Συνέντευξη παραχώρησε η Ιωάννα Παλιοσπύρου, η νεαρή γυναίκα που δέχτηκε επίθεση με βιτριόλι στην Καλλιθέα τον Μάιο του 2020 ενώ πήγαινε στη δουλειά της.
Μιλώντας στον Alpha, ερωτηθείσα τι θα ήθελε να ρωτήσει τη δράστιδα η Ιωάννα Παλιοσπύρου είπε: «Ηταν από την αρχή που έχει συμβεί όλη αυτή η επίθεση, από την πρώτη μέρα, το μεγαλύτερο ερωτηματικό. Το “γιατί” έχω δεχτεί αυτή την επίθεση. Γιατί κάποιος να μου κάνει αυτό το κακό. Ήταν μεγάλη απογοήτευση για μένα και προσβολή, αλλά όχι μόνο για μένα γιατί μαζί με μένα έχουν ταλαιπωρηθεί πάρα πολλοί άνθρωποι. H επίθεση έγινε σε μένα αλλά οι συνέπειές της έχουν αντίκτυπο και στην οικογένειά μου, και στους φίλους μου, και στο εργασιακό μου περιβάλλον. Ενώ όλοι ήμασταν εκεί, όλη η οικογένειά μου και οι άνθρωποι που με στηρίζουν αυτό το διάστημα, εκείνη επέλεξε να μην έρθει.
Δεν γνωρίζω αν θα παρευρεθεί στο επόμενο δικαστήριο. Όμως μέχρι στιγμής έχει μία στάση που δεν δείχνει ίχνος μεταμέλειας. Δεν δείχνει να έχει κατανοήσει τι έχει κάνει και το πόσο σοβαρό είναι αυτό. Κρατάει μία απόσταση από όλο αυτό σαν να μην την αφορά. Οι περισσότεροι από τους δικούς μου ανθρώπους αναρωτήθηκαν αν το αντέχω να εμφανιστώ στη δίκη.
Όμως για μένα ήταν μονόδρομος γιατί θεωρώ ότι το οφείλω στον εαυτό μου και θεωρώ ότι θα με βοηθήσει το να βρίσκομαι εκεί, να καταλάβω. Και να το ξεπεράσω όλο αυτό το σοκ που έχω υποστεί και να μπορέσω να προχωρήσω παρακάτω, ψυχολογικά. Ενώ με επιβαρύνει είναι και ένας τρόπος που θα με βοηθήσει να πιστέψω ότι έχω κάνει αυτό που πρέπει για να βοηθήσει τον εαυτό μου να προχωρήσει παρακάτω».
«Λυπάμαι που δεν βρίσκει το θάρρος να αντιμετωπίσει τις συνέπειες»
Όταν ρωτήθηκε για το αν δυσκολεύτηκε με τόσο κόσμο στο δικαστήριο, σημείωσε: «Έτσι κι αλλιώς ήταν για μένα δύσκολο, γιατί είμαι πάρα πολλούς μήνες στην απομόνωση και μακριά από τον κόσμο. Οπότε ήταν γενικά ένα σοκ για μένα να βρεθώ με τόσο κόσμο πόσω μάλλον όταν ξέρω ότι όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα πάνω μου, ότι όλοι με κοιτάνε δημοσιογράφοι και κάμερες. Προσπάθησα να το διαχειριστώ με ψυχραιμία. […] Η αλήθεια είναι ότι είχα τη διάθεση να μιλήσω στους δημοσιογράφους γιατί ξέρω ότι ο κόσμος περιμένει να πω κάτι, να πω μία κουβέντα. Δεν κατάφερα να το κάνω κατά την είσοδό μου όφειλα να τοποθετηθώ κατά την ώρα που τελείωσε η δίκη να τοποθετηθώ πάνω στην απουσία της κατηγορουμένης».
Πρόσθεσε μάλιστα: «Αυτό που έχω να πω είναι ότι εγώ θα είμαι σε κάθε δικάσιμο εκεί. Λυπάμαι που δεν βρίσκει το θάρρος να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεών της και να αναλάβει τις ευθύνες της, αλλά νομίζω ότι με αυτή τη συμπεριφορά μόνο τη θέση της επιβαρύνει γιατί αποδεικνύει ξανά και ξανά και κάθε φορά που δεν θα έρχεται το ότι είναι αμετανόητη».
Όσον αφορά τις φωτογραφίες που δημοσίευσε από το χειρουργείο, σχολίασε: «Δέχομαι πάρα πολλά μηνύματα στα social για τον πόνο και για αυτό που έχω τραβήξει. Έχω προσπαθήσει να το εξηγήσω πάρα πολλές φορές, ξέρω όμως ότι επειδή ο καθένας δεν έχει γνώση και δεν καταλαβαίνει ίσως τι σημαίνει ένα διαβρωτικό και καυστικό υγρό. Κάποιοι νομίζουν ότι έχω κάποια εγκαύματα και έχω τραυματίστηκε και σε λίγο καιρό θα είμαι καλά. Στην προσπάθειά μου να εξηγήσω το εύρος της ζημιάς, ότι είναι κάτι το οποίο δεν διορθώνεται και δεν αποκαθίσταται, προσπάθησα με την εικόνα να δώσω στους ανθρώπους να καταλάβουν ακριβώς πόση ζημιά έχει γίνει και πόσο δύσκολη είναι η αποκατάσταση».
«Αφόρητοι οι πόνοι»
Για το πότε είδε τον εαυτό της μετά την επίθεση τόνισε: «Πολλές φορές είχα ρωτήσει τη γιατρό μου να μου εξηγήσει τι μου έχει συμβεί, αλλά όταν είδα τις φωτογραφίες από τα χειρουργεία μου τότε κατάλαβα πόσο δύσκολο ήταν εκείνη να μου δώσει να καταλάβω το μέγεθος και το βάθος αυτής της ζημιάς. Και την προσπάθειά της σαν γιατρός για να αποκαταστήσει τη βλάβη και να πετύχουν όλα τα μοσχεύματα. Το δεύτερο που σκέφτηκα αμέσως είναι η μητέρα μου. Ότι έπρεπε να βρίσκει το θάρρος να τις αντιμετωπίζει γιατί αυτή ήταν η εικόνα μου πλέον στο νοσοκομείο και εκείνη το ήξερε εγώ δεν το ήξερα και έπρεπε να βρίσκει το κουράγιο μπροστά μου να φέρεται φυσιολογικά και να με κάνει να αισθάνομαι ήρεμη. Και το τρίτο είναι ότι κατάλαβα πόσο πολύ κοντά έφτασα το θάνατο και συνειδητοποίησα πόσο τυχερή είμαι που σώθηκα και δυστυχώς κάθε φορά συνειδητοποιώ ότι δεν θα μπορέσω ποτέ ξανά να είμαι όπως ήμουν».
Είπε, επίσης: «Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας μου δεν είχα δει καθόλου την εικόνα μου, δεν είχα δει ούτε το πρόσωπό μου, ούτε τα χέρια μου, το σώμα μου. Όταν έπρεπε να κάνω αλλαγές στο σώμα μου, γυρνούσα το κεφάλι για να μην τα αντικρίσω. Πλησίαζε όμως η ώρα του εξιτηρίου οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι με πίεζαν να κάνω την κίνηση να δω τον εαυτό μου. Ενιωθα πάντα ότι δεν είμαι έτοιμη, δεν ήθελα να το αντικρίσω. Ήταν όμως ένα βήμα που έπρεπε να κάνω πριν φύγω από την ασφάλεια του νοσοκομείου. Οπότε έγινε λίγες μέρες πριν βγω με βοήθησε η γιατρός μου να δω κάποιες πρώτες φωτογραφίες από τα χειρουργεία, για να μπορέσει να μου εξηγήσει και να κατανοήσω τι έχει γίνει. Τι θα είναι αυτό που θα αντικρίσω, γιατί θα είναι έτσι αυτό που θα αντικρίσω. Έγινε πολύ σταδιακά και προσεκτικά. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο για μένα. Δεν νομίζω ότι κάποιος μπορεί να προετοιμαστεί για αυτό ή να το αντιληφθεί. Μου πήρε πολύ καιρό να καταλάβω ότι δεν θα ξαναδώ την εικόνα μου όπως την ήξερα. Ο σωματικός πόνος πάντα ξεχνιέται ο ψυχικός πόνος είναι που δεν ξεπερνιέται.
Οι πόνοι είναι αφόρητοι κάθε φορά που πρέπει να κάνω μία θεραπεία ένα χειρουργείο ή κάτι ενέσιμο οτιδήποτε. Είχα περάσει μία πολύ δύσκολη περίοδο μέσα στο νοσοκομείο ήταν αμέτρητες φορές που λύγισα. Ζητούσα πάντα η γιατρός μου να ναι εκεί γιατί έχω μαζί της εμπιστοσύνη.
Στο χειρουργείο προσπαθούσα να δώσω κουράγιο στον εαυτό μου και αυτό που σκεφτόμουν την ώρα που με μετέφεραν είπα ok δεν έχεις τίποτα να φοβάσαι, το χειρότερο που μπορεί να σου συμβεί είναι να πεθάνεις, το οποίο είναι το ίδιο για σένα με την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι. Είναι το ίδιο αν να έχεις πεθάνει αυτή τη στιγμή, οπότε μη φοβάσαι».