Ο πλουραλισμός απόψεων στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κυβερνώντος κόμματος αλλά και η μαχητικότητα με την οποία οι βουλευτές υπερασπίζονται τις απόψεις τους, σε συνδυασμό με την πρόσφατη... προειδοποίηση του Νίκου Παππά για «κομματική πειθαρχία» συνιστούν ένα εκρηκτικό μείγμα για το τι μέλλει γενέσθαι στον ΣΥΡΙΖΑ ενόψει συμφωνίας.
Το βλέμμα όλων είναι στραμμένο αφενός στο χρονικό σημείο που θα «κλειδώσει» η συμφωνία και αφετέρου στο εσωκομματικό πεδίο. Κι αυτό, γιατί από τις διαθέσεις των μελών της ΚΟ θα εξαρτηθεί αν τελικά ο πρωθυπουργός θα μπορέσει να εξασφαλίσει τη στήριξή τους στη Βουλή, όταν έρθει προς ψήφιση η συμφωνία.
Η πιο αισιόδοξη προσδοκία είναι αυτή που εκφράζεται από κεντρικά στελέχη της κυβέρνησης ότι «δεν υπάρχουν βουλευτές που δεν θα ψηφίσουν». Αντιθέτως, οι περισσότερο ρεαλιστές δεν αποκλείουν να καταγραφούν απώλειες , αφού στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πλέον μόνο η πλευρά της σκληρής Αριστεράς που πιέζει ενάντια στη συμφωνία.
• Οι συσχετισμοί
Από τους 149 βουλευτές συνολικά, η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της πτέρυγας Λαφαζάνη, υπολογίζεται μεταξύ 25-35 βουλευτών, ενώ το τελευταίο διάστημα η χαρτογράφηση του εσωκομματικού σκηνικού καθίσταται ακόμα πιο δύσκολη καθώς καταγράφεται έντονη κινητικότητα και ανησυχία μεταξύ των βουλευτών που ανήκουν στην προεδρική πλειοψηφία, όπως και σε εκείνους που είναι ανένταχτοι.
• Η Αριστερή Πλατφόρμα
Πέρα από τον επικεφαλής αυτής Παναγιώτη Λαφαζάνη, στο κυβερνητικό σχήμα μετέχουν οι κύριοι Δημήτρης Στρατούλης(αναπληρωτής υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων), Νίκος Χουντής(αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών), Βαγγέλης Αποστόλου (υπουργός αγροτικής ανάπτυξης) και Κώστας Ήσυχος(αναπληρωτής υπουργός Άμυνας), ενώ από βουλευτές, τα πρόσωπα που μετέχουν στην τάση είναι οι: Στάθης Λεουτσάκος, Δέσποινα Χαραλαμπίδου (αντιπρόεδρος Βουλής), Κώστας Λαπαβίτσας, Ευγενία Ουζουνίδου, Ζήσης Ζάννας, Μιχάλης Κριτσωτάκης, Κωνσταντίνος Δελημήτρος, Γιάννης Αμανατίδης, Στέφανος Σαμοίλης κα.
• Οι αριστερόστροφες κινήσεις
Ερωτηματικά προκύπτουν και από την αποστασιοποίηση της ΚΟΕ και της ΔΕΑ, με τις εν λόγω τάσεις να συγκαταλέγονται στις μικρές δυνάμεις της ΚΟ. Η τροτσκιστική ΔΕΑ του Αντώνη Νταβανέλλου έχει στις τάξεις της την Ιωάννα Γαιτάνη, ενώ η ΚΟΕ του Ρούντι Ρινάλντι τους Βασίλη Χατζηλάμπρου, Ελένη Σωτηρίου, Δημήτρη Κοδέλακαι Βασίλη Κυριακάκη και Μαρία Τριανταφύλλου. Από την ΚΟΕ προέρχονται επίσης ο βουλευτής Μαγνησίας Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος, ενώ στην τελευταία Κεντρική Επιτροπή ΚΟΕ και ΔΕΑ ένωσαν τις δυνάμεις τους με την Αριστερή Πλατφόρμα «κατεβάζοντας» από κοινού τροπολογίες.
• Η ανομοιογενής πλειοψηφία
Και το ψηφιδωτό της πλειοψηφίας έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Αυτοί που μετέχουν στο κυβερνητικό σχήμα είναι οι: Πάνος Σκουρλέτης, Γαβριήλ Σακελλαρίδης, Γιάννης Δραγασάκης, Νίκος Παππάς, Θεανώ Φωτίου, Θοδωρής Δρίτσας, Τασία Χριστοδουλοπούλου, Γιώργος Σταθάκης, Τάσος Κουράκης.
Από αυτούς, αρκετοί είναι ενεργοί στη «τάση των 53» όπως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ενώ σε αυτήν μετέχουν οι Βασιλική Κατριβάνου, Χρήστος Καραγιαννίδης, Νίκος Μανιός, Αννέτα Καββαδία, Ηρώ Διώτη, Δανάη Τζήκα κ.α
Κοντά στον Αλέξη Τσίπρα, -αν και δεν είναι ενταγμένοι σε κάποια τάση- βρίσκονται οι Γιάνης Βαρουφάκης,Νίκος Τόσκας, Ράνια Αντωνοπούλου και η Νάντια Βαλαβάνη.
Στο προεδρείο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας μετέχουν ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Νίκος Φίλης, ο γραμματέας της ΚΟ Χρήστος Μαντάς, ο προερχόμενος από την ‘Πλατφόρμα ‘10’ Γιάννης Μπαλάφας (αντιπρόεδρος), ο προερχόμενος από το Ρεύμα Θανάσης Πετράκος(κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος), η Όλγα Γεροβασίλη , η Δέσποινα Χαραλαμπίδου και ο φανερά αποστασιοποιημένος Αλέξης Μητρόπουλος.
• Οι ανένταχτοι
Σε καθεστώς «ανένταχτων» πλέον ενεργούν οι ΠΑΣΟΚογενείς Αλέξης Μητρόπουλος, Νίνα Κασιμάτη και Παναγιώτης Κουρουμπλής, καθώς και οι Θεοδώρα Τζάκρη και Θόδωρος Παραστατίδης.
Αβέβαιη τέλος, είναι η στάση που θα κρατήσουν τόσο η πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου, η Ραχήλ Μακρή αλλά και ο βουλευτής Καστοριάς Βαγγέλης Διαμαντόπουλους.
Μεγάλες ανατροπές για χιλιάδες ασφαλισμένους που βρίσκονται κοντά στο όριο συνταξιοδότησης θα φέρει η συμφωνία με τους δανειστές. Η κατάργηση των πρόωρων συντάξεων, εφόσον αυτή έχει «κλειδώσει» οδηγεί σε αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης έως και 17 χρόνια για 35 κατηγορίες ασφαλισμένων.
Όπως αναφέρει ο Ελεύθερος Τύπος, με το σχέδιο που επεξεργάζονται κυβέρνηση και δανειστές για το νέο ασφαλιστικό, η ηλικία εξόδου των ασφαλισμένων στη σύνταξη θα ξεκινά από τα 62.
Από την αύξηση των ορίων ηλικίας εξαιρούνται:
• Ασφαλισμένοι στα βαρέα (για έξοδο με 10.500 ημέρες, εκ ων οποίων 7.500 στα βαρέα και ανθυγιεινά).
• Ασφαλισμένοι που συνταξιοδοτούνται με ανάπηρο μέλος της οικογένειάς τους.
• Οι αγρότες, όπου το όριο για σύνταξη είναι 67 ή 62, αν έχουν συνολικά 40 έτη ασφάλισης, χωρίς να προβλέπεται μειωμένη σύνταξη.
Στο τραπέζι δεν αποκλείεται να μπει και θέμα κατάργησης των διατάξεων για την πλασματική 5ετία που προστίθεται στην πραγματική υπηρεσία των ενστόλων, με εξαίρεση τους ιπτάμενους και όσους υπηρετούν στις εδικές δυνάμεις.
Στις 35 κατηγορίες που θίγονται από την κατάργηση των πρόωρων συντάξεων συγκαταλέγονται όλοι όσοι είχαν έναρξη της ασφάλισής τους πριν από την 1η/1/1993 και συμπλήρωσαν μέχρι τις 31/12/2012 τα απαιτούμενα έτη ασφάλισης για να κατοχυρώσουν την έξοδο με όρια ηλικίας πριν από τα 62.
Οσοι δεν συμπληρώνουν ηλικία εξόδου πριν από τα 62 θα επιβαρυνθούν από τις νέες ρυθμίσεις. Το κρίσιμο ζήτημα είναι πλέον αν τα όρια ηλικίας θα αυξηθούν μια κι έξω από το 2016 ή αν, για όσους έχουν ήδη περισσότερα από 37 έτη, θα δοθεί μεταβατική περίοδος, ώστε να μην πάνε απότομα από τα 59 στα 62 για σύνταξη.
Το κλειδί των νέων ρυθμίσεων βρίσκεται στο αν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που είναι κάτω των 62 και των 67 ετών θα αυξηθούν άμεσα από το 2016 ή σταδιακά σε βάθος μιας 3ετίας η 5ετίας.
Η κατάργηση των πρόωρων συντάξεων συμπαρασύρει όσους βγαίνουν πριν από τα 62 ανεξάρτητα από το αν έχουν 25 ή 35 ή 37 έτη. Στις 35 κατηγορίες που θίγονται συμπεριλαμβάνονται όσοι σήμερα μπορούν να αποχωρήσουν πριν από το 62ο έτος της ηλικίας τους είτε με πλήρη είτε με μειωμένη σύνταξη.
Για αυτές τις κατηγορίες ισχύουν -μέχρι αυτή τη στιγμή- οι κατοχυρώσεις εξόδου στη σύνταξη πριν από τα 62 εφόσον τα απαιτούμενα έτη ασφάλισης συμπληρώνονται μέχρι το 2012 και η ηλικία συνταξιοδότησης μετά το 2013.
Ποιοι και από ποια Ταμεία θίγονται
ΙΚΑ
Γυναίκες με 4.500 ένσημα
Μητέρες με ανήλικο τέκνο και 5.500 ένσημα
Άνδρες με 10.000 ένσημα
Γυναίκες με 10.000 ένσημα το 2012
Γυναίκες και άνδρες που “κλείδωσαν” το 2012 με 10.500 ημέρες ασφάλισης πρόωρη συνταξιοδότηση
Προσωπικό εδάφους αεροδρομίων που συνταξιοδοτούνται στα 55
Μουσικοί, ηθοποιοί κλπ που συνταξιοδοτούνται με βαρέα στα 58
ΔΗΜΟΣΙΟ
Ασφαλισμένοι πριν το '83 με 25ετια ως το 2000
Ασφαλισμένοι πριν το '83 που συμπληρώνουν 35ετια μετά το 2011
Ασφαλισμένοι πριν το '93 που συμπληρώνουν 25ετία μετά το 2010
Ασφαλισμένοι πριν το 83 που δεν συμπλήρωσαν 25ετια πριν το 2010
Άνδρες με τρία παιδιά που συμπλήρωσαν 25ετια πριν το 2010
Τρίτεκνοι που συμπληρώνουν 20ετια ως το 2012
Μητέρες ανηλίκων ασφαλισμένες προ του 93
Τρίτεκνες με 20ετία ως το 2010
Άνδρες και γυναίκες με βαρέα που ως τώρα δικαιούνταν σύνταξη στα 58
Εκπαιδευτικοί που έβγαιναν σε σύνταξη χωρίς όριο αν είχαν συμπληρώσει 30ετια ως το 2010
ΔΕΚΟ, ΤΡΑΠΕΖΕΣ, ΕΙΔΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ
Μητέρες ανηλίκων με 25ετια ως το 2012
Γυναίκες με 25ετια που το 2012 ήταν 57 ετών
Γυναίκες που ήταν 60 ετών το 2012
Τρίτεκνες με 20ετια το 2010
Τρίτεκνες με 25ετια το 2012
Άνδρες και γυναίκες με 35ετια και δικαίωμα να αποχωρήσουν με όριο τα 59 έτη
Άνδρες με 25ετια το 2012 που μπορούσαν να αποχωρήσουν στα 65
Γυναίκες στο Ταμείο Τύπου που κατά περίπτωση βγαίνουν σε σύνταξη πριν τα 60 ή τα 65
Μπροστά σε έναν "γρίφο" όσον αφορά το ύψος και τον αριθμό των δόσεων του ΕΝΦΙΑ βρίσκεται η κυβέρνηση ενώ το μόνο σίγουρο είναι ότι τα εκκαθαριστικά για τον συγκεκριμένο φόρο θα έρθουν και φέτος.
Οι μικροί κυρίως ιδιοκτήτες προσδοκούν να είναι πράγματι ελαφρύτερη η παραλλαγή του φόρου, όπως υπόσχεται το υπουργείο Οικονομικών.
Το 2014 μπήκαν στα κρατικά ταμεία 2,650 δισ ευρώ από τον ΕΝΦΙΑ. Τα φετινά έσοδα είναι ένα από τα αντικείμενα της διαπραγμάτευσης, αφού πρόθεση της κυβέρνησης είναι να ελαφρύνει ο φόρος κατά 600 με 800 εκατ. ευρώ, χωρίς ισοδύναμα, καθώς ο πήχης του πρωτογενούς πλεονάσματος θα τεθεί πολύ πιο χαμηλά.
Οι παρεμβάσεις που θα γίνουν ξεκινάνε από την αναπροσαρμογή των Τιμών Ζώνης. Στις περιοχές που οι τιμές βρίσκονται στα 600 με 700 ευρώ, δεν θα γίνουν μεταβολές. Η μεγαλύτερη μείωση αναμένεται στις αποκαλούμενες ακριβές περιοχές, όπου οι εμπορικές τιμές σημειώνουν μεγάλη πτώση.
Επειδή, όμως, μόνο η αλλαγή των τιμών ζώνης θα προκαλούσε στρεβλώσεις και θα ωφελούσε κυρίως τις μεγάλες ιδοκτησίες, σύμφωνα με πληροφορίες θα γίνουν αλλαγές και στην κλίμακα και στους συντελεστές του ΕΝΦΙΑ.
Στόχος είναι η ελάφρυνση των μικρομεσαίων και η μετατόπιση του βάρους στους ''έχοντες". "Θολή" είναι η τύχη των αγροτεμαχίων, δηλαδή αν θα καταργηθεί από φέτος η φορολόγηση τους ή αν αυτό θα γίνει όταν έλθει ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας.
Η προσαρμογή των αντικειμενικών αξιών στην πραγματικότητα δεν είναι, πάντως, απλή υπόθεση, αφού πέρα από τη "βουτιά" των τιμών, τα νέα συμβόλαια είναι ελάχιστα, με αποτέλεσμα η βάση δεδομένων που θα χρησιμοποιηθεί για την αναπροσαρμογή των Τιμών Ζώνης, να χαρακτηρίζεται ως επισφαλής.
Σε σχέση με το 2007, όταν έγινε η τελευταία αλλαγή στις αντικειμενικές αξίες, οι τιμές των ακινήτων έχουν μειωθεί κατά 37% σε όλη την Ελλάδα. Ωστόσο, στην Αθήνα η πτώση είναι της τάξης του 40% και στη Θεσσαλονίκη 41%. Ενδεικτικό της κατάστασης στην κτηματαγορά είναι ότι ο αριθμός των νέων συμβολαίων είναι μικρότερος κατά 88% σε σχέση με 7 χρόνια πριν.
Στο Παγκράτι, η εμπορική τιμή για ακίνητα ηλικίας άνω των 5 ετών "παίζει" στα 650 με 800 ευρώ/τ.μ., ενώ η Τιμή Ζώνης κυμαίνεται από τα 1.300 ως τις 2.050 ευρώ/τ.μ.
Στα Βριλήσσια, τα παλαιότερα ακίνητα πωλούνται από 1.300 ως 1.500 ευρώ/τ.μ., ενώ η Τιμή Ζώνης κυμαίνεται από τα 1.550 ως τις 2.050 ευρώ/τ.μ.
Στο Μαρούσι, η εμπορική τιμή διαμορφώνεται στα 800 με 900 ευρώ/τ.μ., ενώ η Τιμή Ζώνης κυμαίνεται από τα 1.450 ως τις 2.550 ευρώ/τ.μ.
Στη Γλυφάδα, η εμπορική τιμή "παίζει" στις 2.000 με 2.500 ευρώ/τ.μ., ενώ η Τιμή Ζώνης κυμαίνεται από τα 1.550 ως τις 4.600 ευρώ/τ.μ.
Στον Άλιμο, τα παλαιότερα ακίνητα πωλούνται από 800 ως 1.500 ευρώ/τ.μ., ενώ η Τιμή Ζώνης κυμαίνεται από τα 1.500 ως τις 2.850 ευρώ/τ.μ.
Στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης. η εμπορική τιμή κυμαίνεται από τα 600 ως τα 800 ευρώ/τ.μ., ενώ η Τιμή Ζώνης κυμαίνεται από τα 800 ως τα 1.350 ευρώ/τ.μ.
Στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης, τα παλαιότερα ακίνητα πωλούνται από 800 ως 1.100 ευρώ/τ.μ., ενώ η Τιμή Ζώνης κυμαίνεται από τις 2.500 ως τις 3.650 ευρώ/τ.μ.
Στη Λάρισα, οι εμπορικές τιμές για ακίνητα άνω των 5 ετών διαμορφώνονται στα 500 με 900 ευρώ/τ.μ., ενώ η Τιμή Ζώνης κυμαίνεται από 700 ως 1.950 ευρώ/τ.μ.
Πηγή: Mega
Μετά το θόρυβο που προκλήθηκε και τον εσωκομματικό «πόλεμο» που ξέσπασε στον ΣΥΡΙΖΑ για την τοποθέτησή της ως εκπροσώπου της Ελλάδας στο ΔΝΤ, η Έλενα Παναρίτη αποφάσισε να παραιτηθεί.
Συγκεκριμένα, με επιστολή της ζητά την ανάκληση της τοποθέτησής της στη θέση της εκπροσώπου της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Η σχετική ανακοίνωση κοινοποιήθηκε στον υπουργό Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη και δημοσιοποιήθηκε από την ίδια την κ. Παναρίτη.
Η επιστολή έχει ως εξής:
«Θέλω να ευχαριστήσω τα μέλη της κυβερνητικής επιτροπής αξιολόγησης που με επέλεξαν να εκπροσωπήσω την χώρα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ιδίως τον Υπουργό Οικονομικών κ. Γιάνη Βαρουφάκη και τον Υπουργό Οικονομίας κ. Γιώργο Σταθάκη με τους οποίους συνεργάζομαι αδιάκοπα στο πλαίσιο της μεγάλης διαπραγμάτευσης με δανειστές των οποίων την τακτική γνωρίζω εκ των έσω.
Ευχαριστώ επίσης τον Πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα για την υποστήριξή του.
Όμως, καθώς ποτέ δεν ζήτησα αυτή την θέση, και δεδομένου ότι την αποδέχθηκα αποκλειστικά για να βοηθήσω την κυβέρνηση με την εμπειρία μου στον τρόπο λειτουργίας του ΔΝΤ [και αντίστοιχων οργανισμών], μου είναι αδύνατον να δεχθώ τον διορισμό μου εν μέσω των αρνητικών αντιδράσεων από βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
H χώρα διανύει την πιο δύσκολη περίοδο και για αυτό απαιτείται συστράτευση απέναντι σε σκληρούς δανειστές. Θα συνεχίσω να βοηθώ με όλες μου τις δυνάμεις την υπόθεση της εθνικής διαπραγμάτευσης και να στηρίζω την κυβέρνηση έως ότου η Ελλάδα απελευθερωθεί από τα μνημονιακά της δεσμά.
01.06.2015».
newsbomb.gr
Στους ηγέτες της ΕΕ εναπόκειται η απόφαση για συμφωνία, μετά τις σημαντικές παραχωρήσεις της Ελλάδας στη διαπραγμάτευση, τονίζει ο Ελληνας πρωθυπουργός με άρθρο του στη γαλλική Le Monde με τίτλο «Η Ευρώπη βρίσκεται σε σταυροδρόμι».
Ο Αλέξης Τσίπρας τονίζει ότι η προσπάθεια επιβολής πολιτικών στις χώρες που είναι σε πρόγραμμα αντιστοιχεί με κατάργηση της Δημοκρατίας και τονίζει ότι πιθανή δημιουργία μίας Ευρώπης δύο ταχυτήτων θα απειλήσει την οικονομία σε όλο το Δυτικό Κόσμο.
Λίγες ώρες πριν τις επαφές που θα έχει με την Γερμανία καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, ο Ελληνας πρωθυπουργός στέλνει μήνυμα για το πολιτικό διακύβευμα της διαπραγμάτευσης μεταξύ της Ελλάδας και των δανειστών, τονίζοντας ότι η ευθύνη δεν βαρύνει τους θεσμούς που -πλην της Κομισιόν- δεν λογοδοτούν στους λαούς καθώς δεν είναι αιρετοί, αλλά στους ηγέτες των χωρών μελών της ΕΕ.
Να αποκαταστήσουμε την αλήθεια για την καθυστέρηση
«Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η ελληνική πλευρά δεν κάνει τίποτα για την επίτευξη συμφωνίας γιατί προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις με αδιαλλαξία και χωρίς προτάσεις. Έχουν όμως έτσι τα πράγματα; ... Δεδομένης της ιστορικής στιγμής στην οποία ζούμε, όχι μόνο για το μέλλον της Ελλάδας αλλά και για εκείνο της Ευρώπης, θα ήθελα να αποκαταστήσω την αλήθεια και να ενημερώσω με τρόπο υπεύθυνο την ευρωπαϊκή και παγκόσμια κοινή γνώμη για τις προθέσεις και τις πραγματικές προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης», λέει ο κ.Τσίπρας.
«Πρέπει να πούμε τα πράγματα ως έχουν: εάν δεν έχει υπάρξει ακόμη συμφωνία με τους εταίρους, αυτό δεν οφείλεται στην δική μας αδιαλλαξία ούτε σε ακατανόητες προτάσεις της ελληνικής πλευράς. Οφείλεται στην εμμονή ορισμένων εκπροσώπων των θεσμών που επιμένουν σε παράλογες λύσεις και αδιαφορούν για το δημοκρατικό αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών στην Ελλάδα αλλά και για τη δημόσια αναγνώριση από τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς που εμφανίζονται έτοιμοι να δείξουν ευελιξία για να σεβαστούν το αποτέλεσμα της κάλπης», συνεχίζει, για να προσθέσει: «Μπορώ να συμπεράνω ότι το Ελληνικό ζήτημα δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά είναι το θέμα που βρίσκεται στο κέντρο μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο αντίθετες στρατηγικές για το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Κλειδί η Δημοκρατία και η ενότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας
«Η πρώτη είναι η εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στο πλαίσιο της ισότητας και της αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και των πολιτών της. Εκείνοι που υποστηρίζουν αυτή τη στρατηγική θα πρέπει να θυμούνται ότι είναι απαράδεκτο να αναγκάσουν τη νέα ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόσει τις ίδιες πολιτικές με την εκείνες που επιχείρησε η απερχόμενη κυβέρνηση και απέτυχε εντελώς. Διαφορετικά, θα πρέπει να αφαιρέσετε το δικαίωμα των εκλογών σε όλες τις χώρες που υπόκεινται σε πρόγραμμα λιτότητας. Θα πρέπει επίσης να δεχτούμε ότι οι πρωθυπουργοί και οι κυβερνήσεις κατόπιν απαίτησης από τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς θεσμούς , ότι οι πολίτες θα στερούνται το δικαίωμά τους να ψηφίζουν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος. Πρέπει να έχουμε επίγνωση ότι αυτό θα ισοδυναμούσε με κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη και την αρχή μιας απαράδεκτης ρήξης στο εσωτερικό της ΕΕ. Τέλος, όλα αυτά θα οδηγήσουν στη γέννηση ενός τεχνοκρατικού τέρατος και στην απομόνωσης της Ευρώπης και των βασικών αξιών της», προειδοποιεί ο κ.Τσίπρας.
«Η δεύτερη στρατηγική οδηγεί σε διαταραχή και διάσπαση της ζώνης του ευρώ και ως εκ τούτου της ΕΕ. Το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση θα ήταν η δημιουργία μιας ζώνης του ευρώ δύο ταχυτήτων, όπου ο πυρήνας θα επιβάλει σκληρούς κανόνες λιτότητας και προσαρμογής. Αυτός ο πυρήνας επιβάλλει επίσης την τοποθέτηση ενός υπερ-υπουργού Οικονομικών της ζώνης του ευρώ που θα απολαμβάνει τεράστια δύναμη και θα έχει το δικαίωμα να απορρίψει τους εθνικούς προϋπολογισμούς, ακόμη και των κυρίαρχων κρατών, τα οποία δεν συμμορφώνονται με τα δόγματα του νεοφιλελευθερισμού».
Πρώτο θύμα όσων αντιδρούν η Ελλάδα
Ο Ελληνας πρωθυπουργός συνεχίζει λέγοντας ότι «για όλες τις χώρες που αρνούνται να υποκύψουν σε αυτή τη νέα δύναμη, η λύση είναι πολύ απλή: αυστηρή τιμωρία, υποχρεωτική λιτότητα, και, επιπλέον, περιορισμό κινήσεων των κεφαλαίων, πειθαρχικές κυρώσεις, πρόστιμα, ακόμη και τη δημιουργία ενός παράλληλου νομίσματος με το ευρώ. Αυτή τη νέα Ευρώπη επιδιώκουν να χτίσουν. Η Ελλάδα είναι το πρώτο θύμα. Ήδη παρουσιάζεται ως ένα κακό παράδειγμα στα άλλα κράτη και λαούς της Ευρώπης, ως ανυπάκουη, που δεν θα πρέπει να την ακολουθήσουν».
Τονίζει επίσης ότι «το βασικό πρόβλημα είναι ότι αυτή η δεύτερη στρατηγική συνεπάγεται μεγάλους κινδύνους και εκείνοι που τη στηρίζουν δεν φαίνεται να το καταλαβαίνουν αυτό. Αυτή η δεύτερη στρατηγική μπορεί να είναι η αρχή του τέλους, δεδομένου ότι αλλάζουν τη νομισματική πολιτική της ζώνης του ευρώ. Επιπλέον, εγκαινίασαν μια διαδικασία οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας που θα μπορούσε επίσης να μετατρέψει σε βάθος χρόνου τις οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο».
«Σήμερα, η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Μετά από σημαντικές παραχωρήσεις από την ελληνική κυβέρνηση, η απόφαση εναπόκειται όχι πλέον στους θεσμούς που με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εκλέγονται και δεν είναι υπόλογοι στο λαό, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης», καταλήγει ο κ.Τσίπρας.
Ολόκληρο το άρθρο του Ελληνα πρωθυπουργού στη γαλλική εφημερίδα:
Στις 25 του περασμένου Γενάρη ο ελληνικός λαός πήρε μια γενναία απόφαση. Τόλμησε να αμφισβητήσει το μονόδρομο της σκληρής λιτότητας του μνημονίου και να επιδιώξει μια νέα συμφωνία. Μια νέα συμφωνία που επιτρέπει στην Ελλάδα να επιστρέψει στην ανάπτυξη εντός του ευρώ με ένα οικονομικό πρόγραμμα βιώσιμο, χωρίς τα λάθη του παρελθόντος.
Αυτά τα λάθη, άλλωστε, τα πλήρωσε ακριβά ο ελληνικός λαός, αφού μέσα σε πέντε χρόνια η ανεργία σκαρφάλωσε στο 28% (60% για τους νέους), το μέσο εισόδημα μειώθηκε κατά 40%, ενώ η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, έγινε η χώρα της Ε.Ε. με τον υψηλότερο δείκτη κοινωνικής ανισότητας.
Και το χειρότερο: Το πρόγραμμα αυτό, παρά τα βαρύτατα πλήγματα στον κοινωνικό ιστό, δεν κατάφερε την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Το δημόσιο χρέος εκτινάχθηκε από το 124% στο 180% του ΑΕΠ, η ελληνική οικονομία -παρά τις βαριές θυσίες του λαού της- παραμένει εγκλωβισμένη σε ένα κλίμα διαρκούς αβεβαιότητας, που γεννούν οι ανέφικτοι στόχοι δημοσιονομικής εξισορρόπησης που την υποχρεώνουν να πορεύεται σε έναν φαύλο κύκλο λιτότητας και ύφεσης.
Βασικός στόχος της νέας ελληνικής κυβέρνησης τους τελευταίους τέσσερις μήνες είναι να δοθεί τέλος σε αυτό τον φαύλο κύκλο, τέλος σε αυτή την αβεβαιότητα. Μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία που θέτει ρεαλιστικούς στόχους πλεονασμάτων, ενώ ταυτόχρονα επαναφέρει την ατζέντα της ανάπτυξης και των επενδύσεων, μια οριστική λύση στο ελληνικό ζήτημα, είναι σήμερα πιο ώριμη και πιο αναγκαία από ποτέ.
Μια τέτοια συμφωνία, εξάλλου, θα σημάνει και το τέλος της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης που ξέσπασε επτά χρόνια πριν, κλείνοντας τον κύκλο της αβεβαιότητας για την Ευρωζώνη.
Σήμερα η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα να πάρει αποφάσεις που θα πυροδοτήσουν μια ραγδαία ανάκαμψη της ελληνικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας, δίνοντας τέλος στα σενάρια περί Grexit, που εμποδίζουν μια μακροπρόθεσμη σταθεροποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και μπορούν ανά πάσα στιγμή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη, τόσο των πολιτών όσο και των επενδυτών στο κοινό μας νόμισμα.
Λένε, όμως, πολλοί ότι η ελληνική πλευρά δεν βοηθάει σ' αυτή τη κατεύθυνση γιατί προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις αδιάλλακτη και χωρίς προτάσεις.
Είναι πράγματι έτσι;
Επειδή οι στιγμές είναι κρίσιμες, ίσως και ιστορικές, όχι μόνο για το μέλλον της Ελλάδας αλλά και για την πορεία της Ευρώπης, θα ήθελα με τη σημερινή μου παρέμβαση να αποκαταστήσω την αλήθεια και να ενημερώσω υπεύθυνα την παγκόσμια κοινή γνώμη για τις πραγματικές προθέσεις και θέσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η ελληνική κυβέρνηση, στη βάση της απόφασης του Eurogroup της 20ης του Φλεβάρη, έχει καταθέσει ένα ευρύτατο πακέτο μεταρρυθμιστικών προτάσεων, με στόχο μια συμφωνία που θα συνδυάζει τόσο το σεβασμό στην ετυμηγορία του ελληνικού λαού όσο, όμως, και το σεβασμό στους κανόνες και τις αποφάσεις που διέπουν τη λειτουργία της Ευρωζώνης.
Βασική κατεύθυνση των προτάσεών μας είναι η δέσμευση σε χαμηλότερα -και ως εκ τούτου εφικτά- πρωτογενή πλεονάσματα το 2015 και το 2016 και σε υψηλότερα για τα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι προσδοκούμε ανάλογη αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Εξίσου βασικό σημείο των προτάσεών μας είναι η δέσμευση για αύξηση των δημοσίων εσόδων, μέσω, όμως, αναδιανομής των βαρών από τα χαμηλά και μεσαία στα υψηλά εισοδήματα, που μέχρι σήμερα απέφευγαν να πληρώσουν το δικό τους μερίδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης, καθώς στη χώρα μου προστατεύτηκαν αποτελεσματικά, τόσο από την πολιτική ελίτ, όσο και από τα «στραβά μάτια» της τρόικα.
Από την πρώτη στιγμή της νέας διακυβέρνησης, άλλωστε, δείξαμε αυτές τις προθέσεις και την αποφασιστικότητά μας, νομοθετώντας συγκεκριμένη ρύθμιση που αντιμετωπίζει την απάτη των τριγωνικών συναλλαγών, εντατικοποιώντας τους τελωνειακούς και φορολογικούς ελέγχους, ώστε να περιορίσουμε ουσιαστικά το λαθρεμπόριο και τη φοροδιαφυγή.
Για πρώτη φορά μετά από χρόνια καταλογίσαμε τα οφειλόμενα χρέη των ιδιοκτητών των μέσων ενημέρωσης προς το ελληνικό δημόσιο.
Η αλλαγή κλίματος στη χώρα είναι σαφής και αποδεικνύεται από το γεγονός ότι και τα δικαστήρια επιταχύνουν το έργο τους για την απονομή δικαιοσύνης σε υποθέσεις μεγάλης φοροδιαφυγής. Οι ολιγάρχες, με άλλα λόγια, που είχαν συνηθίσει στην προστασία του πολιτικού συστήματος έχουν, πλέον, πολλούς λόγους να χάνουν τον ύπνο τους.
Δεν είναι, όμως, μόνο οι βασικές κατευθύνσεις, αλλά και οι εξειδικευμένες προτάσεις που έχουμε καταθέσει στο πλαίσιο των συζητήσεων με τους θεσμούς που έχουν καλύψει ένα τεράστιο μέρος της απόστασης που μας χώριζε πριν από μερικούς μήνες. Συγκεκριμένα, η ελληνική πλευρά έχει αποδεχθεί την υλοποίηση σειράς θεσμικών μεταρρυθμίσεων, όπως η ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ) και της Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), παρεμβάσεις για την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης αλλά και παρεμβάσεις στις αγορές προϊόντων ώστε να αρθούν στρεβλώσεις και προνόμια.
Επίσης, παρά την κάθετη αντίθεσή μας στο μοντέλο ιδιωτικοποιήσεων που προωθείται από τους θεσμούς, γιατί δεν δημιουργεί αναπτυξιακή προοπτική και δεν μεταφέρει πόρους στην πραγματική οικονομία, αλλά στο, ούτως ή άλλως, μη βιώσιμο χρέος, αποδεχθήκαμε να ολοκληρώσουμε, με κάποιες μικρές τροποποιήσεις, το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, αποδεικνύοντας έμπρακτα την διάθεσή μας για βήματα προσέγγισης.
Συμφωνήσαμε, επίσης, να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ΦΠΑ απλοποιώντας το σύστημα και ενισχύοντας την αναδιανεμητική διάσταση του φόρου, ώστε να επιτύχουμε αύξηση τόσο της εισπραξιμότητας όσο και των εσόδων.
Καταθέσαμε συγκεκριμένες προτάσεις μέτρων που θα επιφέρουν περαιτέρω αύξηση των εσόδων: Έκτακτη εισφορά στα πολύ υψηλά κέρδη, φόρο στο ηλεκτρονικό στοίχημα, εντατικοποίηση των ελέγχων των μεγαλοκαταθετών / φοροφυγάδων, μέτρα για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο, ειδικό φόρο πολυτελείας, διαγωνισμό για τις ραδιοτηλεοπτικές άδειες τις οποίες η τρόικα ξέχασε συμπτωματικά επί πενταετία και άλλα.
Τα μέτρα αυτά όχι μόνο αυξάνουν τα έσοδα, αλλά ταυτόχρονα δεν δημιουργούν υφεσιακό αποτέλεσμα, αφού δεν μειώνουν ακόμη περισσότερο την ενεργό ζήτηση και δεν προσθέτουν περισσότερα βάρη στα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα.
Συμφωνήσαμε, επιπλέον, να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα. Με την ενοποίηση ταμείων και την κατάργηση διατάξεων που κακώς επιτρέπουν τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, γεγονός που αυξάνει το πραγματικό όριο συνταξιοδότησης. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι οι απώλειες των ασφαλιστικών ταμείων που έχουν δημιουργήσει το μεσοπρόθεσμο πρόβλημα βιωσιμότητάς τους, οφείλονται κατά κύριο λόγο σε πολιτικές επιλογές για τις οποίες σοβαρότατη ευθύνη φέρουν τόσο οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις όσο και κυρίως η τρόικα (μείωση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων κατά 25 δισ. ευρώ μέσω του PSI αλλά και υψηλότατη ανεργία που οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο ακραίο πρόγραμμα λιτότητας που εφαρμόζεται στη χώρα από το 2010).
Τέλος, και παρά τη δέσμευσή μας προς τους εργαζόμενους να αποκαταστήσουμε άμεσα την ευρωπαϊκή νομιμότητα στην αγορά εργασίας που αποδιαρθρώθηκε πλήρως την τελευταία πενταετία υπό το πρόσχημα της ανταγωνιστικότητας, αποδεχθήκαμε να υλοποιήσουμε την εργασιακή μεταρρύθμιση μόνο μετά από διαβούλευση με τον ILO, που ήδη έχει τοποθετηθεί θετικά στις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Με δεδομένα τα παραπάνω εύλογα αναρωτιέται κανείς γιατί αυτή η επιμονή σε μονότονες δηλώσεις θεσμικών αξιωματούχων ότι η Ελλάδα δεν καταθέτει προτάσεις; Ποιον σκοπό εξυπηρετεί αυτή η παρατεταμένη στάση ρευστότητας προς την Ελληνική οικονομία, τη στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι θέλει να σεβαστεί τις εξωτερικές της υποχρεώσεις, πληρώνοντας από τον Αύγουστο του 2014 περισσότερα από 17 δισ. ευρώ σε τόκους και χρεολύσια (περίπου 10% του ΑΕΠ της) χωρίς καμία απολύτως εξωτερική χρηματοδότηση; Και, τέλος, ποια η σκοπιμότητα των συντονισμένων διαρροών ότι δεν είμαστε κοντά σε μια συμφωνία που θα βάλει ένα τέλος στην πανευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα που συντηρείται εξαιτίας του ελληνικού ζητήματος;
Η ανεπίσημη απάντηση από την μεριά ορισμένων είναι ότι δεν είμαστε κοντά σε συμφωνία επειδή η ελληνική πλευρά εμμένει στις θέσεις της για την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και αρνείται να προχωρήσει στην περαιτέρω μείωση των συντάξεων.
Οφείλω, λοιπόν, ορισμένες διευκρινήσεις.
Σ' ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα, η θέση της ελληνικής πλευράς είναι ότι δεν είναι δυνατόν η νομοθεσία προστασίας των εργαζομένων στην Ελλάδα να μην ανταποκρίνεται στα ευρωπαϊκά στάνταρ ή, πολύ περισσότερο, να παραβιάζει κατάφωρα την ίδια την ευρωπαϊκή εργατική νομοθεσία. Αυτό που ζητάμε δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτά που ισχύουν σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Και γι' αυτό άλλωστε, πρόσφατα, προχώρησα και σε κοινή δήλωση για το θέμα με τον Πρόεδρο Ζ. Κλ. Γιούνγκερ.
Σ' ό,τι αφορά το δεύτερο ζήτημα, αυτό των συντάξεων, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι απολύτως τεκμηριωμένη και λογική. Στην Ελλάδα οι συντάξεις έχουν μειωθεί σωρευτικά στα χρόνια του μνημονίου από 20% μέχρι και 48%, ενώ αυτή τη στιγμή το 44,5% των συνταξιούχων παίρνουν σύνταξη κάτω από το σταθερό όριο της σχετικής φτώχειας, ενώ και ένα ποσοστό, περίπου 23,1% των συνταξιούχων, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ζει σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι αυτή η εικόνα, αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για οποιαδήποτε πολιτισμένη χώρα.
Ας πούμε λοιπόν τα πράγματα με το όνομά τους.
Η μη επίτευξη συμφωνίας, μέχρι στιγμής, δεν οφείλεται σε μια υποτιθέμενη άτεγκτη, αδιάλλακτη και ακατανόητη στάση της Ελλάδας. Αλλά στην επιμονή ορισμένων θεσμικών παραγόντων να καταθέτουν προτάσεις παράλογες και να δείχνουν παντελή αδιαφορία τόσο στην πρόσφατη δημοκρατική επιλογή του ελληνικού λαού, όσο και στη δημόσια παραδοχή και των τριών θεσμών ότι θα υπάρξει η αναγκαία ευελιξία, ώστε να γίνει σεβαστή η λαϊκή ετυμηγορία.
Για ποιο λόγο όμως αυτή η επιμονή ;
Μια πρώτη αβίαστη σκέψη θα ήταν ότι η επιμονή οφείλεται στην επιθυμία ορισμένων να μη παραδεχθούν τα λάθη τους και να επιβεβαιώσουν εαυτούς παραγνωρίζοντας την αποτυχία τους. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη δημόσια παραδοχή, πριν από λίγα χρόνια, του ΔΝΤ ότι έσφαλε στον υπολογισμό της ύφεσης που θα προκαλούσε το μνημονιακό πρόγραμμα. Ωστόσο θεωρώ ότι αυτή είναι μια ρηχή προσέγγιση. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι το μέλλον της Ευρώπης εξαρτάται από το πείσμα ή την εμμονή κάποιων παραγόντων.
Καταλήγω, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι το ζήτημα της Ελλάδας δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά αποτελεί το επίκεντρο της σύγκρουσης δύο εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Η πρώτη στρατηγική επιδιώκει την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε ένα πλαίσιο ισότητας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και των πολιτών της. Οι υπέρμαχοι αυτής της στρατηγικής ξεκινούν από το δεδομένο ότι δεν είναι δυνατόν να ζητείται από την νέα ελληνική κυβέρνηση να κάνει τα ίδια με την προηγούμενη –η οποία, δεν πρέπει να ξεχνάμε, απέτυχε παταγωδώς. Και ξεκινούν από αυτό το δεδομένο, γιατί διαφορετικά θα έπρεπε να καταργήσουμε τις εκλογές σε όσες χώρες βρίσκονται σε πρόγραμμα. Να αποδεχτούμε, δηλαδή, να διορίζονται οι υπουργοί και οι πρωθυπουργοί από τους θεσμούς και οι πολίτες να αποστερούνται από το δικαίωμα του εκλέγειν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Καταλαβαίνουν ότι κάτι τέτοιο σημαίνει την ολοκληρωτική κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, το τέλος κάθε προσχήματος και την αρχή μιας διάσπασης και ενός απαράδεκτου διχασμού της Ενωμένης Ευρώπης. Σημαίνει εν τέλει την αρχή για την δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τερατουργήματος, που θα οδηγήσει σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες.
Η δεύτερη στρατηγική επιδιώκει ακριβώς αυτό: Τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης και συνακόλουθα της Ε.Ε.
Πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η δημιουργία μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων, όπου ο σκληρός πυρήνας θα θέτει σκληρούς κανόνες λιτότητας και προσαρμογής και θα διορίζει έναν Υπερυπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης με απεριόριστη εξουσία, με τη δυνατότητα δηλαδή να απορρίπτει ακόμη και προϋπολογισμούς κυρίαρχων κρατών που δεν ευθυγραμμίζονται με τα δόγματα του ακραίου νεοφιλελευθερισμού.
Για όσες χώρες δε αρνούνται να υποκύψουν στην νέα εξουσία η λύση θα είναι απλή: Σκληρή τιμωρία. Υποχρεωτική λιτότητα. Και, ακόμη περισσότερο, περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, πειθαρχικές κυρώσεις, πρόστιμα, ακόμη και παράλληλο νόμισμα. Έτσι οικοδομείται η νέα ευρωπαϊκή εξουσία με πρώτο θύμα την Ελλάδα η οποία στο μυαλό αρκετών αποτελεί χρυσή ευκαιρία παραδειγματισμού για όλους τους υποψήφιους απείθαρχους.
Το πρόβλημα, όμως, που δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη της η δεύτερη αυτή στρατηγική είναι το υψηλό ρίσκο που επωμίζεται και τους τεράστιους κινδύνους που εγκυμονεί. Διότι όχι μόνο διακινδυνεύει να αποτελέσει την αρχή του τέλους για το εγχείρημα της ενωμένης Ευρώπης, μετατρέποντας την ευρωζώνη από νομισματική ένωση σε ζώνη συναλλαγματικών ισοτιμιών, αλλά επίσης πυροδοτεί και μια διαδικασία οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας που είναι πολύ πιθανό να μετασχηματίσει πλήρως τις οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες σε ολόκληρη τη Δύση.
Η Ευρώπη, λοιπόν, βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Μετά από τις σοβαρές παραχωρήσεις της ελληνικής κυβέρνησης η απόφαση είναι στα χέρια όχι των θεσμών που άλλωστε -με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή- δεν εκλέγονται και δεν λογοδοτούν στους λαούς, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης.
Ποια στρατηγική θα επικρατήσει; Εκείνη του ρεαλισμού για μια Ευρώπη της αλληλεγγύης, της ισότητας και της δημοκρατίας ή η στρατηγική της ρήξης και της διχοτόμησης;
Αν κάποιοι, πάντως, νομίζουν ή, θέλουν να πιστεύουν, ότι η απόφαση αυτή αφορά αποκλειστικά και μόνο την Ελλάδα διαπράττουν μεγάλος λάθος. Θα τους πρότεινα απλώς να ξαναδιαβάσουν το αριστούργημα του Χέμινγουεϊ: «Για ποιον χτυπά η καμπάνα;».
ethnos.gr