Αὐτὲς οἱ τέσσερις λέξεις ποὺ παραδίδονται ἀπὸ τὸν εὐαγγ. Λουκᾶ στὸ πρῶτο κεφάλαιο τῶν Πράξεων εἶναι τὰ τελευταῖα λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν ὅμιλο τῶν μαθητῶν του πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη καὶ ἀποτελοῦν τμῆμα τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος ποὺ διαβάζεται κατὰ τὴν ἑορτὴ αὐτή.
Ὁλόκληρη ἡ φράση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἑξῆς: «οὐχ ὑμῶν ἐστι γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθεντο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ, ἀλλὰ λήμψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς καὶ ἐσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἰερουσαλὴμ καὶ πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς».
Διαβάζοντάς την ἐντοπίζουμε πολλὰ ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα ποὺ σχετίζονται, μάλιστα, μὲ τὴν ἐπὶ θύραις Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ὁ Χριστὸς ὑπόσχεται στοὺς μαθητές Του ἐνίσχυση ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο θὰ κατέλθει στὸν κόσμο μας γιὰ νὰ φωτίσει καὶ νὰ στηρίξει τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τὰ ὁποῖα μὲ τὴν παρουσία τους στὸν κόσμο καὶ τὴ ζωή τους θὰ εἶχαν (καὶ ἔχουν ἀκόμη) νὰ ἀντιμετωπίσουν πολλὰ καὶ βασανιστικὰ προβλήματα.
Δυστυχῶς, πολλὲς φορὲς μοιάζουμε νὰ λησμονοῦμε αὐτὴ τὴν εὐεργετικὴ παρουσία καὶ δράση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴ ζωή μας καὶ ἠθελημένα ἢ ἀθέλητα τὸ παραμερίζουμε ἂν καὶ ἡ παρουσία του εἶναι ἰδιαιτέρως σημαντική. Μέσα ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρίσμα πρέπει νὰ προσεγγίσουμε τὴν Σύνοδο εὐελπιστώντας ὅτι θὰ κυριαρχήσει ἡ διαλεκτικὴ τῆς Ἀγάπης μὲ ἐμπιστοσύνη στὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ ὑπερβαίνει τὰ προβλήματα καὶ νὰ θεραπεύει τὶς ἀνθρώπινες ἀτέλειες καὶ ἀδυναμίες.
Ἀντ᾿ αὐτοῦ, λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὴν ἄριστη εὐκαιρία γιὰ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι συζήτηση, μὲ φίλους καὶ ἀδελφούς, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχει προκαλέσει συγκίνηση σὲ ὅλους, κάποιοι «τραβοῦν τὸ σχοινὶ» πρὸς τὴν κατεύθυνση ποὺ νομίζουν ὅτι τοὺς συμφέρει ὥστε νὰ ἀποκομίσουν αὐτὸ ποὺ μικρονοϊκὰ ἐπιμένουν νὰ θεωροῦν ὀφελός τους.
Ἕνα ἄλλο πολὺ ἐνδιαφέρον σημεῖο τοῦ κειμένου εἶναι ἡ διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου ὅτι μετὰ τὴ λήψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας θὰ γίνουν μάρτυρες τοῦ Κυρίου. Πράγματι, ὅταν ἀνοίγουμε τὸ στόμα μας ἢ ἐπιλέγουμε τὴ μία ἢ τὴν ἄλλη στάση δίνουμε στοὺς γύρω μας μία μαρτυρία. Μία μαρτυρία ποὺ δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν ἐξυπνάδα ἢ τὶς δυνατότητές μας, ἀλλὰ μὲ τὸ ὅτι εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ μὲ αὐτὴ τὴν ἰδιότητα μαρτυροῦμε Χριστό. Μαρτυρία Χριστοῦ δὲν ἔδωσαν μόνο οἱ μάρτυρες καὶ οἱ Ἅγιοι, ἐν γένει, ἀλλὰ δίνουμε καὶ ἐμεῖς σὲ κάθε στιγμή, σὲ κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας.
Ἀντιλαμβανόμαστε ἄραγε πόσο θλιβερὴ γίνεται ἡ ὕπαρξή μας ὅταν ἡ μαρτυρία αὐτὴ ἀλλοιώνεται καὶ ἐπηρεάζεται ἀπὸ ἰδιοτελεῖς σοβαροφανεῖς ἐπιδιώξεις ὅπως φαίνεται νὰ πράττουν οἱ ἱεραρχίες κάποιων Ἐκκλησιῶν;
Ποιά θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἀρτιώτερη καὶ εὐγενέστερη μαρτυρία Χριστοῦ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κοινὴ προσευχὴ στὴν Κρήτη τὴν Ἁγία ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ τὴν ἐν ἀγάπῃ καὶ ἀληθείᾳ συμμετοχὴ στὶς διαδικασίες τῆς Συνόδου, ἡ ὁποία ἔχει προετοιμαστεῖ ἐντατικά, προσεκτικὰ καὶ μεθοδικά;
Τί τὸ κακὸ θὰ μποροῦσε νὰ προέλθει ἀπὸ τὴ συζήτηση ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν;
Ἀκόμη καὶ τὰ προβλήματα δικαιοδοσιῶν, ποὺ ἀναμφίβολα εἶναι σημαντικά, δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν πιὸ ἤπια, πιὸ ἀπαλά, λιγότερο ἐνοχλητικά, μὲ τὴ συζήτηση, μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ἐξαλειφθοῦν πλήρως κάποτε;
Τὸ Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο, ὅπως ἀποδεδειγμένα ἔχει πράξει μὲ ἐπιτυχία καὶ κατὰ τὸ παρελθὸν θὰ διακονοῦσε τὶς ἀδελφές Ἐκκλησίες καὶ σὲ αὐτὸ τὸ πεδίο.
Τὸ τρίτο σημεῖο ποὺ τραβᾶ τὴν προσοχή μας στὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου, πρὶν τὴν Ἀνάληψή Του, εἶναι ἡ κατακλείδα.
Ἡ μαρτυρία θὰ ξεκινήσει ἀπὸ τὴν Ἰερουσαλήμ, ἀλλὰ δὲν θὰ περιοριστεῖ οὔτε σὲ αὐτὴ οὔτε στὴν Ἰουδαία οὔτε στὴ Σαμάρεια. Θὰ ξεπεράσει τὴ κάθε γνωστὸ ὅριο καὶ θὰ φθάσει «. . . ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς».
Ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου πρέπει νὰ ἀκούστηκε κάπως, ἐπιτρέψτε μου, τρομακτικὸς στὰ αὐτιὰ τῶν μαθητῶν. Ἡ ἀντίληψη ποὺ ἐπικρατοῦσε ἀκόμη ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἦταν ὅτι πέρα ἀπὸ τὰ γνωστὰ ὅρια Μεσόγειος, Βόρεια Γερμανία-Βρετανία, Ἰνδία ὑπῆρχαν φοβερές συνθῆκες, τέρατα καὶ καταστάσεις ποὺ θὰ ἀπειλοῦσαν τὴ ζωή ὅσων προσπαθοῦσαν νὰ τὰ ὑπερβοῦν. Παρὰ ταῦτα, ὁ Χριστὸς μὲ τὴ φράση αὐτὴ θέτει τὶς βάσεις γι᾿ αὐτὸ ποὺ θὰ συμβεῖ στοὺς κατοπινοὺς αἰῶνες ὅταν ἡ χριστιανικὴ ἱεραποστολὴ θὰ ἄνοιγε δρόμους βαδίζοντας σὲ ἄγνωστους τόπους, σὲ «ἀχαρτογράφητες» χῶρες καὶ οἱ μαθητὲς ἀκολουθοῦν δυναμικὰ κάνοντας πράξη τὸ λόγο Του. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀναφέρεται μόνο στὶς περιοχὲς ποὺ κατοικοῦνταν ἢ ποὺ νόμιζαν τότε ὅτι κατοικοῦνταν, ἀλλὰ ὡς ὅριο θέτει τὴν ἴδια τὴ γῆ, ὁλόκληρο τὸν πλανήτη μας.
Καὶ ἐδῶ πρέπει νὰ ἐντοπίσουμε τὴν κύρια συνεισφορὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὸν κόσμο μας: εἶναι αὐτὸ ποὺ προϊόντος τοῦ χρόνου καὶ δεδομένων τῶν πολιτικῶν καὶ τῶν λοιπῶν συνθηκῶνἀνέλαβε νὰ κάνει πράξη τὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου καὶ νὰ μεταφέρει τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας « . . . ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς».
