Αλλαγές στον «χάρτη» των μεταπτυχιακών σπουδών στη χώρα μας από το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018 σχεδιάζει το υπουργείο Παιδείας.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «ΗτΣ», νομοθετική ρύθμιση η οποία αναμένεται να προωθηθεί προς ψήφιση στη Βουλή το φθινόπωρο, θα προβλέπει ότι τουλάχιστον ένα Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών (ΠΜΣ) σε κάθε τμήμα Πανεπιστημίου και ΤΕΙ θα είναι δωρεάν. Σήμερα, 7 Πανεπιστήμια δεν προσφέρουν κανένα μεταπτυχιακό χωρίς δίδακτρα, ενώ στα ΤΕΙ το σύνολο των προγραμμάτων είναι με δίδακτρα.
Παράλληλα, η ρύθμιση θα καθιερώνει συγκεκριμένα ακαδημαϊκά κριτήρια για τη λειτουργία αυτοδύναμων μεταπτυχιακών προγραμμάτων. Τα κριτήρια θα αφορούν, για παράδειγμα, τον αριθμό των μόνιμων καθηγητών που πρέπει να διαθέτει κάθε τμήμα για να κλείσει ο κύκλος των συζητήσεων περί κατάχρησης των μεταπτυχιακών από πανεπιστημιακούς με στόχο να ενισχύσουν τις απολαβές τους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, σήμερα στα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ της χώρας λειτουργούν συνολικά 735 Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται όσα προσφέρουν εξ αποστάσεως εκπαίδευση) εκ των οποίων 627 σε Πανεπιστήμια (85% του συνόλου) και 108 σε ΤΕΙ (15%). Το σύνολο των μεταπτυχιακών στα ΤΕΙ έχουν δίδακτρα, ενώ στα Πανεπιστήμια υπάρχουν 211 μεταπτυχιακά χωρίς δίδακτρα και 416 με δίδακτρα εκ των οποίων 29 στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (ΕΑΠ) και 21 στο Διεθνές Πανεπιστήμιο. Το ύψος των διδάκτρων κυμαίνεται έως και 15.000 ευρώ. Από τα 25 πιο ακριβά προγράμματα, της κλίμακας διδάκτρων από 7.000 έως 15.000 ευρώ, τα 18 αφορούν τις επιστήμες οικονομίας και διοίκησης και τα υπόλοιπα τις Παιδαγωγικές Επιστήμες (2 ΠΜΣ) και από 1 ΠΜΣ σε τμήματα Οδοντιατρικής (15.000 ευρώ), Ιατρικής, Ψυχολογίας, Πληροφορικής, Πολιτικών Μηχανικών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, δύο είναι οι βασικές παρεμβάσεις που σχεδιάζει το υπουργείο Παιδείας στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο:
1. Στο σύνολο των μεταπτυχιακών, το ένα δωρεάν: Στόχος του υπουργείου Παιδείας είναι να παγιωθεί η δυνατότητα δωρεάν σπουδών και στον δεύτερο κύκλο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο αυτό, προκρίνεται η λύση σε κάθε τμήμα να υπάρχει υποχρεωτικά τουλάχιστον ένα δωρεάν μεταπτυχιακό το οποίο μπορεί είτε να είναι συναρτημένο με την έρευνα και να οδηγεί σε διδακτορικό είτε να είναι επαγγελματικής εξειδίκευσης. Βεβαίως, ερώτημα παραμένει εάν τελικώς θα τεθεί πλαφόν (και σε ποιο ύψος) στα μεταπτυχιακά που λειτουργούν με δίδακτρα. Το ζήτημα προβληματίζει έντονα το υπουργείο Παιδείας, το οποίο δεν έχει ακόμη λάβει τις οριστικές αποφάσεις του, αφού τα έσοδα τα οποία προέρχονται από τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά καλύπτουν, σε αρκετές περιπτώσεις, βασικές ανάγκες των ιδρυμάτων και εκφράζονται φόβοι μήπως τυχόν μείωσή τους, σε μια περίοδο μάλιστα που η κρατική χρηματοδότηση είναι ισχνή, οδηγήσει τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ σε «ξαφνικό στραγγαλισμό».
2. Ενας καθηγητής για πέντε μεταπτυχιακά: Μελέτη του υπουργείου Παιδείας έδειξε ότι σήμερα υπάρχουν 25 τμήματα ΑΕΙ, εκ των οποίων 17 Πανεπιστημίων και 8 ΤΕΙ, στα οποία ο αριθμός των μεταπτυχιακών προγραμμάτων είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των μόνιμων καθηγητών τους. Μάλιστα, η σχέση αυτή φτάνει μέχρι το 5 προς 1. Αποτέλεσμα της υποστελέχωσης είναι τα τμήματα να απευθύνονται σε εξωτερικούς καθηγητές του ίδιου ή άλλου ιδρύματος προκειμένου να διδάξουν στα μεταπτυχιακά προγράμματα, τους οποίους βεβαίως πληρώνουν αδρώς: το ποσοστό αμοιβών τους μπορεί να φθάσει, ως προς τον συνολικό προϋπολογισμό των λειτουργικών εξόδων του προγράμματος, μέχρι και το 100%(!). Από τα 25 μεταπτυχιακά που έχουν ποσοστό μεγαλύτερο ή ίσο του 90%, τα 23 αφορούν τα ΤΕΙ και από τα 87 ΠΜΣ που έχουν ποσοστό μεγαλύτερο ή ίσο του 80%, τα 55 αφορούν τα ΤΕΙ.
Για να αντιμετωπίσει αυτή τη στρέβλωση, το υπουργείο προτίθεται να θέσει ως προϋπόθεση για τη δημιουργία αυτοδύναμου μεταπτυχιακού σε κάθε τμήμα να υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός μελών ΔΕΠ (για τα Πανεπιστήμια) και ΕΠ στα ΤΕΙ. Όσα τμήματα δεν πληρούν αυτή την προϋπόθεση, θα μπορούσαν εναλλακτικά να προχωρήσουν στη δημιουργία διατμηματικών μεταπτυχιακών προγραμμάτων.
Σία Αναγνωστοπούλου
«Ενώ έχουμε πολλά πολύ καλά μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, κάποια -ευτυχώς πολύ λιγότερα- δεν φαίνεται να πληρούν αντικειμενικά κριτήρια, ενώ σε πολλές περιπτώσεις διαπιστώθηκε μια κούρσα ανταγωνισμού σε δίδακτρα» έχει δηλώσει η αρμόδια για το θέμα αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας, Σία Αναγνωστοπούλου.
Η ίδια, μάλιστα, έχει αποκαλύψει από τη Βουλή πως ένα ποσοστό, της τάξεως του 30%, των μελών ΔΕΠ που εργάζονται σε μεταπτυχιακά με δίδακτρα βάζει «στην τσέπη του» μέρος των διδάκτρων. «10.000 ευρώ ανά κεφαλή είναι επιχείρηση και όχι μεταπτυχιακό? Δεν θα συναινέσουμε σε μια βιομηχανία μεταπτυχιακών με αμφιβόλου ποιότητας τίτλων», έχει προσθέσει.
Όπως έχει διευκρινίσει η κ. Αναγνωστοπούλου, η συντριπτική πλειονότητα των μελών ΔΕΠ διδάσκουν σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών χωρίς να λαμβάνουν καμία πρόσθετη αμοιβή εκτός από το μισθό τους. Παράλληλα, όμως, στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ λειτουργούν μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών με υψηλά δίδακτρα μέρος των οποίων αφορά αμοιβές των συμμετεχόντων σε αυτά πανεπιστημιακών. Στοιχεία του υπουργείου Παιδείας δείχνουν ότι υπάρχουν 25 Τμήματα ΑΕΙ που έχουν λόγο ΔΕΠ/ ΠΜΣ ίσο ή μικρότερο του 5, χωρίς μάλιστα να λαμβάνονται υπόψη τυχόν μεταπτυχιακά που διοργανώνουν τα τμήματα χωρίς δίδακτρα. Κι ενώ κανείς θα περίμενε να είναι στην κλίμακα αυτή περισσότερα τα ΤΕΙ, μια που είναι σαφώς πιο υποστελεχωμένα από τα Πανεπιστήμια, εντούτοις στα 25 τμήματα με λόγο ΔΕΠ/ΠΜΣ ίσο ή μικρότερο του 5 τα 17 είναι τμήματα Πανεπιστημίων (το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου με 4 Τμήματα, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας με 3 Τμήματα, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου με 2 Τμήματα, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας με 2 Τμήματα, το Πανεπιστήμιο Πειραιώς, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθήνας, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο) και τα 8 τμήματα ΤΕΙ (το ΤΕΙ Πειραιά με 3 Τμήματα, η ΑΣΠΑΙΤΕ με 2 Τμήματα, το ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας, το ΤΕΙ Θεσσαλίας, το ΤΕΙ Κεντρικής Μακεδονίας).
«Είναι προφανές ότι ο χαμηλός λόγος αναιρεί την ίδια την υπόσταση του αυτοδύναμου ΠΜΣ, μια που γίνεται αναγκαστική η καταφυγή στην συνεργασία με μέλη ΔΕΠ/ΕΠ άλλων τμημάτων του ιδίου ή άλλων ιδρυμάτων ή η πρόσληψη συνεργατών. Επαναλαμβάνεται δηλαδή το φαινόμενο της επί της ουσίας δημιουργίας μη αυτοδύναμων Τμημάτων αλλά σε επίπεδο Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών πλέον», τονίζεται στη μελέτη του υπουργείου Παιδείας.