«Μετά από οκτώ χρόνια προγραμμάτων διάσωσης και αδιεξόδων και... ακόμη περισσότερων μνημονίων, η ελληνική οικονομία είναι έτοιμη να σταθεί και πάλι στα πόδια της. Ή τουλάχιστον ό,τι έχει απομείνει από αυτήν», αναφέρει σε δημοσίευμά της η αμερικανική εφημερίδα Washington Post, αναφερόμενη στη λήξη του προγράμματος στήριξης στα τέλη του Αυγούστου.
Τα καλά νέα, αναφέρει το άρθρο που υπογράφει ο Matt O’Brien, είναι ότι η Ελλάδα ετοιμάζεται να βγει από το μνημόνιο και δεν θα χρειάζεται επιπλέον οικονομική βοήθεια για την ώρα. Τα κακά νέα, όπως έχει τονίσει το ΔΝΤ, είναι ότι ακόμη και με χαμηλότερα επιτόκια και με παράταση στην αποπληρωμή των δανείων, το ελληνικό χρέος είναι ακόμη πολύ μεγάλο, η ανάπτυξη είναι πολύ χαμηλή και ο ιδιωτικός τομέας παραμένει εύθραυστος. Με βάση τα παραπάνω δύσκολα μπορεί να πει κανείς ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί επιπλέον βοήθεια στο μέλλον, σημειώνει το δημοσίευμα.
«Το χειρότερο όλων είναι όμως άλλο: Η Ευρώπη μπορεί πλέον να πανηγυρίζει πως η Ελλάδα συνιστά ένα success story, αλλά στην πραγματικότητα, η χώρα αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές αποτυχίες, εκτός από κράτη που έχουν αντιμετωπίσει πόλεμο ή επανάσταση” σημειώνεται.
Εκτός από μικρά κρατίδια, όπως το Σαν Μαρίνο, υπάρχουν μόλις τέσσερις χώρες που έχουν βιώσει μεγαλύτερη ύφεση από την ελληνική, τα τελευταία 10 χρόνια: Η Λιβύη, η Υεμένη, η Βενεζουέλα και η Ισημερινή Γουινέα. Μάλιστα, οι δύο πρώτες ήρθαν αντιμέτωπες με τη φρίκη του εμφυλίου πολέμου και του αλληλοσπαραγμού, ενώ οι άλλες δύο, με ανίκανες και διεφθαρμένες ηγεσίες που έχουν συμβάλει στην επιδείνωση της πετρελαϊκής κρίσης.
Όπως σημειώνει το δημοσίευμα, παρά τις εσωτερικές πολιτικές αναταραχές, οι οποίες πήραν τη μορφή ένοπλης σύρραξης με τη συμμετοχή της Ρωσίας το 2014, ακόμη και η Ουκρανία, η οικονομία της οποίας είχε δεχτεί ένα ισχυρό πλήγμα το 2009, είχε καλύτερες επιδόσεις από την Ελλάδα.
“Το πρόβλημα είναι ότι μια τέτοιου είδους οικονομική κατάρρευση είναι συνήθως σύμπτωμα μιας ευρύτερης κρατικής κατάρρευσης. Και για αυτό σπάνια συμβαίνει σε πλούσιες χώρες” αναφέρεται και υπογραμμίζεται: “Εάν εξετάσει κανείς την ιστορία του περασμένου αιώνα, υπάρχουν μονάχα 3 φορές που ευρωπαϊκές οικονομίες συρρικνώθηκαν σε μια περίοδο 10 ετών όπως η Ελλάδα: μετά τον Α’ Παγκόσμιο, μετά τον Β’Παγκόσμιο και μετά την πτώση του Κομμουνισμού”. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, οι εξαιρέσεις σε αυτό το σχήμα σχετίζονται με πολέμους, εκτός από μία περίπτωση, τον υπερπληθωρισμό της δημοκρατία της Βαϊμάρης στη Γερμανία.
Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, η Ελλάδα πρέπει να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα σε επίπεδο τουλάχιστον 2,2% του ΑΕΠ της έως το 2060 αναφέρει η αμερικανική εφημερίδα: «Ναι, σωστά καταλάβατε: Τέσσερις δεκαετίες λιτότητας περιμένουν ακόμη την Ελλάδα. Δεν είναι να απορεί κανείς που η ελληνική οικονομία μπορεί να μην επανέλθει εκεί που ήταν το 2008 παρά μόνο το 2030. Αυτή είναι η επιτυχία για την οποία μιλά η Ευρώπη: Μια οικονομία που παρουσίασε τέτοια ύφεση, όπως μία χώρα που μόλις έχει βγει από πόλεμο».
Φωτογραφία: Reuters
THETOC.GR
Τη «χρυσή» 18άδα με τα ελληνικά προϊόντα, που ανέπτυξαν… αντιστάσεις ενάντια στην οικονομική κρίση, παρουσιάζει η Εθνική Τράπεζα.
Πιο αναλυτικά, μέσα από τη νέα μελέτη, που συνέταξε η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ, ξεχωρίζει ένας πυρήνας «δυναμικών» προϊόντων, τα οποία κατέγραψαν αύξηση των εξαγωγών κατά 71% την περίοδο 2009 – 2017 έναντι 37% του συνόλου και 25% των λοιπών εξαγωγών εκτός πετρελαίου.
«Η σημαντική ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου με ρυθμό 9% ετησίως κατά την τελευταία οκταετία, με κινητήριο δύναμη την Κίνα (και δευτερευόντως τη Λατινική Αμερική, τη Ν. Κορέα και τη Ν. Αφρική), δημιούργησε ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη των ελληνικών εξαγωγών. Ειδικότερα, οι ελληνικές εξαγωγές εκτός Ε.Ε. αυξήθηκαν κατά 3% ετησίως στη διάρκεια της κρίσης (έναντι 7% ετησίως προ κρίσης, κυρίως εξαιτίας της μείωσης σε ΗΠΑ, Αλβανία και ΠΓΔΜ), ενώ οι ελληνικές εξαγωγές εντός Ε.Ε. διατήρησαν τον ετήσιο ρυθμό αύξησής τους στα προ κρίσης επίπεδα (6% -7% ετησίως)», επισημαίνουν χαρακτηριστικά οι αναλυτές της τράπεζας και προσθέτουν: «Τα παρακάτω προϊόντα αποτελούν το 1/3 των ελληνικών εξαγωγών και στήριξαν την εγχώρια οικονομία είτε διατηρώντας τα υψηλά μερίδια, που είχαν ήδη κατακτήσει στις διεθνείς αγορές, είτε πετυχαίνοντας σημαντική αύξηση. Λειτούργησαν, δηλαδή, ως η ατμομηχανή της εξαγωγικής προσπάθειας, συνεισφέροντας το 45% της αύξησης των ελληνικών εξαγωγών κατά την επίμαχη περίοδο και, παράλληλα, τριπλασίασαν τη στήριξή τους στο ΑΕΠ σε 0,12% ετησίως (από 0,04% τον χρόνο προ κρίσης), ενώ η συνεισφορά των λοιπών προϊόντων μειώθηκε από 0,34% σε 0,08% ετησίως».
Στην πρώτη κατηγορία, ήτοι τα προϊόντα υψηλής ανταγωνιστικότητας, που κατάφεραν να αυξήσουν ή να διατηρήσουν υψηλά μερίδια αγοράς (και τιμές) στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, δίνοντας εχέγγυα περαιτέρω ανόδου στο μέλλον, διακρίνονται κυρίως τρόφιμα με ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά, που τους προσφέρουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, όπως: καπνιστό ψάρι, ελιές, γιαούρτι, φιστίκια, φέτα, παγωτό και ελαιόλαδο. Οι ελιές, μάλιστα, αναδεικνύονται στον… πρωταθλητή της επίμαχης κατηγορίας, με μερίδιο αγοράς στις διεθνείς αγορές, που «άγγιξε» πέρυσι το 26%. Σύμφωνα με την ΕΤΕ, μόλις δύο μεσογειακές χώρες (Ισπανία και Ελλάδα) καλύπτουν το 63% της διεθνούς προσφοράς, με τις υπόλοιπες χώρες να έχουν μονοψήφια μερίδια. Τα τελευταία δύο χρόνια, ωστόσο, χώρες της βορείου Αφρικής, όπως το Μαρόκο και η Αίγυπτος, εισέρχονται δυναμικά στη διεθνή αγορά. Τη δεύτερη και τρίτη θέση κατέχουν το ελαιόλαδο και το γιαούρτι, με ποσοστά διείσδυσης 8% και 7% αντίστοιχα.
