Δεύτερη ευκαιρία στους υποψηφίους οδηγούς, οι οποίοι απορρίφθηκαν στις εξετάσεις δίνει η θεσμοθέτηση του δικαιώματος υποβολής ένστασης κατά του αποτελέσματος με την ολοκλήρωση της ψήφισης του νομοσχεδίου για τα διπλώματα οδήγησης που επιτρέπει και τη συνοδευόμενη οδήγηση για τους 17ρηδες με τα μαθήματα γι΄αυτήν την κατηγορία να ξεκινούν σε περίπου δύο μήνες από τώρα.
Σύμφωνα μάλιστα με τις νομοτεχνικές βελτιώσεις που κατατέθηκαν στο παρά πέντε της ψήφισης μειώνονται σε δέκα από τριάντα οι προβλεπόμενες εργάσιμες ημέρες της προθεσμίας απάντησης στην ένσταση των υποψηφίων.
Παράλληλα με τις υπόλοιπες βελτιώσεις προβλέπεται πλέον:
Η αλλαγή της θέσης του εκπαιδευτή, ο οποίος θα εξακολουθήσει να κάθεται στη θέση του συνοδηγού κατά την πρακτική εξέταση του υποψηφίου.
Η δυνατότητα και όχι υποχρεωτικότητα της χρήσης διερμηνέα στους κωφούς (αίτημα της Ομοσπονδίας).
Η παραμονή του ορίου ηλικίας για τους οδηγούς των ΚΤΕΛ στα 67 έτη και η επέκταση του ορίου αυτού στους οδηγούς τουριστικών λεωφορείων και φορτηγών. Επίσης το όριο ηλικίας των οδηγών σχολικών λεωφορείων ισχύει και για τα τουριστικά λεωφορεία όταν αυτά χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά μαθητών.
Η επέκταση της δυνατότητας εργασίας και στους οδηγούς μετά την συνταξιοδότησή τους μέχρι τα 67 έτη εφόσον επιθυμούν να προσληφθούν σε άλλη εργασία και τους αφαιρεθεί το 30% της σύνταξής τους.
Πως θα γίνεται η ένσταση από τους απορριπτέους υποψηφίους οδηγούς
Η υποβολή ένστασης καθίσταται δυνατή δεδομένης της ύπαρξης του καταγεγραμμένου οπτικοακουστικού υλικού της εξέτασης, το οποίο θα διατηρείται για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία της διενέργειας της πρακτικής δοκιμασίας. Ωστόσο όσοι επιθυμούν να υποβάλουν ένσταση θα έχουν στη διάθεσή τους μόνο τρεις ημέρες από τη διενέργεια της εξέτασης.
Στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών συστήνεται Επιτροπή Εποπτείας και Ενστάσεων, η οποία αποτελείται από τον Πρόεδρο και δύο μέλη και θα συνεδριάζει πέντε φορές τον μήνα, ενώ θα έχει πρόσβαση στο καταγεγραμμένο οπτικοακουστικό υλικό καθώς και στις ψηφιακές φωτογραφίες.
Οι υποψήφιοι οδηγοί και οδηγοί που συμμετέχουν στη διαδικασία πρακτικής εξέτασης για τη χορήγηση άδειας οδήγησης έχουν δικαίωμα να υποβάλουν ενώπιον της Επιτροπής Εποπτείας και Ενστάσεων ένσταση κατά των απορριπτικών αποτελεσμάτων των πρακτικών δοκιμασιών, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών εργάσιμων ημερών από την επομένη της εξέτασης.
Για την υποβολή της ένστασης απαιτείται η καταβολή παραβόλου υπέρ του Δημοσίου, ύψους 60 ευρώ. Η ένσταση υποβάλλεται για λόγους οι οποίοι σχετίζονται με την απόρριψη του υποψήφιου οδηγού και οδηγού και αντιστοιχούν στους ειδικούς λόγους απόρριψης που αναγράφονται στο Δ.Ε.Ε., ενώ η υποβολή της θα γίνεται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο, σε ειδική προτυποποιημένη φόρμα ένστασης, η οποία περιλαμβάνει το σύνολο των ειδικών λόγων ένστασης, όπως αυτοί καθορίζονται από την αρμόδια αρχή με δυνατότητα επιλογής ενός ή όλων εξ αυτών, καθώς και πεδίο για την τεκμηρίωση των ισχυρισμών τους. Η προτυποποιημένη φόρμα ένστασης θα διατίθεται στην ιστοσελίδα του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, καθώς και στην ιστοσελίδα των οικείων Περιφερειών.
