«Κάηκε» ο πυροσβέστης (αλλά κι ο αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων ή των Σωμάτων Ασφαλείας) που θα επιχειρήσει να φύγει πρόωρα από την υπηρεσία του, μολονότι έλαβε από το κράτος ειδική εκπαίδευση και ξέρει ότι υποχρεώνεται να παραμείνει για κάποιο διάστημα (τουλάχιστον 10ετία) στο σώμα.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας επικύρωσε ποινή απόταξης που επέβαλε η Πυροσβεστική σε πυραγό που θέλησε να αποχωρήσει 6 χρόνια πριν συμπληρώσει τη 10ετή υποχρεωτική παραμονή του, κρίνοντας συνταγματική την ταυτόχρονη «τιμωρία» του για καταβολή αποζημίωσης στο Δημόσιο 53.678 ευρώ! Αποκρούοντας ενστάσεις του αξιωματικού, δέχθηκε ότι η υποχρεωτική παραμονή μετά την ειδική εκπαίδευση (για 10 χρόνια) δεν παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές για ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, επιλογή επαγγέλματος και ισότητα, ούτε διεθνείς συμβάσεις που απαγορεύουν την καταναγκαστική εργασία.

Επικαλούμενο αντίστοιχη απόφαση του Ευρωδικαστηρίου για υποχρεωτική παραμονή των αποφοίτων στρατιωτικών σχολών, το ΣτΕ έκρινε συνταγματική την αντίστοιχη πρόβλεψη για τα Σώματα Ασφαλείας και ειδικά για αξιωματικούς της Πυροσβεστικής, αποφοίτους της Σχολής Επαγγελματιών Χειριστών Αεροσκαφών της Ολυμπιακής Αεροπλοΐας, που πρέπει να παραμείνουν τουλάχιστον επί 10ετία μετά τη λήξη της εκπαίδευσης, αλλιώς απειλούνται με καταβολή αποζημίωσης στο Δημόσιο.

Η υποχρεωτική παραμονή επιχειρεί να στελεχώσει το σώμα με ικανούς και έμπειρους αξιωματικούς, που με δαπάνες και μέριμνα του Δημοσίου έλαβαν εξειδικευμένη εκπαίδευση -τονίζει το ΣτΕ- και συνεπώς εξυπηρετείται υπέρτερος σκοπός δημοσίου συμφέροντος για την οργάνωση και διαρκή ετοιμότητα του σώματος προς εκπλήρωση της αποστολής του, η οποία πλήττεται αν αποχωρήσουν πρόωρα στελέχη του, μετά την εκπαίδευση και τον προγραμματισμό αναγκών της υπηρεσίας.

Υποχρέωση
Παράλληλα έκρινε ότι, κατά την υποχρεωτική παραμονή, δεν μπορούν οι αξιωματικοί αυτοί να παραιτηθούν ούτε για να κατεβούν υποψήφιοι στις δημοτικές εκλογές.
Στη συγκεκριμένη υπόθεση, πυροσβέστης μονιμοποιημένος τη δεκαετία του ’90, τέλειωσε τη Σχολή Δοκίμων Ανθυποπυραγών, πέτυχε σε διαγωνισμούς για ιπτάμενο προσωπικό της Υπηρεσίας Εναερίων Μέσων της Πυροσβεστικής και μετά από εκπαίδευση στη Σχολή, απέκτησε μέχρι το 2006 πτυχία επαγγελματία χειριστή ελικοπτέρων και αεροπλάνων.
Το 2010 υπέβαλε παραίτηση γιατί θεμελίωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα (23 χρόνια και 10 μήνες), που όμως απορρίφθηκε, γιατί όφειλε να παραμείνει έως το 2016, ενώ ίδια απάντηση πήρε όταν παραιτήθηκε για να είναι υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος.