Οσον αφορά στα προϊόντα, που «αγόρασαν» μερίδιο αγοράς, με μειωμένη ή χαμηλή σχετική τιμή – κυρίως υπό την πίεση χαμηλής εσωτερικής ζήτησης – αυτά είναι κατά κύριο λόγο υλικά κατασκευών (μάρμαρο, τσιμέντο, αλουμίνιο), καθώς ο συγκεκριμένος κλάδος σημείωσε πτώση της τάξης του 40% στην περίοδο της κρίσης. Οπως σημειώνεται στη μελέτη της ΕΤΕ, η επίμαχη στρατηγική οδηγεί σε χαμηλά κέρδη ή ακόμα και ζημιές, εξασφάλισε, ωστόσο, την είσοδο στις διεθνείς αγορές. «Με την ανάκαμψη της εγχώριας αγοράς τα συγκεκριμένα προϊόντα θα έχουν την ευκαιρία να διατηρήσουν τη διεθνή τους παρουσία με καλύτερους όρους», εξηγούν οι αναλυτές. Αξίζει να επισημανθεί πως το 2017 τα μερίδια για μάρμαρο, τσιμέντο και αλουμίνιο υπολογίζονταν σε 7%, 3% και 2% αντίστοιχα.
Τέλος, τα προϊόντα που έχασαν… πόντους από τις ξένες αγορές, πιθανώς λόγω παραδοσιακών μοντέλων παραγωγής και προώθησης, είναι όσα, σύμφωνα με τη μελέτη, δεν προσαρμόστηκαν εγκαίρως (βαμβάκι, καπνός, γούνες) και άρα έχουν ανάγκη συνολικής αναπροσαρμογής στρατηγικής, προκειμένου να διατηρήσουν την ισχυρή θέση που έχουν κατακτήσει στις διεθνείς αγορές. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν τόσο η κομπόστα όσο και το φρέσκο ψάρι (τσιπούρα και λαβράκι), τα ποσοστά διείσδυσης των οποίων στις ξένες αγορές διαμορφώθηκαν πέρυσι σε 20% και 18%. Η χώρα μας, μάλιστα, κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως στις εξαγωγές και των δύο αυτών ειδών, έχοντας, όμως, να ανταγωνιστούν την Κίνα και την Τουρκία αντίστοιχα.
Ξεκίνησε, όπως είχε γράψει η aftodioikisi.gr, σήμερα 1/8/2018 και ώρα 14:00 μέχρι και την 20/8/2018 και ώρα 12η μεσημβρινή η υποβολή ηλεκτρονικών αιτήσεων από τους ενδιαφερόμενους, εγγεγραμμένους στο μητρώο του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού ανέργους, ηλικίας άνω των 18 ετών, για 30.333 θέσεις πλήρους απασχόλησης και για χρονικό διάστημα οκτώ μηνών, στο πλαίσιο της δράσης «Προώθηση της απασχόλησης μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης και της κατάρτισης, σε Δήμους, Περιφέρειες και Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας».
Η δράση στοχεύει αφενός στην άμεση αντιμετώπιση της ανεργίας πληθυσμιακών ομάδων που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία και αφετέρου στην αναβάθμιση των προσόντων των συμμετεχόντων, ώστε να διευκολυνθούν στην επανένταξή τους στην αγορά εργασίας, με κατάρτιση και παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών.