Αντίστοιχα, οι εισαγωγές στο διάστημα Ιανουαρίου - Δεκεμβρίου 2019 αυξήθηκαν κατά 1,23 δισ. ευρώ ή κατά 2,3%
Μικρή αύξηση και νέο ιστορικό ρεκόρ καταγράφουν οι εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας κατά το 2019. Η άνοδος αυτή οφείλεται στις αυξητικές τάσεις που καταγράφονται στις ελληνικές εξαγωγές προς την ΕΕ, ενώ μειωμένες είναι οι εξαγωγικές επιδόσεις προς τις Τρίτες Χώρες. Συγκεκριμένα, η αύξηση προς την ΕΕ, είναι στο 6,9%, ενώ η μείωση προς Τρίτες Χώρες είναι της τάξης του -5,8%. Οι εξαγωγές που κατευθύνονται προς χώρες της ΕΕ είναι πλέον το 55,5% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, έναντι 44,5% που κατευθύνονται προς Τρίτες Χώρες.

 

«Παρά τις δυσμενείς συνθήκες που επικράτησαν στο διεθνές περιβάλλον (εμπορικοί πόλεμοι, γεωπολιτική ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, BREXIT), οι ελληνικές εξαγωγές κατάφεραν να ξεχωρίσουν με τις επιδόσεις τους και για μια ακόμη χρονιά να πετύχουν ιστορικό ρεκόρ. Με πολλές θυσίες, αλλά και πίστη στις δυνατότητές τους, οι Έλληνες εξαγωγείς διατήρησαν τη δυναμική και διεύρυναν το αποτύπωμά τους στις διεθνείς αγορές, συνεισφέροντας τα μέγιστα στην προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας».

Αυτό σημειώνεται σε ανακοίνωση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛ-ΣΤΑΤ, οι εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, για το διάστημα Ιανουαρίου - Δεκεμβρίου του 2019, αυξήθηκαν συνολικά κατά 268 εκατ. ευρώ ή κατά 0,8% και ανήλθαν σε 33,36 δισ. ευρώ από 33,09 δισ. ευρώ, ενώ χωρίς τα πετρελαιοειδή αυξήθηκαν στα 22,68 δισ. ευρώ από 21,60 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 1,08 δισ. ευρώ ή κατά 4,99%.

Πιο αναλυτικά, οι αποστολές προς την Ε.Ε. διαμορφώθηκαν στα 18.499,1 εκ. ευρώ το 2019, από 17.309,7 εκ. ευρώ κατά το 2018. Οι εξαγωγές προς την Ευρωζώνη (19), αυξήθηκαν κατά 7% (από 12.313,4 εκ. ευρώ σε 13.180,4 εκ. ευρώ) και απορρόφησαν το 39,5% των συνολικών εξαγωγών της χώρας στο εξεταζόμενο έτος.

Οι εισαγωγές στο διάστημα Ιανουαρίου - Δεκεμβρίου 2019 αυξήθηκαν κατά 1,23 δισ. ευρώ ή κατά 2,3%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 54,07 δισ. ευρώ έναντι 52,77 δισ. ευρώ κατά το 2018. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αυξήθηκαν στα 39,1 δισ. ευρώ από 36,8 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά σχεδόν 2,3 δισ. ευρώ ή κατά 6,2%.

 

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα ενισχύθηκε το 2019 κατά 963 εκατ. ευρώ ή κατά 4,9%, στα -20,65 δισ. ευρώ από -19,69 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε στα -16,39 δισ. ευρώ από -15,21 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 1,18 δισ. ευρώ, ή κατά 7,8%.

Ποιες χώρες είναι αποδέκτες για τις περισσότερες εξαγωγές μας
Η Ιταλία εξακολουθεί και κατά το 2019 (για 9η συνεχή χρονιά) να αποτελεί το σημαντικότερο προορισμό των ελληνικών εξαγωγών ενώ στη δεύτερη θέση παραμένει η Γερμανία, όπως και κατά το 2018. Ακολουθεί η Κύπρος με άνοδο μίας θέσης στη σχετική κατάταξη και μετά η Τουρκία, προς την οποία η μείωση των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων (κατά -3%) το 2019 οδήγησαν στο να υποχωρήσει από την 3η θέση.

Ακολουθούν, η Βουλγαρία στην ίδια θέση με το 2018, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο στις θέσεις 6 έως 7, αμφότερες μία θέση παραπάνω από το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Στην 8η θέση βρίσκεται η Γαλλία (από 11η) προς την οποία καταγράφεται μεγάλη άνοδος των εξαγωγών (+17,5%) και έπεται ο Λίβανος, προς τον οποίο σημειώθηκε σημαντική μείωση των ελληνικών εξαγωγών (κατά -21,8%) και έτσι υποχώρησε από την 6η θέση που ήταν το 2018. Την πρώτη δεκάδα των κυριότερων προορισμών των ελληνικών εξαγωγών, συμπληρώνει η Ισπανία, η οποία βρισκόταν σε αυτή τη θέση και κατά το 2018.

