Η οδηγία θα ενσωματωθεί σε νομοσχέδιο που σκοπεύει να καταθέσει στη Βουλή το υπουργείο Εργασίας το φθινόπωρο περί τα μέσα Οκτωβρίου.
Εργοδότες και εργαζόμενοι θα έχουν πρόσβαση σε αξιόπιστες βάσεις δεδομένων και μέσα από στοιχεία που θα αντλούν για μισθούς, κερδοφορία και απασχόληση, θα μπορούν να προσέρχονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θέτοντας η κάθε πλευρά ρεαλιστικά αιτήματα και επιδιώξεις.
Οι μεν εργοδότες δεν θα μπορούν να επικαλούνται έλλειψη κερδών όταν τα στοιχεία των ισολογισμών τους θα δείχνουν το αντίθετο, ενώ οι εργαζόμενοι δεν θα μπορούν να ζητούν αυξήσεις μισθών που κινούνται έξω από την πραγματικότητα και πολύ πιο πάνω από το γενικό επίπεδο αποδοχών των εργαζομένων σε κλαδικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο
Το διακύβευμα των επικείμενων παρεμβάσεων είναι η αύξηση του ποσοστού των συλλογικών συμβάσεων από το 30% που είναι σήμερα προς το 80% που είναι ο στόχος που θέτει η κοινοτική οδηγία 2022/2041 για επαρκείς μισθούς στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Τα κράτη όπου το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι υψηλό τείνουν να έχουν μικρό ποσοστό χαμηλόμισθων εργαζομένων και υψηλούς κατώτατους μισθούς αναφέρει η οδηγία, επισημαίνοντας ότι «κάθε κράτος-μέλος με ποσοστό κάλυψης από συλλογικές διαπραγματεύσεις κάτω του 80% θα πρέπει να θεσπίσει μέτρα με σκοπό την ενίσχυση των εν λόγω συλλογικών διαπραγματεύσεων».
Στόχος των ρυθμίσεων όπως έχει προαναγγείλει η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, είναι να αυξηθούν οι συλλογικές συμβάσεις μέσα από μια δέσμη παρεμβάσεων, κινήτρων και επαρκούς πληροφόρησης, προκειμένου εργαζόμενοι και εργοδότες να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με «ανοιχτά χαρτιά».
Στο τραπέζι
Μια από τις παρεμβάσεις που εξετάζονται είναι να υπάρχει πρόσβαση σε επίσημα οικονομικά στοιχεία σχετικά με την κερδοφορία των επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε μια διαπραγμάτευση αλλά και σε στοιχεία για το πραγματικό επίπεδο αμοιβών των εργαζομένων.
Με τον τρόπο αυτόν, όταν η κερδοφορία ενός κλάδου είναι υψηλή και θα αποτυπώνεται σε επίσημους δείκτες, δεν θα μπορούν οι επιχειρήσεις να επικαλούνται το αντίθετο για να αποφύγουν τις αυξήσεις μισθών.
Παράλληλα θα είναι προσβάσιμα και τα στοιχεία μισθών του συστήματος Εργάνη, ώστε να αποτυπώνεται το πραγματικό επίπεδο των μισθών και να υπάρχει μια ρεαλιστική βάση στα αιτήματα για τις αυξήσεις μισθών από τους εκπροσώπους των εργαζομένων.
Με τα σημερινά δεδομένα, οι διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις αποτυγχάνουν επειδή οι μεν εργοδότες επικαλούνται οικονομική στενότητα στο να δώσουν αυξήσεις, ενώ τα συνδικάτα ζητούν αυξήσεις που πολλές φορές απέχουν από το μέσο όρο των πραγματικών αυξήσεων των εργαζομένων σε εθνικό επίπεδο.
Το αποτέλεσμα των αποτυχημένων διαπραγματεύσεων είναι να μπαίνουν στο ράφι οι κλαδικές συμβάσεις, και να υπογράφονται συμβάσεις σε επίπεδο επιχείρησης πολλές φορές χωρίς αυξήσεις μισθών! Στο πρώτο τετράμηνο του 2024 υπογράφτηκαν 87 νέες επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εκ των οποίων οι 31 προβλέπουν αυξήσεις μισθών.
Στις περιπτώσεις που δεν υπογράφονται ούτε επιχειρησιακές συμβάσεις, υπάρχουν οι ατομικές συμβάσεις όπου ο κάθε εργαζόμενος συμφωνεί για τις αποδοχές του με τον εργοδότη του με κατώτατο επίπεδο προστασίας τον εκάστοτε βασικό μισθό (830 ευρώ σήμερα).
Γκάζι για κατώτατο μισθό άνω των 950€
Στις παρεμβάσεις που εξετάζονται δεν θα αλλάξει το σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού, ο οποίος θα παραμείνει στη δικαιοδοσία της εκάστοτε κυβέρνησης. Αν το νέο πλαίσιο οδηγήσει και σε αύξηση των συμβάσεων, τότε είναι πολύ πιθανό ο κατώτατος μισθός να ξεπεράσει τα 950 ευρώ που έχει θέσει ως στόχο η κυβέρνηση ως την άνοιξη του 2027 και αντίστοιχα ο μέσος μισθός να κινηθεί πιο πάνω από τα 1.500 ευρώ.