Ημερομηνία εορτής: 14/04/2019 Όσιος Σάββας ο Νέος ο εν Καλύμνω
Τύπος εορτής: Με βάση το Πάσχα.
Εορτάζει 14 ημέρες πριν το Άγιο Πάσχα.
Άγιοι που εορτάζουν: Οσιος Σαββας Ο Νεος Ο Εν Καλυμνω (1862 - 1948)
Σάββα τοις πάλαι αμιλληθείς Αγίοις.
Συν τούτοις δεδόξασαι θαύμασι πλείστοις.
Βιογραφία
Ο θεόφρων πατήρ ημων Σάββας ο νέος ο εν Καλύμνω, γεννήθηκε το έτος 1862 μ.Χ. στην Ηρακλείτσα (αναφέρεται και η Γάνου Χώρα της περιφέρειας Αβδίμ) της Ανατολικής Θράκης, από πτωχούς γονείς, τον Κωνσταντίνο, που ασκούσε το επάγγελμα του μικροπωλητού και τη Σμαραγδή. Ήταν μοναχοπαίδι και κατά το βάπτισμα έλαβε το όνομα Βασίλειος. Από μικρή ηλικία ήταν πιστός και ευσεβής, αλλά και ένθερμος εραστής της αγγελικής μοναχικής ζωής. Αφού τελείωσε τα εγκύκλια μαθήματα και φύλαξε τον εαυτό του καθαρό από κάθε μολυσμό, δεν συνέχισε τις σπουδές του στο γυμνάσιο, είτε διότι δεν είχε τη δύναμη ο πατέρας του, είτε διότι ο ίδιος ο Βασίλειος δεν είχε διάθεση περαιτέρω μορφώσεως. Κατόπιν τούτου, οι γονείς του του άνοιξαν ένα μικρό κατάστημα. Ο Βασίλειος, άγοντας το 12ο έτος της ηλικίας του, διαπίστωνε καθημερινά, ότι το επάγγελμα που ασκούσε δεν ήταν στη φύση του. Έπρεπε, λοιπόν, να κόψει το δεσμό που του δημιουργούσε αυτό με τον υλικό κόσμο και να προχωρήσει στο πέλαγος της χάριτος του Θεού. Ήθελε να ζήσει για τον Χριστό και μόνο. Η μητέρα του, μόλις πληροφορήθηκε τους πόθους του τον βεβαίωσε ότι «αν το κάνεις αυτό θ΄ αποθάνω».
Στην απαλή ηλικία των 12 ετών αντιμετωπίζει τον μέγα τούτο προβληματισμό. Η έλξη του Θεού είναι ισχυρότατη, όπως και η κλίση του. Το «φύγε και σώζου» κυριάρχησε και έτσι, μία ημέρα ιστορική, αλλά και λαμπρή, έβαλε το κλειδί του καταστήματος κάτω από μία πέτρα και κατέβηκε στο λιμάνι για να πραγματοποιήσει την απόφασή του. Ως ελάφι, τώρα, κατευθύνεται προς το ευωδες περιβόλι της Παναγίας, το Άγιον Όρος. Εκεί, εγκαταβιώνει στη Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου και απολαμβάνει τους πρώτους καρπούς των ιερών πόθων του. (Κατ΄άλλη γνώμη, που στηρίζεται σε διηγήσεις, πρώτα πήγε στα Ιεροσόλυμα). Στη Σκήτη αυτή δέχθηκε το βάρος της μοναστικής δοκιμασίας επί 12 έτη (κατ΄άλλους επί 6 έτη) και ασκήθηκε στο έργο της αγιογραφίας και της βυζαντινής μουσικής.
Μετά από προσευχή παίρνει την απόφαση να πάει στα Ιεροσόλυμα. Διέρχεται από την γενέτειρά του, επισκεπτόμενος δε τους γονείς του, αναγνωρίζεται από κάποιο σημάδι του μετώπου του. Ο πειρασμός θερμαίνεται και πάλι. Πάλι εμπόδια από τη μητέρα του. Φεύγει ο ακτήμων με τη βοήθεια πλουσίου ανδρογύνου, που πηγαίνει στους Αγίους Τόπους. Ως χρόνος αφίξεώς του στα Ιεροσόλυμα αναφέρεται το έτος 1887 μ.Χ., σε έγγραφο του Αρχιγραμματέως του ομωνύμου Πατριαρχείου. Αφού προσκύνησε με δέος και ευλάβεια τους Αγίους Τόπους, εισέρχεται στην ιστορική Μονή του Χοτζεβά και γίνεται αδελφός αυτής.
