Ένας μήνας πέρασε σχεδόν από τη φονική πλημμύρα της Μάνδρας και μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει γνωστά τα ύψη της βροχής που έπεσαν τόσο στο όρος Πατέρα όσο και μέσα στην πόλη καθώς και η ρύπανση που υπήρξε από τα βιομηχανικά απόβλητα.
Παρότι οι επιστήμονες έχουν αναλύσει στοιχεία κυρίως μέσω ραντάρ και δορυφόρων, το έλλειμμα επιστημονικών δεδομένων και καταγραφών είναι ενδεικτικά για τα προβλήματα που εντοπίζονται στα ζητήματα πολιτικής προστασίας και πρόληψης τέτοιων φαινομένων, σύμφωνα με δημοσίευμα του Ελεύθερου Τύπου.
Σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή Γεωλογίας του ΕΚΠΑ, Δημήτρη Παπανικολάου, το Σύστημα Παρακολούθησης, πρόγνωσης και πληροφόρησης «Ποσειδών», δημιούργημα του ΕΛΚΕΘΕ, είχε δείξει ότι στο όρος Πατέρα θα έπεφταν πάνω από 50 χιλιοστά βροχής 48 ώρες πριν από τις καταιγίδες, γεγονός που θα έπρεπε να έχει ενεργοποιήσει το μηχανισμό της Πολιτικής Προστασίας.
Το σύστημα «Ποσειδών» παρέχει ανοιχτά προσβάσιμα δεδομένα με προγνώσεις τόσο για τους ανέμους, τις βροχοπτώσεις και τις χιονοπτώσεις, τη νεφοκάλυψη, τη θερμοκρασία αέρα και την ατμοσφαιρική πίεση, ενώ παρέχει προγνωστικά δεδομένα από τη ναυσιπλοΐα και τον κυματισμό μέχρι τη θαλάσσια στάθμη. Παρότι δεν συνδέεται άμεσα με τις αρμόδιες υπηρεσίες, είναι ανοιχτά όμως προσβάσιμο για κάθε ενδιαφερόμενο.
Στο πλαίσιο της ημερίδας «Στρατηγικές Διαχείρισης Πλημμυρικών Φαινομένων στον Ελλαδικό Χώρο» που πραγματοποίησε το μεταπτυχιακό τμήμα «Στρατηγικές Διαχείρισης Περιβάλλοντος, Καταστροφών και Κρίσεων» του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, αναφέρθηκε ότι οι πλημμύρες είναι η δεύτερη αιτία θανάτου από φυσικές καταστροφές στην Ελλάδα, με τριπλάσιους νεκρούς σε σχέση με τις φωτιές.
Αν και θα μπορούσαν οι συγκεκριμένες πλημμύρες τουλάχιστον 48 ώρες πριν από την έναρξη του φαινομένου να έχουν εντοπιστεί από τους ειδικούς, οι ελλείψεις τόσο σε μετεωρολογικούς σταθμούς, η γραφειοκρατία και η υπολειτουργία κρίσιμων φορέων, όπως η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, δεν βοηθούν στην ενημέρωση και τη πρόβλεψη τέτοιων φαινομένων, σημειώνει το δημοσίευμα.
Ο κ. Παπανικολάου υποστήριξε ότι "το κράτος, η Πολιτική Προστασία κατάλαβε την έκταση του προβλήματος στη Μάνδρα το μεσημέρι από τα ΜΜΕ. Μέχρι τότε δεν είχε εικόνα για το τι πραγματικά συμβαίνει. Αν είχαν καταλάβει νωρίτερα τι συνέβαινε στην παλιά εθνική οδό και είχε άμεσα πάει εκεί η Τροχαία να κλείσει το δρόμο, είναι πιθανό να μην είχαν εγκλωβιστεί και πεθάνει τόσοι οδηγοί".
Άγνωστο παραμένει στην επιστημονική κοινότητα το μέγεθος της ρύπανσης που έχει υπάρξει. Μέσα από τα 3 κυβικά εκατομμύρια νερού και τους τόνους φερτής ύλης που πέρασαν μέσα από τα εργοστάσια και τις βιομηχανίες της Μάνδρας, μεταφέρθηκαν απόβλητα και εργοστασιακά σκουπίδια προς τις γύρω περιοχές και τη θάλασσα. "Ακόμα δεν έχουμε κάποιο στοιχείο για το μέγεθος της ρύπανσης. Τώρα ξεκινάμε να το μελετάμε", σημείωσε ο Ευθύμιος Λέκκας, ο πρόεδρος του Τμήματος Γεωλογίας & Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ.
"Οι πλημμύρες δεν συνδέονται μόνο με τις πυρκαγιές. Αλλά και με τους σεισμούς. Όπου έχουμε μπαζωμένα ρέματα και φερτά υλικά, γνωρίζουμε ότι ο κίνδυνος μεγάλων σεισμών είναι υπαρκτός", είπε σε παρέμβασή του ο Παναγιώτης Καρύδης, ομότιμος καθηγητής αντισεισμικών κατασκευών του ΕΜΠ.
Σύμφωνα με τον Μιχάλη Διακάκη, ερευνητή του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το "προφίλ" των θυμάτων στο πέρασμα των δεκαετιών έχει αλλάξει. Πλέον κατά 60% τη στιγμή του μοιραίου οδηγούν κάποιο όχημα και το 25% είναι στην εξοχή, ενώ τη δεκαετία του ’70-80 η συντριπτική πλειοψηφία πνιγόταν τη στιγμή που περπατούσε.
Με αφορμή τη φονική πλημμύρα της Μάνδρας, οι διακεκριμένοι επιστήμονες αναφέρθηκαν διεξοδικά τόσο στην επιστημονική και τεχνική διάσταση του φαινομένου όσο και στις προοπτικές μείωσης του πλημμυρικού κινδύνου στην Ελλάδα.
Όλοι οι ομιλητές έκαναν λόγο για ακραία φαινόμενα 100ετίας για όσα συνέβησαν στη Μάνδρα και τη Νέα Πέραμο. "Ενίσχυση επιστημονικής έρευνας, εκτίμηση κίνδυνων – τρωτότητας, εκτίμηση διακινδύνευσης, δράσεις μείωσης τρωτότητας, χωροταξικός – πολεοδομικός σχεδιασμός, αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο, οικονομικοί πόροι, ενίσχυση εξοπλισμού – μέσων, σύνταξη επιχειρησιακών σχεδίων, επιχειρησιακές ασκήσεις, ενίσχυση ετοιμότητας" είναι μερικές από τις προτάσεις που κατέθεσε ο Ευθύμιος Λέκκας.
Χάρτες με τις περιοχές που κινδυνεύουν από πλημμύρες
Μελέτες για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της αντιπλημμυρικής θωράκισης έχουν γίνει αρκετές φορές κατά το παρελθόν, ωστόσο παραδοσιακά κολλούσαν στο "τέρας" της γραφειοκρατίας και στους διάφορους εμπλεκομένους φορείς. Από τον Σεπτέμβριο βρίσκονται σε διαβούλευση οι τελευταίοι χάρτες κινδύνων πλημμυρών για όλη τη χώρα και τα στοιχεία που παρουσιάζονται είναι ανησυχητικά. Στην Αττική μόνο εντοπίζονται 9 Ζώνες Υψηλού Κινδύνου πλημμυρών, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό στη Ζώνη Μεγάρων – Ν. Περάμου (δηλαδή στη Μάνδρα) και αναφέρεται ότι μόνο το 19,96% της έκτασής της αντιμετωπίζει πολύ χαμηλό ή χαμηλό κίνδυνο. Αντίθετα, το 3,76% της έκτασης της ζώνης χαρακτηρίζεται από μέτρια τρωτότητα, το 44,13% από υψηλή και το 32,16% από πολύ υψηλή. Με πιο απλά λόγια, το υπόλοιπο περίπου 80% έχει μεγάλο κίνδυνο.
Όπως υπογραμμίζεται στο σχέδιο διαχείρισης του ΥΠΕΝ, στη ζώνη δυνητικά υψηλού κινδύνου πλημμυρών Αττικής περιλαμβάνονται δήμοι και οικισμοί με συνολικό πληθυσμό 3.099.551 κατοίκους. Σύμφωνα με την Ειδική Γραμματεία Υδάτων, στο Υδατικό Διαμέρισμα της Αττικής, 54 από τα 153 ιστορικά πλημμυρικά γεγονότα χαρακτηρίστηκαν σημαντικά (35%). Το μεγαλύτερο μέρος των ιστορικών πλημμυρών σημειώθηκαν κατά την περίοδο 2001-2009. Όσον αφορά στις περιοχές όπου έχουν γίνει οι μεγαλύτερες πλημμύρες στο παρελθόν, τα σημαντικότερα γεγονότα έγιναν στην Αθήνα, στο τμήμα της λεκάνης του Κηφισού και κατά μήκος των παραλιακών περιοχών Μεγάρων και Ελευσίνας.
Για την Αττική, χάρτες κινδύνων πλημμύρας από ποτάμιες ροές (flood risk maps) καταρτίστηκαν στις ακόλουθες ζώνες:
• Παράκτιες περιοχές Σαρωνίδας – Αναβύσσου – Παλαιάς Φώκαιας
• Χαμηλή ζώνη Λουτρακίου
• Περιοχή των Μεσογείων
• Χαμηλή ζώνη Μεγάρων – Ν. Περάμου
• Χαμηλή ζώνη Ασπροπύργου – Ελευσίνας
• Χαμηλή ζώνη λεκάνης τεχνητής λίμνης Μαραθώνα
• Παράκτια πεδινή περιοχή Μαραθώνα – Νέας Μάκρης
• Λεκάνη π. Κηφισού
• Παράκτιες περιοχές Γλυφάδας – Βούλας.
Στην Κεντρική Μακεδονία
Δέκα κύριες ζώνες υψηλού κινδύνου για την εκδήλωση πλημμύρας εντοπίζονται στην Κεντρική Μακεδονία, όπως προκύπτει από τους χάρτες των «σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας λεκανών απορροής ποταμών υδατικού διαμερίσματος Κεντρικής Μακεδονίας».
Στις ζώνες δυνητικά υψηλού κινδύνου πλημμύρας περιλαμβάνονται:
• Η παραθαλάσσια ζώνη της περιοχής του Αγίου Νικολάου
• Η χαμηλή ζώνη λεκανών των ρεμάτων Ν. Μουδανιών, Αγ. Μάμα και βόρειου τμήματος της χερσονήσου Κασσανδρείας Χαλκιδικής
• Η χαμηλή ζώνη της λεκάνης ρέματος Ν. Ηράκλειας – Ν. Καλλικράτειας
• Η παραθαλάσσια ζώνη Επανομής
• Η χαμηλή ζώνη περιοχή Ξηροποτάμου της λεκάνης της λίμνης Βόλβης
• Ο κατάντη ρους του ποταμού Χαβρία
• Η χαμηλή ζώνη των λεκανών της περιφερειακής τάφρου Τ66 και των ποταμών Λουδία, Αξιού, συμπεριλαμβανομένης της περιοχής της πρώην λίμνης Αρτζάν και του ποταμού Γαλλικού
• Οι παραλίμνιες εκτάσεις της λίμνης Δοϊράνης
• Η χαμηλή ζώνη της λεκάνης των λιμνών Κορώνειας-Βόλβης
• Η χαμηλή ζώνη του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης και του ρέματος Ανθεμούντα.
Πηγή πληροφοριών: Ελεύθερος Τύπος