Ποια είναι η σχέση των τεχνητών γλυκαντικών ουσιών με τον κίνδυνο πρόκλησης καρκίνου; Ο αναπληρωτής καθηγητής βιολογίας και βιοιατρικών επιστημών James Brown εξετάζει όλα τα διαθέσιμα στοιχεία
Τα τεχνητά γλυκαντικά έχουν κατά καιρούς ενοχοποιηθεί για την αύξηση του κινδύνου παχυσαρκίας, σακχαρώδους διαβήτη και καρδιαγγειακών παθήσεων, ενώ πρόσφατα στοιχεία αποκαλύπτουν και τη σχέση τους με την πρόκληση καρκίνου.
Αν και το τοπίο δεν ήταν μέχρι στιγμής ξεκάθαρο σχετικά με τις επιπτώσεις των γλυκαντικών στην εμφάνιση καρκίνου, μια μεγάλης κλίμακα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο PLOS Medicine, μάλλον επιβεβαιώνει αυτή τη συσχέτιση. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει ο James Brown, Αναπληρωτής Καθηγητής Βιολογίας και Βιοϊατρικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Aston με άρθρο του στο The Conversation, μετά από διερεύνηση περισσότερων από 100.000 ανθρώπων, διαπιστώθηκε ότι όσοι κατανάλωναν υψηλά επίπεδα ορισμένων γλυκαντικών, παρουσίασαν μικρή αύξηση στον κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων τύπων καρκίνου.
Οι ερευνητές ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να καταγράψουν το διατροφολόγιό τους, με την περίοδο επιτήρησης για τους μισούς από αυτούς να ισούται με περισσότερα από οκτώ χρόνια. Διαπιστώθηκε ότι ειδικά η ακεσουλφάμη Κ και η ασπαρτάμη θεωρήθηκαν υπεύθυνες για τον αυξημένο κίνδυνο καρκίνου και ειδικότερα του μαστού, και όσων σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως ο καρκίνος του παχέος εντέρου, του στομάχου και του προστάτη.
Πώς αυξάνεται ο κίνδυνος;
Οι γλυκαντικές ουσίες μπορεί να προσθέτουν αυτή τη γλυκιά γεύση στα προϊόντα χωρίς να περιέχουν πολλές θερμίδες, όμως παράλληλα οι τεχνητές ουσίες, όπως η ασπαρτάμη, θα μπορούσε να συσσωρευτεί στα κύτταρα και να τα μετατρέψει σε καρκινικά. Η ασπαρτάμη έχει την ιδιότητα να απενεργοποιεί τα γονίδια που συσχετίζονται με την ιδιότητα των κυττάρων να αυτοκαταστρέφονται, όταν μετατρέπονται σε καρκινικά. Άλλα γλυκαντικά, όπως η σουκραλόζη και η σακχαρίνη, έχουν επίσης αποδειχθεί ότι βλάπτουν το DNA, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση του καρκίνου. Ωστόσο, αυτό έχει αποδειχθεί μόνο σε κύτταρα σε εργαστήριο παρά σε ζωντανό οργανισμό.
Το εντερικό μικροβίωμα επηρεάζεται επίσης αρνητικά, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται και το ανοσοποιητικό σύστημα. Παρόλα αυτά, δεν είναι ακόμα σαφές πώς ακριβώς τα γλυκαντικά ενισχύουν τις καρκινικές αλλαγές στα κύτταρα. Δύσκολο θεωρείται επίσης το ενδεχόμενο αντίστοιχα πειράματα να εφαρμοστούν σε ανθρώπους, επειδή είναι αδύνατον να καταναλωθούν μεγάλες ποσότητες.
Ακόμα, τα αποτελέσματα προηγούμενων μελετών είναι αντίστοιχως περιορισμένα, κυρίως επειδή οι πρόκειται για μελέτες παρατήρησης. Μια πρόσφατη συστηματική ανασκόπηση σχεδόν 600.000 συμμετεχόντων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχαν περιορισμένα στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι η μεγάλη κατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ορισμένων μορφών καρκίνου. Μια ανασκόπηση στο BMJ κατέληξε σε παρόμοιο συμπέρασμα.
Ο συγγραφέας μάλιστα επισημαίνει και τους περιορισμούς της παρούσας μελέτης, οι οποίοι κυρίως βασίζονται στην αναξιοπιστία των αυτοαναφορών των συμμετεχόντων. Αν και οι ερευνητές μείωσαν εν μέρει αυτόν τον κίνδυνο, βάζοντας τους συμμετέχοντες να τραβήξουν φωτογραφίες από το φαγητό που κατανάλωναν, οι άνθρωποι μπορεί ακούσια να μην είχαν συμπεριλάβει όλα τα τρόφιμα.
Επιπλέον, αν και αυτή η πρόσφατη μελέτη έλαβε υπόψη της τον δείκτη μάζας σώματος, είναι πιθανό ότι οι αλλαγές στο σωματικό λίπος μπορεί να έχουν συμβάλει στην ανάπτυξη πολλών από αυτούς τους τύπους καρκίνου – όχι απαραίτητα όμως οι γλυκαντικές ουσίες.
Τέλος, ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου σε όσους κατανάλωναν τα υψηλότερα επίπεδα τεχνητών γλυκαντικών σε σύγκριση με εκείνους που κατανάλωναν τις χαμηλότερες ποσότητες ήταν μέτριος – με μόνο 13% υψηλότερο σχετικό κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου κατά την περίοδο της μελέτης. Έτσι, παρόλο που οι άνθρωποι που κατανάλωναν τις υψηλότερες ποσότητες γλυκαντικών, είχαν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο, αυτός ήταν ακόμα ελαφρώς υψηλότερος από εκείνους με τη χαμηλότερη πρόσληψη...pentapostagma.gr