Σε τεράστιο φιάσκο για την κυβέρνηση εξελίσσεται η υπόθεση της ελάφρυνσης των capital contols, καθώς με το λογιστικό τρικ της αλλαγής στο χρονικό όριο ανάληψης των μετρητών (από εβδομάδες σε ημερολογιακό μήνα), αντί να αυξάνεται – όπως επιχειρήθηκε να εμφανιστεί – το όριο ανάληψης, στην ουσία μειώνεται σε ετήσια βάση. Η μείωση φτάνει στα κατά 240 ευρώ ή κατά περίπου 5 ευρώ την εβδομάδα/10 περίπου ευρώ τον μήνα.
Το ζήτημα είναι απλό. Πρώτα ίσχυε η δυνατότητα για ανάληψη 420 ευρώ επί 52 εβδομάδες, δηλαδή για 840 ευρώ το 14ήμερο ή 21.840 ευρώ για κάθε έτος (52 εβδομάδων που όμως σύμφωνα με την νέα απόφαση του ΥΠΟΙΚ υπολογίζεται ημερολόγιακά και έτσι «χάνονται» κάποιες εβδομάδες).
Τώρα (από 1η Σεπτεμβρίου που θα ισχύσει η απόφαση του ΥΠΟΙΚ) δίδεται η δυνατότητα ανάληψης για 415 ευρώ περίπου την εβδομάδα ή 831 ευρώ περίπου το 15ήμερο, ή 21.600 ευρώ ετησίως για τις 52 εβδομάδες του μήνα.
Βεβαίως, σε σχέση με τις άλλες ρυθμίσεις για τις επιχειρήσεις οι διατάξεις ισχύουν ως έχουν.
Υπενθυμίζεται ότι στο σκέλος των ιδιωτών ορίζεται στην απόφαση του ΥΠΟΙΚ ότι «μετρητά που δεν αναλήφθηκαν κάποια ημέρα ή ημέρες μπορούν να αναληφθούν σωρευτικά έως του ποσού των χιλίων οκτακοσίων ευρώ (1.800) ανά ημερολογιακό μήνα».
Σύμφωνα με την ΕΕΤ «η ανάληψη μετρητών από τους συναλλασσόμενους από τραπεζικό κατάστημα ή ΑΤΜ δεν μπορεί να υπερβαίνει ημερησίως το ποσό των 60 ευρώ ανά καταθέτη, ανά τράπεζα. Ωστόσο, παρέχεται η δυνατότητα μεταφοράς του ημερήσιου ορίου των 60 ευρώ σε επόμενη ημέρα ή ημέρες και πάντως το αργότερο στο τέλος κάθε μήνα, αρχής γενομένης από την 1η Σεπτεμβρίου 2017. Δηλαδή, από 1/9/2017 ο δικαιούχος μπορεί να κάνει ανάληψη έως του ποσού των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ κατ’ ανώτατο όριο με μια ή περισσότερες αναλήψεις τον μήνα».
Η ΕΕΤ αναφέρει επίσης ότι «έως την 31/8/2017 εξακολουθεί να παρέχεται η δυνατότητα μεταφοράς του ημερήσιου ορίου των 60 ευρώ σε επόμενη ημέρα ή ημέρες και πάντως το αργότερο στο τέλος κάθε δεύτερης εβδομάδας (κάθε δεύτερη Παρασκευή). Δηλαδή, κάθε δύο εβδομάδες ο δικαιούχος μπορεί να κάνει ανάληψη έως του ποσού των οκτακοσίων σαράντα (840) ευρώ κατ’ ανώτατο όριο».
capital.gr