Εἶναι δὲ ἐντυπωσιακὸ ὅτι αὐτὴ τὴν πρωτοκαθεδρία ἀποδέχθηκαν καὶ ἀποδέχονται δίχως καμία τάση ἀμφισβήτησης τὰ Πατριαρχεῖα Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύμων – μὰ καὶ ὅσες Ἔκκλησίες ἀνακηρύχθηκαν στὴ νεώτερη ἐποχή, τὰ ὁποῖα ἄσκησαν καὶ ἀσκοῦν τὴν πολύπευρη προσφορά τους σὲ συγκεκριμένα, ἀμοιβαῖα σεβαστὰ -παρὰ κάποιες πρόσκαιρες ἀντιπαραθέσεις- τοπικὰ ὅρια.
Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀντιθέτως -ὅπως πανορθοδόξως εἶναι ἀποδεκτὸ- δὲν ἔχει οὔτε τοπικὰ οὔτε ἐθνικὰ ὅρια. Τὸ πεδίο δράσης του καὶ τὸ ὅριο τῆς εὐθύνης του εἶναι τὸ «ἔσχατον τῆς γῆς». Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ μὲ συνείδηση τῶν ὑποχρεώσεων του καὶ μὲ γενναιόφρονα ἀποδοχὴ τῆς εὐθύνης, ποὺ ἀπὸ αἰῶνες φέρει, ποιμαίνει τὴν Οἰκουμένη μὲ μαρτυρικὴ διαθεση καὶ φιλάδελφο πνεῦμα ἱδρύοντας συνεχῶς νέες Μητροπόλεις καὶ στελεχώνοντάς τες μὲ ἱκανοὺς ἱεράρχες καὶ κληρικούς, οἱ ὁποῖοι, παρὰ τὰ προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζουν, κατηχοῦν, διδάσκουν, διαλέγονται, ἁγιάζουν καὶ ἐν τέλει σώζουν νέους καὶ παλαιοὺς πιστοὺς καὶ κάνουν πράξη τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου πρὸς τοὺς μαθητὲς καὶ πρὸς ὅλους μας.
Μέσα ἀπὸ τὴ μελέτη τῆς περικοπῆς τῶν Πράξεων καὶ τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου γιὰ κήρυξη τοῦ εὐαγγελίου στὰ πέρατα τῆς γῆς σβήνουν μπροστὰ ἀπὸ τὰ μάτια μας καὶ ξεθωριάζουν σιγὰ σιγὰ οἱ μικρόψυχες καὶ ὑστερόβουλες, ἐκ τῶν ὑστέρων, αἰτιάσεις, ἐνστάσεις καὶ ἀντιδράσεις, ὅσων συγχέουν τὸ « . . . ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» μὲ τὰ στενὰ ὅρια τοῦ οἴκου, τῆς σκέψης καὶ τῆς καρδιᾶς τους.
Ἂς εὐχηθοῦμε, λοιπόν, ὁ σαρωτικὸς λόγος τοῦ Κυρίου, ποὺ διαλύει τὰ ὅρια καὶ σπάζει τὰ δεσμά, νὰ μᾶς πείσει νὰ θέσουμε τέλος στὴ λογικὴ τῶν διαιρέσεων καὶ ὁμαδοποιήσεων, νὰ ἐπικρατήσει ἡ πάγια πρακτικὴ καὶ ἡ ἀπὸ αἰῶνες ἐκπεφρασμένη ἐπιθυμία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου νὰ φέρει τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ «. . . ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» καὶ ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος νὰ διακηρύξει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀληθεία τῆς Ἐκκλησίας στὰ περάτα τῆς οἰκουμένης.
Θεοπατερική εορτή, που αναφέρεται στην ανάβαση του Χριστού στους ουρανούς και θεωρείται στην εκκλησιαστική παράδοση ως η ολοκλήρωση της αποστολής του Χριστού επί της Γης. Εορτάζεται από την Εκκλησία την 40η ημέρα από την Ανάσταση του Κυρίου (9 Ιουνίου το 2016).
Την ημέρα αυτή γιορτάζουν όσες φέρουν το όνομα Ανάληψη. Το εκκλησιαστικό γεγονός της Αναλήψεως περιγράφεται από τους ευαγγελιστές Μάρκο (ιστ΄ 19), Λουκά ( κδ΄, 51) και Ιωάννη (στ΄, 62 και κ΄, 17), στις Πράξεις των Αποστόλων (α΄ 2, 9), στις επιστολές του Αποστόλου Παύλου (Προς Εφεσίους δ΄ 8-10, Προς Εβραίους δ΄14 και ζ΄ 26. Α’ Προς Τιμόθεον γ΄ 16) και στην Α’ Καθολική Επιστολή του Αποστόλου Πέτρου (γ΄ 22). Μόνο ο ευαγγελιστής Ματθαίος παραλείπει κάθε μνεία για το γεγονός αυτό. Σύμφωνα με τις ως άνω περιγραφές της Καινής Διαθήκης, η Ανάληψη έγινε στο Όρος των Ελαιών στην Ιερουσαλήμ μπροστά στους μαθητές του Χριστού, οι οποίοι παρακολούθησαν με δέος την απομάκρυνση του Διδασκάλου. Η πατερική παράδοση τονίζει ιδιαίτερα τον υπερφυσικό χαρακτήρα της Αναλήψεως του Κυρίου, το όποιο περιλήφθηκε στη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας με τη χαρακτηριστική αναφορά στο Σύμβολο της Πίστεως («και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης…»).
Τόσο στις Πράξεις των Αποστόλων, όσο και στο Σύμβολο της Πίστεως («Πιστεύω») διακηρύσσεται η σχέση της Αναλήψεως με τη Δευτέρα Παρουσία. Η Ανάληψη του Χριστού συνεορταζόταν με την Πεντηκοστή, κατά τους πρώτους αιώνες. Από τον 4ο αιώνα, όμως, άρχισε η προοδευτική διάκριση και ο αυτοτελής εορτασμός της. Απολυτίκιο Ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός ημών, χαροποιήσας τους μαθητάς, τη επαγγελία του Αγίου Πνεύματος· βεβαιωθέντων αυτών δια της ευλογίας, ότι συ ει ο Υιός του Θεού, ο λυτρωτής του κόσμου.
Λαογραφία
Η γιορτή της Αναλήψεως εκτός από την επίσημη ονομασία της έχει και πολλές λαϊκές ονομασίες όπως: Αναληψού, στη Σαντορίνη. Αναληψιός, στη Θράκη. Τ’ Αγιού Αναληψιού, στην Ίμβρο. Συναληψιού, στη Ρόδο. Τα Σαράντα της Πασκαλιάς, στην Κομοτηνή. Γαλατοπέφτη, στη Μύκονο, στη Σίφνο, στη Σκύρο κ.α, διότι την ημέρα αυτή οι τσοπάνηδες συνηθίζουν να μοιράζουν γάλα δωρεάν στα χωριά τους «για το καλό του κοπαδιού».
Η ονομασία της γιορτής χρησιμοποιείται και μεταφορικά σε λέξεις και φράσεις που δηλώνουν την εξαφάνιση και την κλεψιά: «αναλήφθηκε το αρνί», «έγινε της Αναλήψεως». Λέγεται και για άνθρωπο που αναχώρησε απροειδοποίητα και ξαφνικά. Είναι γνωστή η παλαιότερη συνήθεια να πηγαίνουν της Αναλήψεως στη θάλασσα για το πρώτο μπάνιο. Μάλιστα, σε όρισμένα μέρη γέμιζαν με θαλασσινό νερό τα «σαράντα κύματα», ένα μπουκάλι που το φύλαγαν για φάρμακο σε πρηξίματα, δαγκώματα και διάφορους πόνους.
ΠΗΓΗ: www.sansimera.gr
"Η ανακοίνωση του τουρκικού κρατικού καναλιού ΤRΤ περί καθημερινής ανάγνωσης του Κορανίου στην Αγία Σοφία, φαίνεται να έρχεται από μια άλλη εποχή", σχολιάζουν κύκλοι του υπουργείου Εξωτερικών σχετικά με τον προγραμματισμό ανάγνωσης του Κορανίου εντός της Αγίας Σοφίας, η οποία θα προβάλλεται καθημερινά κατά τη διάρκεια του πρωινού γεύματος πριν από την έναρξη της νηστείας (sahur) επί ένα μήνα, καθ'όλη τη διάρκεια του Ραμαζανιού από τις 6 Ιουνίου μέχρι τις 7 Ιουλίου.