Επειδή δεν προσήλθε στην υπηρεσία, ούτε στο πλαίσιο ΕΔΕ, και δεν απαντούσε στα τηλέφωνα, οδηγήθηκε στο πειθαρχικό που τον απέταξε για απρεπή διαγωγή και ασέβεια προς την υπηρεσία, υποχρεώνοντάς τον να πληρώσει αποζημίωση ίση με τους βασικούς μισθούς που θα έπαιρνε έως τη συμπλήρωση της 10ετίας.

Τρεισήμισι χρόνια μετά το κλείσιμο της Τράπεζας Δωδεκανήσου συνεδρίασε το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για να κρίνει την αίτηση ακύρωσης της απόφασης της Τράπεζας Ελλάδος για ανάκληση της άδειας λειτουργίας της Τράπεζας.

Την αίτηση έκαναν τα μέλη του τελευταίου Δ.Σ. της, οι πρώην Γενικοί Διευθυντές και ο Οικονομικός Σύμβουλός της.

Πολύ ενδιαφέροντα και αποκαλυπτικά όμως στοιχεία τίθενται στην εισήγηση προς το ΣτΕ, η οποία έγινε από ανώτατο δικαστικό του. Η εισήγηση δεν παίρνει θέση, όμως τα σημεία που θίγονται από τον ανεξάρτητο δικαστικό και όχι από οποιονδήποτε θα είχε έννομο συμφέρον, «δικαιώνουν» τους ανθρώπους της Τράπεζας και αναδεικνύουν ένα «έγκλημα» κατά της Δωδεκανησιακής Οικονομίας που δεν έχει προηγούμενο.

Η εισήγηση εστιάζει στην απόφαση της Τράπεζας Ελλάδος (ΤτΕ), η οποία στηρίχθηκε στην ανεπάρκεια κεφαλαίων, στην αδυναμία συγκέντρωσης νέων κεφαλαίων και στην εκτίμηση ότι υπήρχε κίνδυνος να μην μπορούσε η Τράπεζα να αποπληρώσει τους καταθέτες και τους μετόχους της.

Από την άλλη μεριά ο εισηγητής επισημαίνει ότι η ΤτΕ αμφισβήτησε μέρος των ρυθμίσεων δανείων της Τράπεζας Δωδεκανήσου. Αν δεν το είχε κάνει συνεχίζει, τα κεφάλαια που είχε συγκεντρώσει ήταν επαρκή για την λειτουργία της. Όταν δηλαδή όλες οι Τράπεζες της Ελλάδας τα τελευταία τουλάχιστον 6 χρόνια ρυθμίζουν με κάθε τρόπο και επινόηση τα δάνεια τους, ενόχλησαν οι «ρυθμίσεις» της δικής μας Τράπεζας.

Επισημαίνει ότι, η μη αναγνώριση των ρυθμίσεων έγινε μετά την ολοκλήρωση της αύξησης του κεφαλαίου της Τράπεζας, μη δίνοντας έτσι περιθώριο για συγκέντρωση νέων κεφαλαίων.

Επισημαίνει την διαφορά μεθοδολογίας και πορισμάτων στον έλεγχο των δανείων, μεταξύ Τράπεζας της Ελλάδος και εξωτερικής Ελεγκτικής Εταιρείας, αμφισβητώντας έτσι εμμέσως την ακρίβεια του ελέγχου.

Κάνει ειδική μνεία για το γεγονός ότι η κλήση σε «ακρόαση» για τα κεφάλαια της Τράπεζας έγινε σε διάστημα 4 μόνον ημερών και στο γεγονός ότι μετά την ακρόαση και παρότι η Τράπεζα Δωδεκανήσου είχε καταθέσει ολοκληρωμένο επιχειρηματικό σχέδιο για την ανάκαμψη των δεικτών της, η Τράπεζα Ελλάδος σε 2 ημέρες έκλεισε την Τράπεζα.

Ποτέ στο παρελθόν δεν είχε ακολουθήσει τέτοιο σύντομο χρονοδιάγραμμα. Συνήθως μετά την πρώτη ακρόαση, δινόταν χρόνος κάποιων μηνών, γινόταν δεύτερη ακρόαση και μετά έβγαιναν αποφάσεις. Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι στις 06/12/2013 όταν η τράπεζα ενημερώθηκε για τις προθέσεις της ΤτΕ ζήτησε παράταση μόλις μιας εβδομάδας για να καταθέσει τα συμπληρωματικά κεφάλαια των 5εκ. ευρώ.

Η ΤτΕ δέχθηκε επιστολές την ίδια μέρα του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου και της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, που υποστήριζαν το αίτημα. Παράλληλα κοινοποιήθηκε στην Κυβέρνηση το ενδιαφέρον μεγαλοξενοδόχου της Ρόδου να συμμετάσχει στην αύξηση με 5εκ. ευρώ. Ως απάντηση, σε δύο ημέρες στις 8/12/2013 η ΤτΕ ανακάλεσε την άδεια λειτουργίας της Τράπεζας.

Επισημαίνει η εισήγηση ότι η Τράπεζα Ελλάδος γνώριζε ότι σε λιγότερο από ένα μήνα θα μείωνε τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας κατά 1%, σε ολόκληρο τον Τραπεζικό κλάδο μετά από Οδηγία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτό σήμαινε ότι οι πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις της Τράπεζας θα έπεφταν περίπου στο μισό, στα 3 εκ. ευρώ και όμως η ΤτΕ το αγνόησε πλήρως.

Να θυμίσουμε ότι, ακριβώς την ίδια περίοδο (31/12/2013) οι Ελληνικές Συστημικές Τράπεζες ήταν έντονα υποκεφαλαιοποιημένες, με δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας (6% - 7%) μικρότερους από αυτούς της Τράπεζας Δωδεκανήσου. Γι’ αυτό ακριβώς έγινε και η δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση των Ελληνικών Τραπεζών.

Επισημαίνει τέλος ο εισηγητής ότι, η ΤτΕ αγνόησε κάθε ενδιάμεσο άλλο μέσο, π.χ. τον ορισμό Επιτρόπου και έσπευσε να κλείσει την Τράπεζα, για να «προστατεύσει» τους Δωδεκανήσιους καταθέτες.

Αυτή η στεγνή παράθεση επιχειρημάτων δείχνει ανάγλυφα το σκηνικό που στήθηκε για να κλείσει η Τράπεζα Δωδεκανήσου, να διαλυθεί ο ενοχλητικός ανταγωνισμός που ασκούσε στην αγορά των Δωδεκανήσων και για να διοχετευθεί άκοπα η πολύτιμη ρευστότητα των καταθέσεων της σε συστημική Τράπεζα.

Όπως εξάλλου αποδεικνύει η δημοσιευμένη Έκθεση της Commission, το αίτημα προς αυτήν από την Τράπεζα Ελλάδος για μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της Τράπεζας Δωδεκανήσου σε Ελληνική Συστημική Τράπεζα, έγινε μια εβδομάδα πριν την κλήση της Τράπεζας σε ακρόαση. Είχαν δηλαδή ήδη προαποφασίσει το κλείσιμο, πριν καλέσουν καν τα στελέχη της Τράπεζας Δωδεκανήσου σε ακρόαση για το θέμα.
Τι περιμένουμε αλήθεια μετά από όλα αυτά; Ας είμαστε ρεαλιστές.

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να γυρίσει τον χρόνο πίσω το ΣτΕ, όχι όμως απίθανο. Είναι το πιο πιθανό παρά την ηθική δικαίωση της Τράπεζας, οι τύποι και οι κανονισμοί να υπερβούν την ουσία και να δικαιολογηθεί η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος.

Αν γίνει όμως το αντίθετο, αλήθεια ποιος και πως θα αποκαταστήσει την Τράπεζά μας; Όπως όμως και να έχει, αυτό το έγκλημα εναντίον συνεταίρων, εργαζομένων, διοίκησης της Τράπεζας και κυρίως των Δωδεκανησιακών Επιχειρήσεων και της Δωδεκανησιακής Οικονομίας δεν μπορεί να βρει ικανοποίηση.

Είναι όμως ευκαιρία αυτή η εισήγηση να ανοίξει λίγο τα μάτια μας. Μας αφαιρούν διαχρονικά και σταθερά τα πάντα. Δεν μας πήραν ελαφρά τη καρδία μόνο την Τράπεζα. Μας αφαίρεσαν τους μειωμένους συντελεστές Φ.Π.Α., τους μειωμένους συντελεστές στο αλκοόλ, όλες τις διαφοροποιήσεις που μας δίνει η νησιωτικότητα και κυνηγάτε φορολογικά ο τουριστικός κλάδος από τον οποίο αναπνέουν τα νησιά μας.

Για δεκαετίες εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, έχουμε σαν Δωδεκανήσιοι ισχνό lobby και αδύναμη πολιτική φωνή εκεί που χρειάζεται. Αν αυτό συνολικά δεν το διορθώσουμε μάλλον θα καταγράψουμε κι άλλες ήττες προσεχώς. Όσο για την Τράπεζα Δωδεκανήσου, θα περιμένουμε κάποιους ακόμα μήνες για να δούμε την απόφαση του ΣτΕ και κυρίως το σκεπτικό της. Το «έγκλημα» όμως ότι και να γίνει, παραμένει για τα νησιά μας και όλους τους κατοίκους τους.

Η ΡΟΔΙΑΚΗ 

Διχάζεται η Δικαιοσύνη γύρω από το πόσες φορές και πότε πρέπει να καλεί η Εφορία τον ελεγχόμενο για εξηγήσεις, προκειμένου να μην παραβιάζονται υπερασπιστικά του δικαιώματα και να μπορεί να οργανώσει με τον καλύτερο τρόπο την άμυνά του, πριν οι εφοριακοί του «ρίξουν τα βιβλία», του προσδιορίσουν «τρελά» εισοδήματα ή του επιβάλουν «τσουχτερά» πρόστιμα.

Μολονότι το νομικό ζήτημα μοιάζει προς στιγμήν διαδικαστικό και τεχνικό, στην πράξη έχει εξαιρετική σημασία, καθώς θα κρίνει τη νομιμότητα χιλιάδων φορολογικών ελέγχων και προστίμων, με γνώμονα και τη συνταγματική επιταγή να ακούγεται οπωσδήποτε κάθε πολίτης εκθέτοντας τις απόψεις του, προτού του επιβληθεί ένα δυσμενές μέτρο.

Το Β’ (φορολογικό) τμήμα ΣτΕ παρέπεμψε την υπόθεση σε μείζονα σύνθεση, λόγω σπουδαιότητας (39/17), καθώς θα κριθεί η έκταση της υποχρέωσης των φορολογικών Αρχών να καλούν προηγουμένως τους ελεύθερους επαγγελματίες, επιτηδευματίες κ.λπ. για να ακούγονται οι θέσεις τους, ενώ παράλληλα θα κριθεί εμμέσως αν είναι νόμιμοι ή άκυροι πολλοί φορολογικοί έλεγχοι και αν κινδυνεύουν να «πέσουν» χιλιάδες φόροι ή πρόστιμα.
Το ζήτημα αφορά τις δύο παράλληλες διαδικασίες των φορολογικών Αρχών, που σχετίζονται με την απόρριψη των βιβλίων ως ανεπαρκών ή ανακριβών και με την επιβολή προστίμων για παράβαση του ΚΒΣ (Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων).

Κατά την άποψη μιας ομάδας δικαστών, στις συγκεκριμένες περιπτώσεις αρκεί να στείλει η Εφορία ένα σημείωμα στον φορολογούμενο που να τον καλεί σε ακρόαση (εξηγήσεις), περιγράφοντας όμως εκεί αναλυτικά τις παραβάσεις που του καταλογίζει (αν δεν το κάνει, υπάρχει πρόβλημα νομιμότητας) και με αυτόν τον τρόπο καλύπτεται η συνταγματική υποχρέωση για προηγούμενη ακρόαση.
Αντίθετα, κατά την άποψη άλλων δικαστών του ΣτΕ και του Διοικητικού Εφετείου, ο φορολογούμενος, προτού εκδοθεί καταλογιστική πράξη σε βάρος του (πρόστιμο ΚΒΣ, φόρος εισοδήματος, ΦΠΑ), πρέπει να καλείται από την Εφορία με ξεχωριστό κάθε φορά σημείωμα, ώστε να έχει αυτοτελή και πλήρη επίγνωση των διαφορετικών συνεπειών που μπορεί να έχουν τυχόν διαπιστούμενες παραβάσεις-παρατυπίες, ανακρίβειες ή ανεπάρκειες των βιβλίων και στοιχείων του. Κι αυτό για να μπορεί να καταστρώσει την άμυνά του, εν όψει του ότι επίκειται η έκδοση σε βάρος του τουλάχιστον δύο αυτοτελών πράξεων, με διαφορετικό φορολογικό αντικείμενο (της απόρριψης των βιβλίων με συνέπεια εξωλογιστικό προσδιορισμό εσόδων και της επιβολής προστίμου).

Αν υιοθετηθεί η δεύτερη άποψη, απειλούνται με ακύρωση χιλιάδες έλεγχοι και πρόστιμα.

Στη συγκεκριμένη υπόθεση η Εφορία έβαλε πρόστιμο 493.015 ευρώ για καταχώριση εικονικών τιμολογίων αξίας 83.997 ευρώ και ο φορολογούμενος ζητεί να ακυρωθεί, επειδή δεν κλήθηκε προηγουμένως ξεχωριστά για εξηγήσεις, ώστε να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ότι πραγματοποίησε τις φερόμενες ως εικονικές συναλλαγές.

Αλέξανδρος Αυλωνίτης-ΕΘΝΟΣ

Η 7μελής σύνθεση του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας παρέπεμψε προς οριστική κρίση στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας της συνεχούς παράτασης παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων.

Το ΣτΕ το απασχόλησε η περίπτωση εταιρείας εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων στην οποία, μετά από έλεγχο στα εισοδήματά της του έτους 2002, ο προϊστάμενος της Διαπεριφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου (ΔΕΚ) Αθηνών επέβαλε σε βάρος της κύριο φόρο 3.986.826 ευρώ και πρόσθετο φόρο 11.102.850 ευρώ, λόγω ανακριβούς δήλωσης. Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών ακύρωσε το φύλλο ελέγχου φόρου (13.12.2010) για το εισόδημα του 2002 και το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε αναίρεση στο ΣτΕ.
Κατόπιν αυτού, το Β΄ Τμήμα με πρόεδρο την αντιπρόεδρο Μαίρη Σάρπ και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Κωνσταντίνο Νικολάου με την υπ’ αριθ. 675/2017 απόφασή του παρέπεμψε στην Ολομέλεια του ΣτΕ να κριθεί η συνταγματικότητα των νόμων 3513/2005, 3697/2008, 3790/2009 και 3842/2010 ως προς το σκέλος εκείνο που παρέτειναν συνεχώς το χρόνο παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων.

Όπως αναφέρεται στην απόφαση η παραγραφή πρέπει να έχει συνολικά εύλογη χρονική διάρκεια, δηλαδή να συνάδει προς την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας και οι συνεχείς παρατάσεις είναι αντίθετες στην απορρέουσα από το Σύνταγμα αρχή του κράτους δικαίου και της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

Πρόκειται ουσιαστικά για «μομφή» κατά της Πολιτείας που αποφασίζει κατά το δοκούν να παρατείνει το χρόνο παραγραφής των αξιώσεων από φορολογούμενους. Πρέπει δηλαδή να υπάρχει κάποιο όριο ώστε να μην είναι στο διηνεκές το «κυνηγητό» από την εφορία.

Ακόμη, στην απόφαση αναφέρεται ότι με νομοθετικές ρυθμίσεις παρατείνεται διαδοχικώς ο χρόνος παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου λίγο πριν από την λήξη είτε της αρχικής παραγραφής, είτε της προηγούμενης παρατάσεως αυτής με συνέπεια ο θεσπιζόμενος με το άρθρο 84 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος κανόνας της 5ετούς παραγραφής να μην έχει πλέον καμία περίπτωση εφαρμογής, ενώ διαφαίνεται αδυναμία οποιασδήποτε πρόβλεψης για τον χρόνο λήξεως της παραγραφής.

imerisia.gr

Το Β΄ τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), έκρινε ότι τα ακίνητα, τα οποία αποκτώνται μετά από χρησικτησία (μετά από χρήση 20 ετών) δεν υπόκεινται σε φορολογία, καθώς δεν καταβάλλονται χρήματα για την απόκτησή τους, δεν επέρχεται προσαύξηση του φορολογητέου εισοδήματος, αλλά ούτε και η κυριότητα τους αποτελεί τεκμαρτή δαπάνη.

Αναλυτικότερα, το ΣτΕ αναφέρει ότι, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, το θεσπιζόμενο τεκμήριο φορολογητέου εισοδήματος, λόγω δαπάνης για την αγορά ακινήτου, εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις, που ο φορολογούμενος καταβάλλει πράγματι χρηματικό ποσό για την αγορά ακινήτου.

Κατόπιν αυτού, σε περίπτωση «απόκτησης ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1045 του Αστικού Κώδικα, ήτοι με άσκηση νομής επί εικοσαετία, για την οποία δεν συντρέχει η προϋπόθεση της πραγματικής καταβολής χρηματικού ποσού, το πιο πάνω τεκμήριο (σ.σ.: φορολογητέου εισοδήματος) δεν εφαρμόζεται».

Πριν φθάσει η υπόθεση στο ΣτΕ, το Διοικητικό Εφετείο ερμηνεύοντας τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, είχε δεχθεί ότι λογίζεται ως αγορά ακινήτου και η περίπτωση μεταγραφής ακινήτου, με δικαστική απόφαση, με την οποία αναγνωρίζεται η κυριότητα ακινήτου λόγω συμπλήρωσης των όρων της «χρησικτησίας».

Αντίθετα, το ΣτΕ έκρινε ότι το Διοικητικό Εφετείο δεν αιτιολογεί νόμιμα την απόφαση του και την αναίρεσε.

Ειδικότερα, μετά την έκδοση απόφασης τοπικού Ειρηνοδικείου με την οποία περιήλθε κατόπιν «έκτακτης χρησικτησίας» ακίνητο έκτασης 7.021τ.μ. σε ζευγάρι, η αρμόδια ΔΟΥ προσδιόρισε το φορολογητέο εισόδημα του επίμαχου ζευγαριού. Στο σύζυγο προσδιόρισε το ποσό των 325.500,16 ευρώ και στην σύζυγο των 403.026,43 ευρώ, αντί των δηλωθέντων από αυτούς ποσών των 10.987,04 και 6.521,92 ευρώ, αντίστοιχα.

Τέλος, καταλογίσθηκε σε βάρος τους διαφορά κυρίου φόρου εισοδήματος 133.979,06 ευρώ και 154.201,57 ευρώ, αντίστοιχα, καθώς και πρόσθετος φόρος για ανακριβή δήλωση 259.439,85 ευρώ. Δηλαδή, συνολικά τους καταλογίστηκε το ποσό των 547.831,62 ευρώ.

Μετά την απόφαση του ΣτΕ τα εν λόγω ποσά δεν πρέπει να καταβληθούν στην ΔΟΥ.

imerisia.gr

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot