Ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του διαβήτη θα μπορούσε να βοηθήσει στην καταπολέμηση του καρκίνου του αίματος (λευχαιμία), σύμφωνα με πρώιμη έρευνα που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Nature.
Μια διεθνής ομάδα επιστημόνων έδωσε το φάρμακο σε ασθενείς με χρόνια μυελογενή λευχαιμία, παράλληλα με την καθιερωμένη θεραπεία, που ακολουθούσαν.
Εκείνοι που έλαβαν τη συνδυαστική θεραπεία ήταν περισσότερο πιθανό να απαλλαγούν από τη νόσο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Οι επιστήμονες έδωσαν ένα συνδυασμό του αντιδιαβητικού φαρμάκου πιογλιταζόνη ταυτόχρονα με την καθιερωμένη θεραπεία για λευχαιμία σε 24 ασθενείς. Μετά από 12 μήνες, η λευχαιμία στους περισσότερους από τους μισούς ασθενείς ήταν σε ύφεση. Μάλιστα, οι τρεις πρώτοι ασθενείς που έλαβαν αυτή τη νέα θεραπεία δεν είχαν καθόλου επανεμφάνιση του καρκίνου στα πέντε χρόνια που ακολούθησαν. Οι επιστήμονες ελπίζουν ότι αυτή η προσέγγιση μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη για άλλες παρόμοιες μορφές καρκίνου.

Η βιταμίνη D είναι μια από τις λιποδιαλυτές βιταμίνες που χρειάζεται το σώμα μας. Αποτελεί, ωστόσο, έναν γενικό όρο που χρησιμοποιείται για να περιγράψει όλες τις στερόλες (Βιταμίνη D1, D2, D3 κα) που παρουσιάζουν παρόμοια δραστηριότητα με εκείνη της Βιταμίνης D3 (χοληκαλσιφερόλη).

Η σπουδαιότητα της οφείλεται στο ότι ρυθμίζει το μεταβολισμό του ασβεστίου και του φωσφόρου.

Η μοναδικότητα της βιταμίνης αυτής είναι στο ότι υπάρχει σε φυσική μορφή μόνο σε μερικές τροφές, αλλά κατά βάσει μπορεί να συντεθεί στο σώμα μετά την έκθεση του δέρματος στις υπεριώδεις ακτίνες του ηλιακού φωτός.

Οι ημερήσιες ανάγκες στην βιταμίνη αυτή είναι 200 IU (διεθνείς μονάδες) για βρέφη και ενήλικες έως 50 χρονών, σε ενήλικες από 51-70 ετών 400 IU, ενώ στους ακόμα μεγαλύτερους οι ημερήσιες ανάγκες φτάνουν έως 600 IU. Οι ανάγκες για αυξημένη πρόσληψη της βιταμίνης D, ωστόσο, μπορούν να αυξηθούν σε διάφορες καταστάσεις, όπως κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, σε ηλικιωμένους και γενικότερα σε άτομα που έχουν περιορισμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, σε άτομα με σκούρο δέρμα καθότι η μελανίνη εμποδίζει την σύνθεση της, καθώς και σε αυστηρά χορτοφάγους.

Η έκθεση του δέρματος στις υπεριώδεις ακτίνες έχουν ως αποτέλεσμα τη σύνθεση της Βιταμίνης D3, η οποία αποτελεί και την κύρια πηγή της βιταμίνης D. Το ποσό της βιταμίνης που δημιουργείται εξαρτάται από το χρόνο της έκθεσης, την περιοχή του εκτεθειμένου δέρματος, το χρώμα του δέρματος και άλλους παράγοντες. Έχει βρεθεί ότι 15-20 λεπτά έκθεσης στον ήλιο καθημερινά, των άνω άκρων και του προσώπου μας, είναι αρκετά για να συνθέσουμε το 90% της ποσότητας της βιταμίνης που χρειαζόμαστε. Το υπόλοιπο 10% της ποσότητας που χρειαζόμαστε το καλύπτουμε διατροφικά, επιλέγοντας τρόφιμα που είναι πλούσια σε βιταμίνη D, όπως είναι τα λιπαρά ψάρια (σαρδέλες, σολομός, ρέγκα, σκουμπρί), το μουρουνέλαιο, τα γαλακτοκομικά και το αυγό. Ωστόσο, επειδή οι φυσικές πηγές της βιταμίνης είναι περιορισμένες, τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, όπως συμβαίνει εδώ και αρκετά χρόνια στις Η.Π.Α και σε Σκανδιναβικές χώρες, έχουν κυκλοφορήσει και προϊόντα εμπλουτισμένα (γαλακτοκομικά, χυμοί, δημητριακά πρωινού, μαργαρίνες) με βιταμίνη D, συμβάλλοντας έτσι στην αύξηση της πρόσληψης της συγκεκριμένης βιταμίνης.

Τί κάνει η βιταμίνη D

Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την προαγωγή της απορρόφησης και της χρησιμοποίησης του ασβεστίου και του φωσφόρου από τον οργανισμό. Σε συνεργασία με παραθυρεοειδείς ορμόνες και την καλσιτονίνη, ρυθμίζει την συγκέντρωση του ασβεστίου στο αίμα ανάλογα με τις ανάγκες του οργανισμού, καθώς και εναποθετόντας ή απομακρύνοντας το ασβέστιο από τα οστά.

Η βιταμίνη D μπορεί να καταστεί χρήσιμη στην πρόληψη της οστεοπόρωσης, καθώς υπάρχουν αρκετά στοιχεία ερευνών που συνηγορούν υπέρ του ότι τα συμπληρώματα της βιταμίνης αυτής, μπορούν να βοηθήσουν στην μείωση της απώλειας οστικής μάζας και του κινδύνου καταγμάτων. Όσο αφορά τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, έχει βρεθεί και τεκμηριωθεί από αρκετές μελέτες ότι τα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης στο σώμα συνδέονται με διάφορα είδη καρκίνου, όπως στον κόλον, στον προστάτη και στο στήθος. Η βιταμίνη D μεταξύ άλλων φαίνεται να έχει ισχυρή επίδραση στους μηχανισμούς του συστήματος άμυνας του οργανισμού (ανοσολογικό σύστημα), καθώς σε έρευνες τις τελευταίες δεκαετίες βρέθηκε ότι πιθανόν να έχει προστατευτική δράση εναντίον ασθενειών που οφείλονται σε διαταραχές του ανοσολογικού συστήματος (αυτοάνοσες νόσοι), όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας. Επιπλέον, η βιταμίνη D φαίνεται να διαδραματίζει και ρόλο ρυθμιστή της πίεσης στο αίμα, καθώς συμμετέχει στο μεταβολισμό του ασβεστίου.

Τί κάνει η έλλειψή της

Η ανεπάρκεια της έχει διάφορες ανεπιθύμητες ενέργειες, με πιο σημαντική την μειωμένη εντερική απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου. Επίσης, υπάρχουν έρευνες που συσχετίζουν τα μειωμένα επίπεδα της βιταμίνης με την αποτιτάνωση των μαλακών ιστών που οδηγεί σε ραχίτιδα στα παιδιά (κακή ανάπτυξη και αδυναμία των οστών) και οστεομαλακία στους ενήλικες (αδύναμα και εύθραυστα οστά). Επιπλέον, η έλλειψη της βιταμίνης D έχει συσχετιστεί και με την εμφάνιση υπερπαραθυρεοειδισμού και οστεοαρθρίτιδας.

Ανεπιθύμητες ενέργειες

Όσον αφορά τις ανεπιθύμητες ενέργειες της συγκεκριμένης βιταμίνης, είναι γνωστό ότι η βιταμίνη αυτή είναι από τις πλέον τοξικές. Τα βρέφη και τα παιδιά είναι περισσότερο ευάλωτα σε σχέση με τους ενήλικες. Η πρόσληψη μεγάλων δόσεων μπορεί να οδηγήσει σε υπερκαλιαιμία με όλα τα επακόλουθα συμπτώματα αυτής (διάρροια, κούραση, ναυτία, αδυναμία κα).

Να σημειωθεί, όμως, ότι όλα είναι ζήτημα σωστής δοσολογίας και περισσότερο σε ό,τι αφορά μια βιταμίνη όπως η βιταμίνη D, η οποία εμφανίζει τοξικότητα. Νέα μεγάλη μελέτη, η National Health and Nutrition Examination Survey, μια επιδημιολογική μελέτη που διεξήχθη στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 2001 έως το 2006 παρακολουθώντας περισσότερους από 15.000 ενηλίκους εθελοντές, ανακαλύπτει ότι η πρόσληψη της βιταμίνης σε υψηλά επίπεδα μπορεί να οδηγήσει σε καρδιαγγειακές φλεγμονές. Και να σημειωθεί ότι τα υψηλά επίπεδα δεν μπορούν φυσικά να προέλθουν ούτε από τη διατροφή, καθώς πολύ λίγα τρόφιμα όπως έχουμε ήδη αναφέρει αποτελούν πολύ καλή πηγή της βιταμίνης ούτε από την έκθεση στον ήλιο. Οι ειδικοί εφιστούν την προσοχή μας ως προς τα συμπληρώματα, συνιστώντας ότι πρέπει να τα παίρνουμε μόνον όταν χρειάζεται και –φυσικά– με μέτρο .

Στα αποτελέσματα της έρευνας που αναρτήθηκαν στο «American Journal of Cardiology», οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όσοι είχαν φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D εμφάνιζαν μικρότερα επίπεδα πρωτεΐνης CRP (C-Reactive Protein), η οποία αποτελεί δείκτη για τις φλεγμονές του καρδιακού ιστού και των αιμοφόρων αγγείων. Όταν όμως τα επίπεδα της βιταμίνης D βρίσκονταν επάνω από τα ανώτατα φυσιολογικά, τα επίπεδα της CRP αυξάνονταν και αυτά οδηγώντας σε μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών προβλημάτων.

Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογίας και Διατροφής

Η ιογενής γαστρεντερίτιδα είναι νόσος που μεταδίδεται πολύ εύκολα και παρότι διαρκεί λίγο, σχεδόν 2-3 ημέρες, προκαλεί μεγάλη ταλαιπωρία και εξάντληση. Είναι δε γνωστή και ως γρίπη στο στομάχι.

Οι ιοί που προκαλούν γαστρεντερίτιδα είναι σύμφωνα με το onmed, πολλοί, αλλά οι πιο συνηθισμένοι είναι ο ροταϊός και ο αδενοϊός. Οι ιοί αυτοί εισβάλλουν στον οργανισμό μέσω του λεπτού εντέρου, επειδή ο πάσχων τους κατάπιε κατά λάθος φέρνοντας τα άπλυτα, μολυσμένα χέρια του στο στόμα ή πίνοντας από το ποτήρι ή τρώγοντας από το πιρούνι ενός μολυσμένου ανθρώπου. Οι ενήλικοι μολύνονται επίσης εύκολα από τα άρρωστα παιδιά.

Συμπτώματα

-Ναυτία και έμετος

-Παροδική διάρροια

-Κράμπες στο στομάχι

-Ανορεξία

-Χαμηλός πυρετός

Ο ασθενής μπορεί επίσης να παραπονιέται για κόπωση, η οποία είναι ιδιαίτερα ενοχλητική.

Οι ιοί της γαστρεντερίτιδας είναι πολύ μεταδοτικοί και η περίοδος επώασης παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις αναλόγως του είδους του ιού.

Μπορεί να χρειασθούν από μία έως δέκα ημέρες από τη στιγμή της μόλυνσης έως ότου αρρωστήσει κανείς.

Οι περισσότερες γαστρεντερίτιδες υποχωρούν μόνες τους και δεν χρειάζονται θεραπεία. Εάν ο πάσχων πονάει πολύ στη μέση ή το κεφάλι, μπορεί να πάρει κάποιο παυσίπονο.

Αντιμετώπιση

Στην αντιμετώπιση της γαστρεντερίτιδας παίζει σημαντικό ρόλο το φαγητό. Το στομάχι και τα έντερα χρειάζονται ανάπαυση, γι' αυτό ο ασθενής πρέπει να αποφεύγει τις στερεές τροφές και να πίνει μόνο υγρά, ιδανικά μόνο νερό, πολύ συχνά και σε μικρές ποσότητες.

Εάν ο έμετος και η διάρροια είναι έντονα, απαιτείται αντικατάσταση του νατρίου, του καλίου και των άλλων ιχνοστοιχείων που χάνονται, με τη βοήθεια ειδικού διαλύματος για ενυδάτωση που διατίθεται στα φαρμακεία.

Όταν σταματήσει ο έμετος, ο ασθενής μπορεί να πιει αραιωμένους χυμούς φρούτων, κατά προτίμηση παγωμένους, ώστε να περιορισθεί ο κίνδυνος εμέτου.

Εάν η απώλεια υγρών μέσω διάρροιας και εμετών διαρκέσει πάνω από δύο ημέρες, ο ασθενής πρέπει να απευθυνθεί σε έναν γιατρό. Είναι πιθανό να χρειαστεί και νοσηλεία στο νοσοκομείο προκειμένου να αποφευχθεί η αφυδάτωση μέσω ενδοφλέβιας χορήγησης υγρών.

www.madata.gr

Δύο παιδιά στη νοτιοδυτική Ουκρανία παρέλυσαν από πολιομυελίτιδα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ανακοίνωσε σήμερα πως πρόκειται για την πρώτη εκδήλωση της νόσου στην Ευρώπη από το 2010, κάτι που συνιστά οπισθοδρόμηση στην παγκόσμια εκστρατεία για την εξάλειψή της.

Η νόσος εκδηλώθηκε επειδή μόνο τα μισά από τα παιδιά στην Ουκρανία έχουν εμβολιασθεί κατά της πολιομυελίτιδας και ο κινδυνος περαιτέρω επέκτασής της μέσα στη χώρα είναι υψηλός, αν και ο κίνδυνος για τις γειτονικές Ρουμανία, Πολωνία, Ουγγαρία και Σλοβακία είναι χαμηλός, αναφέρεται σε ανακοίνωση του ΠΟΥ.

Ερευνητές από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) στις ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι η ηλικία της καρδιάς σε 3 στους 4 ενήλικες είναι μεγαλύτερη από την πραγματική τους ηλικία, γεγονός που εμφανίζει σοβαρούς πιθανούς κινδύνους για την υγεία σχεδόν 69 εκατομμυρίων ενηλίκων ηλικίας 30-74 ετών.
Η ηλικία της καρδιάς βασίζεται στον υπολογισμό της ηλικίας του καρδιαγγειακού συστήματος ενός ατόμου με βάση τον παράγοντες κινδύνου και τρόπου ζωής, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση, το κάπνισμα, ο διαβήτης και ο ΔΜΣ (δείκτης μάζας σώματος). 
Το CDC δημοσίευσε τα ευρήματα της σχετικής έρευνας στην κατηγορία Vital Signs της ιστοσελίδας του, χρησιμοποιώντας πρώτα στοιχεία από την μεγάλη έρευνα Farmingham Heart Study που έκανε το Ινστιτούτο National Heart, Lung, and Blood του πανεπιστημίου της Βοστώνης. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο μέσος όρος ηλικίας της καρδιάς για τους άνδρες είναι 8 χρόνια μεγαλύτερος από τη χρονολογική τους ηλικία, ενώ για τις γυναίκες η καρδιά τους είναι 5 χρόνια μεγαλύτερη από εκείνες. Μάλιστα αυτό επαληθεύεται στο 50% των ανδρών και στο 40% τω γυναικών.  
Περίπου 3 από κάθε 4 καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά επεισόδια οφείλονται σε αιτίες που σχετίζονται με την ηλικία της καρδιάς. Επιπλέον, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ενώ η καρδιά της ηλικίας γενικά αυξάνεται με την ηλικία άσχετα με το αν ξεπερνά την πραγματική ηλικία ή όχι, ενώ μειώνεται με όσο μεγαλύτερη είναι εκπαίδευση και το εισόδημα του κάθε ατόμου.  Οι ερευνητές συνιστούν στους πολίτες να μαθαίνουν την ηλικία της καρδιάς τους και να λάβουν μέτρα, με τη βοήθεια των γιατρών, για να την μειώσουν. Ορισμένοι τρόποι για να επιτευχθεί αυτό περιλαμβάνουν τη διακοπή του καπνίσματος και τη μείωση της αρτηριακής πίεσης μέσω της υγιεινής διατροφής, την εφαρμογή κάποιας φαρμακευτικής αγωγής που θα έχει εγκρίνει ο γιατρός και, φυσικά, την τακτική σωματική άσκηση. http://www.upi.com

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot