«Με θλίψη» η γερμανική κυβέρνηση έλαβε υπόψη της την απόφαση του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της Τουρκίας την Παρασκευή για την Αγία Σοφία, δήλωσε σήμερα στο Βερολίνο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ.
Μιλώντας στο κυβερνητικό μπρίφινγκ της Δευτέρας τόνισε ότι αυτή η εκκλησιά έχει μια «τεράστια» πολιτιστική ιστορική και θρησκευτική σημασία, «τόσο για τον Χριστιανισμό, όσο και για το Ισλάμ». Όπως πρόσθεσε, η Γερμανία δίνει «μεγάλη έμφαση στον διαθρησκευτικό διάλογο.» Η λειτουργία της Αγίας Σοφίας ως μουσείο επέτρεπε σε όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τη θρησκείας τους, να την επισκεφτούν. Αυτό που απομένει τώρα, δήλωσε ο Σ. Ζάιμπερτ, είναι να δει κανείς με ποιόν τρόπο θα υλοποιηθεί η απόφαση του δικαστηρίου. Την εντύπωση, ότι η Γερμανία όπως και στο παρελθόν, δεν πρόκειται να δώσει μάχη για την Αγία Σοφία, στήριξαν οι δηλώσεις εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών.
Δεν θα επηρεάσει τις πολιτικές σχέσεις
Μιλώντας στο ίδιο μπρίφινγκ ο εκπρόσωπος επισήμανε ότι η Αγία Σοφία αποτελεί από το 1985 μέρος της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και ότι πριν από μια απόφαση για την μετατροπή της σε τζαμί θα έπρεπε να είχε ενημερωθεί η UNESCO. «Δυστυχώς παραλήφθηκε. Και αυτό συμβάλει επιπλέον στη θλίψη μας», δήλωσε. Παράλληλα κατέστησε σαφές ότι το Βερολίνο αντιμετωπίζει την όλη υπόθεση ως ένα πολιτιστικό ζήτημα: «Όταν μιλάμε για μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς και τη διατήρηση τους επιδιώκουμε να κρατάμε απ’ έξω τη διεθνή πολιτική». Το θέμα της Αγίας Σοφίας είναι ένα πολιτιστικό ζήτημα και δεν άπτεται των «πολιτικών σχέσεων ή ακόμη της πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα σε κράτη». Όπως διαβεβαίωσε, το ζήτημα δεν αφήνει αδιάφορη τη γερμανική κυβέρνηση και ότι σκοπεύει να το συζητήσει με την Τουρκία. Παράλληλα, όμως, διευκρίνισε πως η Αγία Σοφία δεν θα αποτελέσει μέρος των «πολιτικών» σχέσεων των δύο χωρών.
Σύμφωνα με τον ίδιο εκπρόσωπο, αρμόδιος θεσμός για τη συζήτηση αυτού του ζητήματος είναι μεταξύ άλλων η επιτροπή για την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομία της UNESCO. Βέβαια λόγω της πανδημίας η συνεδρίαση της φέτος ακυρώθηκε και θα πραγματοποιηθεί του χρόνου.
Πηγή: DW – Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο