Παρόλο που τα επιδημιολογικά στοιχεία στην Π.Ε. Κω δεν είναι ανησυχητικά, η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου δεν εφησυχάζει. Συνεχίζοντας την προσπάθεια να αποτραπεί η εξάπλωση των κρουσμάτων Covid 19 στην περιοχή μας στηρίζει με υλικοτεχνικό εξοπλισμό τις δομές υγείας των νησιών μας.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Έπαρχος Κω-Νισύρου, εκ μέρους του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου κου Χατζημάρκου Γεώργιου, παρέδωσε χθες 22/12/2020 στον Αντιδήμαρχο Νισύρου κο Τασιούλα Ευάγγελο, υπεύθυνο του τομέα Οικονομικού, Διοικητικού Προσωπικού, Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Παρακολούθησης της Διοικητικής Εξυπηρέτησης του Πολίτη, 400 Rapid Test για την πραγματοποίηση δειγματοληπτικού ελέγχου των κατοίκων του δήμου Νισύρου.
Δεδομένης της έντασης και της έκτασης της διασποράς της πανδημίας σε όλη την επικράτεια, η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου συνδράμει στην προσπάθεια να αποτραπεί η εξάπλωση των κρουσμάτων στην περιοχή μας.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Έπαρχος Κω-Νισύρου, εκ μέρους του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου κου Χατζημάρκου Γεώργιου, παρέδωσε σήμερα 1.000 Rapid Test στον Διοικητή του Γ.Ν. – Κ.Υ. Κω κ. Βασιλειάδη Σταμάτη, συμμετέχοντας ενεργά και στηρίζοντας το νοσοκομείο μας με υλικοτεχνικό εξοπλισμό.
Σύμφωνα με το υπουργείο Ανάπτυξης, το ερευνητικό πρόγραμμα βρίσκεται ήδη στη φάση αναζήτησης εταιρείας, η οποία θα αναλάβει τη μαζική παραγωγή των μονοκλωνικών αντισωμάτων και την τοποθέτηση αυτών επί ειδικής μεμβράνης ανάπτυξης (“strip”) για την δημιουργία ταχέος τεστ αντιγόνου
Το πρώτο ελληνικό, ταχείας ανίχνευσης τεστ αντιγόνου (rapid antigen test), ανακοίνωσε το υπουργείο Ανάπτυξης. Πρόκειται, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, για μια πολύ μεγάλη επιτυχία για την ελληνική επιστημονική και ερευνητική κοινότητα.
Μετά την ολοκλήρωση της σύνθεσης, της απομόνωσης και του χαρακτηρισμού μίας σειράς μονοκλωνικών αντισωμάτων έναντι του κορονοϊού, οι αλληλουχίες των ως άνω αντισωμάτων, η μέθοδος σύνθεσής τους, καθώς και τα πεδία αξιοποίησής τους, κατατέθηκαν στο πλαίσιο αίτησης κατοχύρωσης ευρεσιτεχνίας (“patent pending”) στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ).
Σύμφωνα με το υπουργείο Ανάπτυξης, το ερευνητικό πρόγραμμα βρίσκεται ήδη στη φάση αναζήτησης εταιρείας, η οποία θα αναλάβει τη μαζική παραγωγή των μονοκλωνικών αντισωμάτων και την τοποθέτηση αυτών επί ειδικής μεμβράνης ανάπτυξης (“strip”) για την δημιουργία ταχέος τεστ αντιγόνου (“rapid antigen test”), που θα επιτρέψει το συστηματικό και στοχευμένο έλεγχο του πληθυσμού.
«Από την πρώτη στιγμή οραματιστήκαμε την παραγωγή του “ελληνικού τεστ” ως εργαλείου εξόδου από την πρωτοφανή αυτή υγειονομική κρίση. Ενός τεστ που θα δύναται εντός ολίγων λεπτών και αξιόπιστα να πληροφορεί τους εξεταζόμενους για το αν κάποιος είναι φορέας του ιού ή όχι», τόνισε ο αρμόδιος υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Χρίστος Δήμας.
Το ερευνητικό πρόγραμμα εντάσσεται στην «Εμβληματική Δράση» του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, ύψους περίπου 2,9 εκατομμυρίων ευρώ, που αφορά την επιδημιολογική μελέτη του SARS-CoV-2 στην Ελλάδα μέσω εκτεταμένων εξετάσεων ανίχνευσης ιού και αντισωμάτων, αλληλούχισης ιικών γονιδιωμάτων και γενετικής ανάλυσης ασθενών.
Η συγκεκριμένη δράση εντάσσεται στην ευρύτερη στρατηγική που αναπτύσσει η χώρα για την αντιμετώπιση του κορονοϊού. Τη συγκεκριμένη δράση υλοποιούν έξι Ερευνητικά Κέντρα και τέσσερα ΑΕΙ, υπό την εποπτεία και χρηματοδότηση της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας. Πιο συγκεκριμένα συμμετέχουν οι εξής φορείς:
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών | Τμήμα Ιατρικής
Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών
Εθνικό Κέντρο Έρευνας και τεχνολογικής Ανάπτυξης | Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών
Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης | Τμήμα Ιατρικής
Πανεπιστήμιο Κρήτης | Τμήμα Ιατρικής
ΕΚΕΒΕ Α. Φλέμιγκ
Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας
ΕΚΕΦΕ “Δημόκριτος”
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ δεν πρέπει να γίνονται τα συγκεκριμένα τεστ στα συγκεκριμένα σημεία λόγω του ότι τα άτομα αυτά προέρχονται από χώρες με διαφορετικό επιπολασμό της νόσου, και επομένως τα τεστ αυτά δεν δίνουν αξιόπιστα αποτελέσματα στις συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Τον λόγο για τον οποίο δεν πρέπει να διενεργούνται rapid test στα αεροδρόμια ή στα σύνορα σύμφωνα με τον ΠΟΥ εξήγησε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Μικροβιολογίας στο Κέντρο Αναφοράς SARS-CoV2 της Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ, Γεωργία Γκιούλα, κατά τη διάρκεια της ομιλίας της, με θέμα «Γενικά χαρακτηριστικά του ιού SARS-Cov2 και η επιδημιολογία της νόσου που προκαλεί», στο 6ο Πανελλήνιο Συνέδριο Εφαρμοσμένης Φαρμακευτικής, που διοργάνωσε διαδικτυακά ο Φαρμακευτικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με τον ΠΟΥ δεν πρέπει να γίνονται τα συγκεκριμένα τεστ στα συγκεκριμένα σημεία λόγω του ότι τα άτομα αυτά προέρχονται από χώρες με διαφορετικό επιπολασμό της νόσου, και επομένως τα τεστ αυτά δεν δίνουν αξιόπιστα αποτελέσματα στις συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Ο ΠΟΥ αναφέρει πως τα τεστ αντιγόνου δεν πρέπει να εφαρμόζονται σε άτομα χωρίς συμπτώματα, εκτός αν υπάρχει ιστορικό επαφής, σε χαμηλή επίπτωση της νόσου, διότι στην περίπτωση αυτή δεν είναι αξιόπιστα, καθώς και για screening πριν από την αιμοδοσία. Επίσης δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται όταν δεν υπάρχουν τα απαραίτητα επίπεδα βιοασφάλειας, διότι από διάφορες μελέτες έχει παρατηρηθεί μετάδοση του ιού από τη μη σωστή χρήση των τεστ αντιγόνου.
Πότε πρέπει να εφαρμόζονται
Σύμφωνα με την κ. Γκιούλα, τα τεστ αντιγόνου δίνουν αποτέλεσμα σε μικρότερο χρονικό διάστημα, έχουν υψηλή ακρίβεια επί θετικού αποτελέσματος, έχουν χαμηλότερη ευαισθησία σε σύγκριση με τη μοριακή μέθοδο PCR και καλύτερα αποτελέσματα στα αρχικά στάδια της νόσου.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας δεν συνιστώνται για αποκλεισμό οξείας λοίμωξης και ένα αρνητικό αποτέλεσμά τους, δυστυχώς πρέπει να επιβεβαιώνεται.
Ωστόσο υπάρχουν και περιπτώσεις όπου τα τεστ αντιγόνου πρέπει να εφαρμόζονται.
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), οι περιπτώσεις αυτές είναι οι εξής:
– καταρχήν διαγνωστικά όταν υπάρχει λοίμωξη με συμπτώματα συμβατά με COVID-19 ή όταν υπάρχει γνωστή επαφή με ένα γνωστό θετικό και ένα επιβεβαιωμένο ή ύποπτο περιστατικό
– όσον αφορά το screening, θα πρέπει να γίνεται σε ασυμπτωματικά εκτεθειμένα άτομα για την πρόληψη της διασποράς μέσω αναγνώρισης των μεταδοτικών ασθενών και βέβαια σε κάποιες περιπτώσεις για την επιτήρηση της νόσου και για την παρακολούθηση του επιπολασμού.
– όταν οι μοριακές τεχνικές δεν είναι διαθέσιμες ή όταν η καθυστερημένη διάγνωση αποκλείει την κλινική χρησιμότητά τους.
Ανείπωτη θλίψη σκόρπισε στην Πάρο η είδηση ότι ο τέως δήμαρχος του νησιού Χρήστος Βλαχογιάννης έφυγε από τη ζωή λίγο μετά τα μεσάνυχτα του Σαββάτου 24 Οκτωβρίου, νικημένος από τον κορωνοϊό.
Ο Χρήστος Βλαχογιάννης πάλεψε γενναία με τον κορωνοϊό από τον οποίο προσβλήθηκε στις αρχές Οκτωβρίου, όταν μετέβη στην ιδιαίτερη πατρίδα του τη Διάβα Τρικάλων επισκεπτόμενος την άρρωστη ηλικιωμένη μητέρα του, η οποία λίγες μέρες μετά απεβίωσε.
Ο ίδιος, όπως ανέφερε ρεπορτάζ του ANT1 είχε κάνει δυο φορές rapid τεστ, που όμως βρέθηκε αρνητικό!
Ωστόσο, με την εκδήλωση συμπτωμάτων της νόσου, μεταφέρθηκε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας στο οποίο έκανε το κανονικό τεστ, βρέθηκε θετικός (!) και παρέμεινε διασωληνωμένος στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας για τρεις σχεδόν εβδομάδες, χωρίς να τα καταφέρει να κρατηθεί στη ζωή.
Το γεγονός αυτό δημιουργεί πολλά ερωτηματικά για την αποτελεσματικότητα των rapid τεστ και το κατά πόσο μπορούν να δείξουν τη νόσο…
Πόσο αξιόπιστα είναι όλα αυτά τα τεστ;
Η Καθηγήτρια του Τμήματος Χημείας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Εύη Λιανίδου σε σχετική ερώτηση, έδωσε απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα.
Η απόδοση των τεστ περιγράφεται από την διαγνωστική τους ευαισθησία, ή πιο απλά από την ικανότητά τους να ταυτοποιούν την παρουσία ιικού RNA (μοριακά τεστ) ή αντισωμάτων έναντι του SARS-CoV-2 (ορολογικά τεστ) σε θετικά δείγματα, και μετράται ως % ποσοστό ανίχνευσης αληθώς θετικών δειγμάτων, αλλά και την διαγνωστική τους ειδικότητα, ή πιο απλά από την ικανότητά τους να ταυτοποιούν ως αρνητικά δείγματα τα οποία είναι αρνητικά στην παρουσία παρουσία ιικού RNA (μοριακά τεστ) ή αντισωμάτων έναντι του SARS-CoV-2 (ορολογικά τεστ) και μετράται ως % ποσοστό ανίχνευσης αληθώς αρνητικών δειγμάτων.
Οι εκτιμήσεις της διαγνωστικής ευαισθησίας και ειδικότητας είναι εκτιμήσεις που βασίζονται σε στατιστικά δεδομένα που προέρχονται κατά προτίμηση από ανάλυση μεγάλου αριθμού δειγμάτων. Όσο περισσότερα δείγματα αναλύονται τόσο πιο αξιόπιστες είναι οι εκτιμήσεις της διαγνωστικής ευαισθησίας και ειδικότητας. Η χρησιμότητα των τεστ καθορίζεται επίσης από την θετική και αρνητική προβλεπτική τους αξία, η οποία καθορίζεται εκτός από την διαγνωστική ευαισθησία και ειδικότητα και από τον επιπολασμό, ή πιο απλά από το ποσοστό των ατόμων στο γενικό πληθυσμό που είναι θετικά και έχουν αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι αν παράλληλα με τα τεστ αυτά δεν ληφθούν υπόψη και άλλες σχετικές πληροφορίες, όπως το κλινικό ιστορικό και τα αποτελέσματα των διαγνωστικών τεστ, τα τεστ αυτά θα μπορούσαν να δώσουν πολλά ψευδώς θετικά αποτελέσματα.
Στη εποχή της τόσο έντονης ανάγκης για παροχή υπηρεσιών στα νοσοκομεία, οι κλινικοί γιατροί, οι κυβερνήσεις και τα συστήματα υγείας χρειάζονται επειγόντως γρήγορα, ευαίσθητα, αξιόπιστα αλλά και χαμηλού κόστους διαγνωστικά τεστ για να διαχειριστούν τον τόσο αυξημένο αριθμό ατόμων που εισρέουν στα νοσοκομεία. Για το λόγο αυτό ο ρόλος εγκεκριμένων και αξιόπιστων διαγνωστικών τεστ για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι πάρα πολύ σημαντικός. Η χρήση μη-αξιόπιστων τεστ, η το κυριότερο η μη-σωστή εφαρμογή αξιόπιστων τεστ στα εργαστήρια μπορεί να οδηγήσει είτε σε χαρακτηρισμό COVID-19- αρνητικών ατόμων ως θετικών στον κορωνοϊό ασθενών, η το αντίθετο. Και στις δύο περιπτώσεις είναι εμφανές ότι οι συνέπειες είναι τραγικές για τα όλα συστήματα Υγείας.
Προς το παρόν μόνο τα εργαστηριακά μοριακά τεστ που βασίζονται σε RT-qPCR έχουν ελεγχθεί και συστήνονται από τον ΠΟΥ για διάγνωση. Ο ΠΟΥ προτείνει τη χρήση των γρήγορων τεστ μόνο για ερευνητικούς σκοπούς, και δεν τα συστήνει για διάγνωση και λήψη κλινικών αποφάσεων μέχρι να αξιολογηθούν σε συγκριτικές μελέτες με τα εργαστηριακά μοριακά τεστ αντίστοιχα σε μεγάλη κλίμακα. Το ίδιο ισχύει και για τα γρήγορα ορολογικά τεστ. Αλλά τα γρήγορα τεστ αυτά μπορούν να αποβούν εξαιρετικά χρήσιμα σε επιδημιολογικές μελέτες, και να εξελιχθούν σε ένα σημαντικό εργαλείο για την ανάπτυξη εμβολίων.
Η συνεχής βελτιστοποίηση των διαγνωστικών τεστ είναι ένας πολύ δυναμικά εξελισσόμενος τομές σήμερα, και έχει ως κύριο στόχο τη στήριξη των υπηρεσιών υγείας, αλλά και των κυβερνήσεων για λήψη σωστών αποφάσεων. Η συνεχής και στενή συνεργασία ερευνητών και κλινικών γιατρών στοχεύει αρχικά στην ανάπτυξη αξιόπιστων διαγνωστικών εργαλείων. Αλλά η διαγνωστική αξία των τεστ δεν μπορεί να κριθεί μόνο με τη μέθοδο συλλογής του δείγματος, την ποιότητα του δείγματος και την μεθοδολογία που ακολουθείται. Αντίστοιχα σημαντικά είναι θέματα που αφορούν προ-αναλυτικές διαδικασίες, όπως για παράδειγμα σε ποια χρονική στιγμή πρέπει να γίνει η συλλογή του δείγματος, καθώς και πώς ακριβώς πρέπει να γίνεται η αποθήκευσή του μέχρι την ανάλυση. Σε κάθε περίπτωση ο εργαστηριακός έλεγχος πρέπει να γίνεται σε εξειδικευμένα και κατά προτίμηση διαπιστευμένα εργαστήρια που διαθέτουν τον απαραίτητο ειδικό εξοπλισμό. Για την διασφάλιση της αξιοπιστίας των αποτελεσμάτων των εργαστηρίων δεν αρκεί η χρήση τεστ εγκεκριμένων από διεθνείς οργανισμούς αλλά είναι απαραίτητη η συμμετοχή των εργαστηρίων σε προγράμματα εξωτερικού ελέγχου ποιότητας και ακολούθως η διαπίστευση των εργαστηρίων κατά ISO-15189.