Οι φονικοί σεισμοί στην Τουρκία και τη Συρία με τους χιλιάδες νεκρούς έχουν συγκλονίσει την χώρα μας και παράλληλα έχουν προκαλέσει προβληματισμό ως προς την πιθανότητα «μετάδοσης» του φαινομένου.
Από τις πρώτες ώρες μετά τους σεισμούς, πλανάται το ερώτημα αν υπάρχει περίπτωση να βιώσουμε και στην Ελλάδα μια τόσο ισχυρή σεισμική δόνηση και τι επιπτώσεις θα μπορούσαν να υπάρξουν.
Οι σεισμολόγοι τονίζουν ότι σεισμοί τέτοιας έντασης έχουν γίνει στον ελλαδικό χώρο, ωστόσο δεν συμφωνούν όλοι σχετικά με τις πιθανότητες να συμβεί στο μέλλον ένας τέτοιος μεγασεισμός.
Παπαζάχος: «Κυρίως σε θαλλάσιες περιοχές»
Από τους πρώτους που μίλησαν για αυτό το σενάριο ήταν ο καθηγητής Σεισμολογίας του ΑΠΘ, Κώστας Παπαζάχος, σημειώνοντας ότι κάποια στιγμή θα βιώσουμε στον ελληνικό χώρο έναν σεισμό σαν της Τουρκίας και θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες.
Μιλώντας στην ΕΡΤ, ο κ. Παπαζάχος ρωτήθηκε αν ένας σεισμός σαν αυτός της Τουρκίας, γινόταν στην Ελλάδα, και στην περίπτωση αυτή αν θα είχε και στη χώρα μας τις ίδιες συνέπειες. Ο καθηγητής απάντησε ότι τέτοιοι σεισμοί έχουν γίνει στην Ελλάδα, «απλά δεν θυμόμαστε και πολλά γι’ αυτούς, γιατί έχουμε σχετικά βραχεία μνήμη», και υπενθύμισε τους σεισμούς των 7,5 Ρίχτερ στην Αμοργό το 1956 και των 7,2 Ρίχτερ στην Κεφαλονιά το 1953.
Ο καθηγητής Σεισμολογίας αναφέρθηκε όμως και σε έναν σεισμό μεγαλύτερο από αυτόν που έγινε στην Τουρκία, το 365 μ.Χ. στη δυτική Κρήτη ο οποίος είχε ισχύ 8,2 Ρίχτερ και πολύ μεγάλες συνέπειες στον ελληνικό χώρο, καθώς «ανύψωσε το λιμάνι στα Φαλάσαρνα περίπου κατά 7 μέτρα στην επιφάνεια και τη μισή Κρήτη σταδιακά από 7 μέχρι 1 μέτρο, προκάλεσε ένα τεράστιο τσουνάμι, το οποίο χτύπησε από τη Βενετία μέχρι τις ακτές του Λιβάνου και την Αίγυπτο, [και] μεγάλες καταστροφές σε όλη την Πελοπόννησο και στην περιοχή».
«Έχουμε λοιπόν τέτοιους σεισμούς στον ελληνικό χώρο, αυτό πρέπει να μας προβληματίσει: πώς θα αντιδράσουμε και τι θα γίνει στην αντίστοιχη περίπτωση», τόνισε ο κ. Παπαζάχος, προσθέτοντας πως «κάποια στιγμή θα βιώσουμε έναν τέτοιο σεισμό με σύγχρονα κτίρια και θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες», διευκρινίζοντας ωστόσο ότι τέτοιοι σεισμοί στον ελληνικό χώρο «γενικά έχουν περιορισμένες επιπτώσεις, κυρίως γιατί γίνονται σε θαλάσσιες περιοχές».
Θα μπορούσε να προβλεφθεί;
Ερωτηθείς, δε, στην αρχή της συνέντευξης εάν ένας τέτοιος σεισμός σαν αυτόν της Τουρκίας θα μπορούσε να προβλεφθεί, αφού ξεκαθάρισε ότι «δεν μπορούμε να προβλέψουμε πότε ακριβώς θα γίνει ένας σεισμός» και υπενθύμισε σεισμούς όπως αυτόν του 1822 στο Χαλέπι – που εκτιμάται ότι είχε μεταξύ 20.000-60.000 νεκρών – και του 1939 στο Ερζιτζάν «στο ρήγμα της Βόρειας Ανατολίας, πιο κοντά στο ρήγμα της Ανατολικής Ανατολίας, περίπου στη διασταύρωση τους, [που] είχε περίπου 35.000 νεκρούς και 100.000 τραυματίες», ο κ. Παπαζάχος είπε ότι τέτοιοι σεισμοί δεν είναι άγνωστοι στη συγκεκριμένη ζώνη, «κατά συνέπεια ξέρουμε ότι σε επίπεδο εκατονταετίας έχουμε τέτοιους σεισμούς».
«Ειδικά στα τέλη του 19ου αιώνα είχαμε περίπου 4-5 τέτοιους σεισμούς μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα που έσπασαν το μεγαλύτερο κομμάτι, στο πιο βορειοανατολικό κομμάτι του συγκεκριμένου ρήγματος. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει μια πρόβλεψη με την έννοια που αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι θα γίνει ένας σεισμός αύριο μεθαύριο, βγείτε έξω από τα σπίτια σας, αλλά σίγουρα ξέραμε ότι αυτή η περιοχή δέχεται πάρα πολύ μεγάλες επιταχύνσεις και οι επίσημες προδιαγραφές γι’ αυτή την περιοχή ήταν εξαιρετικά αυστηρές», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαζάχος.
Συνολάκης: «Κάθε 600 χρόνια τέτοιοι μεγασεισμοί»
Μια από τις τοποθετήσεις που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις ήταν αυτή του καθηγητή Φυσικών Καταστροφών, Κωνσταντίνου Συνολάκη.
Ο κ. Συνολάκης τόνισε πως τέτοιοι μεγασεισμοί γίνονται κάθε 600 χρόνια και αναφέρθηκε στον σεισμό στην Κρήτη το 365 π.Χ., τονίζοντας πως το νησί ανυψώθηκε 10 μέτρα εξαιτίας της σεισμικής δόνησης.
«Ο τελευταίος μεγάλος σεισμός στην Κρήτη έγινε το 1403 και υπολογίζεται ότι τέτοιοι σεισμοί γίνονται κάθε 600 με 800 χρόνια. Είμαστε ήδη στο «παράθυρο» του αιώνα, που μπορεί να δούμε μεγάλο σεισμό στο ελληνικό τόξο της τάξης των 8,5 Ρίχτερ», δήλωσε.
Χουλιάρας: «Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα»
Μετά την τοποθέτηση του κ. Συνολάκη, ο καθηγητής Σεισμολογίας Γεράσιμος Χουλιάρας, κλήθηκε για να μιλήσει για όσα ισχύουν για τους δύο ισχυρούς σεισμούς στην Τουρκία.
«Είμαστε στην τέταρτη ημέρα μετά τους δύο ισχυρούς σεισμούς σε Τουρκία και Συρία, αυτό το ρήγμα είναι πολύ μακριά από την Ελλάδα για να την επηρεάσει, για να γίνει μεταφορά τάσεων, είναι πολύ μεγάλη η απόσταση» ανέφερε, μιλώντας το πρωί της Πέμπτης, στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ ο καθηγητής Σεισμολογίας.
Εξήγησε ότι ο όρος «ντόμινο» δεν αναφέρεται στις τεκτονικές πλάκες: Το επίκεντρο, εξήγησε, είναι πάνω από 1.000 χλμ από τον ελλαδικό χώρο. Και συνέχισε: «Το φαινόμενο ντόμινο το είδαμε αμέσως μετά τα 7,8 Ρίχτερ, μετά τον πρώτο σεισμό, σε 9 ώρες, 1.000 χλμ πιο πάνω έγινε σεισμός 7,5 Ρίχτερ».
Στην ερώτηση αν μπορεί να υπάρξει σεισμός τέτοιους μεγέθους στην Ελλάδα, απάντησε: «Ιστορικά είχαμε τέτοιου μεγέθους σεισμούς, οπότε κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα ενός τέτοιου μεγέθους στον ελλαδικό χώρο. Υπάρχουν 3-4 τέτοια παραδείγματα ισοδύναμων μεγεθών παλαιότερα, οπότε κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει».
Σε ερώτηση ποιες θα ήταν οι συνέπειες ενός τέτοιου σεισμού είπε: «Θα είχε μικρότερες επιπτώσεις, τα κτίριά μας είναι καλύτερα από αυτά που βλέπουμε στην Τουρκία, έχουμε καλύτερες υποδομές. Επίσης, έχουμε το ευεργετικό στη γεωδυναμική της Ελλάδας, ότι οι περισσότεροι ισχυροί σεισμοί συμβαίνουν σε υποθαλάσσιες περιοχές, οπότε το φαινόμενο εκτονώνεται».
Ο κ. Χουλιάρας κατέληξε: «Τα κτίρια είναι αυτά που πρέπει να προσέχουμε, να γίνονται συνεχείς έλεγχοι στα κτίρια και τις υποδομές, είναι τα βασικά πράγματα. Αν αφοσιωθούμε σε αυτά, θα είμαστε καλά».