Απόφαση-βόμβα αναγνωρίζει αναδρομικά από δώρα κύριων συντάξεων για συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα, ενώ για του Δημοσίου θεωρεί μεν αντισυνταγματική την περικοπή τους, αλλά τους παραπέμπει για το θέμα των αναδρομικών στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Η απόφαση με αριθμό 13864/2020, την οποία εξασφάλισε και αποκαλύπτει ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, εκδόθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 2020, δηλαδή σχεδόν δύο μήνες αφότου είχε εκδοθεί η 1439/2020 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία επιστρέφονταν αναδρομικά μόνο στις κύριες συντάξεις, παρότι είχαν κριθεί αντισυνταγματικές και οι περικοπές των Δώρων, όπως και οι μειώσεις των επικουρικών συντάξεων.
Η σημασία της απόφασης που εξέδωσε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών (30ό Μονομελές) έγκειται, κατά πρώτον, στο ότι αναγνωρίζει δικαίωμα σε διεκδικήσεις για αναδρομικά Δώρων, μετά την πιλοτική δίκη του ΣτΕ βάσει της οποίας η κυβέρνηση επέστρεψε μόνον αναδρομικά μειώσεων στις κύριες συντάξεις και, κατά δεύτερον, στο ότι δίδει το «πράσινο φως» για προσφυγές συνταξιούχων έως το τέλος του έτους ή και το 2021 που δεν έχουν λάβει καθόλου αναδρομικά, να διεκδικήσουν την επιστροφή Δώρων για κύριες, αλλά και επικουρικές συντάξεις.
Πέραν αυτών, η απόφαση κλείνει το παράθυρο διεκδικήσεων πριν από τον Ιούνιο του 2015, καθώς τα αναδρομικά που θεωρεί ότι πρέπει να πάρουν οι 35 συνταξιούχοι που προσέφυγαν είναι αυτά που αφορούν σε επίδομα (Δώρο) αδείας 2015 με ποσό 200 ευρώ, σε Δώρο Χριστουγέννων 2015 με 400 ευρώ και στο Δώρο Πάσχα 2016 με ποσό 200 ευρώ. Το σύνολο δηλαδή των αναδρομικών είναι 800 ευρώ από τα Δώρα κύριων συντάξεων, ενώ τεκμαίρεται ότι για το ίδιο διάστημα θα είναι και τα αναδρομικά από Δώρα, αλλά και από περικοπές επικουρικών συντάξεων.
Η επίμαχη αγωγή που φέρνει τα Δώρα στις συντάξεις κατατέθηκε το 2016, δικάστηκε στις 31 Ιανουαρίου του 2020 (μετά την έναρξη της πιλοτικής δίκης του ΣτΕ που ήταν στις 10/1/2020) και, το κυριότερο, δημοσιεύτηκε στις 11/9/2020, αφότου δηλαδή είχε βγει η απόφαση του ΣτΕ για αναδρομικά μόνο σε κύριες συντάξεις, χωρίς τα Δώρα.
Οι δικαιωθέντες διεκδικούσαν τα Δώρα κύριων συντάξεων από το 2013 έως και το 2015 με ποσό 2.400 ευρώ έκαστος. Ομως, το Πρωτοδικείο, ακολουθώντας την κρίση του ΣτΕ, απέρριψε τις διεκδικήσεις που ανάγονται πριν από τον Ιούνιο του 2015 από τη στιγμή που δεν υπήρχε σχετική αγωγή και περιόρισε τα αναδρομικά μόνο στο επίδομα (Δώρο) αδείας Αυγούστου 2015, με το ποσό των 200 ευρώ στον καθένα.
Η ουσία της απόφασης δεν είναι όμως τόσο στα 200 ευρώ της επιστροφής όσο στο ότι θεωρείται έως έναν βαθμό και «τροχιοδεικτική» για τις 300.000 αγωγές που εκκρεμούν στα δικαστήρια με διεκδικήσεις αναδρομικών από περικοπές Δώρων κύριων συντάξεων, Δώρων επικουρικών συντάξεων και μειώσεων επικουρικών συντάξεων από τους νόμους 4051 και 4093.
Οι 300.000 αγωγές είναι από συνταξιούχους που πληρώθηκαν αναδρομικά για τις κύριες συντάξεις και διεκδικούν Δώρα και μειώσεις επικουρικών.
Υπάρχουν όμως και περίπου 750.000 χαμηλοσυνταξιούχοι κάτω των 1.000 ευρώ που δεν πήραν καθόλου αναδρομικά επειδή δεν είχαν μειώσεις στις κύριες συντάξεις και βάσει νόμου έχουν δικαίωμα να καταθέσουν αγωγές οι οποίες έχουν πολύ μεγάλες πιθανότητες να τελεσφορήσουν μετά την εν λόγω απόφαση που επιστρέφει Δώρα.
Για την απόφαση-σταθμό και τι σημαίνει για τους συνταξιούχους, ο «Ε.Τ.» της Κυριακής ζήτησε τη γνώμη από τη δικηγόρο που πέτυχε τη δικαίωση των συνταξιούχων με το επίδομα αδείας Μαρία – Μαγδαληνή Τσίπρα, η οποία μας δήλωσε τα εξής:
«Με το αρ. 33 του ν. 4734/2020 και 114 του ν. 4714/2020 προβλέφθηκε η επιστροφή μέρους και μόνο των αντισυνταγματικών περικοπών, που είχαν υποστεί οι συνταξιούχοι τόσο του Δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Τα ποσά που επεστράφησαν ήταν μειωμένα σε σχέση με τα οφειλόμενα, αφού δεν συμπεριελήφθησαν σε αυτά οι περικοπές των Δώρων και των επικουρικών συντάξεων. Με πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε μετά τις αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας για τα οφειλόμενα αναδρομικά, επιβεβαιώθηκε η θέση μας ότι μεταξύ των ποσών που πρέπει να επιστραφούν στους συνταξιούχους είναι και τα επιδόματα εορτών και αδείας. Η απόφαση αυτή σηματοδοτεί στην πραγματικότητα έναν νέο κύκλο προσπαθειών προκειμένου να επέλθει πλήρης συμμόρφωση στο περιεχόμενο των αποφάσεων του ΣτΕ».
Για το ίδιο θέμα ζητήσαμε και τη γνώμη του εργατολόγου δικηγόρου ειδικού επί των ασφαλιστικών, Δημήτρη Μπούρλου, ο οποίος μας δήλωσε: «Το Διοικητικό Πρωτοδικείο επιβεβαίωσε την άποψη που πολλοί συνάδελφοι δικηγόροι έχουμε εκφράσει ότι δηλαδή οι περικοπές που κρίθηκαν αντισυνταγματικές από την Ολομέλεια του ΣτΕ για το 11μημο Ιουνίου 2015 – Μαΐου 2016 δεν περιορίζονται μόνο στις κύριες συνάξεις, αλλά αφορούν και τα Δώρα και τις περικοπές επικουρικών συντάξεων της αντίστοιχης περιόδου».
Η… μάχη για 11μηνο πληρωμών στις επικουρικές με επιστροφές έως 3.294 ευρώ
Την ίδια στιγμή μια νέα δίκη που θα γίνει στο ΣτΕ στις 15 Ιανουαρίου 2021 θα κρίνει αν θα πρέπει να τροποποιηθεί η υπουργική απόφαση που δίνει αναδρομικά μόνο στις κύριες συντάξεις, ώστε να συμπεριληφθούν και τα αναδρομικά 11μήνου για τις επικουρικές συντάξεις. Είναι πιθανό σε αυτήν τη δίκη να υπάρξει και νέα αναφορά για τις επιστροφές των Δώρων, ώστε να μη χρειαστεί να ανοίξει και να συνεχιστεί ένας κύκλος νέων αγωγών για τους συνταξιούχους.
Τα αναδρομικά κύριων συντάξεων ανάλογα με το Ταμείο και το ποσό σύνταξης σύμφωνα με τους νέους αναλυτικούς πίνακες που επεξεργάστηκε και δημοσιεύει ο «Ε.Τ.» της Κυριακής ξεκινούν από τα 590 ευρώ και φτάνουν έως και 3.294 ευρώ για συνταξιούχους που είχαν πολύ υψηλές επικουρικές των 680 και 750 ευρώ.
Για παράδειγμα, τα αναδρομικά επικουρικών συντάξεων από μειώσεις και Δώρα κυμαίνονται:
Από 1.107 ευρώ έως 2.921 ευρώ για συνταξιούχους του Δημοσίου.
Από 687 ευρώ έως 1.883 ευρώ για συνταξιούχους του ΙΚΑ (σ.σ.: σημειωτέον ότι στις επικουρικές ΙΚΑ υπήρξε πρόσθετη μείωση 30% πάνω από τα 150 ευρώ που δεν επιστρέφεται και κατεβάζει τα αναδρομικά από τις μειώσεις που επιστρέφονται).
Από 916 ευρώ έως 3.294 ευρώ για συνταξιούχους των ΔΕΚΟ και τραπεζών.
Από 835 ευρώ έως 2.689 ευρώ για συνταξιούχους του ΤΕΑΥΕΚ (πρώην επικουρικό εμποροϋπαλλήλων).
Από 589 ευρώ έως 2.352 ευρώ για συνταξιούχους του ΝΑΤ στους οποίους επιστέφεται μόνον η μείωση νόμου 4093 γιατί δεν τους επιβλήθηκε η μείωση του νόμου 4051.