Τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του κορονοϊού, που περιγράφονται ως “σύνδρομο long covid”, αντιμετωπίζουν τα ιατρεία post Covid που έχουν δημιουργηθεί σε πολλά δημόσια νοσοκομεία και τα οποία προσφέρουν υποστήριξη σε ασθενείς που παρουσιάζουν συμπτώματα εβδομάδες μετά την αποδρομή της νόσου. Το 20% των ασθενών που έχουν περάσει βαριά Covid-19, σύμφωνα με μελέτες, δεν μπορούν καν να επιστρέψουν στην εργασία τους.
Όσο η πανδημία του κορονοϊού εξελίσσεται, μεγαλώνει και η προσδοκία η νόσος Covid-19 να γίνει ενδημική. Ωστόσο, παρά τις λιγότερο επιθετικές Όμικρον και Όμικρον 2 που οδηγούν σπανιότερα στο νοσοκομείο τους εμβολιασμένους, οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας συνεχίζονται και δεν περιορίζονται μόνο στις βαριές νοσήσεις.
Χιλιάδες ασθενείς που έχουν περάσει τη νόσο με βαριά ή ακόμη και με ήπια συμπτώματα συνεχίζουν να υποφέρουν ακόμη και μήνες μετά την μόλυνσή τους.
Διεθνείς μελέτες καταλήγουν πως ένα ποσοστό της τάξης του 30% των νοσούντων από κορονοϊό δεν θα αποφύγει ο σύνδρομο long covid, ενώ ο 1 στους 5 θα παρουσιάσει σοβαρές βλάβες σε ζωτικά όργανα όπως οι πνεύμονες, η καρδιά, το ήπαρ κ.α.
Ωστόσο, στις μελέτες έχει φανεί πως τα ποσοστά των εμβολιασμένων που εμφανίζουν long covid συμπτώματα είναι πολύ χαμηλότερα σε σχέση με αυτά των μη εμβολιασμένων.
Long covid: Ποιοι πρέπει να κάνουν επανεξέταση
Το σύνδρομο αφορά περισσότερο αυτούς που νόσησαν βαρύτερα, αν και όχι μόνο. Οι επιπλοκές που εμμένουν εμφανίζονται συνήθως τέσσερις εβδομάδες μετά τη λοίμωξη.
Έτσι, σύμφωνα με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες η επανεξέταση θα πρέπει να γίνεται:
σε ασθενείς με βαριά νόσο στις έξι εβδομάδες,
σε ασθενείς με ήπια τη νόσο, στο τρίμηνο
Η καθηγήτρια Παθολογίας, και διευθύντρια της Δ’ Παθολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου “Αττικόν”, Αναστασία Αντωνιάδου, σε πρόσφατη εκδήλωση της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ τόνισε πως ο ένας στους δύο ασθενείς με σοβαρή νόσο εξακολουθούν να έχουν κάποιο σύμπτωμα στο τρίμηνο, ενώ ένα 20% από αυτούς δεν έχει επιστρέψει στην εργασία του.
Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, ξαναφέρνουν τους ασθενείς στα ιατρεία post covid για επανεκτίμηση και ιδιαίτερα όσους είχαν νοσηλευθεί με πνευμονία.
Ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια, το ποσοστό των ατόμων που περνούν ήπια τη νόσο και εξακολουθούν να έχουν συμπτώματα μακροπρόθεσμα ανέρχεται περίπου στο 5%.
Συμπτώματα και διάγνωση
Η κόπωση, εμφανίζεται σε όλες τις επιδημιολογικές μελέτες διεθνώς, ως το συχνότερο σύμπτωμα που επιμένει μετά την ανάρρωση του ασθενούς. Μαζί με τις διαταραχές συγκέντρωσης και τις διαταραχές του ύπνου, είναι ίσως τα συμπτώματα που εμποδίζουν τους ασθενείς να επιστρέψουν στην κανονική τους δραστηριότητα, μετά την ανάρρωση.
«Στην πλειονότητά τους, οι ασθενείς που παρακολουθούμε στα ιατρεία post covid των νοσοκομείων είναι αυτοί που νοσηλεύτηκαν με σοβαρή πνευμονία, οι οποίοι μετά από ένα τρίμηνο διατηρούν και ευρήματα αλλά και λειτουργικές διαταραχές των πνευμόνων, που σταδιακά υποχωρούν», σημειώνει η Καθηγήτρια κα. Αντωνιάδου και συμπληρώνει:
«Ένα πολύ μικρό ποσοστό διατηρείται στο χρόνο και αναμένουμε να δούμε τι θα μείνει όσο περνάει ο καιρός. Ο αριθμός των ασθενών που ανάρρωσαν στο σπίτι τους και μας ζητούν βοήθεια στη συνέχεια είναι μικρός».
Οι ειδικοί, πάντως, ενθαρρύνουν όλους τους ασθενείς να επισκέπτονται τα ιατρεία post covid που υπάρχουν στα περισσότερα δημόσια νοσοκομεία, όμως, τους αποθαρρύνουν από το να υποβάλλονται αυθαίρετα σε εξετάσεις χωρίς την εκτίμηση γιατρού.
Ως προς τη διαγνωστική διαδικασία, επειδή η νόσος Covid-19 είναι πολυπαραγοντική ασθένεια εμπλέκονται σ’ αυτήν πολλές ιατρικές ειδικότητες, ενώ έχουν ήδη καταρτιστεί ειδικά πρωτόκολλα όχι μόνο για τη διάγνωση, αλλά και για τη θεραπεία.
Οι τρέχουσες οδηγίες περιλαμβάνουν βιοχημικές εξετάσεις, λειτουργικές δοκιμασίες και ερωτηματολόγια.
Για όσους έχουν περάσει ήπια τη νόσο στο σπίτι, αυτό που έχει σημασία είναι εάν μετά από το διάστημα των τεσσάρων εβδομάδων εξακολουθούν να παρουσιάζουν κάποια συμπτώματα, τα οποία είτε επιμένουν, είτε υποχώρησαν και επανεμφανίζονται, είτε παρουσιάζονται ως καινούρια συμπτωματολογία.
Ανάγκη εξατομικευμένης προσέγγισης του κάθε αρρώστου
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το σύνδρομο long covid μπορεί να πλήξει πολλά και διαφορετικά συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού γι’ αυτό και υπάρχει ανάγκη εξατομικευμένης προσέγγισης του κάθε αρρώστου, με βάση τη συμπτωματολογία του.
Αναφορικά με το αναπνευστικό και το καρδιαγγειακό σύστημα οι ασθενείς με σοβαρή πνευμονία ή με εμμένουσα συμπτωματολογία έχουν ανάγκη πνευμονολογικής όπως και καρδιολογικής παρακολούθησης.
Το σύνδρομο long Covid στο νευρικό σύστημα χαρακτηρίζεται από κεφαλαλγία, διαταραχές όσφρησης (υποσμία, ανοσμία), διαταραχές στη μνήμη και στις γνωστικές λειτουργίες.
Σχετικά με τα ψυχιατρικά νοσήματα τονίστηκε ότι συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους εμφανίζονται στο 1/3 των ασθενών με το σύνδρομο, ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της οξείας νόσου, καταστάσεις που είναι σημαντικό να διαγνωστούν, καθώς ενδέχεται να επηρεάσουν τη λειτουργικότητα των ασθενών αυτών.
Σύνδρομο Long Covid: Η ενημερωτική εκστρατεία του Υπουργείου Υγείας
Nέα ενημερωτική εκστρατεία ξεκίνησε το Υπουργείο Υγείας, με αντικείμενο την ενημέρωση του κοινού για το σύνδρομο Long Covid, τις επιπτώσεις του, αλλά και τους τρόπους προστασίας, με πρωταρχικό τον εμβολιασμό. Η ενημερωτική εκστρατεία περιλαμβάνει σύντομα βίντεο-προσωπικές μαρτυρίες, μέσω των οποίων ασθενείς με Long Covid μοιράζονται τις δραματικές επιπτώσεις στην καθημερινότητά τους.
Ο Υπουργός Υγείας, κ. Θάνος Πλεύρης, δήλωσε πως η καλύτερη προστασία απέναντι στο σύνδρομο Long Covid είναι ο εμβολιασμός: «Καθώς υποχωρεί η οξεία φάση της πανδημίας -και προκειμένου να συνεχίσουμε να προστατεύουμε τη δημόσια υγεία- οφείλουμε να στρέψουμε την προσοχή μας στις ευάλωτες ομάδες των νέων, των παιδιών και των εγκύων. Ο εμβολιασμός κατά του κορωνοϊού μειώνει έως 50% την πιθανότητα εμφάνισης συμπτωμάτων Long Covid, και, αποτελεί το καλύτερο και αποτελεσματικότερο μέσο θωράκισης της δημόσιας υγείας συνολικά», όπως τόνισε.
Γιάννα Σουλάκη / Πηγή: iatropedia.gr