Στο ενδεχόμενο μιας τουρκικής εισβολής σε κάποιο μικρό ελληνικό νησί, όπως το Καστελλόριζο, αναφέρεται άρθρο που δημοσιεύει ο Economist την Πέμπτη.
Σύμφωνα με τον Economist, «το Καστελλόριζο βρέθηκε πρόσφατα στο επίκεντρο μιας διαμάχης μεταξύ της Ελλάδας – στην οποία ανήκει το νησί – και της Τουρκίας».

Όπως σημειώνει ο συντάκτης του άρθρου, «η Ελλάδα λέει ότι το Καστελλόριζο απολαμβάνει μια περιοχή υφαλοκρηπίδας, ή ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων, σύμφωνα με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας. Η Τουρκία λέει ότι το Καστελλόριζο είναι πολύ μικρό και απέχει πολύ από την ελληνική ηπειρωτική χώρα για να δικαιούται ζώνη. Η ελληνική διεκδίκηση αποκλείει την Τουρκία από τη Μεσόγειο, καταγγέλλει η Τουρκία».

Εν συνεχεία, ο αρθρογράφος του Economist αναφέρεται στις απειλές που εκτοξεύει κατά της Ελλάδας ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ότι τουρκικοί βαλλιστικοί πύραυλοι θα μπορούσαν να πλήξουν την Αθήν, αλλά και τη φράση «μπορεί να έρθουμε ξαφνικά μια νύχτα».

«Η Τουρκία κατηγορεί τους Έλληνες ότι στρατιωτικοποιούν τα νησιά, κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών. Πέρυσι, τουρκικά μέσα ενημέρωσης δημοσίευσαν εικόνες, που είχαν ληφθεί από drones, οι οποίες έδειχναν παραδόσεις τεθωρακισμένων οχημάτων σε ορισμένα από τα νησιά. Η Ελλάδα δεν αρνείται την αποστολή νέων στρατευμάτων, αλλά λέει ότι το κάνει μόνο για αμυντικούς σκοπούς», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Economist.

Σημειώνει δε: «Με τις εκλογές που έχουν προγραμματιστεί τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία φέτος, οι εθνικιστές και στις δύο πλευρές μπορεί να μπουν στον πειρασμό να ξιφουλκήσουν».

Πηγή: liberal.gr

Καθώς η μία χώρα μετά την άλλη αίρει σταδιακά τα περιοριστικά μέτρα κατά του κορονοϊού o “Economist” έχει ένα βασικό μήνυμα.

Κι αυτό είναι πως από εδώ και πέρα πρέπει να αποφευχθούν τα άνευ διακρίσεως lockdowns που κάνουν μεγάλη οικονομική και κοινωνική ζημιά, πρέπει να γίνονται πολλά τεστ για να μην είναι «τυφλές» οι αρμόδιες υγειονομικές αρχές και πρέπει η προσοχή να εστιαστεί ιδίως στην προστασία των ευπαθών ομάδων και στον έλεγχο των εστιών υπερ-μετάδοσης του κορονοϊού.

“Τρομακτικό το τίμημα των μέτρων”

Η επιβολή εγκλεισμού στο σπίτι και lockdown σε πάνω από το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού – κάτι άνευ προηγουμένου στην ιστορία- «ήταν ένα μέτρο απελπισίας για μια απελπισμένη εποχή. Επιβράδυνε την πανδημία, αλλά με τρομακτικό τίμημα». Γι’ αυτό, κατά το έγκυρο βρετανικό περιοδικό, «μολονότι η κοινωνική αποστασιοποίηση μπορεί να παραμείνει για μήνες ή και για χρόνια, τα lockdowns μπορούν να είναι μόνο προσωρινά, καθώς γίνεται ξεκάθαρο πόσο κόστος έχουν, ιδίως για τις φτωχές χώρες».

 Ο συνδυασμός πανδημίας και lockdown μπορεί να οδηγήσει έως 420 εκατομμύρια ανθρώπους σε απόλυτη φτώχεια, δηλαδή σε διαβίωση με λιγότερο από 1,90 δολάρια τη μέρα, πράγμα που θα αυξήσει το σύνολο των φτωχών στη Γη κατά τα δύο τρίτα και θα αποτελέσει πισωγύρισμα κατά μια δεκαετία στον αγώνα κατά της φτώχειας. Η κατάσταση στις πλούσιες χώρες είναι λιγότερο δραματική, αλλά παρόλα αυτή ανησυχητική και οι επιπτώσεις στην αγορά εργασίας μπορεί να διαρκέσουν για χρόνια.

“Περισσότερα τεστ σε ευπαθείς ομάδες”

Ο «Economist» τονίζει την ανάγκη, καθώς η άρση του lockdown αυξάνει τον κίνδυνο ενός δεύτερου επιδημικού κύματος, η προσοχή «να εστιάσει στα μέρη και στους ανθρώπους που είναι πιθανότερο να εξαπλώσουν τη νόσο», όπως π.χ. στους οίκους ευγηρίας. Για να γίνει πετυχημένα αυτό, «χρειάζονται δεδομένα από τεστ που θα παρέχουν μια λεπτομερή εικόνα του πώς εξαπλώνεται η νόσος…Χωρίς τεστ μια χώρα είναι τυφλή. Οπλισμένες με δεδομένα, οι κυβερνήσεις μπορούν συνεχώς να αναθεωρούν τις πολιτικές τους».

Για τα σχολεία, αναφέρει ότι «το κλείσιμο τους βλάπτει τα παιδιά και εμποδίζει τους γονείς να εργασθούν, ενώ αντίθετα με τη γρίπη, τα οφέλη για την υγεία δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλα. Τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν ξανά, υπό συνθήκες που μειώνουν τον κίνδυνο για τους εκπαιδευτικούς και τους ευάλωτους μαθητές». Από την άλλη, «οι αγορές πρέπει να παραμείνουν ανοικτές, αλλά με περιορισμό των κοινωνικών επαφών».

Ο τελικός στόχος «θα είναι να προστατευθούν όσοι είναι πιθανότερο να εμφανίσουν σοβαρά συμπτώματα από την έκθεση στον κορονοϊό». Στις ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως δείχνουν τα στοιχεία από όλο τον κόσμο, ανήκουν κατ’ εξοχήν όσοι έχουν παχυσαρκία, διαβήτη, καρκίνο ή έχουν κάνει μεταμόσχευση. Οι ηλικιωμένοι άνδρες κινδυνεύουν περισσότερο, ιδίως αν έχουν υποκείμενο νόσημα. Ένας εξηντάρης π.χ. έχει διπλάσια πιθανότητα να πεθάνει από Covid-19 σε σχέση με ένα πενηντάρη. Μετά τα 70 ένας άνθρωπος, ιδίως άνδρας, ακόμη κι αν είναι υγιής κατά τα άλλα, αντιμετωπίζει σημαντικό κίνδυνο από τον κορονοϊό.

“Το 20% του πληθυσμού κινδυνεύει σοβαρά”

Σύμφωνα με μια εκτίμηση, περίπου το 20% του πληθυσμού κινδυνεύει περισσότερο από κορονοϊό, ενώ θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο έξτρα κίνδυνος για μειονοτικές ομάδες και μετανάστες-πρόσφυγες ιδίως σε δομές φιλοξενίας. Μερικοί χώροι εργασίας (π.χ. σφαγεία, καθώς ο ιός επιβιώνει καλύτερα σε χαμηλές θερμοκρασίες), ιδίως είναι πολύ πιο επικίνδυνοι από άλλους και χρειάζονται ειδική προσοχή.

Ο κανόνας για τις κυβερνήσεις, όσον αφορά «την επόμενη πολύ μακρύτερης διάρκειας δεύτερη φάση», πρέπει να είναι «να εντοπίζουν τις ομάδες σε κίνδυνο, να σχεδιάζουν και να εφαρμόζουν πολιτικές γι’ αυτές. Να εξηγούν αυτές τις πολιτικές, ώστε οι ευάλωτοι άνθρωποι να αλλάζουν τη συμπεριφορά τους χωρίς να γίνονται αποδιοπομπαίοι τράγοι. Να παρέχουν ζωτικές υποδομές και να είναι έτοιμες να προσαρμοστούν, καθώς εμφανίζονται νέα δεδομένα. Αυτό θα διακρίνει τις χώρες όπου η κυβέρνηση δουλεύει αποτελεσματικά από εκείνες που δεν δουλεύει. Αυτό που διακυβεύεται δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο».

Κοινός στόχος, κατά τον Economist, είναι «τα επόμενα κύματα Covid-19 να είναι μικρότερα και λιγότερο επιζήμια για την κοινωνική ζωή και τις εθνικές οικονομίες».

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ

Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει καταφέρει να οδηγήσει την ελληνική οικονομία έως τον αεροδιάδρομο και ό,τι ακολουθήσει θα καθορίσει αν τελικά αυτή θα απογειωθεί, αναφέρει δημοσίευμα του περιοδικού Economist, με τίτλο: «Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να εξασφαλίσει ότι η ελληνική οικονομία θα αρχίσει να αναπτύσσεται ξανά;» και υπότιτλο: «Θα πρέπει να διορθώσει το τραπεζικό σύστημα, να χαλαρώσει τη δημοσιονομική πολιτική και να μειώσει τη γραφειοκρατία».

«Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη είναι ακόμη στην περίοδο του μέλιτος. Οι επιχειρήσεις είναι ενθουσιασμένες από μία ξεκάθαρα κεντροδεξιά κυβέρνηση. Το οικονομικό κλίμα βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο 12 ετών. Οι επενδυτές είναι αισιόδοξοι: η διαφορά των αποδόσεων των ελληνικών 10ετών ομολόγων από αυτές των αντίστοιχων γερμανικών ομολόγων έχει μειωθεί στο μισό φέτος. Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς ότι η αισιοδοξία αυτή θα ξεκινήσει έναν ενάρετο κύκλο. Καθώς η οικονομία αναπτύσσεται, οι μεταρρυθμίσεις γίνονται ευκολότερες», σημειώνει το δημοσίευμα, προσθέτοντας: «Αν, όμως, ήταν εύκολη η διόρθωση της κατάστασης μίας χώρας, η Ελλάδα θα είχε ήδη πλησιάσει την υπόλοιπη ΕΕ. Και η περίοδος του μέλιτος για την κυβέρνηση μπορεί να σπαταληθεί – ιδιαίτερα όταν η απόδοση πολλών από τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις θα πάρει χρόνια – όπως η ολοκλήρωση των κατασκευαστικών έργων στο Ελληνικό».

Ο Economist σημειώνει ότι ο πρωθυπουργός θέλει να μετατρέψει το Ελληνικό σε ένα σύμβολο όχι των εμποδίων για το επιχειρείν στην Ελλάδα, αλλά του νέου ανοίγματος της χώρας στο εμπόριο. Οι άδειες, σημειώνει, έχουν προχωρήσει γρήγορα και οι ανάδοχοι του έργου ελπίζουν ότι θα βάλουν μπροστά τις μπουλντόζες το επόμενο έτος. «Θα χρειαστούν, όμως, πολύ περισσότερα από την έγκριση ενός μεγάλου επενδυτικού σχεδίου για την αναζωογόνηση της ελληνικής οικονομίας», σημειώνει το δημοσίευμα, προσθέτοντας: «Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να αντιμετωπίσει τη δίδυμη κληρονομιά της κρίσης: τις αδρανοποιημένες τράπεζες και την παραλυτικά σφιχτή δημοσιονομική πολιτική. Θα πρέπει, επίσης, να προσπαθήσει να μεταρρυθμίσει τη γραφειοκρατία που ταιριάζει περισσότερο σε αναπτυσσόμενη χώρα παρά σε μέλος ενός μεγάλου νομισματικού μπλοκ».

Η Ελλάδα πρέπει να λάβει μια μεγάλη ελάφρυνση χρέους – Η Ευρώπη να σταματήσει να υποκρίνεται
Ο Economist αναφέρεται στη συμφωνία του 2018 για το χρέος, με την οποία επιμηκύνθηκαν ορισμένα δάνεια της Ελλάδας και υπήρξε κάποια ελάφρυνση στα επιτόκια με αντάλλαγμα τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και δρακόντειους δημοσιονομικούς στόχους, όπως πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ ετησίως έως το 2022 και 2,2% κατά μέσον όρο έως το 2060.

«Το ότι αυτοί οι στόχοι είναι εξωπραγματικοί αποτελεί κοινό μυστικό», αναφέρει το άρθρο. «Όπως τονίζει το ΔΝΤ, θα χρειαστεί τελικά πραγματική ελάφρυνση χρέους και καθώς η οικονομία είναι ακόμη συμπιεσμένη, υπάρχει ισχυρό επιχείρημα για κάποια δημοσιονομική χαλάρωση τώρα», προσθέτει.

«Οι τιμωρητικοί όροι της συμφωνίας του 2018 αντανακλούν μία δυσπιστία. Οι πολιτικοί του Βορρά δεν θα μπορούσαν να πουλήσουν μία συμφωνία στις πατρίδες τους, η οποία θα φαινόταν ότι άφηναν την Ελλάδα να τη γλιτώσει», σημειώνει το άρθρο. «Από την πλευρά της, η Ελλάδα απέφυγε τις μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για να μπορέσει να αναπτυχθεί αρκετά γρήγορα ώστε να συγκλίνει με την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Η προηγούμενη κυβέρνηση, υπό τον ΣΥΡΙΖΑ, πέτυχε τους δημοσιονομικούς στόχους της αλλά παραμέλησε τις μεταρρυθμίσεις», συνεχίζει το άρθρο, προσθέτοντας: «Υπάρχει διέξοδος. Όταν οι Έλληνες ψήφισαν τον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος κινήθηκε σε μία μεταρρυθμιστική πλατφόρμα, γύρισαν την πλάτη τους στον λαϊκισμό. Οι πιστωτές πρέπει να εκλάβουν αυτό ως μία ένδειξη καλής πίστης. Θα πρέπει επίσης να θέσουν έναν νέο στόχο – ότι, σε αντάλλαγμα για τις μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα πρέπει να λάβει μία απομείωση του χρέους της που είναι αρκετά μεγάλη για να επιτρέψει τη βιώσιμη εξυπηρέτηση του χρέους της χωρίς να έχει πρωτογενές πλεόνασμα. Κατά την περίοδο αυτή, με την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα περνά τα ορόσημα των μεταρρυθμίσεων, οι στόχοι της για το δημοσιονομικό πλεόνασμα πρέπει σταδιακά να χαλαρώνουν. Ως χειρονομία καλής θέλησης, η ΕΕ θα μπορούσε εν τω μεταξύ να αποδεσμεύει πάνω από 1 δισ.. ευρώ από κέρδη από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων για να δώσει στην Ελλάδα πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο».

Θετικές προοπτικές για τον τουρισμό στην Ελλάδα σημειώνει το περιοδικό σε twitter

Δημοφιλείς ελληνικοί τουριστικοί προορισμοί, όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη θα είναι φέτος γεμάτες με περισσότερο κόσμο από κάθε άλλο καλοκαίρι, τονίζει με ανάρτησή του στο twitter ο Economist.

Όπως σημειώνεται, οι Έλληνες ξενοδόχοι και ταξιδιωτικοί πράκτορες αναφέρουν ότι οι κρατήσεις μέχρι στιγμής υποδηλώνουν ότι το ρεκόρ αφίξεων που καταγράφηκε πέρσι – 30 εκατομμύρια- θα καταρριφθεί εύκολα αυτή την χρονιά.

Έπειτα από επτά χρόνια κρίσης, οι τιμές στην Κέρκυρα και την Κρήτη είναι πιο ευνοϊκές συγκριτικά με εκείνες τουριστικών προορισμών της Ισπανίας.

Την ίδια στιγμή, ανταγωνιστικοί προορισμοί στην Τουρκία για την ίδια περίοδο θεωρούνται ένα λιγότερο ασφαλές ταξίδι, σύμφωνα με τον Economist.

Η Ελλάδα αναμένει αύξηση Βρετανών, Γερμανών και Ρώσων τουριστών – αλλά ίσως βρει δύσκολο να τους πείσει να δαπανήσουν γενναιόδωρα κατά την διαμονή τους.

Κατά μέσο όρο, ο χρόνος διαμονής και η κατανάλωση των τουριστών σε τοπικά ξενοδοχεία και καταλύματα είναι μικρότερη σε σύγκριση με δώδεκα χρόνια πριν.

Εντούτοις, οι προοπτικές είναι θετικές.

Με τη γερμανική Fraport να έχει αναλάβει τον έλεγχο των περιφερειακών αεροδρομίων, ειδικοί της τουριστικής αγοράς προβλέπουν πως ο αριθμός αφίξεων στην Ελλάδα θα αγγίξει τα 40 εκατομμύρια έως το 2022.

Τουλάχιστον ένας τομέας της ελληνικής οικονομίας είναι σε εξαιρετική κατάσταση, καταλήγει η ανάρτηση.

ΒΗΜΑ

 

Τον προβληματισμό του για την πορεία της Ευρώπης, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην Αγγλία, εξέφρασε επίσης ο πρωθυπουργός, μιλώντας στο Συνέδριο του Economist.

«Ως Ευρώπη, μπαίνουμε σε μια περίοδο αναστοχασμού, εσωστρέφειας και βαθέως προβληματισμού γύρω από το μέλλον και την πορεία της Ένωσης» δήλωσε για να προσθέσει: «Είναι πλέον σαφές ότι δεν μπορεί να προχωρήσει το ευρωπαϊκό εγχείρημα αν στα δύσκολα επανέρχονται οι εθνικές στρατηγικές και αναζητούνται αποδιοπομπαίοι τράγοι να φορτωθούν τις ευθύνες»,

Πρόσθεσε ότι είναι η παγίωση της άνισης οικονομικής ισχύος και της εισοδηματικής απόκλισης που αμφισβητεί τη θεσμική ισοτιμία των κρατών μελών, τροφοδοτεί τον ευρωσκεπτικισμό και υπονομεύει την προοπτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Ο Αλέξης Τσίπρας, παραδέχθηκε: «Ολοι αναγνωρίζουν είτε δημοσίως είτε ιδιωτικώς ότι είναι απολύτως αδύνατον να διατηρηθούν πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% μετά το 2018 αν δεν θέλουμε να πνίξουμε την ελληνική οικονομία και αν δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε συνθήκες διαρκούς και μακροχρόνιας στασιμότητας». Οπως σημείωσε μάλιστα «τα πρωτογενή πλεονάσματα με δεδομένα τα αποτελέσματα της υφεσιακής εξαετίας σε κράτος, κοινωνία και εργαζόμενους, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τα 1,5 με 2%. Αυτό είναι κοινό μυστικό, είπε ο πρωθυπουργός και τόνισε ότι «ας μη κάνουμε ότι ξαφνιαζόμαστε ή ότι ανακαλύπτουμε την Αμερική όταν μιλάμε για αυτό».

Και επεσήμανε ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει την γρηγορότερη δυνατή εξειδίκευση των μέτρων της συμφωνίας για το χρέος και την αναθεώρηση προς τα κάτω των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018, ώστε να αρθεί οριστικά η αβεβαιότητα γύρω από την προοπτική της ελληνικής οικονομίας.

Στο σημείο αυτό άσκησε έντονη κριτική κατά των προηγούμενων κυβερνήσεων υπενθυμίζοντας ότι η συμφωνία του 2012 προέβλεπε πρωτογενή πλεονάσματα 4,5% από το 2016 μέχρι το 2031 και πρόσθεσε ότι παρά λοιπόν το γεγονός ότι όλοι γνώριζαν πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο και οικονομικά και κοινωνικά, προσποιούνταν ότι όλα πηγαίνουν καλά. Αυτή την πρακτική της μετάθεσης του προβλήματος και της προσποίησης, οφείλουμε όλοι να την σταματήσουμε, είπε ο κ. Τσίπρας.

«Το φετινό Συνέδριο του Economist λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο όπου η ελληνική οικονομία εισέρχεται σε εντελώς νέα φάση. Πρόκειται, μετά από πολύ καιρό, για μια περίοδο σταθερότητας και ανάκαμψης» σημείωσε ο Πρωθυπουργός για να προσθέσει: «Η χώρα βγαίνει από την εκκρεμότητα και προχωρά δυναμικά στην ανάκτηση του χαμένου χρόνου και στη διόρθωση των απωλειών που άφησε η βαθιά ύφεση των προηγούμενων έξι ετών».

Οπως είπε, έχουμε μια συμφωνία που δίνει για πρώτη φορά περιθώρια αισιοδοξίας για την οριστική έξοδο από την κρίση και προοπτική στην ελληνική οικονομία και στον δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό.

Αναφερόμενος ειδικά στο ζήτημα του χρέους, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι «η δεσμευτική εγγύηση των εταίρων μας για άμεσες παρεμβάσεις ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του κι ο καθορισμός ανώτατου ορίου στην εξυπηρέτησή του της τάξης του 15% του ΑΕΠ ετησίως, στέλνουν ισχυρότατο μήνυμα στις αγορές και τους διεθνείς επενδυτές ότι η ανάπτυξη της Ελλάδας δεν θα παρεμποδίζεται από την εξυπηρέτηση του χρέους».

«Κι αυτή είναι η πιο στέρεα έννοια βιωσιμότητας», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.

«Σε αυτό το ασφαλές πλαίσιο πρέπει να θέσουμε σήμερα, τις βάσεις για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας με στόχο τη «δίκαιη ανάπτυξη» και με απόλυτη προτεραιότητα την μείωση της ανεργίας στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, για να φθάσουμε επιτέλους στην κανονικότητα», τόνισε επίσης ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.

Ο κ. Τσίπρας πρόσθεσε: «Να επιμερίσουμε δίκαια τα οφέλη της ανάπτυξης ανέφερε και υπογράμμισε πως το μεταρρυθμιστικό σχέδιο της κυβέρνησης περιλαμβάνει τον δομικό μετασχηματισμό του κράτους, το χτύπημα στην άνιση και εκλεκτική φορολογική μεταχείριση, την μεγιστοποίηση της κοινωνικής απόδοσης και του τελευταίου ευρώ του Έλληνα φορολογούμενου και την προώθηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου με επενδύσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας που εξασφαλίζουν νέες, σταθερές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας με επίκεντρο το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας».

«Εστιάζουμε σε οκτώ άξονες προτεραιότητας στους οποίους η χώρα διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα: Αγροτοδιατροφή, υγεία και φάρμακα, τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, ενέργεια, περιβάλλον και βιώσιμη ανάπτυξη, μεταφορές και εφοδιαστική αλυσίδα, υλικά και κατασκευές, πολιτισμό και τουρισμό», πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.

«Ο νέος εθνικός στόχος, είναι η Ελλάδα του 2021, όταν θα γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση, να είναι μια χώρα που θα έχει επιστρέψει στην κανονικότητα, αυτοδύναμη, με χαμηλή ανεργία και δίκαιη ανάπτυξη που θα διαχέεται σε όλη την κοινωνία», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας, ολοκληρώνοντας την ομιλία του.

Το τραπεζικό σύστημα

Ο πρωθυπουργός εξέφρασε την ικανοποίησή του για την χθεσινή επαναφορά του waiver και την επικείμενη ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, υπογραμμίζοντας ότι εξασφαλίζουν την άμεση πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στο φθηνό δανεισμό των τυπικών μηχανισμών της ΕΚΤ και μειώνουν την εξάρτηση από τον ακριβότερο έκτακτο μηχανισμό ρευστότητας ELA.

Αυτό, σημείωσε, συνεπάγεται περισσότερη και φθηνότερη ρευστότητα στην πραγματική οικονομία και μείωση του χάσματος στο κόστος δανεισμού μεταξύ των επιχειρήσεων Βορρά-Νότου.

Σταδιακά ανακτούμε την πιστοληπτική μας ικανότητα και συνεπώς την ταχύτερη επάνοδό μας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, είπε ο κ. Τσίπρας , ενώ δήλωσε ότι ο μηχανισμός αναδιάρθρωσης επιχειρηματικών δανείων βοηθά την αναχρηματοδότηση των βιώσιμων επιχειρήσεων, εκτοπίζει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές και συμβάλλει στην κατανεμητική αποτελεσματικότητα των πόρων, που έτσι κι αλλιώς δεν είναι άφθονοι.

Εργασιακά

Ο πρωθυπουργός επανέλαβε τη θέση του για επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων , ενώ επισήμανε ότι «επιμένουμε στην εκτίμηση ότι η επίθεση στο βασικό μισθό και τα εργασιακά κεκτημένα είναι ο ολισθηρός δρόμος που οδηγεί σ' έναν ανταγωνισμό προς τα κάτω, με χαμηλότερες αμοιβές και συνεχή παραγωγική υποβάθμιση».

Ο κ. Τσίπρας είπε ότι η αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας προς την εξωστρέφεια, απαιτεί χρόνο και στοχευμένες επενδύσεις και δεν επιτυγχάνεται με έτοιμες, ξενόφερτες συνταγές νεοφιλελεύθερης έμπνευσης όπως η εσωτερική υποτίμηση και η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας. Και επίσης, πρόσθεσε, δεν μπορεί η ανάπτυξη να στηριχτεί στη συντριβή της εργασίας. Και αυτό το «δεν μπορεί» έχει δύο έννοιες: Δεν μπορεί σημαίνει και δεν είναι αντικειμενικά δυνατό, αλλά ταυτόχρονα έχει και μια πολιτική, ηθική, κανονιστική διάσταση. «Δεν μπορεί»: δηλαδή δεν πρέπει να το επιτρέψουμε. Και δε θα το επιτρέψουμε.

Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι κατά τη δεύτερη αξιολόγηση θα πρέπει όλες οι πλευρές να επιδείξουν την αντίστοιχη δέσμευση ώστε να αποφύγουμε φαινόμενα και πρακτικές καθυστερήσεων που υπονομεύουν τη δυναμική της ανάκαμψης. Για την στάση της κυβέρνησης , διαβεβαίωσε ότι «εμείς θα προσέλθουμε εγκαίρως στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, ενόψει της 2ης αξιολόγησης, με μια επεξεργασμένη πρόταση για τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς εργασίας στο πλαίσιο των βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών».

Παράλληλα ο πρωθυπουργός σημείωσε την ανάγκη ανάκαμψης των ιδιωτικών επενδύσεων διευκρινίζοντας ότι ιδιωτικές επενδύσεις μπορούν να συμπαρασύρουν μόνο στοχευμένες δημόσιες επενδύσεις που θα δημιουργήσουν κλίμα γενικευμένης ανάκαμψης.

Αναμένουμε τώρα και οι εγχώριες ιδιωτικές επενδύσεις να αντιστρέψουν την υποχώρηση των προηγούμενων ετών, είπε ο κ. Τσίπρας αναφερόμενος στον αναπτυξιακό νόμο που ψήφισε πρόσφατα η κυβέρνηση.

iefimerida.gr

Σελίδα 1 από 5

ferriesingreece2

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot