Μετά τον σάλο που προκάλεσε η υπουργική απόφαση του Ανδρέα Ξανθού για τον οικογενειακό γιατρό, το υπ. Υγείας έδωσε διευκρινίσεις.
Σύμφωνα με το υπουργείο η τελική επιλογή γιατρού θα εξακολουθεί να γίνεται ελεύθερα, οι πολίτες θα έχουν μειωμένους χρόνους αναμονής, ενώ αυξάνεται η χρονική διάρκεια των επισκέψεων στο γιατρό.
Αναλυτικά, με τις υπουργικές Αποφάσεις που δημοσιεύτηκαν, προβλέπεται η αύξηση της χρονικής διάρκειας των προγραμματισμένων επισκέψεων-από 10' σε 15´.
Ωστόσο επισημαίνεται, ότι η πραγματική διάρκεια κάθε επίσκεψης, υπόκειται αποκλειστικά στην επιστημονική κρίση του γιατρού.
Επίσης καθιερώνεται το σύστημα παραπομπών, μέσω του οποίου οι πολίτες θα μπορούν να έχουν μειωμένους χρόνους αναμονής και καλύτερη φροντίδα.
«Ο οικογενειακός γιατρός ενεργώντας με επιστημονικά κριτήρια και με βάση τις πραγματικές υγειονομικές ανάγκες του πολίτη, τον καθοδηγεί στο σύστημα υγείας. Η τελική επιλογή του γιατρού εξακολουθεί να γίνεται ελεύθερα» αναφέρει το υπουργείο Υγείας.
Το νέο σύστημα παραπομπών θα τεθεί σε πλήρη εφαρμογή από την 01/01/2019 και οι προγραμματισμένες επισκέψεις διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες: Με παραπομπή και χωρίς παραπομπή. Αυτό έχει ως στόχο την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των περιστατικών που αποδεδειγμένα απαιτούν περαιτέρω φροντίδα.
Οι παραπομπές κατηγοριοποιούνται με βάση την εκτίμηση της ανάγκης: α) άμεση παραπομπή, με ισχύ 10 ημερολογιακών ημερών σε ειδικό γιατρό, β) προληπτική παραπομπή, με ισχύ 60 ημερολογιακών ημερών σε ειδικό γιατρό, γ) παραπομπή χρονίου νοσήματος με ισχύ 12 μηνών για το σύνολο των απαιτούμενων επισκέψεων σε ειδικό γιατρό.
Το υπουργείο Υγείας τονίζει ότι με βάση τα παραπάνω «δεν καταργείται ο ελεύθερος προγραμματισμός επισκέψεων, δίνεται προτεραιότητα σε όσους αξιοποιούν το σύστημα παραπομπών μέσω του οικογενειακού γιατρού και δεν καταργείται η ελεύθερη επιλογή ιατρού».
Ακόμη, οι χρόνιοι ασθενείς έχουν τη δυνατότητα ετήσιας παραπομπής, ώστε να συνεχίσουν να παρακολουθούνται από τον θεράποντα ιατρό τους, ενώ εξυπακούεται -σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας- ότι η εξυπηρέτηση των έκτακτων και επειγόντων περιστατικών δεν απαιτεί παραπομπή σε κανένα επίπεδο του συστήματος υγείας (ΤΟΜΥ, κέντρα υγείας, νοσοκομεία).