Μετά τριετή ενάρετο και οσιακό βίο στη Μονή αυτή κείρεται το έτος 1890 μ.Χ. μοναχός. Οπλισμένος με την αγιαστική χάρη και θωρακισμένος με την αήττητη πανοπλία του αγγελικού σχήματος, το 1894 μ.Χ. αποστέλλεται από τον Καθηγούμενο της Μονής στο Άγιον Όρος για να ασκηθεί στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης, υπό την καθοδήγηση του αειμνήστου Αρχιμανδρίτου Ανθίμου, στην αγιογραφία, προφανώς να ειδικευθεί στην τέχνη. Επανέρχεται μετά 3ετίαν στην Ιερά Μονή Χοτζεβά και το 1902 μ.Χ. προχειρίζεται σε διάκονο και το επόμενο έτος σε πρεσβύτερο. Διατελεί επί ένα έτος (1906 μ.Χ.) εφημέριος της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού, όπου γνωρίζεται με τον Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τον μετέπειτα καθηγητή του Πανεπιστημίου και Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, αποφαινόμενος περί του Αγίου Σάββα, πριν ακόμα κοιμηθεί και αναγνωρισθεί η αγιότητά του, έλεγε στον Καλύμνιο φίλο του Γεράσιμο Ζερβό: «Να ξέρεις, Γεράσιμε, ότι ο πατήρ Σάββας είναι άγιος άνθρωπος». Το 1907 μ.Χ. επανέρχεται στην Ιερά Μονή Χοτζεβά και ασχολείται, παράλληλα προς την έντονη πνευματική ενάσκησή του, με το ευλογημένο εργόχειρο της αγιογραφίας.
Το 1916 μ.Χ., ύστερα από 26 χρόνια περίπου παραμονής στους Αγίους Τόπους επέστρεψε στην Ελλάδα. Έτσι σφραγίζει μια ωραία ασκητική ζωή, πλήρη πνευματικής καρποφορίας. Έφυγε από την έρημο του Ιορδάνου, όπου ζούσε «ως υψιπέτης αετός», τρεφόμενος ως πτηνό με μια κουταλιά βρεγμένο σιτάρι την ημέρα και νερό από τον ποταμό, διότι οι Άραβες πολεμούσαν τον ευλογημένο ερημικό βίο. Ευρισκόμενος στην Ελλάδα αναζητεί νέα γη ασκήσεως. Κατά το έτος της επιστροφής του, φαίνεται ότι μετέβη στη νήσο Πάτμο. Αφού παραμένει εκεί επί 2 έτη, πηγαίνει στο Άγιον Όρος, απ' όπου κατέρχεται στην Αθήνα για να αγοράσει υλικά αγιογραφίας. Κατά το διάστημα αυτό και μέχρι μεταβάσεώς του στην Αίγινα φαίνεται ότι μετέβη στο ξερονήσι Παραμπόλα και στην Ύδρα.
Στην Αθήνα συναντά υποτακτικό του Αγίου Νεκταρίου (βλέπε 9 Νοεμβρίου), ο οποίος τον πληροφορεί ότι τον αναζητεί. Απ' αυτό συνάγεται ότι οι δύο Άγιοι είχαν προηγούμενη γνωριμία. Από την Αθήνα, λοιπόν, πηγαίνει στην Αίγινα, όπου διακονεί τον Άγιο Νεκτάριο μέχρι την κοίμησή του. Η μετά του Αγίου Νεκταρίου συγκαταβίωσή του συνέβαλε πολύ στην περαιτέρω πνευματική πρόοδο του Οσίου. Εγνώρισε την αυστηρά άσκηση του Αγίου Νεκταρίου, τους πολέμους των μικρών ανθρώπων, αλλά και την αναμφισβήτητη αρετή του, την παροιμιώδη ταπείνωση και απλότητά του. Είδε τη θεία κοίμησή του, η οποία βεβαίωσε την ευαρέσκεια προς αυτόν του Παναγάθου Θεού με τα έκδηλα σημεία του Αγίου Μύρου και της ευωδίας, αλλά κυρίως της θαυματουργικής χάριτος. Στην Αίγινα παραμένει μέχρι το έτος 1926 μ.Χ. Αναχωρεί για την Αθήνα, διότι στη Μονή προσέρχεται πολύς κόσμος και ο θόρυβος τον κουράζει. Στην Αθήνα συναντά τον Γεράσιμο Ζερβό, ο οποίος τον φιλοξενει στο σπίτι του και τον πείθει τελικά να μεταβεί στην Κάλυμνο.
Το ίδιο έτος (1926 μ.Χ.) φθάνει στην Κάλυμνο, όπου μετά από κάποια έρευνα - περιπλάνηση εγκαταβιώνει οριστικά στην Ιερά Μονή Αγίων Πάντων. Σ΄αυτή τη Μονή, της οποίας τυγχάνει κτήτορας, ειχε ασκητεύσει και ο ενάρετος και διορατικός Ιερομόναχος π. Ιερόθεος Κουρούνης. Ο θεσπέσιος αυτός λειτουργός του Υψίστου, προ της κοιμήσεώς του, παρηγορώντας τις λυπημένες αδελφές είπεν: «μετ' ολίγον θα έλθη εδώ ανώτερός μου». Και πράγματι επαληθεύθηκαν τα λόγια του. Ο π. Σάββας, ευθύς μετά την εγκατάστασή του στην Ιερά Μονή των Αγίων Πάντων, κτίζει με τη βοήθεια του Γεράσιμου Ζερβού τα επάνω κελλιά και αρχίζει μία έντονη πνευματική ζωή. Αγιογραφεί, τελεί τα Θεία Μυστήρια και τις Ιερές Ακολουθίες, εξομολογεί, διδάσκει με το στόμα και το παράδειγμά του και βοηθεί χήρες, ορφανά και φτωχούς. Ζει με ταπείνωση, άσκηση και προσφορά, ώστε το αγγελικό παράδειγμά του να ενθυμούνται με δάκρυα και συγκίνηση όσοι τον εγνώρισαν. Πάντοτε δε θα επικαλούνται με πίστη τη χάρη του στις ποικίλες δοκιμασίες της ζωής τους. Πρόθυμος όταν ζούσε, προθυμότατος μετά την κοίμησή του.
Ηταν επιεικής και εύσπλαχνος στις αμαρτίες των άλλων, δεν ανεχόταν τη βλασφημία και την κατάκριση. Αυτά τα δύο πολύ τον τάρασσαν. Η σκληρά άσκησή του του χάρισε την ευωδία του σώματός του, αλλά και την ασθένεια. Το πέρασμά του ηταν ευώδες. Αυτή η ευωδία θα εξέλθει και από το μνήμα του κατά την εκταφή του. Όπως σ΄όλους τους ανθρώπους του Θεού, έτσι και από τον π. Σάββα δεν έλλειψε «ο σκόλοψ τη σαρκί». Υπέφερε από προστάτη και σοβαρά κοιλιακή πάθηση. Για τον προστάτη έκανε εγχείρηση και θεραπεύτηκε. Όταν του έλεγαν να πάει στην Αθήνα να θεραπευθεί και για το κοιλιακό νόσημα, απαντούσε: «Αυτό, παιδί μου, θα μας σώση, τίποτε άλλο δεν κάναμε. Αυτό είναι το καλό που θα μας πάει στον Παράδεισο. Ο Θεός είναι μεγάλος». Ο π. Σάββας αγαπούσε όλους τους ανθρώπους και κατέβαλλε προσπάθεια για τη μετάνοιά τους και επιστροφή τους στον Χριστό. Η αγάπη του ηταν ειλικρινής και πηγαία. Ηταν δε αφιλοχρήματος. Ουδέποτε κρατούσε χρήματα. Από την αγιογραφία και τα μυστήρια ό,τι ελάμβανε τα έδινε στους πτωχούς, στις χήρες και τα ορφανά. Η ζωή του ήταν μία συνεχής κατάσταση αγίας υπακοής. Ενδεικτικό αυτού είναι και η υπακοή του να δεχθεί κατά την περίοδο σοβαράς ασθενείας, ο ακρότατος αυτός ασκητής (στο Άγιον Όρος κατ' εντολή του γέροντά του) τον Δεκαπενταύγουστο κρέας πετεινού. Ο μακάριος, για κάθε πνευματικό πρόβλημα ελάμβανε άνωθεν την πληροφορία και έτσι βάδιζε επί του ασφαλούς. Είχε πολλούς πειρασμούς και χάλασε πολλές παγίδες του διαβόλου. Κάποτε, και συγκεκριμένα μία Καθαρά Δευτέρα, για να μη τελέσει τις ακολουθίες του, τον έκλεισε επί τρεις ημέρες στο κελλί του. Ήταν χαριτωμένος και ευλογημένος από τον Κύριο. Πράος, ανεξίκακος, άδολος, υπάκουος και πονετικός.
Δόξασε τον άγγελο στη γη και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Ήταν άγγελος και άνθρωπος και αντιστρόφως. Κατά τον τρόπο αυτό εκπλήρωσε τις ημέρες της επί γης πορείας του μέχρι της 7ης Απριλίου 1948 μ.Χ., ότε παρέδωκε την αγία του ψυχή στον Κύριο. Περί το τέλος της ζωής του βρίσκεται σε άκρα περισυλλογή και ιερά κατάνυξη. Επί τρεις ημέρες δεν δέχθηκε κανέναν. Βρίσκοταν πλέον στο στάδιο της ιεράς μεταστάσεώς του. Έδωσε τις τελευταίες συμβουλές και ζήτησε την εν Χριστώ αγάπη και υπακοή. Όταν ο επιθανάτιος ρόγχος τον κατέλαβε και επί μακρόν συνεχίζετο, ξαφνικά λαμβάνει δυνάμεις, ενώνει τα μικρά ευλογημένα χέρια του και χειροκροτεί επανειλημμένα, ενώ από τα χείλη του εξέρχονται οι τελευταίες ιερές φράσεις: «Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος». Ήταν η βεβαίωση της θείας μεταφυσικής πορείας του. Ήταν το κύκνειο άσμα της θεοφιλούς ζωής του. Την ώρα εκείνη λίγες μόνο μοναχές περιέβαλαν μία αγία μορφή, έναν θαυμάσιο αγωνιστή της πίστεως και της ευσεβείας, έναν οικιστή του Παραδείσου. Ο ουρανός γνώρισε τη μετάστασή του και πανηγύριζε. Έτσι, η γη χάρισε στον ουρανό τον άγιο αυτό βλαστό της και ο ουρανός αποδέχθηκε την ιερά αυτή προσφορά. Είθε και εμείς, μιμούμενοι, κατά το δυνατόν, τις αρετές του Αγίου Σάββα του νέου, του θαυματουργού, αλλά και με τις πρεσβείες του να αξιωθούμε της Ουρανίου Βασιλείας.
Μετά από δέκα έτη, έγινε η ανακομιδή των αγίων και χαριτόβρυτων λειψάνων του, στις 7 Απριλίου 1957 μ.Χ., προεξάρχοντος του μακαριστού Μητροπολίτου Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας κυρού Ισιδώρου, ενώπιον πλήθους λαού. Ένα πυκνό νέφος θείας ευωδίας κάλυψε ολόκληρη την περιοχή και το νέο για το θεϊκό σημείο έκανε αμέσως το γύρο του νησιού. Το ιερό λείψανο του Οσίου μεταφέρθηκε σε λάρνακα, στο παρεκκλήσι του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου.
Η επίσημη Αγιοκατάταξη του Οσίου Πατρός ημών Σάββα του Νέου έγινε διά Πατριαρχικής Συνοδικής Πράξεως της 19ης Φεβρουαρίου 1992 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον
Γόνος γέγονας Γάνου και χώρας Μέγα καύχημα νήσου Καλύμνου παμμακάριστε Σάββα, πατήρ ημών και γαρ οδόν διελθών της ασκήσεως του ακροτάτου τέλους επέτυχες. Διό πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Της Καλύμνου το κλέος και θείον έφορον και των πάλαι Οσίων τον ισοστάσιον, ευφημήσωμεν πιστοί Σάββα τον Όσιον, ότι δεδόξασται λαμπρώς, ως θεράπων του Χριστού, θαυμάτων τη ενεργεία, και διανέμει τοις πάσι, παρά Θεού χάριν και έλεος.
Κοντάκιον
Ήχος β’. Τοις των αιμάτων σου
Των Καλυμνίων θερμώς προϊστάμενος, ως δοξασθείς τη του Πνεύματος χάριτι, παρέχεις τοις χρήζουσι πάντοτε, την σην ταχείαν εν πάσι βοήθειαν. διό σε υμνούμεν Σάββα, Όσιε.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον.
Εορτάζει σήμερον, των Καλυμνίων η νήσος, την αγίαν μνήμην σου, αγγαλομένη καρδία̇ έσχε γαρ, ως θεοδώρητον όντως πλούτον, σκήνός σου, το θεοδόξαστον Πάτερ Σάββα, ώ προστρέχουσα εν πίστει, ρώσιν λαμβάνει, ψυχής και σώματος.
Ὁ Οἶκος
Αγγαλιάται εν χαρά, Χριστού η Εκκλησία, ορώσά σου την εκ Θεού, τιμήν και δόξαν την πολλήν, και εύκλειαν την θαυμαστήν, ηγλαϊσμένε Πάτερ Σάββα̇ συ γαρ εν τοις χαλεποίς τούτοις καιροίς, εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης, άμπεμπτος, αληθινός, ακέραιος, άκακος και όσιος ευρέθης, αμέμπτως εν τοις δικαιώμασι του Κυρίου πορευόμενος, και των πάλαι Αγίων, την αγίαν εχαρακτήρισας ζωήν̇ διο Κάλυμνος η νήσος, των θεοσδότων του καλών πλουσίως απολαύουσα, το ιερόν σου λείψανον, ως κιβωτόν αγιασμού εθησαύρισεν ̇ ώ πανευλαβώς σπεύδουσα, πάσαν καρπούται εξ αυτού ωφέλειαν, και αεί λαμβάνει τα αιτήματα, και ρώσιν ψυχής και σώματος.
Μεγαλυνάριον
Φύλαττε και σκέπε την σην Μονήν, την πιστώς τιμώσαν, το σον λείψανον το σεπτόν, και ναυτιλλομένοις και πάσι Καλυμνίοις, ω Σάββα θεοφόρε, βοήθει πάντοτε.
Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Κώου καὶ Νισύρου ἐνημερώνει τοὺς εὐσεβεῖς χριστιανοὺς ὅτι τὴν Τετάρτη 10η Ἀπριλίου 2019 καὶ ὥρα 6.00 μ.μ. θὰ ψαλῇ στὸ Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Παρεκκλήσιο Τιμίου Σταυροῦ πόλεως Κῶ ἡ Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος καὶ ἐν συνεχείᾳ ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Ναθαναὴλ θὰ τελέσῃ Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ δὲν θὰ πραγματοποιηθοῦν οἱ δύο Κατηχητικὲς Συνάξεις Μελέτης Ἁγίας Γραφῆς τῆς Τετάρτης 10ης Ἀπριλίου 2019 στὴν αἴθουσα τῆς Πνευματικῆς Ἑστίας.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ ΑΣΦΕΝΔΙΟΥ: Πρόγραμμα πανηγύρεως
ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ ΑΣΦΕNΔΙΟΥ: Προεόρτια Εκδήλωση με Ύμνους του Ευαγγελισμού υπό την Διεύθυνση του καθ. Γ. Σακέλλη
Θα ξεκινήσει λεωφορείο στις 17:00 από το δημοτικό σχόλιο του Ζηπαρίου.
Προσφάτως διαβάσαμε στό διαδίκτυο κείμενο τοῦ κ. Νικολάου Παπαχαρτοφύλη, φιλολόγου καθηγητοῦ, μέ τίτλο «Ἐκ τοῦ στόματος τῶν νηστευόντων εἰς τόν ἀφεδρῶνα», στό ὁποῖο ἀσχολεῖται μέ τό θέμα τῆς νηστείας. Παρά τήν θετική, πιθανολογῶ, πρόθεσή του, δυστυχῶς προχωρᾶ σέ ἀπευκταῖες γενικεύσεις καί συνδέσεις καί ἐν τέλει, φρονῶ ὅτι, καταλήγει σέ ἀσαφές συμπέρασμα πού δέν βοηθᾶ τόν ἀναγνώστη νά σχηματίσει ἄποψη σχετικά μέ τό νόημα τῆς νηστείας
Τό κείμενο ξεκινᾶ μέ τήν ὀρθή παραδοχή ὅτι ἡ νηστεία ὡς πρακτική ὑπάρχει ἀπό τήν ἀρχαιότητα καί συναντᾶται σέ πολλές θρησκεῖες. Πράγματι, σέ πολλές θρησκεῖες ἦταν πρόσφορο μέσο καθαρμοῦ καί ἐξαγνισμοῦ. Γιά τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική παράδοση, ὅμως, δέν ἰσχύει κάτι τέτοιο. Ἡ νηστεία δέν εἶναι μία ἀφηρημένη, θεωρητική, πρακτική. Δέν σχετίζεται μέ τήν κάθαρση, τόν ἐξαγνισμό, τήν ἀποτοξίνωση ἤ ὅ,τι ἄλλο συναφές μπορεῖ ἀκούσουμε ἤ νά διαβάσουμε. Εἶναι ἕνας τρόπος νά νιώσουμε τόν πλησίον πού στερεῖται, νά παλέψουμε μέ τόν ἑαυτό μας, νά ἀντιπαρατεθοῦμε μέ τίς ἀδυναμίες μας καί, ἐν τέλει, νά μετανοήσουμε. Μόνο ἐάν πεινάσουμε θά καταλάβουμε αὐτόν πού πεινᾶ. Μόνο ἐάν στερηθοῦμε θά ἀντιληφθοῦμε τί σημαίνει ἡ στέρηση.
Τό πλαίσιο τῆς νηστείας διαγράφει πολύ ὄμορφα ἡ εὐαγγελική περικοπή πού διαβάζεται στούς ναούς μας τήν Κυριακή τῆς Τυρινῆς (Ματθαίου 6:14-21). Σέ αὐτή, ἡ νηστεία δέν προσεγγίζεται ὡς ἕνα ἀτομικό κατόρθωμα πού μπορεῖ νά πετύχει ὁ πιό ἱκανός, ὁ πιό εὐφυής ἤ ὁ πιό ἰσχυρός, ἀλλά εἶναι ἕνας ἀγῶνας πού γιά νά πετύχει πρέπει νά προσεγγίζεται σέ σχέση μέ τόν ἕτερο. Γιά νά ἔχει νόημα ἡ νηστεία, ὅπως διδάσκει ὁ Χριστός στήν περικοπή αὐτή, πρέπει νά γίνεται μέ ταπείνωση, προσοχή καί διάκριση, ὥστε νά μήν προκαλεῖ τόν διπλανό μας, νά μήν λειτουργεῖ ὡς μία πράξη αὐτοεπιβεβαίωσης καί αὐτοθαυμασμοῦ. Δέν ἔχει ὡς σκοπό νά πετύχουμε τόν ἔπαινο τῶν ἄλλων, ἀλλά εἶναι μία ἄριστη εὐκαιρία νά ἐξετάσουμε τόν ἐαυτό μας καί νά δοῦμε ποῦ βρισκόμαστε. Ἡ νηστεία δέν γίνεται γιά νά μᾶς τιμήσουν οἱ ἄλλοι, ἀλλά γιά νά ἐπιτελέσουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἶναι νά μετανοήσουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας, οἱ ὁποῖες σταθερά μᾶς ἀπομονώνουν ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν συνάνθρωπο καί μᾶς στεροῦν τή χαρά τῆς ἐπικοινωνίας καί τῆς προσφορᾶς ἀγάπης.
Στό ἴδιο μῆκος κύματος κινεῖται καί τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, στό ὁποῖο ἡ νηστεία συσχετίζεται μέ τήν πίστη (πρός Ρωμαίους ἐπιστολή 13:11-14:4). Ὁ ἀπ. Παῦλος δηλώνει ξεκάθαρα ὅτι ὅποιος ἔχει σταθερή πίστη μπορεῖ νά παρακάμπτει τούς περιορισμούς τῆς νηστείας. Κι ἀμέσως, γιά νά μή θεωρηθεῖ ἡ νηστεία μιά τυπική θρησκευτική ὑποχρέωση, συμπληρώνει ὅτι αὐτός πού ἔχει προοδεύσει πνευματικά, δέν πρέπει νά ἐξαντλεῖ μέ τή στάση του αὐτόν, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀδύναμη πίστη καί ὀφείλει –ἀπέναντι στόν ἑαυτό του– νά νηστεύει. Καί ἀμέσως προτρέπει αὐτούς πού νηστεύουν νά μήν ἀσχολοῦνται μέ τί πράττουν ὅσοι δέν νηστεύουν, ἀλλά μέ τίς ἁμαρτίες τους. Δέν εἶναι δουλειά τῶν μέν νά ἀσχολοῦνται μέ τούς δέ, λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος. Ὁ καθένας ἄς κοιτᾶ τίς ἀδυναμίες του καί ἄς μήν παρεκλίνει ἀπό τόν στόχο του, πού εἶναι, πάντοτε, ἕνας καί μοναδικός: νά ξαναγυρίσει στόν Παράδεισο. Συνεχίζοντας, στρέφει τήν προσοχή μας στήν κατάκριση καί μετ᾿ ἐπιτάσεως μᾶς προτρέπει νά τήν ἀποφεύγουμε.
Ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή χριστιανική νηστεία καί στή νηστεία ὅπως τήν παρουσιάζουν τά ἀρχαιοελληνικά ἀποσπάσματα πού παραθέτει ὁ κ. Παπαχαρτοφύλης εἶναι σαφής καί εὐδιάκριτη. Στό πρῶτο ἐπί παραδείγματι ἀναφέρεται στή συνήθεια τῶν μάντεων τῆς Δωδώνης νά ἀσκοῦνται μέ χαμαικοιτία καί ἀποφυγή πλυσίματος τῶν ποδῶν. Ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ κειμένου εἶναι ὅτι αὐτό τό κάνουν, ὄχι ὡς ἄσκηση, ὡς ἀγῶνα ἐνάντια στά πάθη τους, ἀλλά γιά νά λατρεύσουν καί νά ἐξευμενίσουν τόν Δία. Στό σημεῖο αὐτό βρίσκεται ἡ διαφορά μέ τή χριστιανική παράδοση: ὁ Τριαδικός Θεός δέ ζητᾶ τέτοιου εἴδους λατρεία.
Τό ἑπόμενο ἀπόσπασμα προέρχεται ἀπό τό ἔργο Ἱππόλυτος τοῦ Εὐριπίδη. Παραθέτω τή μετάφραση τῶν στίχων 952-956 ὅπως τήν ἔκανε ὁ Κ. Βάρναλης:
«Κόμπαζε τώρα καί περίπαιζέ μας,
πώς τάχα τρῶς ἀναίματη θροφή
καί μέ μπροστάρη τόν Ὀρφέα βακχεύεις,
πιστεύοντας τά φούμαρα, ὅσα γράφουν
παλιοφυλλάδες.»
(http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?page=23&text_id=124).
Τό κείμενο αὐτό μᾶς ὁδηγεῖ σέ παρόμοια συμπεράσματα μέ τό προηγούμενο: ἡ ἀποχή τῆς τροφῆς ἔχει ἐντελῶς διαφορετική ἀφετηρία ἀπό αὐτή τοῦ χριστιανισμοῦ. Ἡ ἀποχή ἀπό κρέατα γίνεται γιά νά ξεγελάσει τούς θεούς, γιά νά «φανεῖ τοῖς θεοῖς καί τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων» καί ὄχι τό ἀκριβῶς ἀντίθετο, ὅπως διδάσκει ὁ Χριστός.
Στό ἀπόσπασμα ἀπό τά Χρυσά Ἔπη τῶν Πυθαγορείων ὑποθέτω ὅτι θέλει νά σχολιάσει ὅτι τονίζουν ὅτι συνεχῶς πρέπει νά ἐλέγχουν τόν ἑαυτό τους καί νά μήν ἐπαναπαύονται στήν ἐπιφανειακή προσήλωση στόν τύπο, ὄπως πιθανολογῶ, θεωρεῖ ὁ κ. Παπαχαρτοφύλης. Στήν πραγματικότητα, ἐάν συμβαίνει κάτι τέτοιο σέ κάποιον πιστό πού νηστεύει, δηλαδή, ἐάν ἐπαναπαύεται μόνο στήν ἄσκηση τῆς νηστείας, εἶναι ὁλοκάθαρα σέ λάθος δρόμο. Κι αὐτό διαπιστώνεται ἀπό τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τῶν Πατέρων καί, ἐν γένει, τῆς Ἐκκλησίας. Καί νομίζω ὄτι δέν εὐθύνεται ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία Του γιά τίς δικές μας παραχαράξεις τοῦ λόγου Του καί τίς ἐκτροπές στό θέμα τῆς νηστείας, ἐν προκειμένῳ.
Ἐνδιαφέρον ἔχει τό ἀπόσπασμα ἀπό τόν πρ. Ἠσαΐα πού παραθέτει, καθώς καί σέ αὐτό σαφέστατα ἡ νηστεία συνδέεται μέ τόν πλησίον, τήν καταπολέμηση τῆς ἀδικίας, τή στήριξη τῶν καταρρακωμένων ἀνθρώπων, τήν ἐνίσχυση τῶν πασχόντων καί τή φροντίδα πρός τόν ἐμπερίστατο. Μάλιστα, αὐτό τό ἀπόσπασμα μᾶς θυμίζει τήν παραβολή τῆς Κρίσεως (Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω) στήν ὁποία ὁ Χριστός δηλώνει ξεκάθαρα ὅτι θά σωθεῖ αὐτός πού ἐνισχύει, ταΐζει, ποτίζει, βοηθᾶ καί ἐπισκέπτεται ὅποιον ἔχει ἀνάγκη σάν νά ἦταν αὐτός ὁ Ἴδιος.
Ἡ νηστεία, ὅπως σημειώνεται στό ἀπόσπασμα ἀπό τόν προφήτη Ἠσαΐα, δέν γίνεται γιά τόν Θεό, γιά νά ἱκανοποιηθεῖ ἡ ματαιοδοξία Του, ὅπως συχνά πίστευαν στήν ἀρχαιότητα ὅτι ἀπαιτοῦνταν. Σέ παρόμοια συμπεράσματα μᾶς ὁδηγοῦν καί τά ἄλλα παραδείγματα ἀπό τή χριστιανική παράδοση πού παραθέτει ὁ κ. Παπαχαρτοφύλης: ἡ νηστεία εἶναι μία πνευματική δυνατότητα πού ἔχουμε γιά νά πολεμήσουμε τήν ἁμαρτία ὄχι τῶν ἄλλων (κάτι πού εἶναι εὔκολο), ἀλλά τή δική μας.
Γι᾿ αυτό οἱ Πατέρες καί οἱ ἐκκλησιαστικοί συγραφεῖς πού ἀναφέρονται στή νηστεία τήν προβάλλουν ὡς ἕνα γενικότερο ἀγῶνα τοῦ πιστοῦ γιά νά ἀντιμετωπίσει τίς ἀδυναμίες του. Ἡ νηστεία ξεκινᾶ ἀπό τήν ἀποχή κάποιων ἐδεσμάτων καί κάποιων τροφῶν καί ἐπεκτείνεται ὥστε νά περιλάβει κάθε ἐκδήλωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου πού ἀποτελεῖ ἐμπόδιο στήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ εὐχή τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου πού ἀποδίδεται στόν ἅγιο Ἐφραίμ τόν Σῦρο καί στήν ὁποία ὁ πιστός ζητᾶ ἀπό τόν Θεό νά μήν τοῦ δώσει «πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καί ἀργολογίας», καθώς ὅλες αὐτές οἱ καταστάσεις τόν ἐμποδίζουν νά ἀγαπήσει δίχως προϋποθέσεις τόν ἀδελφό του. Ἀντιθέτως ζητᾶ ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα νά λάβει «πνεῦμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονής καί ἀγάπης» διότι αὐτές οἱ ἀρετές θά ἀλλάξουν τή σχέση του μέ τό πλησίον καί θά τήν θέσουν σέ νέα, πνευματική, ἐκκλησιαστική, ὀρθότερα, βάση.
Βέβαια, καί μέ αὐτό θά κλείσουμε, θά ἦταν οὐτοπικό νά εὐελπιστεῖ κάποιος ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί θά νηστεύσουν ἤ ὅτι ὅλοι ὅσοι νηστεύουν θά τό κάνουν μέ αὐτές τίς παραμέτρους. Αὐτό ἐντάσσεται στήν προσπάθεια πού κάνει καθένας. Τό ὅτι ὑπάρχει ὑποκρισία ἤ ἀστοχίες ἐκ μέρους τῶν πιστῶν δέν πρέπει νά μᾶς ὁδηγήσει στό συμπέρασμα ὅτι οἱ πιστοί εἶναι ὑποκριτές ἤ, πολύ περισσότερο, ὅτι ἡ θρησκευτικότητα, γενικῶς, εἶναι ἐπίπλαστη καί ὑποκριτική. Ὁ ἀγῶνας μέ τίς ἀδυναμίες καί τά πάθη δέν εἶναι εὔκολος. Εἶναι σκληρός, πολυμέτωπος, συνεχής καί ἀπαιτεῖ ὅλες τίς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου. Γι᾿ αὐτό, κατά τή διάρκειά του ἔχουμε σαφέστατη συνείδηση ὅτι δέν πορευόμαστε σέ αὐτόν μόνοι μας, ἀλλά μέ συμπαραστάτη καί βοηθό μας τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔδειξε αὐτόν τόν δρόμο. Γι᾿ αὐτό τόν ἐπικαλούμαστε συνεχῶς, ἐλπίζουμε σέ αὐτόν καί δέν ἀπογοητευόμαστε ἀπό τίς ἀποτυχίες καί τίς ἀστοχίες μας. Ὅταν μᾶς στηρίζει ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καί ζητᾶμε τή βοήθειά Του, εἶναι σίγουρο ὅτι ἀργά ἤ γρήγορα θά βροῦμε τόν δρόμο πρός τή σωτηρία καί τήν αἰώνια ζωή!
Καλή Σαρακοστή!