Πλην της πρώτης δεκάδας των χωρών-πελατών των ελληνικών προϊόντων για το 2018, αξίζει να σημειωθεί, η άνοδος στην κατάταξη της Ιαπωνίας (36η θέση από 50η) σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2018, όπως και η σημαντική πτώση στη σχετική κατάταξη της Σιγκαπούρης (50η θέση από 22η).

Ως προς τους προορισμούς των ελληνικών εξαγωγών ανά οικονομική ένωση, σημειώνεται αύξηση κατά 6,9% προς την Ε.Ε. Οι αποστολές προς τις 18 χώρες της Ευρωζώνης αυξήθηκαν κατά 7%, ενώ ανοδικά κινήθηκαν οι εξαγωγές προς τις χώρες του ΟΟΣΑ, με αύξηση της τάξης του 6,6% και προς τις χώρες του G7 κατά 5,4%. Οι εξαγωγές προς τις χώρες της Οικονομικής Συνεργασίας Μαύρης Θάλασσας (ΟΣΕΠ) αυξάνονται κατά 2,6%, ενώ προς τις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες του OPEC παρέμειναν στάσιμες (-0,2%).

Αντίθετα, πτωτικά κινήθηκαν οι αποστολές ελληνικών προϊόντων προς τις BRICS κατά -4,6%, προς τις χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου η μείωση ήταν -3,2% και προς τις χώρες της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης ήταν -8,4%. Τέλος, οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές προς τις χώρες της MERCOSUR ενισχύθηκαν κατά 7,7%.

Η σύνθεση των εξαγωγών
Ως προς τη σύνθεση των εξαγωγών κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, η αύξηση κατά 0,8% προκύπτει κυρίως από τις ανοδικές τάσεις στις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων που παρουσιάζουν άνοδο κατά 7,9%. Επίσης, ενισχυμένες καταγράφονται οι εξαγωγές πρώτων υλών κατά 7,7%. Αντίθετα, οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων εμφανίζουν οριακή μείωση -1,5%, ενώ και οι εξαγωγές καυσίμων περιορίζονται κατά -7,1%. Τέλος, οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές της κατηγορίας Είδη & συναλλαγές μη ταξινομημένα μειώθηκαν κατά -4,6%.

 

Τα προϊόντα πετρελαίου αποτελούν και για το 2019, το κυριότερο εξαγώγιμο προϊόν της χώρας, παρά τη μείωση που σημείωσαν οι εξαγωγές τους (-8,0%). Στη 2η θέση, με πολύ μεγάλη αύξηση 38,9% ακολουθούν τα φάρμακα, στην 3η θέση παραμένουν τα προϊόντα αλουμινίου, ενώ στην 4η θέση ανέβηκαν οι εξαγωγές βαμβακιού με εντυπωσιακή άνοδο 55,3% (το 2018 ήταν στη 12η θέση στη σχετική λίστα). Στην 5η θέση, με άνοδο κατά μία θέση από το 2018, βρίσκονται οι εξαγωγές υπολογιστικών μηχανών και ακολουθούν τα ιχθυηρά, με υποχώρηση μίας θέσης στη σχετική λίστα από το αντίστοιχο περσινό διάστημα.

Στην 7η και 8η θέση (όπως και πέρσι) βρίσκονται οι εξαγωγές μη κατεψυγμένων λαχανικών και σωλήνων από αλουμίνιο αντίστοιχα, ενώ στην 9η (με άνοδο μίας θέσης) ανήλθαν οι εξαγωγές άλλων τυριών (των οποίων το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών είναι η φέτα), σημειώνοντας μικρή άνοδο το 2019. Η πρώτη δεκάδα κλείνει με τις εξαγωγές εμπιστευτικών προϊόντων, που κατά το 2018 ήταν στην 9η θέση της σχετικής λίστας.

https://www.ethnos.gr/

Το ούζο αποτελεί διαχρονικά το κυριότερο εξαγόμενο προϊόν της ελληνικής ποτοποιίας, καταλαμβάνοντας το 2018 το 72% (σε ποσότητα) του συνολικού όγκου εξαγωγών
Σε τροχιά ανόδου βρίσκεται η ελληνική ποτοποιία, η οποία κόντρα στα εμπόδια αναπτύσσεται και ελπίζει σε ακόμη καλύτερα αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια χάρη στην έντονη εξωστρέφεια που την διακρίνει (εξάγεται πάνω από το 67% της παραγωγής). Ναυαρχίδα των εξαγωγών είναι το ούζο, το οποίο παρ’ ότι έχει να ανταγωνισθεί αντίστοιχα ποτά από χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία έχει καταφέρει να καθιερωθεί σε μεγάλες αγορές, όπως η γερμανική.

Ειδικά στη Γερμανία κάνει θραύση, με τους Γερμανούς να καταναλώνουν περισσότερο ούζο (περίπου 1,3 εκατ. κιβώτια) απ’ ό,τι Gin (περίπου 1,2 εκατ. κιβώτια).

Μάλιστα, το ούζο αποτελεί διαχρονικά το κυριότερο εξαγόμενο προϊόν της ελληνικής ποτοποιίας, καταλαμβάνοντας το 2018 το 72% (σε ποσότητα) του συνολικού όγκου εξαγωγών. «Μάθαμε τους Γερμανούς να πίνουν ούζο και στη Γερμανία, όχι μόνο στις διακοπές τους», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΕΑΟΠ, Νίκος Καλογιάννης σε ενημερωτική εκδήλωση.

Ανάλογες προσπάθειες προώθησης του ούζου, με την βοήθεια του Enterprise Greece γίνονται και στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ αλλά και σε μεγάλες αγορές όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία, μέσα από μια διαφορετική προσέγγιση, και κυρίως ως βασικό συστατικό σε κοκτέιλ. Αξίζει να σημειωθεί πως τα έσοδα από τις εξαγωγές ελληνικών αποσταγμάτων είναι περίπου ίδια με του κρασιού, οι οποίες φέτος αναμένεται να ξεπεράσουν τα 70 εκατ. ευρώ.

Η μάχη της κατοχύρωσης πριν 30 χρόνια

Την ίδια ώρα, οι Έλληνες αποσταγματοποιοί δίνουν μάχη για να διατηρήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τη μειωμένη φορολογία στο εμφιαλωμένο τσίπουρο, παρά την καταδικαστική για την Ελλάδα απόφαση του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου. Όπως είπε ο κ. Καλογιάννης είναι προς όφελος του εθνικού συμφέροντος να παραμείνει το υπάρχον καθεστώς, τονίζοντας πως είναι σε εξέλιξη μια μεγάλη διαπραγμάτευση να πεισθούν οι ευρωπαϊκές αρχές να δώσουν τη μεγαλύτερη δυνατή παράταση στην χώρα μας.

Ο κ. Καλογιάννης ανέφερε ότι κεντρικός άξονας της επιχειρηματολογίας της ελληνικής πλευράς είναι η φορολογία που επιβαρύνει τα ελληνικά αποστάγματα είναι η μεγαλύτερη στην Ευρώπη και διπλάσια από την Γερμανία, όπου οι απολαβές των εργαζομένων είναι πολύ μεγαλύτερες απ’ ότι στην Ελλάδα, έσπευσε ωστόσο να υπογραμμίσει πως αργά ή γρήγορα η απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου, η οποία εξισώνει τον φόρο στο τσίπουρο με τα υπόλοιπα αλκοολούχα ποτά θα εφαρμοσθεί.

Όπως εξήγησε ο πρόεδρος του ΣΕΑΟΠ, το τσίπουρο απολαμβάνει εδώ και 30 χρόνια ανεπίσημα και με την ανοχή της Ένωσης καθεστώς μειωμένου κατά 50% φόρου στην ελληνική αγορά, όπως ακριβώς και το ούζο. Βέβαια το ούζο απολαμβάνει το συγκεκριμένο καθεστώς νόμιμα καθώς σε αντίθεση με το τσίπουρο πέτυχε να κατοχυρωθεί ως παραδοσιακό προϊόν. Κάτι που ο κ. Καλογιάννης χαρακτήρισε επίτευγμα με δεδομένο ότι χρειάστηκε σκληρός αγώνας και αμοιβαίες υποχωρήσεις, προκειμένου να πεισθούν τα υπόλοιπα μέλη της τότε ΕΟΚ.

Καθοριστική, σύμφωνα με τον ίδιο ήταν η συμβολή της κας. Σταυρούλας Κουράκου, η οποία τότε ηγούνταν της Επιτροπής Αλκοολούχων Ποτών του Υπουργείου Οικονομίας και είχε την ευθύνη των διαπραγματεύσεων με τις υπόλοιπες χώρες. Μάλιστα, το ίδιο καθεστώς φορολογίας εξασφάλισε και το ρούμι που παράγονταν στις περιοχές που ήταν πρώην αποικίες της Γαλλίας.

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, έρχεται τώρα να εξισώσει τη φορολογία στο τσίπουρο με τα υπόλοιπα αλκοολούχα, τερματίζοντας την ιδιότυπη ασυλία που απολάμβανε μέχρι σήμερα, χάρη στο ούζο. Να σημειωθεί πως με δεδομένο πως η συντριπτική πλειονότητα των αποσταγματοποιών στην Ελλάδα παράγει και ούζο και τσίπουρο δεν τέθηκε ποτέ θέμα καταγγελίας στα ευρωπαϊκά όργανα του ιδιότυπου αυτού καθεστώτος, το οποίο ήταν προς όφελος όλων.

1955556.jpg
Την εξίσωση της φορολογίας στο τσίπουρο αποφάσισε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
Οι «διήμεροι» και η πόρτα στο λαθρεμπόριο
Πέρα από τα παραπάνω, οι Έλληνες αποσταγματοποιοί και μέλη του ΣΕΑΟΠ ζητούν να εξισωθεί η φορολογία στους «διήμερους» παραγωγούς τσίπουρου που εμπορεύονται το προϊόν τους. Όπως είπε ο κ. Καλογιάννης, υπάρχουν αρκετοί «διήμεροι» παραγωγοί που δεν παράγουν απλά για ιδία κατανάλωση, αλλά επιδίδονται και στην εμπορία χύμα τσίπουρου, εκμεταλλευόμενοι την σχεδόν ανύπαρκτη φορολογία που επιβαρύνει το προϊόν τους. Αυτό, σημείωσε ο ίδιος, αποτελεί αθέμιτο ανταγωνισμό για τις εδραιωμένες επιχειρήσεις του χώρου που καλούνται να τους ανταγωνιστούν υπό άνισους όρους (αφού πληρώνουν αυξημένη φορολογία).

 

«Ζητάμε να παίζουμε επί ίσοις όροις… δεν έχουμε διένεξη με την παραδοσιακή παραγωγή και τους διήμερους. Λέμε απλά ότι εάν θέλει να εμπορευθεί το προϊόν του, ο διήμερος θα πρέπει να το κάνει με τους ίδιους όρους με εμάς. Δεν μπορεί να έχει μειωμένο φόρο. Αυτό αντιμαχόμαστε», έσπευσε να υπογραμμίσει ο πρόεδρος του ΣΕΑΟΠ, τονίζοντας πως αυτό θα αποβεί προς όφελος των δημόσιων εσόδων αλλά και για τους αμπελουργούς καθώς θα μπορούν πλέον να πουλάνε την πρώτη ύλη σε καλύτερες τιμές.

Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά είπε ο ίδιος, το φορολογικό καθεστώς των διήμερων εκμεταλλεύονται και αρκετοί επιτήδειοι, οι οποίοι εισάγουν βυτία ολόκληρα χύμα τσίπουρου αμφίβολης ποιότητας από τα γειτονικά κράτη, τα οποία βαφτίζουν ελληνικά και διαθέτουν στα ελληνικά εστιατόρια, σε πλήρη αγνοία του καταναλωτή. Υπολογίζεται ότι ένα στα πέντε ποτήρια χύμα τσίπουρου που καταναλώνεται σήμερα στην χώρα είναι δηλωμένο στις αρμόδιες αρχές.

 

Η αύξηση των εξαγωγών και η υλοποίηση παραγωγικών επενδύσεων ύψους 97 εκατ. σε ένα περιβάλλον εξαιρετικά έντονου ανταγωνισμού καθώς και η δημιουργία της εθνικής ταυτότητας για το ελληνικό προϊόν «Fish From Greece», αποτελούν τις σημαντικότερες εξελίξεις του κλάδου όπως καταγράφονται στην 5η ετήσια απολογιστική έκθεση του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών.

Η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια και οι αριθμοί

Αναλυτικότερα, οι πωλήσεις τσιπούρας και λαβρακιού ανήλθαν το 2018 σε 106.500 τόνους αξίας 502 εκ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση ως προς τον όγκο πωλήσεων σε σχέση με το προηγούμενο έτος, χωρίς ωστόσο αυτή η τάση να ακολουθήσει και την αξία πωλήσεων η οποία παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη λόγω της πίεσης που δέχτηκαν οι τιμές και για τα δύο είδη. Ως προς τις εξαγωγές, ο κλάδος επιβεβαίωσε και την χρονιά που πέρασε τον εξαγωγικό του χαρακτήρα και την θετική συνεισφορά του στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Συγκεκριμένα το 79% των πωλήσεων (87.155 τόνοι) αξίας σχεδόν 400 εκ. ευρώ διατέθηκε σε 32 χώρες και το υπόλοιπο στην εγχώρια αγορά. Οι κυριότερες αγορές παραμένουν παραδοσιακά η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία όπου και οι τρείς μαζί απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος της Ελληνικής παραγωγής (59% το 2018). Ενδιαφέρουσα εξέλιξη ωστόσο αποτελεί και η σημαντική αύξηση της εμπορίας τουρκικών ψαριών στην Ε.Ε. μέσω της Ελλάδας, γεγονός που αποδεικνύει την αξιοποίηση του δικτύου διανομής που έχει αναπτυχθεί στην Ελλάδα από τον κύριο ανταγωνιστή μας.

 

Σε επίπεδο επενδύσεων, εκτός από την σύμπραξη δυο διεθνών επενδυτών (Ammera Capital και Mubadala Investment Company) και την είσοδο τους στην ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια, οι επιχειρήσεις του κλάδου ξεκίνησαν την υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων επενδυτικών σχεδίων συνολικού ύψους 96,8 εκ. ευρώ με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας τους. Ως προς τις προγραμματισμένες θεσμικές μεταρρυθμίσεις, η πρόοδος που επιτεύχθηκε ήταν οριακή καθώς υπάρχουν καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού των υδατοκαλλιεργειών αλλά και στην υλοποίηση του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας & Θάλασσας, γεγονός που υποδεικνύει την ανάγκη για άμεσες και θεσμικές παρεμβάσεις.

Με αφορμή την έκδοση της ετήσιας έκθεσης, ο Γ.Δ. του Σ.Ε.Θ. κ. Πελεκανάκης δήλωσε πως παρόλο που ο κάδος βρίσκεται επιχειρηματικά σε ένα μεταβατικό στάδιο λόγω της εν εξελίξει διαδικασίας αναδιάρθρωσης των μεγαλύτερων εταιρειών, υλοποιεί μεθοδικά ένα πολυσύνθετο στρατηγικό πλάνο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του βασιζόμενο κυρίως στην δημιουργία εθνικής ταυτότητας των προϊόντων και στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας. Το πλάνο αυτό υλοποιείται και την χρονιά που διανύουμε ενώ θα συνεχιστεί και το 2020. Πρέπει ωστόσο να συνοδευτεί και από τις απαραίτητες θεσμικές μεταρρυθμίσεις διαφορετικά δεν θα επιτευχθεί ο αναμενόμενος ρυθμός ανάπτυξης με τα αναμενόμενα για τις τοπικές κοινωνίες και την ελληνική κοινωνία.».

Η Ετήσια Έκθεση ΣΕΘ 2019 είναι διαθέσιμη και μπορείτε να την δείτε κάνοντας κλικ εδώ.

Άσχημα… μαντάτα για τις ελληνικές εξαγωγές και εισαγωγές
Άσχημα είναι τα μαντάτα για τις ελληνικές εξαγωγές και εισαγωγές ελαιολάδου στη διάρκεια του Μαρτίου του 2019. Σημειώνουν - συγκυριακά - ελαφρά κάμψη, με τις εξαγωγές λαδιών να εμφανίζουν για την περίοδο Ιανουαρίου-Μαρτίου σημαντική πτώση της τάξης του 56,9%, ενώ μείωση καταγράφουν και οι κωδικοί των τροφίμων και ζώντων ζώων. Την ίδια στιγμή, άνοδο σημείωσαν οι εισαγωγές, ενώ και το εμπορικό έλλειμμα διευρύνθηκε περαιτέρω, χτυπώντας “καμπανάκι” για την ανάγκη τόνωσης της εγχώριας παραγωγής!

Ωστόσο, σύμφωνα με το neakriti, παρά την κάμψη που παρατηρείται τον μήνα Μάρτιο, οι ελληνικές εξαγωγές εξακολουθούν να κινούνται σε θετικό έδαφος στο σύνολο του πρώτου τριμήνου, αποδεικνύοντας πως αντέχουν στους διεθνείς κραδασμούς, αλλά και στα εμπόδια που εξακολουθούν να υπάρχουν στο εσωτερικό (υψηλή φορολογία, έλλειψη ρευστότητας κ.ά.).

Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων θεωρεί πως είναι η κατάλληλη στιγμή η χώρα να επενδύσει πάνω στο δίπολο “Παραγωγή-Εξωστρέφεια”, χαράσσοντας μια εθνική στρατηγική που θα υπηρετηθεί διαχρονικά και απ’ όλες τις κυβερνήσεις, προς όφελος της εθνικής οικονομίας και του κοινωνικού συνόλου.

Ειδικότερα, σύμφωνα με ανάλυση του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛ.ΣΤΑΤ., οι εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, τον Μάρτιο του 2019 υποχώρησαν κατά -103,4 εκατ. ευρώ ή κατά 3,6%, και διαμορφώθηκαν στα 2,8 δισ. ευρώ, από 2,9 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Πτωτικά κινήθηκαν οι εξαγωγές και χωρίς τα πετρελαιοειδή. Συγκεκριμένα, μειώθηκαν κατά 1,9% ή κατά 37,7 εκατ. ευρώ και περιορίστηκαν στα 1,99 δισ. ευρώ από 2,02 δισ. ευρώ.

Στο τρίμηνο είχαμε αύξηση
Αντίθετα, στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2019 οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 126,4 εκατ. ευρώ ή κατά 1,6% και ανήλθαν σε 7,99 δισ. ευρώ από 7,87 δισ. ευρώ, ενώ χωρίς τα πετρελαιοειδή αυξήθηκαν στα 5,64 δισ. ευρώ, από 5,43 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 216,4 εκατ. ευρώ ή κατά 4%.