"Τυχόν τέτοιες ενέργειες", προσθέτουν οι ίδιες πηγές, "είναι αναχρονιστικές και ακατανόητες και φανερώνουν έλλειψη σεβασμού έναντι θρησκευτικών μνημείων που αποτελούν σύμβολα παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς".
Τη μνήμη των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης τιμά σήμερα, 21 Μαΐου,η Εκκλησία μας.
Ως γενέτειρα πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου αναφέρεται τόσο η Ταρσός της Κιλικίας όσο και το Δρέπανο της Βιθυνίας. Ωστόσο η άποψη που επικρατεί φέρει τον Μέγα Κωνσταντίνο να έχει γεννηθεί στη Ναϊσό της Άνω Μοισίας (σημερινή Νις της Σερβίας). Το ακριβές έτος της γεννήσεώς του δεν είναι γνωστό, θεωρείται όμως ότι γεννήθηκε μεταξύ των ετών 272-288 μ.Χ.
Πατέρας του ήταν ο Κωνστάντιος, που λόγω της χλωμότητος του προσώπου του ονομάσθηκε Χλωρός, και ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Κλαυδίου.
Μητέρα του ήταν η Αγία Ελένη, θυγατέρα ενός πανδοχέως από το Δρέπανο της Βιθυνίας.
Το 305 μ.Χ. ο Κωνσταντίνος ευρίσκεται στην αυλή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού στη Νικομήδεια με το αξίωμα του χιλίαρχου. Το ίδιο έτος οι δύο Αύγουστοι, Διοκλητιανός και Μαξιμιανός, παραιτούνται από τα αξιώματά τους και αποσύρονται. στο ύπατο αξίωμα του Αυγούστου προάγονται ο Κωνστάντιος ο Χλωρός στη Δύση και ο Γαλέριος στην Ανατολή.
Ο Κωνστάντιος ο Χλωρός πέθανε στις 25 Ιουλίου 306 μ.Χ. και ο στρατός ανακήρυξε Αύγουστο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κάτι όμως που δεν αποδέχθηκε ο Γαλέριος. Μετά από μια σειρά διαφόρων ιστορικών γεγονότων ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκρούεται με τον Μαξέντιο, υιό του Μαξιμιανού, ο οποίος πλεονεκτούσε στρατηγικά, επειδή διέθετε τετραπλάσιο στράτευμα και ο στρατός του Κωνσταντίνου ήταν ήδη καταπονημένος.
Από την πλευρά του ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε κάθε λόγο να αισθάνεται συγκρατημένος. δεν είχε καμία άλλη επιλογή εκτός από την επίκληση της δυνάμεως του Θεού. Ήθελε να προσευχηθεί, να ζητήσει βοήθεια, αλλά καθώς διηγείται ο ιστορικός Ευσέβιος, δεν ήξερε σε ποιόν Θεό να απευθυνθεί. Τότε έφερε νοερά στη σκέψη του όλους αυτούς που μαζί τους συνδιοικούσε την αυτοκρατορία.
Όλοι τους, εκτός από τον πατέρα του, πίστευαν σε πολλούς θεούς και όλοι τους είχαν τραγικό τέλος. Άρχισε, λοιπόν, να προσεύχεται στον Θεό, υψώνοντας το δεξί του χέρι και ικετεύοντάς Τον να του αποκαλυφθεί. Ενώ προσευχόταν, διαγράφεται στον ουρανό μία πρωτόγνωρη θεοσημία. Περί τις μεσημβρινές ώρες του ηλίου, κατά το δειλινό δηλαδή, είδε στον ουρανό το τρόπαιο του Σταυρού, που έγραφε «τούτω νίκα».
Και ενώ προσπαθούσε να κατανοήσει τη σημασία αυτού του μυστηριακού θεάματος, τον κατέλαβε η νύχτα. Τότε εμφανίζεται ο Κύριος στον ύπνο του μαζί με το σύμβολο του Σταυρού και τον προέτρεψε να κατασκευάσει απομίμηση αυτού και να το χρησιμοποιεί ως φυλακτήριο πιο πολέμους.
Έχοντας ως σημαία του το Χριστιανικό λάβαρο, αρχίζει να προελαύνει προς την Ρώμη εκμηδενίζοντας κάθε αντίσταση.
Όταν φθάνει στη Ρώμη ενδιαφέρεται για τους Χριστιανούς της πόλεως. Όμως το ενδιαφέρον του δεν περιορίζεται μόνο σε αυτούς. Πολύ σύντομα πληροφορείται για την πενιχρή κατάσταση της Εκκλησίας της Αφρικής και ενισχύει από το δημόσιο ταμείο τα έργα διακονίας αυτής.
Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., στα Μεδιόλανα, όπου γίνεται ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επέρχεται μια ιστορική συμφωνία μεταξύ των δύο ανδρών που καθιερώνει την αρχή της ανεξιθρησκείας.
Τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει ο Μέγας Κωνσταντίνος ήσαν πολλά. Η αιρετική διδασκαλία του Αρείου, πρεσβυτέρου της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, ήλθε να ταράξει την ενότητα της Εκκλησίας. Η διδασκαλία αυτή, που ονομάσθηκε αρειανισμός, κατέλυε ουσιαστικά το δόγμα της Τριαδικότητας του Θεού.
Μόλις ο Μέγας Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε τα όσα θλιβερά συνέβαιναν στην Αλεξάνδρεια, απέστειλε με τον πνευματικό του σύμβουλο Όσιο, Επίσκοπο Κορδούης της Ισπανίας, επιστολή στον Επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο (313 - 328 μ.Χ.) και τον Άρειο. Η προσπάθεια επιλύσεως του θέματος δεν ευδοκίμησε. Έτσι αποφασίσθηκε η σύγκλιση της Α' Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ.
Η περιγραφή της εναρκτήριας τελετής από τον ιστορικό Ευσέβιο είναι ομολογουμένως ενδιαφέρουσα. στο μεσαίο οίκο των ανακτόρων είχαν προσέλθει όλοι οι σύνεδροι. Επικρατούσε απόλυτη σιγή και όλοι περίμεναν την είσοδο του αυτοκράτορα, τον οποίο οι περισσότεροι θα έβλεπαν για πρώτη φορά.
Ο Κωνσταντίνος εισήλθε ταπεινά, με σεμνότητα και πραότητα. στην ομιλία του προς τη Σύνοδο χαρακτηρίζει τις ενδοεκκλησιαστικές συγκρούσεις ως το μεγαλύτερο δεινό και από τους πολέμους. Ο λόγος του υπήρξε ευθύς και σαφής. Δεν ήθελε να ασχοληθεί παρά μονάχα με θέματα που αφορούσαν στην ορθοτόμηση της πίστεως. Η κρίσιμη φράση του, «περί τής πίστεως σπουδάσωμεν», διασώζεται σχεδόν από όλους τους ιστορικούς συγγραφείς.
Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου ο αυτοκράτορας ανέλαβε πρωτοβουλίες για την εδραίωση των αποφάσεών της. Απέστειλε εγκύκλιο επιστολή προς την Εκκλησία της Αιγύπτου, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αλεξανδρείας, στην οποία γνωστοποιεί τις αποφάσεις της Συνόδου.
Ο ίδιος γνωστοποιεί προς όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας την καταδίκη του Αρείου και απαγορεύει την απόκτηση και την απόκρυψη των συγγραμμάτων του. Η εντυπωσιακή του όμως ενέργεια είναι η επιστολή του προς τον Άρειο. Επιτιμά τον αιρεσιάρχη και τον καταδικάζει με αυστηρότητα για τις κακοδοξίες του.
Όμως περί τα τέλη του 327 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος καλεί τον Άρειο στα ανάκτορα. Ο αιρεσιάρχης φυσικά δεν χάνει την ευκαιρία και υποβάλλει μία ομολογία γεμάτη από έντεχνες θεολογικές ανακρίβειες, πείθοντας μάλιστα τον Μέγα Κωνσταντίνο ότι αυτή δεν διαφέρει ουσιαστικά από όσα είχε αποφασίσει η Α' Οικουμενική Σύνοδος.
Τελικά ο αυτοκράτορας συγκαλεί νέα Σύνοδο, το Νοέμβριο του 327 μ.Χ., η οποία ανακαλεί τον Άρειο από την εξορία και αποκαθιστά τους εξόριστους Επισκόπους Νικομηδείας Ευσέβιο και Νικαίας Θεόγνιο. Η ανάκληση του Αρείου και η αποκατάσταση των περί αυτών πυροδότησε νέες έριδες πιο κόλπους της Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και στην συνέχεια ο διάδοχός του Μέγας Αθανάσιος αρνούνται να δεχθούν τον Άρειο στην Αλεξάνδρεια.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος απειλεί με καθαίρεση τον Μέγα Αθανάσιο, ενώ σε Σύνοδο που συνήλθε στην Αντιόχεια το 330 μ.Χ. καθαιρείται και εξορίζεται από τους αιρετικούς ο Άγιος Ευστάθιος, Επίσκοπος Αντιοχείας. Η Σύνοδος της Τύρου της Συρίας, που συνήλθε το 335 μ.Χ., καταδικάζει ερήμην με την ποινή της καθαιρέσεως τον Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος φεύγει, για να συναντήσει τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Είναι γεγονός πως ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν έδειξε να αποδέχεται το αίτημα του Μεγάλου Αθανασίου για ακρόαση. Πείσθηκε όμως να τον ακούσει, όταν ο Μέγας Αθανάσιος του απηύθυνε την ρήση: «Δικάσει Κύριος ανά μέσον εμού καί σού». Ο Μέγας Κωνσταντίνος κατενόησε την κατάφωρη αδικία και τις άθλιες μεθοδεύσεις σε βάρος του Μεγάλου Αθανασίου και έκανε δεκτό το αίτημά του νά προσκληθούν όλοι οι συνοδικοί της Τύρου και η διαδικασία να λάβει χώρα ενώπιόν του.
Ο Ευσέβιος Νικομηδείας αγνόησε την αυτοκρατορική εντολή. Πήρε μόνο ελάχιστους από τους συνοδικούς και εμφανίσθηκε στον αυτοκράτορα. Ξέχασε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες και για πρώτη φορά έθεσε το θέμα της δήθεν παρακωλύσεως της αποστολής σιταριού προς την Βασιλεύουσα. Ο αυτοκράτορας εξοργίζεται και εξορίζει τον Μέγα Αθανάσιο στα Τρέβιρα της Γαλλίας. Παρά ταύτα δεν επικυρώνει την απόφαση της Συνόδου της Τύρου για καθαίρεση και ούτε διατάσσει την αναπλήρωση του επισκοπικού θρόνου της Αλεξάνδρειας.
Η τελευταία περίοδος της ζωής του Μεγάλου Κωνσταντίνου είναι αυτή που τον καταξιώνει στην εκκλησιαστική συνείδηση και τον οδηγεί στο απόγειο της πνευματικής του πορείας. Ο Άγιος, κατά τον Απρίλιο του 337 μ.Χ., αισθάνεται τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα κάποιας ασθένειας.
Οι πηγές μάς πληροφορούν πως ο Μέγας Κωνσταντίνος κατέφυγε σε ιαματικά λουτρά. Βλέποντας όμως την υγεία του να επιδεινώνεται θεώρησε σκόπιμο να μεταβεί στην πόλη Ελενόπολη της Βιθυνίας, που είχε ονομασθεί έτσι λόγω της Αγίας μητέρας του. Εκεί παρέμεινε στο ναό των Μαρτύρων, όπου ανέπεμπε ικετήριες ευχές και λιτανείες προς τον Θεό. Ο Μέγας Κωνσταντίνος αντιλαμβάνεται πως η επίγεια ζωή του πλησιάζει στο τέλος της. Η μνήμη του θανάτου καλλιεργείται στην καρδιά του και τον οδηγεί στο μυστήριο της μετάνοιας και του βαπτίσματος.
Μετά από αυτά καταφεύγει σε κάποιο προάστιο της Νικομήδειας, συγκαλεί τους Επισκόπους και τους απευθύνει τον εξής λόγο: «Αυτός ήταν ο καιρός που προσδοκούσα από παλιά και διψούσα και ευχόμουν να καταξιωθώ της εν Θεώ σωτηρίας. Ήλθε η ώρα να απολαύσουμε και εμείς την αθανατοποιό σφραγίδα, ήλθε η ώρα να συμμετάσχουμε στο σωτήριο σφράγισμα, πράγμα που κάποτε επιθυμούσα να κάνω στα ρείθρα του Ιορδάνου, στα οποία, όπως παραδίδεται, ο Σωτήρας μας έλαβε το βάπτισμα εις ημέτερον τύπον.
Ο Θεός όμως, που γνωρίζει το συμφέρον, μας αξιώνει να λάβουμε το βάπτισμα εδώ. Ας μην υπάρχει λοιπόν καμία αμφιβολία. Γιατί και εάν ακόμη είναι θέλημα του Κυρίου της ζωής και του θανάτου να συνεχισθεί η επίγεια ζωή μας και να συνυπάρχω με το λαό του Θεού, θα πλαισιώσω τη ζωή μου με όλους εκείνους τους κανόνες που αρμόζουν στον Θεό».
Μετά το βάπτισμα ο Άγιος Κωνσταντίνος δεν ξαναφόρεσε τον αυτοκρατορικό χιτώνα, αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με το λευκό ένδυμα του βαπτίσματος, μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του το 337 μ.Χ. Ήταν η ημέρα εορτασμού της Πεντηκοστής, γράφει ο ιστορικός Ευσέβιος.
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει ο Ευσέβιος τα γεγονότα, τα οποία ακολούθησαν την κοίμηση του Αγίου. Όλοι οι σωματοφύλακες του αυτοκράτορα, αφού έσχισαν τα ρούχα τους και έπεσαν στο έδαφος, έκλαιγαν και φώναζαν δυνατά, σαν να μην έχαναν το βασιλέα τους, αλλά τον πατέρα τους. Οι ταξίαρχοι και οι λοχαγοί έκλαιγαν τον ευεργέτη τους. Οι δήμοι ήσαν λυπημένοι και κάθε κάτοικος της Κωνσταντινουπόλεως πενθούσε, σαν να έχανε το κοινό αγαθό.
Αφού οι στρατιωτικοί τοποθέτησαν το σκήνωμα του Αγίου σε χρυσή λάρνακα, το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη και το εναπέθεσαν σε βάθρο στον βασιλικό οίκο. Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Δίκαια η ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία Ισαπόστολο.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. δ'.
Τού Σταυρού σου τον τύπον εν ουρανώ θεασάμενος, και ως ο Παύλος την κλήσιν ουκ εξ ανθρώπων δεξάμενος, ο εν βασιλεύσιν, Απόστολός σου Κύριε, Βασιλεύουσαν πόλιν τη χειρί σου παρέθετο: ην περίσωζε διά παντός εν ειρήνη, πρεσβείαις της Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.
vimatisorthodoxias
Προσκεκλημένος του Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών κ. Χρυσοστόμου, ο Μητροπολίτης Ιερισσού κ. Θεόκλητος εξαπέλυσε επίθεση προς τους «άθεους πολιτικάντηδες που βρίσκονται μάλιστα και στην εξουσία».
«Προκαλώ από τη θέση αυτή ορισμένους πολιτικάντιδες οι οποίοι κόπτονται περί της αθεΐας τους. Για ποιο ιστορικό πρόσωπο υπάρχουν 4 βιογραφίες εγγυημένες για τη γέννηση για τη σταύρωση για το κήρυγμα για τη μεταμόρφωση για τον θάνατο, για την ανάσταση του Κυρίου», είπε από το βήμα των εορταστικών εκδηλώσεων του Αγίου Νικολάου και συνέχισε:
«Επιτέλους, ας μάθουν ορισμένοι να κλείνουν το στόμα τους γιατί θα το ανοίξουν οι παπάδες».
«Ας μη μασάνε τα λόγια τους ορισμένοι και ας μην σέρνουν τα θρησκευτικά να γίνουν διαθρησκειακό μάθημα. Εδώ λέγεται Ελλάδα. Και όταν πατάς της Ελλάδας το χώμα, δεν πατάς χώμα, πατάς κάποιοι κόκαλα αγίων ή μαρτύρων ή ομολογητών για να μπορέσεις να στέκεσαι. Θέλουμε να είμαστε παράδοση. Θέλουμε να είμαστε Χριστός, Δεν θέλουμε να είμαστε ιν. Το μοντέρνο πέφτει», πρόσθεσε ακόμα.
Δείτε τα χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
trikalaola.gr