Με στοχευμένα μέτρα, όπως η μονιμοποίηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ σε κομβικούς κλάδους της οικονομίας, όπως ο τουρισμός, οι μεταφορές και η εστίαση σχεδιάζει η κυβέρνηση να κρατήσει «ζωντανές» επιχειρήσεις στο φόντο της ενεργειακής κρίσης αλλά και της πτώσης των τζίρων λόγω πανδημίας.
Ουσιαστικά, ανάλογα με την πορεία της οικονομίας και πάντα σε περιορισμένο βαθμό, με βάση πληροφορίες, εξετάζεται να παραμείνει ο συντελεστής ΦΠΑ 13% για ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες και μετά το τέλος Ιουνίου που λήγει το μέτρο. Μια τέτοια κίνηση, όπως τονίζεται, εν όψει και μιας εκτιμώμενης καλής σεζόν μπορεί να δώσει «χώρο» για το καλύτερο και πιο ανταγωνιστικό πλασάρισμα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και βέβαια να τονώσει τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, που δε θα επιβαρύνονται (εφόσον ισχύσει το μέτρο) με το «χαράτσι» των υψηλών συντελεστών ΦΠΑ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η διατήρηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ μέχρι το τέλος του 2022 αφορά τους κλάδους των μεταφορών ( τρένο, μετρό και τραμ, με αστικά και υπεραστικά λεωφορεία, εισιτήρια αεροπορικά και επιβατικών πλοίων, τις μεταφορές με συνδυασμό οδικών, εναέριων και θαλάσσιων μέσων), της εστίασης, αλλά και το τουριστικό πακέτο όπου στο τιμολόγιο διαμονής µε πρωινό ή με ημιδιατροφή επιβάλλεται ΦΠΑ13%, στη διαμονή µε πλήρη διατροφή μόνο το 5% της ενιαίας τιμής υπάγεται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ 24% καιν το υπόλοιπο 95% επιβαρύνεται με 13% και στη διαμονή µε το σύστημα all inclusive στο 90% της ενιαίας τιμής επιβάλλεται ΦΠΑ με μειωμένο συντελεστή 13%.
Παράλληλα στο «μικροσκόπιο» είναι και ο πολιτισμός που βέβαια έχει πληγεί βάναυσα. Υπενθυμίζεται ό μειωμένος 13% ΦΠΑ για τα εισιτήρια των κινηματογράφων, γυμναστήρια και τις σχολές χορού ισχύει έως τις 30 Ιουνίου του 2022.
Πάντως ό,τι γίνει θα είναι στο προαναφερθέν πλαίσιο και δε θα αφορά μείωση σε είδη διατροφής και υγρά καύσιμα. Το θέμα, άλλωστε, είναι στο επίκεντρο και της 13ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης καθώς άπτεται των δημοσιονομικών ισορροπιών.
Πάντως, όπως ανέφερε και χθες σε συνεντεύξεις του και διαδικτυακή συζήτηση με την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι περιορισμένα και απαιτούνται προσεκτικά βήματα λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους και του κινδύνου αύξησης των επιτοκίων.
Επισήμανε ότι οι «δυνατότητες του προϋπολογισμού είναι πεπερασμένες και αυτό είναι ο βασικός περιορισμός που υπάρχει, από εκεί και πέρα οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας και οι εξελίξεις στο μέτωπο του ΑΕΠ και των φορολογικών εσόδων είναι πάντα δυναμικές. Ερωτηθείς γιατί δεν μειώνεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «ο ειδικός φόρος δεν είναι αναλογικός φόρος, δεν συνδέεται με τις τιμές των καύσιμων.
Τα καύσιμα δεν είναι το σημαντικό μας πρόβλημα. Τα καύσιμα έχουν γυρίσει περίπου εκεί που ήταν το ’19 μετά από μια καταβύθιση που είχαν για εκτάκτους λόγους στην πανδημία».
Υπενθυμίζεται ότι για φέτος ο προγραμματισμός του υπουργείου Οικονομικών σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα προβλέπει κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και στις αποδοχές των δημόσιων υπαλλήλων και των συνταξιούχων και μονιμοποίησή της για όλους από το επόμενο έτος καθώς και «παγίωση» της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Επιστολή ΣΕΤΕ
Στο μεταξύ, σε επιστολή του προς τον υπουργό Ενέργειας Κώστα Σκρέκα με κοινοποίηση στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων Γιάννης Ρέτσος θέτει το ζήτημα της συνέχισης των επιδοτήσεων για το ρεύμα στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και για τους επόμενους μήνες.
«Η επιβάρυνση που η αύξηση του ενεργειακού κόστους προκαλεί στη λειτουργία των τουριστικών επιχειρήσεων είναι τεράστια, πλήττοντας οριζόντια τους επιμέρους κλάδους του τουρισμού.
Πριν από λίγες ημέρες ανακοινώθηκαν από την ελληνική Κυβέρνηση μέτρα που στοχεύουν στον κατά το δυνατόν περιορισμό της ανωτέρω επιβάρυνσης. Τα μέτρα αυτά κινούνται στη σωστή κατεύθυνση και κρίνονται ιδιαίτερα θετικά, περιορίζονται όμως χρονικά μόνο στον μήνα Ιανουάριο, ενώ είναι -δυστυχώς- βέβαιο ότι αποκλιμάκωση των τιμών δεν θα υπάρξει στο προσεχές τουλάχιστον χρονικό διάστημα.
Οι 12μηνης λειτουργίας τουριστικές επιχειρήσεις έχουν, λόγω της έξαρσης της πανδημίας και της παράτασης των περιοριστικών μέτρων ελάχιστα έσοδα, έσοδα τα οποία καλύπτουν μικρό μόνο μέρος του λειτουργικού τους κόστους. Είναι, λοιπόν, αντικειμενικά αδύνατον να μπορέσουν να ανταποκριθούν και στις πρόσθετες επιβαρύνσεις που προκαλεί η υπέρμετρη αύξηση του ενεργειακού κόστους.
Για τους παραπάνω λόγους καθίσταται αναγκαία η συνέχιση της επιδότησης που ανακοινώθηκε για τον μήνα Ιανουάριο και τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο.
Επίσης, κρίνεται απαραίτητη η επιδότηση του πετρελαίου θέρμανσης των τουριστικών επιχειρήσεων που λειτουργούν στις ορεινές περιοχές της χώρας μας, για τις οποίες το κόστος θέρμανσης αποτελούσε ήδη και πριν από τις πρόσφατες αυξήσεις τη μεγαλύτερη επιβάρυνση.
Οι επιχειρήσεις αυτές δεν έχουν πρόσβαση στο φυσικό αέριο (επειδή ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του σχετικού δικτύου), χρησιμοποιούν πετρέλαιο και άλλες πηγές, όπως pellet, για τη θέρμανση των εγκαταστάσεών τους, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να επωφεληθούν από τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί.
Παρακαλούμε για τις ενέργειές σας σχετικά και παραμένουμε στη διάθεσή σας για κάθε διευκρίνιση» ανέφερε ο κ. Ρέτσος».
Πηγή: Bluebirds.gr