Ανοδικά κινήθηκαν όμως και οι εισαγωγές τον Μάρτιο του 2019, καθώς αυξήθηκαν κατά 354,2 εκατ. ευρώ ή κατά 7,8% και ανήλθαν σε 4,88 δισ. ευρώ έναντι 4,53 δισ. ευρώ κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2018. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αγαθών διαμορφώθηκαν στα 3,56 δισ. ευρώ, από 3,47 δισ. ευρώ, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 91,8 εκατ. ευρώ ή κατά 2,6%. Οι εισαγωγές στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2019 αυξήθηκαν κατά 766,8 εκατ. ευρώ ή κατά 5,8%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 13,96 δισ. ευρώ έναντι 13,19 δισ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2018. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αυξήθηκαν στα 10,33 δισ. ευρώ από 9,74 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 598,1 εκατ. ευρώ ή κατά 6,1%. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε τον Μάρτιο του 2019 κατά περίπου 457,6 εκατ. ευρώ ή κατά 28,1%, στα 2,08 δισ. ευρώ από 1,63 δισ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2018. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε στα 1,58 δισ. ευρώ από 1,45 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 129,5 εκατ. ευρώ, ή κατά 9%. Στο πρώτο τρίμηνο του 2019 το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 640,4 εκατ. ευρώ ή κατά 12%, στα 5,96 δισ. ευρώ από 5,32 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε στα 4,69 δισ. ευρώ από 4,31 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 381,7 εκατ. ευρώ ή κατά 8,9%.
Μειωμένη έως και 50% η φετινή παραγωγή ελαιολάδου
Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου κ. Μανόλης Αλιφιεράκης σχολίασε τα στοιχεία αυτά, λέγοντας στην εφημερίδα “Νέα Κρήτη” ότι, «αν αναφερθούμε περισσότερο στις εξαγωγές της Κρήτης, θα πρέπει να πούμε ότι σε ένα μεγάλο βαθμό εξαρτώνται από την παραγωγή και κατά συνέπεια εξαγωγή του ελαιολάδου. Γιατί το λέμε αυτό; Γιατί αυτό είναι ένα προϊόν βασικό, που έχει μια πάρα πολύ μεγάλη συμμετοχή στο εξαγωγικό ισοζύγιο της Κρήτης. Τι σημαίνει αυτό; Ότι κάποια χρονιά, όταν η παραγωγή είναι μειωμένη ή συμβαίνει από άλλες χώρες να έχουμε καλύτερες τιμές και κατά συνέπεια μεγαλύτερη παραγωγή σε σχέση με τη δική μας παραγωγή, βλέπουμε να επηρεάζονται αρνητικά και οι δικές μας εξαγωγές. Αυτό έχω να πω σαν γενικότερη παρατήρηση. Τα υπόλοιπα προϊόντα εξαρτώνται και από καιρικές συνθήκες, αλλά και από άλλους παράγοντες. Συμμετέχουν και τα άλλα προϊόντα, βέβαια, στο ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών, αλλά σίγουρα δεν έχουμε μια σταθερότητα»...

«Χάνουμε την αυτάρκειά μας»
Στο μεταξύ, ο Μανόλης Αλιφιεράκης τονίζει ότι «είναι γεγονός αυτό που λέμε διαρκώς, ότι χάνουμε την αυτάρκειά μας. Και πρέπει να επενδύουμε περισσότερο στον παραγωγικό μας τομέα. Να βρίσκουμε εναλλακτικές λύσεις και να στοχεύουμε εκεί. Γιατί διαφορετικά είμαστε άξιοι της μοίρας μας»...

Την ίδια ώρα, έχουμε όμως και μια δυναμικότητα εξαγωγών στο αλουμίνιο, το αλάτι, τα λίπη και το λάδι, τον γύψο, το θείο, τα φυτά και τα φυτικά εκχυλίσματα. Όπως εξηγεί ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου Μανόλης Αλιφιεράκης, «ασφαλώς και γίνεται προσπάθεια. Το θέμα είναι όμως ότι πρέπει να επενδύουμε σε πιο σίγουρα προϊόντα. Δηλαδή, αφού βρισκόμαστε σε μια εποχή που οι εξελίξεις “τρέχουν” πάρα πολύ γρήγορα, πρέπει να καινοτομούμε. Και ας μην επενδύουμε μόνο στα αγροτικά προϊόντα που παρουσιάζουν μια αστάθεια. Ας επενδύουμε και στα βιομηχανικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα στο αλουμίνιο, όπου είμαστε δυνατοί σαν χώρα. Νομίζω όμως και σε άλλα προϊόντα, που έχουν σχέση με τον ορυκτό μας πλούτο και τη διατροφή»...