Η Επιτροπή θα αποφαίνεται επί των ενστάσεων εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία υποβολής τους. Αν, μετά την εξέταση από την Επιτροπή Εποπτείας και Ενστάσεων, η ένσταση κατά της απόρριψης του υποψηφίου γίνει δεκτή, ακυρώνεται η απορριπτική απόφαση του εξεταστή και αν:
εκδόθηκε κατόπιν διακοπής της εξέτασης πριν την ελάχιστη απαιτούμενη διάρκειά της, παρέχεται η δυνατότητα στον υποψήφιο οδηγό ή οδηγό να συμμετάσχει ατελώς σε επόμενη πρακτική δοκιμασία, η οποία διενεργείται εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης επί της ένστασης. Στην επαναληπτική πρακτική δοκιμασία, ο υποψήφιος οδηγός ή οδηγός, του οποίου η ένσταση έγινε δεκτή, δεν εξετάζεται από τον εξεταστή της ακυρωθείσας εξέτασης.
εκδόθηκε μετά από την ελάχιστη απαιτούμενη διάρκεια της εξέτασης, χορηγείται στον υποψήφιο οδηγό ή οδηγό η άδεια οδήγησης.
Πως θα επιτυγχάνεται το αδιάβλητο των εξετάσεων
Με πέντε βασικές δικλείδες ασφαλείας θωρακίζεται, σύμφωνα με το υπουργειο Μεταφορών, το αδιάβλητο των εξετάσεων οδηγησης με τον ψηφισμένο πλέον νόμο. Συγκεκριμένα προβλέπεται:
Διπλός έλεγχος ταυτοπροσωπίας και δειγματοληπτικός έλεγχος στις θεωρητικές εξετάσεις: Για να μπει ο υποψήφιος στις εξετάσεις, θα γίνεται έλεγχος με ψηφιακά μέσα, με τη δυνατότητα ταυτοποίησης δύο παραγόντων μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης. Στις γραπτές εξετάσεις θα απαγορεύεται χωρίς εξαιρέσεις η χρήση κινητών τηλεφώνων, ακουστικών ή όποιας άλλης ηλεκτρονικής ή “έξυπνης” συσκευής.
Υποχρεωτική τοποθέτηση κάμερας μέσα στο όχημα κατά τη διάρκεια της εξέτασης: Φορητή κάμερα υψηλής ευκρίνειας, με δυνατότητα λήψης 360 μοιρών, θα καταγράφει ευδιάκριτα ολόκληρη την καμπίνα του οχήματος και τους συμμετέχοντες στη διαδικασία, αλλά και μικρόφωνο. Η κάμερα θα διαθέτει ειδική αποσπώμενη κάρτα μνήμης, στην οποία θα αποθηκεύεται όλη η διαδικασία της πρακτικής δοκιμασίας. Εντός μίας ημέρας από την εξέταση, ο εξεταστής υποχρεούται να παραδώσει την κάμερα και την κάρτα μνήμης στη Διεύθυνση Μεταφορών και Επικοινωνιών της Περιφέρειας.
Διατήρηση του οπτικοακουστικού υλικού έως 6 μήνες από ειδική υπηρεσία του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Οι κάμερες, που θα τοποθετούνται στα οχήματα κατά τη διάρκεια της εξέτασης, θα ανήκουν στο υπουργείο. Το οπτικοακουστικό υλικό θα μπορεί να εξεταστεί είτε δειγματοληπτικά είτε κατόπιν καταγγελίας. Εάν σε αυτό το διάστημα ο νέος οδηγός προκαλέσει ατύχημα, τότε θα προχωρά αυτομάτως η εξέταση του οπτικοακουστικού υλικού.
Διεύρυνση του σώματος των εξεταστών: Όποιος δημόσιος υπάλληλος επιθυμεί, θα μπορεί να γίνει εξεταστής, αφού περάσει τη σχετική εκπαίδευση και πιστοποιηθεί. Στόχος είναι «να σπάσουν τα κυκλώματα και να υπάρξει επαρκής αριθμός καλά εκπαιδευμένων εξεταστών», σημειώνει το υπουργείο, το οποίο έκανε πίσω στην αρχική του πρόβλεψη για ενσωμάτωση και ιδιωτών εξεταστών.
Δημιουργία του θεσμού των εποπτών: Επόπτες θα μπορούν να γίνουν, εφόσον το επιθυμούν, στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας Εάν δεν επαρκεί το προσφερόμενο προσωπικό της ΕΛΑΣ να καλύψει το έργο αυτό, στο Μητρώο Εποπτών θα μπορεί να εγγραφεί το ένστολο προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας και του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής. Οι επόπτες θα περνούν από ειδική εκπαίδευση και θα λαμβάνουν πιστοποίηση, ώστε στη συνέχεια να μπαίνουν μέσα στο όχημα κατά την εξέταση και να εποπτεύουν τη διαδικασία, είτε δειγματοληπτικά είτε σε περίπτωση που θα υπάρχουν υπόνοιες.
Η συνοδευόμενη οδήγηση
Με τον νέο νόμο οι νέοι από 17 ετών θα μπορούν να δώσουν εξετάσεις οδήγησης, αλλά και να οδηγήσουν, υπό αυστηρούς όρους, διάταξη η οποία ψηφίζεται για δεύτερη φορά από τη Βουλή αφού είχε θεσμοθετηθεί από το νόμο της προηγούμενης κυβέρνησης και στη συνέχεια ακυρώθηκε μαζί με το σύνολο του νόμου, κάτι που σήμανε την επιστροφή στο παλαιό καθεστώς την τελευταία διετία.
Βάσει των νέων διατάξεων, στο εξής στο πλαίσιο της συνοδευόμενης οδήγησης, εξετάσεις για δίπλωμα οδήγησης θα μπορούν να δώσουν οι νέοι από 17 ετών, υπό συγκεκριμένους και αυστηρούς περιορισμούς.
Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, ο συνοδός θα πρέπει να είναι άνω των 25 ετών και να είναι κάτοχος διπλώματος οδήγησης τουλάχιστον 5 χρόνια. Αν και στις διατάξεις του νόμου δεν περιλαμβάνεται ως προυπόθεση για τον συνοδό το να μην του έχει επιβληθεί ποινή στο point system, κάτι το οποίο στηλίτευσε σήμερα ο τ. Υπουργός Μεταφορών, Χρήστος Σπίρτζης, το υπουργείο επισημαίνει ότι με εφαρμοστική απόφαση που θα ακολουθήσει θα προβλέπεται ο συνοδός να έχει και καθαρό point system.
Οι 17άρηδες θα επιτρέπεται να οδηγήσουν μόνο εντός της Περιφέρειας όπου κατοικούν και το όχημα θα φέρει το ειδικό σήμα του νέου οδηγού.
Εφόσον ο 17χρονος οδηγός κατά τη διάρκεια του έτους αυτού δεν εμπλακεί σε ατύχημα, όταν κλείσει τα 18 θα έχει πλέον το κανονικό δίπλωμα οδήγησης. Διαφορετικά θα πρέπει να δώσει ξανά εξετάσεις.
Ιδιωτικά ΚΤΕΟ
Εκτός τήδη γνωστών τροπολογιών, για τις οποίες το «ethnos.gr» έχει ενημερώσει με διαδοχικά ρεπορτάζ του, σήμερα έγινε αποδεκτή και μία ακόμα βουλευτική, σύμφωνα με την οποία επανέρχεται η απαγόρευση ίδρυσης ιδιωτικών ΚΤΕΟ σε περιοχές Γενικής Κατοικίας και Πολεοδομικά Κέντρα. Τα δε υπάρχοντα θα πρέπει να απομακρυνθούν στην ημερομηνία που είχε τεθεί στο νομοθετικό πλαίσιο που τα διέπει, δηλαδή το 2030.