Μετά από μια θυελλώδη κοινοβουλευτική διαδικασία, υπερψηφίστηκε την Παρασκευή από την Ολομέλεια της Βουλής η συμφωνία των Πρεσπών, ενώ με διαδικασίες fast truck ολοκληρώθηκαν τα απαιτούμενα και η Συμφωνία των Πρεσπών δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η Συμφωνία αποτελεί πλέον νόμο του κράτους, καθώς αμέσως μετά την κύρωσή της από τη Βουλή, υπεγράφη από τον ΠτΔ, κ. Προκόπη Παυλόπουλο, και στη συνέχεια δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ (ν.4588/2019).
Ο χρόνος έκφρασης της όποιας διαφωνίας από τα κοινοβουλευτικά κόμματα παρήλθε, ενώ παράλληλα φέρονται να δηλώνουν πως εξάντλησαν κάθε διαθέσιμο κοινοβουλευτικό εργαλείο, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μπλόκο της συμφωνίας. Έντονο χαρακτηριστικό της κοινοβουλευτικής διαδικασίας ήταν πως αφενός σύσσωμο το μέτωπο των διαφωνούντων (με τη συμφωνία) επεδίωκε το ίδιο αποτέλεσμα ( ως προς το ότι πρέπει, δηλαδή, να ακυρωθεί η συμφωνία), αφετέρου έδειξαν εμφανώς την αδυναμία τους να συνεργαστούν για τον κοινό σκοπό. Από την άλλη δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν, και ίσως όχι άδικα, πως κυριάρχησε ο διχασμός των πολιτικών δυνάμεων και η έλλειψη σαφούς Εθνικής θέσης από μέρους τους - βλέπε συμφωνία Βουκουρεστίου και σύσκεψη πολιτικών αρχηγών έτους 1992 υπό τον ΠτΔ –, ενώ άλλοι μιλούν ξεκάθαρα για έλλειψη Εθνικής συνοχής.
Αυτά όλα βεβαία θα κριθούν στο μέλλον από πολιτικούς αναλυτές και ιστορικούς, καθώς προς το παρόν εισπράττουμε –φαινομενικά τουλάχιστον- μια τελείως διαφορετική συμπεριφορά με βάση τον καταιγισμό συγχαρητήριων μηνυμάτων που καταφθάνουν στην Ελλάδα από τον Δυτικό κόσμο, ο οποίος αναφερόμενος στη κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών μιλάει ξεκάθαρα για νίκη.
Στον αντίποδα, έντονο προβληματισμό φαίνεται να έχει προκαλέσει σε διπλωματικούς κύκλους η επιστολή παραίτησης του Wess Mitchell, διπλωμάτη καριέρας- υπεύθυνο Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, ο οποίος ασχολήθηκε έντονα με τη σύναψη της συμφωνίας των Πρεσπών. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά η χρονική επιλογή παραίτησής του, που ήρθε μόλις λίγες ημέρες πριν κλείσει με επιτυχία το διπλωματικό εγχείρημά του (κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών και ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ). Ο Mitchell, θεωρήθηκε μάλιστα «αρχιτέκτονας» της συμφωνίας των Πρεσπών, ενώ χαρακτηριστική ήταν η προτροπή του τον Οκτώβριο (διεξαγωγή δημοψηφίσματος) προς την αντιπολίτευση της πΓΔΜ, ώστε να ψηφίσει στο δημοψήφισμα υπέρ της συμφωνίας αλλαγής ονόματος, εκφράζοντας ακόμη και την απογοήτευση της Ουάσιγκτον, αναφορικά με την κρατούσα στάση του κόμματος VMRO-DPMNE (δείτε σχετικό άρθρο https://www.rt.com/news/441462-macedonia-mitchell-letter-vote/ ).
Οι κινήσεις που ακλουθούν είναι: η Ελλάδα να ενημερώσει την πΓΔΜ με ρηματική διακοίνωση η οποία θα αναφέρει ότι το ελληνικό κοινοβούλιο υπερψήφισε τη συμφωνία και στη συνέχεια να κινηθούν οι διαδικασίες για την εφαρμογή της, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα θα ενημερωθεί ο ΟΗΕ ο οποίος ήταν και ο διαμεσολαβητής των διαπραγματεύσεων υπό τον Μάθιου Νίμιτς, ενώ ακολούθως θα έρθει στην Ελληνική Βουλή το Πρωτόκολλο Εισδοχής της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, το οποίο αφού κυρωθεί, θα τεθεί αμετάκλητα σε ισχύ η Συμφωνία των Πρεσπών και οι συνταγματικές αλλαγές της πΓΔΜ, με συνέπεια η χώρα να ονομάζεται πλέον Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας στις διμερείς σχέσεις της και έτσι θα αναγνωρίζεται εφεξής από χώρες και διεθνείς οργανισμούς.
Αγκάθι ή διέξοδος το άρθρο 19 §3 (ν.4588/2019) της συμφωνίας των Πρεσπών (?).
Αγκάθι ή διέξοδος το άρθρο 19 §3 (ν.4588/2019) (?), το οποίο αναφέρει πως: «… Οποιαδήποτε διαφορά προκύψει μεταξύ των Μερών σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας και δεν έχει επιλυθεί σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο Άρθρο 19(2), μπορεί να υποβληθεί στο Διεθνές Δικαστήριο. Τα Μέρη θα πρέπει πρώτα να προσπαθήσουν να συμφωνήσουν σε κοινή υποβολή κάθε τέτοιας διαφοράς στο εν λόγω Δικαστήριο. Ωστόσο, εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία εντός έξι μηνών ή μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος όπως τα Μέρη αμοιβαία θα συμφωνήσουν, τότε κάθε τέτοιου είδους διαφορά δύναται να υποβληθεί από οποιοδήποτε από τα Μέρη μονομερώς…»
Τονίζεται η άρνηση του κου Ιβάνοφ να υπογράψει την έγκριση της συμφωνίας από τη Βουλή των Σκοπίων με την αιτιολογία πως δε νομιμοποιείται να το πράξει, επικαλούμενος τα άρθρα 118 &119 του συντάγματος της γείτονος χώρας και πως οι «…Διεθνείς συμφωνίες συνάπτονται στο όνομα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Μακεδονίας…» (ύψιστος κανόνας εσωτερικού δικαίου θεμελιώδους σημασίας (?) βλ. άρθρο 46§1 της Συμβάσεως της Βιέννης). Υπενθυμίζεται νομικό προηγούμενο έτους 2002, όταν το Συνταγματικό Δικαστήριο της Χώρας ακύρωσε σχετική διεθνή συμφωνία με την Ελλάδα ( πετρελαιαγωγός ΟΚΤΑ).
Τα δυο συμβαλλόμενα μέρη έπρεπε πριν την κύρωση της Συμφωνίας να ελέγξουν και κρίνουν αν η διαδικασία πριν την κύρωση αυτής ακολουθήθηκε όπως θα έπρεπε. Στα πλαίσια αυτά, ωστόσο, δεν πρέπει να αγνοηθούν –μεταξύ άλλων- δυο επιπλέον σημαντικοί παράγοντες οι οποίοι μπορούν να παίξουν καταλυτικό ρόλο για τις αυριανές πολιτικές δυνάμεις που πιθανά θα θελήσουν να ακολουθήσουν τον δρόμο της ακύρωσης της συμφωνίας, άρθρο 19 §3 (ν. 4588/2019):
i. Συνθήκη του Βουκουρεστίου του 1913 (η οποία είναι ενεργή, αφού δεν ακυρώθηκε). Πρόκειται για συνθήκη η οποία όρισε τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Σερβίας. Όπως αποτυπώνεται στους σχετικούς κατατεθειμένους χάρτες, δεν γίνεται καμία αναφορά στη λέξη Μακεδονία εντός των σημερινών συνόρων της πΓΔΜ.
ii. Στη συνθήκη των Πρεσπών γίνεται λόγος για δημοψήφισμα το οποίο εάν αποφασιζόταν να διεξαχθεί θα έπρεπε να είναι έγκυρο, που σημαίνει πως με βάση το άρθρο 73 του Συντάγματος των Σκοπίων η απαιτούμενη συμμέτοχη θα έπρεπε να είναι 50+1%, ενώ σύμφωνα με το ίδιο σύνταγμα είναι δεσμευτικό και θα έπρεπε να υπογραφεί (το δμοψήφισμα) από τον Πρόεδρο της χώρας και εν συνεχεία (με βάση τη συνθήκη των Πρεσπών) μέχρι 31-12-2018 να δημοσιευόταν σε ΦΕΚ.
Θα μιλήσουν οι αγορές (?).
Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται το πρόσφατο ενημερωτικό δελτίο (Ιανουάριος 2019) του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων των Σκοπίων που κάνει λόγο για έξι επιχειρήσεις ελληνικών ή μεικτών συμφερόντων που περιλαμβάνονται μεταξύ των πιο κερδοφόρων επιχειρήσεων στη γείτονα χώρα. Μάλιστα οι επιχειρήσεις αυτές φαίνεται να κατατάσσονται στις πενήντα πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις της χώρας αγγίζοντας το 11% των συνολικών κερδών, ενώ στην πρώτη θέση της κατάταξης εξακολουθεί να βρίσκεται εταιρεία κολοσσός βρετανικών συμφερόντων (εταιρεία κατασκευής καταλυτών).
Την ίδια στιγμή οικονομικοί κύκλοι παρουσιάζουν τη συμφωνία των Πρεσπών ως μια καλή «τόνωση» για τα ομόλογα της γειτονικής χώρας. Ενώ το ομόλογο της πΓΔΜ φαίνεται να πέτυχε ρεκόρ τη Δευτέρα 28 Ιανουαρίου, στον απόηχο της επικύρωσης της συμφωνίας. Επιπρόσθετα σήμερα έκλεισε το βιβλίο προσφορών για το 5ετες ομόλογο στο 3,6%, αντλώντας το Ελληνικό δημόσιο 2,5 δις ευρώ
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω καθώς και τα άρθρα 13 & 14 του ν. 4588/2019 όπου γίνεται πλούσια αναφορά στην μελλοντική οικονομική συνεργασία των δυο χωρών, αποκτά μεγάλο ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε ποιά θα είναι τελικά η αντίδραση και των χρηματιστηριακών αγορών όσον αφορά στη συμφωνία των Πρεσπών, κάτι που ίσως δεν θα αργήσει να φανεί από τις πρώτες κιόλας ημέρες.
Γράφει η Αθηνά Αντωνιάδου (Κοινωνιολόγος)