Καταλήγοντας, ο κ. Αλιφιεράκης συμφώνησε, τέλος, ότι ως χώρα δεν είμαστε και στη χειρότερη φάση της εξαγωγικής μας δραστηριότητας, αλλά δεν έχουμε κάνει και τα βήματα που θα έπρεπε εδώ και δεκαετίες για να ανακτήσουμε τη χαμένη μας αυτάρκεια σε μια σειρά από προϊόντα, επενδύοντας στην παραγωγή τους ώστε να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τα εισαγόμενα

https://www.ethnos.gr/

Υψηλά περιθώρια ανάπτυξης τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας καταγράφει ο κλάδος του γιαουρτιού, οι πωλήσεις του οποίου για φέτος αναμένεται να σημειώσουν αύξηση 10%.

Το ελληνικό γιαούρτι έχει αναδειχτεί στο πλέον δυναμικό εξαγωγικό προϊόν της χώρας, μετά το ελαιόλαδο και τα ψάρια, με τις μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες της χώρας να επενδύουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για αύξηση της παραγωγικής τους δυναμικότητας ή για είσοδο σε νέες αγορές.

Σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται στην τέταρτη θέση παγκοσμίως με μερίδιο της τάξης του 7% σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές γιαουρτιού, οι οποίες την 8ετία 2009 – 2017, καταγράφουν τριψήφια ποσοστά ρυθμών ανάπτυξης.

Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σε αυτά τα χρόνια η ζήτηση από την Ιταλία αυξήθηκε κατά 646% και πλέον η γειτονική χώρα αποτελεί το βασικό προορισμό του ελληνικού γιαουρτιού (42% των εξαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος καταλήγουν εκεί).

Στο Ηνωμένο Βασίλειο εξάγεται το 22% του ελληνικού γιαουρτιού, στην Αυστρία το 6%, ενώ υπάρχουν και ανερχόμενες αγορές, όπως αυτή της Νορβηγίας.

ΦΑΓΕ
Ηγετική θέση στην εγχώρια αγορά γιαουρτιού κατέχει η ΦΑΓΕ, ενώ σημαντική είναι και η παρουσία της στις αγορές του εξωτερικού.

Πρόσφατα, η θυγατρική της ΦΑΓΕ στην Αμερική προχώρησε στη δημιουργία νέας γραμμής παραγωγής στο εργοστάσιο του Johnstown, η οποία αυξάνει σημαντικά την παραγωγική δυναμικότητα της μονάδας, που υπολογίζεται ότι φτάνει τους 160.000 τόνους γιαουρτιού ετησίως, από περίπου 120.000 τόνους.

Η γαλακτοβιομηχανία έχει σχεδιάσει εδώ και αρκετούς μήνες μονάδα παραγωγής γιαουρτιού στο Λουξεμβούργο, προϋπολογισμού 100 εκατ. ευρώ, η οποία όμως έχει «κολλήσει» στην εξασφάλιση των περιβαλλοντικών αδειών από τις αρχές της χώρας.

Στην Ελλάδα, οι πωλήσεις της εταιρείας υποχώρησαν κατά 7,4%, ενώ στις ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 15,9%. Αντίθετα στην Ιταλία, οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 3,3%.

ΔΕΛΤΑ
Το περασμένο καλοκαίρι, η Δέλτα, θυγατρική της Vivartia, παρουσίασε το διπλοστραγγιστό γιαούρτι. Πρόκειται για μια δική της κατοχυρωμένη πατέντα, ενώ για τον τεχνολογικό εξοπλισμό υλοποιήθηκε επένδυση 5,5 εκατ. ευρώ. Με το συγκεκριμένο προϊόν η εταιρεία επιδιώκει να γίνει market leader στον κλάδο γιαούρτης από τη δεύτερη θέση στην οποία βρίσκεται σήμερα.

Η ΔΕΛΤΑ κατέχει τη δεύτερη θέση σε μερίδια αγοράς με βάση την αξία (17%) και την τρίτη θέση (15%) με βάση τον όγκο στην κατηγορία του γιαουρτιού. Ειδικά το στραγγιστό γιαούρτι, κατηγορία στην οποία ανήκει και το νέο προϊόν, αποτελεί το 63% του όγκου της συνολικής αγοράς γιαουρτιού στην Ελλάδα και το 57% της αξίας της.

Κρι Κρι
Τον κώδωνα του κινδύνου, για το ενδεχόμενο επιβολής τελωνειακών ελέγχων, λόγω Brexit, κρούει η διοίκηση της σερραϊκής γαλακτοβιομηχανίας Κρι Κρι, καθώς οι πωλήσεις της προς το Ηνωμένο Βασίλειο αντιπροσωπεύουν το 1/5 των συνολικών της πωλήσεων - αγγίζουν τα 17,2 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο στην παρούσα φάση δεν θα πρέπει να θεωρείται τίποτα δεδομένο καθώς οι παράμετροι του Βrexit δεν έχουν ακόμη καθοριστεί.

Το 2018, οι πωλήσεις της Κρι Κρι ενισχύθηκαν κατά 18,9% στα 94,234 εκατ. ευρώ, με τις εξαγωγές της να σημειώνουν αύξηση 41,7%, οι οποίες αποτελούν πλέον το 36,3% των συνολικών πωλήσεων της.

Στην ελληνική αγορά γιαούρτης, κατέχει τη δεύτερη θέση σε όγκο, και οι πωλήσεις της ενισχύθηκαν κατά 8,3%.

Στην ελληνική αγορά, οι πωλήσεις εμφανίζουν αύξηση +8,3%. Στον τομέα αυτό, η εταιρεία εστιάζει στη μεγάλη κατηγορία του στραγγιστού γιαουρτιού καταφέρνοντας μία αύξηση μεριδίου στην κατηγορία κατά +1.2%.

Επίσης, ενίσχυσε τη θέση της και στις υπόλοιπες προϊοντικές κατηγορίες, οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερη δυναμική, όπως είναι οι κατηγορίες των γιαουρτιών αγελάδος, των λειτουργικών γιαουρτιών, αλλά και των παιδικών, όπου κατέχει την πρώτη θέση με μερίδιο σε όγκο 38,6%. Συνολικά το μερίδιο της Κρι Κρι σε όγκο αυξήθηκε από 14,2% στο 15,2% (στοιχεία IRI, Δεκ. 2018).

Όσον αφορά στις επενδύσεις, η Κρι Κρι έχει εκπονήσει και υλοποιεί σχέδια, με σκοπό την αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας, αλλά και την τεχνολογική αναβάθμιση, των εργοστασίων γιαουρτιού και παγωτού. Σχέδια συνολικού προϋπολογισμού €18 εκ. έχουν ενταχθεί στις διατάξεις του αναπτυξιακού νόμου.

ΜΕΒΓΑΛ
Νέο στραγγιστό γιαούρτι έβγαλε στην αγορά η βορειοελλαδίτικη γαλακτοβιομηχανία ΜΕΒΓΑΛ με στόχο τον τριπλασιασμό των πωλήσεων της συγκεκριμένης κατηγορίας σε ορίζοντα τριετίας.

Το ύψος της επένδυσης έφτασε τα 5,3 εκατ. ευρώ, ενώ τα μεγέθη του 2018 έτρεξαν με περίπου 10% ανάπτυξη. Εκτιμάται ότι ο κύκλος εργασιών ανήλθε στα 121,5 εκατ. ευρώ, τα λειτουργικά κέρδη (EBITDA) σε 9,5 εκατ. ευρώ ενώ ο κύκλος εργασιών του εξωτερικού τα 36,7 εκατ. ευρώ.

Οι πωλήσεις εκτός Ελλάδας αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά με την είσοδο της ΜΕΒΓΑΛ στην αγορά του Ισραήλ, με επώνυμη φέτα και με γιαούρτι ιδιωτικής ετικέτας, με την επέκταση της συνεργασίας της στην Ολλανδία αλλά και η επαναδιείσδυση στη βρετανική αγορά με γιαούρτια ιδιωτικής ετικέτας για λογαριασμό μεγάλης αλυσίδας σούπερ μάρκετ.

Σημειώνεται ότι η ΜΕΒΓΑΛ έχει ήδη παρουσία σε 36 χώρες ενώ το μερίδιό της στο σύνολο των γαλακτοκομικών που εξάγει η Ελλάδα είναι 18,07%.

ΔΩΔΩΝΗ
Σε 50 χώρες του εξωτερικού εξάγει σήμερα η Δωδώνη, με την Αυστραλία να είναι η πρώτη εξαγωγική χώρα της γαλακτοβιομηχανίας.

Το 2018 η εταιρεία έκλεισε με πωλήσεις 130 εκατ. ευρώ (περιλαμβάνεται και η αγορά της Κύπρου) έναντι 115 εκατ ευρώ το 2017, ενώ ο τζίρος που αποκομίζει από τις εξαγωγές ανέρχεται στα 35 εκατ. ευρώ με 38 εκατ ευρώ, με στόχο να αυξηθούν για το 2019 κατά 3% -5%.

Σήμερα η ΔΩΔΩΝΗ κατέχει την τρίτη θέση στην αγορά γιαουρτιού με μερίδιο αγοράς 10%.

Πρόσφατα η Δωδώνη προχώρησε στην επένδυση ύψους 2 εκατ ευρώ, ώστε να προχωρήσει παραγωγή του νέου της προϊόντος, ΔΩΔΩΝΗ Ηπειρώτικο Στραγγιστό.

Το τελευταίο γαλακτοκομικό προϊόν της βιομηχανίας της Ηπείρου παράγεται από 100% ηπειρώτικο φρέσκο γάλα, το οποίο συλλέγει καθημερινά η ΔΩΔΩΝΗ από 60 επιλεγμένες φάρμες της Ηπείρου, τις οποίες υποστηρίζει τεχνικά καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

https://www.economistas.gr

ferriesingreece2

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot