Η Independent αναφέρεται στην είδηση με τίτλο «Μωρό τριών γονέων γεννήθηκε μετά από τις πρώτες παγκόσμιες κλινικές δοκιμές αμφιλεγόμενης τεχνικής».
Στην είδηση της γέννησης μωρού στην Ελλάδα από «τρεις γονείς» (με γονίδια από τρία διαφορετικά πρόσωπα) αναφέρεται ο βρετανικός Τύπος, και αντιπαραθέτει δηλώσεις της υπεύθυνης ιατρικής ομάδας Ισπανών και Ελλήνων γιατρών που κάνει λόγο για «ιατρικό επίτευγμα», αλλά και βρετανών επιστημόνων, που θεωρούν η μέθοδος θέτει ερωτήματα γύρω από την ηθική αλλά και την ασφάλεια.
Σύμφωνα με το BBC, η ιατρική ομάδα από την Ισπανία και την Ελλάδα, υποστηρίζει ότι η μέθοδος θα βοηθήσει γυναίκες και ζευγάρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας. Ωστόσο, ειδικοί στο Ηνωμένο Βασίλειο εκφράζουν την αντίθεσή τους στην εφαρμογή της μεθόδου και υποστηρίζουν ότι η γονιμότητα και η πρόληψη ασθένειας είναι στόχοι ηθικά πολύ διαφορετικοί.
Η Daily Telegraph, με τίτλο «Κριτική σε γιατρούς για την δημιουργία μωρού από τρεις γονείς για την θεραπεία της υπογονιμότητας», αναφέρει ότι η μέθοδος κατά την οποία χρησιμοποιείται το DNA «δεύτερης μητέρας» για να επιτρέψει σε μία γυναίκα με προβλήματα γονιμότητας να μείνει έγκυος, έχει δεχθεί την κριτική επιστημόνων και της Αρχής Ανθρώπινης Γονιμότητας και Εμβρυολογίας (HFEA). Γράφει ακόμη, ότι η Βρετανία έγινε η πρώτη χώρα στον κόσμο που νομιμοποίησε την μέθοδο γέννησης από τρεις γονείς για να βοηθήσει τις γυναίκες να αποφύγουν την μετάδοση θανάσιμων κληρονομικών ασθενειών.
Ο Guardian γράφει «Μωρό με DNA από τρεις γονείς γεννήθηκε στην Ελλάδα» και επισημαίνει ότι η πειραματική μέθοδος δέχθηκε την κριτική των Βρετανών ειδικών. Επικαλείται τις δηλώσεις της ιατρικής ομάδας για το «επαναστατικό επίτευγμα» στη θεραπεία υπογονιμότητας, αλλά και βρετανών ειδικών που επικρίνουν την εφαρμογή, καθώς δεν στηρίζεται σε κατάλληλες μελέτες και ελέγχους και εμπλέκει αδικαιολόγητα ρίσκα που δεν είναι ακόμη εξολοκλήρου γνωστά, αλλά ίσως να θεωρούνταν αποδεκτά στην περίπτωση θεραπείας μιτοχονδριακής ασθένειας.
Η Independent αναφέρεται στην είδηση με τίτλο «Μωρό τριών γονέων γεννήθηκε μετά από τις πρώτες παγκόσμιες κλινικές δοκιμές αμφιλεγόμενης τεχνικής».
Ήδη μάλιστα εγκαταστάθηκαν οι πρώτοι τρεις μη μόνιμοι σεισμολογικοί σταθμοί που άρχισαν να λειτουργούν εδώ και μία εβδομάδα περίπου
Για πρώτη φορά το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΓΙ/ΕΑΑ) θα παρακολουθήσει συστηματικά το ενεργό ηφαίστειο των Μεθάνων, που βρίσκεται στον Σαρωνικό Κόλπο, σε απόσταση μόνο 50 χιλιομέτρων από την Αθήνα.
Ήδη μάλιστα εγκαταστάθηκαν οι πρώτοι τρεις μη μόνιμοι σεισμολογικοί σταθμοί που άρχισαν να λειτουργούν εδώ και μία εβδομάδα περίπου, ενώ θα εγκατασταθούν άλλοι τρεις μόνιμοι.
Η πιο πρόσφατη εκρηκτική δραστηριότητα του ηφαιστείου συνέβη τον 3ο αιώνα π.Χ. και αναφέρεται από τους αρχαίους ιστορικούς Στράβωνα, Παυσανία και Οβίδιο. Στην ευρύτερη περιοχή των Μεθάνων η πιο πρόσφατη έκρηξη συνέβη πριν από περίπου 300 χρόνια, στον υποθαλάσσιο χώρο ενάμισι χιλιόμετρο βόρεια της χερσονήσου, όπου έχουν εντοπισθεί ίχνη τουλάχιστον 30 παλαιών ηφαιστείων, των οποίων η δραστηριότητα ξεκίνησε πριν από ενάμισι εκατομμύριο χρόνια.
Η σύγχρονη υδροθερμική δραστηριότητα στη λουτρόπολη των Μεθάνων σχετίζεται με την ηφαιστειακή γεωθερμία. Αν και πιο πρόσφατα το ηφαίστειο δεν έχει δώσει ανησυχητικά σημάδια, η κοντινή απόστασή του από την Αθήνα δεν παύει να αποτελεί πηγή ανησυχίας.
Όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Δρ Χρήστος Ευαγγελίδης, εντεταλμένος ερευνητής του ΓΙ/ΕΑΑ, υπεύθυνος του Σεισμολογικού Δικτύου του ΕΑΑ, ο οποίος είχε και την πρωτοβουλία για τους νέους σταθμούς στα Μέθανα, «το ηφαίστειο των Μεθάνων μπορεί να μην είναι τόσο επικίνδυνο όσο της Σαντορίνης ή της Νισύρου, δεν παύει όμως να είναι ενεργό και να βρίσκεται απέναντι από την Αθήνα. Έως τώρα κανείς δεν το παρακολουθούσε».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «η έγκαιρη εκτίμηση της όποιας επερχόμενης ηφαιστειακής δραστηριότητας και των επιπτώσεων της είναι κρίσιμοι παράγοντες τόσο για την ασφάλεια του τοπικού πληθυσμού, όσο και για την προστασία του τουρισμού, του περιβάλλοντος και των θαλάσσιων και εναέριων μεταφορών στην ευρύτερη περιοχή του Αργοσαρωνικού και της πρωτεύουσας».
Όπως επισημαίνει, αντίθετα με τους σεισμούς που είναι ξαφνικοί, τα ηφαίστεια συνήθως προειδοποιούν, γι’ αυτό παρακολουθούνται από μια ποικιλία οργάνων, ώστε να γίνει η όσο το δυνατόν πιο έγκαιρη αναγνώριση κάποιων μεταβολών στον ηφαιστειακό κώνο πριν από μια έκρηξη.
Η μέχρι πρότινος σχετική υποδομή παρακολούθησης που ήταν εγκατεστημένη στο ηφαίστειο των Μεθάνων, κρίθηκε αμελητέα, γι’ αυτό σχεδιάζεται πλέον ένα δίκτυο έξι σεισμολογικών σταθμών και ένα γεωδαιτικό δίκτυο στο πλαίσιο του -χρηματοδοτούμενου από το ΕΣΠΑ- έργου ΓΕΩΡΙΣΚ του ΕΑΑ, που ξεκίνησε τον Οκτώβριο 2017 και θα ολοκληρωθεί στο τέλος του 2020. Στόχος είναι να εφαρμοστούν στο ηφαίστειο των Μεθάνων πιλοτικές καινοτόμες σεισμικές και γεωδαιτικές μέθοδοι για την εκτίμηση του επερχόμενου ηφαιστειακού κινδύνου.
Σε πρώτη φάση, σε στενή συνεργασία με τον δήμο Τροιζηνίας-Μεθάνων, ο οποίος ανταποκρίθηκε πολύ θετικά στην πρωτοβουλία του Αστεροσκοπείου, εγκαταστάθηκε ένα μη μόνιμο σεισμολογικό δίκτυο πυκνής διάταξης με τρεις σταθμούς στους Αγίους Θεοδώρους, στο Μακρύλογγο και στο Μεγαλοχώρι Μεθάνων, οι οποίοι θα λειτουργήσουν για δύο έως τρία χρόνια. Οι σταθμοί αυτοί, που θα είναι διαθέσιμοι και για μελλοντική επανεγκατάσταση σε μια ενδεχόμενη ηφαιστειακή ή σεισμική έξαρση, χρησιμοποιούνται ήδη για την καθημερινή σεισμική ανάλυση του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του ΕΑΑ.
Παράλληλα, άρχισαν τα κατασκευαστικά έργα για να εγκατασταθούν άλλοι τρεις μόνιμοι σταθμοί στην Καμένη Χώρα (όπου υπάρχει κρατήρας βάθους περίπου 50 μέτρων και διαμέτρου 100 μέτρων), στην πόλη των Μεθάνων (κοντά στο δημοτικό γήπεδο) και ένας τρίτος στο ‘Ανω Φανάρι Αργολίδας ή στο νησί Αγκίστρι. Στόχος των επιστημόνων είναι να καλύψουν και το γειτονικό υποθαλάσσιο ηφαίστειο «Παυσανίας». Οι σταθμοί, που θα διαθέτουν αισθητήρες ευρέος φάσματος, αναμένεται να αρχίσουν να λειτουργούν φέτος το καλοκαίρι.
Εκτός του σεισμολογικού δικτύου, θα αναπτυχθεί στην περιοχή ένα γεωδαιτικό δίκτυο από τρεις κεραίες GPS, που θα καταγράφει και τις παραμικρές αργές μετακινήσεις στην επιφάνεια του εδάφους, ακόμα και της τάξης του ενός χιλιοστού ετησίως, οι οποίες μπορεί να οφείλονται σε υπόγεια δράση του ηφαιστείου. Υπάρχουν ήδη δύο κεραίες GPS, μία του Πανεπιστημίου Αθηνών και μία του ΕΜΠ (που προς το παρόν δεν λειτουργεί), ενώ θα προστεθεί και μία τρίτη από το ΕΑΑ.
Ο κ. Ευαγγελίδης δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «ούτε το πιο επικίνδυνο ηφαίστειο της Νισύρου καλύπτεται σωστά. Υπάρχουν σε αυτό δύο σεισμολογικοί σταθμοί, από τους οποίους δουλεύει μόνο ο ένας, ενώ κανονικά θα έπρεπε να υπάρχουν πέντε. Δυστυχώς υπάρχει πρόβλημα χρηματοδότησης τους».
Κάτι ανάλογο είπε συμβαίνει και σε άλλα ελληνικά ηφαίστεια, με εξαίρεση τη Σαντορίνη. Στη Μήλο υπάρχει ήδη ένας σταθμός του ΕΑΑ, ενώ θα εγκατασταθεί ένας ακόμη, αλλά στο Σουσάκι δεν υπάρχει κανένας, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει τουλάχιστον ένας σεισμολογικός σταθμός παρακολούθησης.
Συνολικά, σύμφωνα με τον κ. Ευαγγελίδη, πανελλαδικά υπάρχουν περίπου 150 σεισμολογικοί σταθμοί, από τους οποίους όμως μόνο περίπου 100 λειτουργούν αυτή τη στιγμή. Από αυτούς, οι μισοί (75) ανήκουν στο ΓΙ/ΕΕΑ (περίπου οι 65 λειτουργούν σήμερα).
Επτά μήνες μετά τη γέννησή του, το μωρό, ένα κοριτσάκι, τα πηγαίνει πολύ καλά, ζυγίζει 7,2 κιλά και τρέφεται ακόμη με θηλασμό από τη μητέρα, η οποία επίσης χαίρει άκρας υγείας, διευκρινίζει το περιοδικό The Lancet
Το πρώτο μωρό το οποίο μπόρεσε να γεννηθεί χάρη στη μεταμόσχευση μήτρας σε γυναίκα που έπασχε από στειρότητα, με το μόσχευμα να προέρχεται από μια νεκρή δότρια, ήλθε στη ζωή πέρυσι στη Βραζιλία, αποκαλύπτει άρθρο που δημοσιεύει σήμερα το επιστημονικό περιοδικό The Lancet.
Επτά μήνες μετά τη γέννησή του, το μωρό, ένα κοριτσάκι, τα πήγαινε πολύ καλά, ζύγιζε 7,2 κιλά και τρεφόταν ακόμη με θηλασμό από τη μητέρα, η οποία επίσης χαίρει άκρας υγείας, διευκρινίζει το άρθρο, προϊόν μελέτης του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Σαν Πάουλου, όπου έγινε η μεταμόσχευση το 2016.
Αυτή ήταν η πρώτη φορά που η μεταμόσχευση της μήτρας μιας νεκρής δότριας επέτρεψε να γίνει μια επιτυχημένη κύηση, ενώ επρόκειτο επίσης για την πρώτη μεταμόσχευση μήτρας στη Λατινική Αμερική.
Μετά την πρώτη μεταμόσχευση μήτρας, με το μόσχευμα να προέρχεται από δότρια εν ζωή, η οποία έγινε το 2013 στη Σουηδία, έχουν γίνει παγκοσμίως άλλες 39 τέτοιες επεμβάσεις, από τις οποίες 11 οδήγησαν σε γεννήσεις παιδιών. Όλες οι μεταμοσχεύσεις μήτρας στις οποίες οι δότριες είχαν ήδη αποβιώσει, περίπου δέκα τον αριθμό, που έγιναν στις ΗΠΑ, στην Τσεχία και στην Τουρκία, είχαν αποτύχει ως αυτή την παγκόσμια πρωτιά.
«Η καταφυγή σε δότριες που έχουν αποβιώσει μπορεί να διευρύνει σημαντικά την πρόσβαση σε αυτή τη θεραπεία, καθώς τα αποτελέσματά μας προσφέρουν την απόδειξη ότι μπορεί να είναι επιτυχής, για να προσφερθεί έτσι μια νέα επιλογή σε γυναίκες που πλήττονται από στειρότητα οφειλόμενη σε παθήσεις της μήτρας», υπογράμμισε ο γυναικολόγος Δρ. Ντάνι Άιζενμπεργκ, επικεφαλής της μελέτης του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Σαν Πάουλου και βασικός συγγραφέας του άρθρου που δημοσιεύει το Λάνσετ.
Η μοναδική κύηση που είχε σημειωθεί έπειτα από μεταθανάτια μεταμόσχευση μήτρας «χρονολογείτο το 2011», είχε γίνει «στην Τουρκία» και είχε καταλήξει σε αποτυχία εξαιτίας αποβολής, παρατηρεί ο Δρ. Στρέτζαν Σάσο της σχολής μαιευτικής του Imperial College του Λονδίνου.
Αυτή η μέθοδος «παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με τη μεταμόσχευση από ζωντανή δότρια», αφού «η δεξαμενή των δοτριών είναι πολύ μεγαλύτερη», ενώ οι επεμβάσεις αυτές είναι «λιγότερο ακριβές» και αποφεύγουν κάθε «κίνδυνο για μια ζωντανή δότρια», εξήγησε.
Η επέμβαση έγινε τον Σεπτέμβριο του 2016. Η μητέρα στην οποία έγινε η μεταμόσχευση ήταν 32 ετών και είχε γεννηθεί χωρίς μήτρα (έπασχε από το σύνδρομο Mayer-Rokitansky-Küster-Hauser). Η μήτρα προερχόταν από μια γυναίκα 45 ετών, που πέθανε από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και ήταν δότρια πολλών οργάνων (καρδιάς, πνεύμονα, νεφρών). Η επέμβαση κράτησε 10 ώρες και τριάντα λεπτά και ακολουθήθηκε από ανοσοκατασταλτική θεραπεία, για να αποφευχθεί ο κίνδυνος απόρριψης του μοσχεύματος. Όταν τελικά γεννήθηκε η μικρή της κόρη, ζύγιζε 2,550 κιλά και ήταν απόλυτα υγιής.
Η μεταμοσχευμένη μήτρα αφαιρέθηκε κατά τη διάρκεια της καισαρικής τομής, ώστε να σταματήσει η ανοσοκατασταλτική θεραπεία, που ήταν βαριά, και η μητέρα και το παιδί μπόρεσαν να βγουν από το νοσοκομείο μέσα σε τρεις ημέρες.
Εκτιμάται ότι η στειρότητα πλήττει το 10 ως 15% των ζευγαριών σε ηλικία τεκνοποίησης διεθνώς. Μεταξύ των γυναικών που πλήττονται, εκτιμάται ότι η μία στις 500 παρουσιάζει κάποια ανωμαλία της μήτρας. Για αυτές τις γυναίκες, η υιοθεσία ή η καταφυγή σε παρένθετη μητέρα είναι οι μοναδικές άλλες επιλογές πέραν της μεταμόσχευσης μήτρας.