώς και αυτή που αναμένεται τον Μάρτιο προβληματίζουν σοβαρά τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τα νοικοκυριά που βγαίνουν πληγωμένα από τη διετή οικονομική κρίση λόγω της πανδημίας, αλλά και της δεκαετούς οικονομικής κρίσης λόγω των μνημονίων που προηγήθηκε.
Τα εισοδήματα έχουν συρρικνωθεί επικίνδυνα και οι ανατιμήσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες είναι άνευ προηγουμένου, ενώ είναι καθημερινές οι φωνές διαμαρτυρίας και αγωνίας από τους πολίτες.
Μάλιστα όπως τονίζει στη «Ροδιακή» ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου Γιάννης Πάππου, από την πλευρά του το Επιμελητήριο είχε επισημάνει από καιρό το πρόβλημα με αναφορές στα αρμόδια υπουργεία υπογραμμίζοντας ότι αυτές οι αυξήσεις που ξεκίνησαν να παρατηρούνται στην ενέργεια και στα καύσιμα περί τα τέλη Οκτωβρίου της προηγούμενης χρονιάς θα είχαν ακριβώς τις επιπτώσεις που βλέπουμε σήμερα.
«Είναι αναμενόμενο ότι από τη στιγμή που ανεβαίνει η ενέργεια παγκόσμια, καθώς είναι χρηματιστηριακό προϊόν και έχουμε και την υπέρμετρη αύξηση στα καύσιμα να επιβαρύνεται όλη η αλυσίδα της παραγωγής είτε μιλάμε για προϊόντα είτε μιλάμε για υπηρεσίες» δήλωσε ο κ. Πάππου ο οποίος υπογράμμισε ότι έχουν γίνει κάποιες διορθωτικές κινήσεις από πλευράς κυβέρνησης σχετικά με τους λογαριασμούς του ρεύματος αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι αρκετές για να αντιμετωπίσουν τις γενικότερες αυξήσεις που σημειώθηκαν.
Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου υπογραμμίζει ότι όσον αφορά τις αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων αυτές ήταν αναμενόμενες, καθώς από τη στιγμή που αυξάνεται το πετρέλαιο αυξάνονται και όλα τα παράγωγα του πετρελαίου και αναγκαστικά βλέπουμε τις αυξήσεις αλλά αναμένονται δυστυχώς και άλλες σύντομα.
Αναφερόμενος στο φαινόμενο της ακρίβειας και των ανατιμήσεων που καταγράφεται το τελευταίο διάστημα λέει χαρακτηριστικά:
«Υπήρχε ένα κύμα αυξήσεων της τάξης του 5%, το οποίο όμως δυστυχώς δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί σε αυτά τα επίπεδα γιατί συνεχίζουν οι αυξήσεις των τιμών. Είτε είναι υλικά συσκευασίας είτε είναι σε πρώτες ύλες είτε σε λιπάσματα. Βλέπουμε ότι όλα ανεβαίνουν.
Και περιμένουμε δυστυχώς ένα δεύτερο κύμα με επιπλέον 5% στα προϊόντα πρώτης ανάγκης. Δεν είναι όμως μόνο αυτά. Έχουν αυξηθεί οι τιμές ακόμα και στα ρούχα. Γιατί εκεί χρησιμοποιούνται υλικά τα οποία μπορεί να είναι συνθετικές ίνες είτε να αφορούν τα υλικά συσκευασίας, οπότε ανεβαίνουν οι τιμές σε όλο το φάσμα του εμπορίου».
Μάλιστα κατέθεσε συγκεκριμένο παράδειγμα λέγοντας: το πρακτορείο που ζητούσε για τη μεταφορά μίας εμποροπαλέτας 45 ευρώ καθαρή αξία προ ΦΠΑ τώρα ζητά, 50 ευρώ και αναμένουμε αυτό να πάει και 55 ευρώ αν συνεχιστούν αυτού του είδους οι αυξήσεις. Έχουν ανέβει τα εισιτήρια για τις νταλίκες, τα πετρέλαια...».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου, περιμένουμε στις αρχές Μαρτίου να υπάρξει ένα δεύτερο κύμα, καθώς δεν σταθεροποιείται η κατάσταση στην Ουκρανία αφού και τα γεωπολιτικά ζητήματα επηρεάζουν την κατάσταση. Η αναταραχή συνεχίζεται στη χώρα αυτή, η οποία εφοδιάζει και την ελληνική αγορά, με αποτέλεσμα να έχουν ακριβύνει τα πάντα λόγω του κινδύνου της πολεμικής σύρραξης.
Δυστυχώς εάν δεν σταθεροποιηθεί αυτό, θα συνεχίζεται η οικονομική αναστάτωση.
Οι επιπτώσεις και στο τουριστικό προϊόν
Οι αυξήσεις αυτές στο ενεργειακό κόστος θα έχουν αντίκτυπο και σοβαρό μάλιστα στο τουριστικό προϊόν κυρίως σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των επιχειρήσεων, τα προσφερόμενα αγαθά και τις υπηρεσίες.
Υπάρχουν ξενοδοχειακές μονάδες, μικρές ή μεγάλες, οι οποίες έχουν κλείσει συμβόλαια βάσει των περσινών τους δεδομένων, έχοντας υπολογίσει δηλαδή τα λειτουργικά τους έξοδα και φυσικά τους μισθούς των εργαζομένων τους. Αν υπολογίσει κανείς ότι οι μισθοί μπορεί να παραμείνουν στα ίδια επίπεδα, όλα τα υπόλοιπα θα αυξηθούν και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις θα διπλασιαστούν. Έτσι λοιπόν πολλοί επιχειρηματίες φέτος θα δουλέψουν χωρίς να έχουν τα κέρδη τα οποία περίμεναν.
Ερωτηθείς ο κ. Πάππου για το αν υπάρχει περιθώριο παρέμβασης από την κυβέρνηση ώστε να συγκρατηθεί το κύμα των αυξήσεων τόνισε ότι περιμένουμε κάποιες διορθωτικές κινήσεις από την κυβέρνηση αλλά δεν τις έχει ανακοινώσει ακόμη. Δεν υπάρχουν όμως ούτως ή άλλως δυνατότητες να απορροφηθεί το 100% της αύξησης, καθώς θα χρειαζόμασταν 4 με 5 δισ. ευρώ τα οποία δεν είναι διαθέσιμα για να «πέσουν» στην αγορά.
Μάλιστα κατέληξε λέγοντας ότι τα τελευταία χρόνια δεχόμαστε απανωτά χτυπήματα σε ό,τι αφορά τα εισοδήματα μας καθώς είχαμε την κρίση του 2010 και μόλις πήγαμε να ανασάνουμε προέκυψε η πανδημία, ενώ τώρα ζούμε και την ενεργειακή κρίση. Οι δύο τελευταίες όμως είναι παγκόσμιες κρίσεις και δεν μπορεί κανείς να κάνει κάτι για να τις αποφύγει.