Να διεξαχθεί κανονικά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου αποφάσισε το ΣτΕ απορρίπτοντας τις προσφυγές που είχαν κατατεθεί.
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας απέρριψε το αίτημα δυο πολιτών να ακυρωθεί ως αντισυνταγματικό. Ο προεδρεύων του δικαστηρίου Νίκος Σακελλαρίου ανακοίνωσε, από έδρας της Ολομέλειας, πως το δικαστήριο «απορρίπτει τις αιτήσεις και δέχεται τις παρεμβάσεις των προσώπων υπέρ της απόφασης του υπουργικού Συμβουλίου. Το δημοψήφισμα θα διεξαχθεί κανονικά», είπε ο κ. Σακκελαρίου.
Το σκεπτικό της απόφασης
Η Ολομέλεια του συμβουλίου της επικρατείας έκρινε ότι η προκήρυξη του δημοψηφίσματος είναι κυβερνητική πράξη που δεν υπόκειται στον έλεγχο του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου. Συνεπώς η αίτηση που έχει κατατεθεί για την ακύρωση της διενέργειάς του πρέπει να απορριφτεί.
Επτά πάντως μέλη του ΣτΕ είχαν τη γνώμη πως είναι αναρμόδιο το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο και οποιοσδήποτε έλεγχος για το κύρος και τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος μπορεί να γίνει μετά από τη διενέργειά του από το ανώτατο ειδικό δικαστήριο.
Η αίτηση ακύρωσης
Την αίτηση ακύρωσης του δημοψηφίσματος υπέβαλλε ο δικηγόρος και πρώην σύμβουλος Επικρατείας Σπύρος Νικολάου ενώ υπάρχει παρέμβαση αντιλόγου από 17 δικηγόρους (σ.σ.: μεταξύ των οποίων οι Θαν. Καμπαγιάννης, Κώστας Παπαδάκης, Γιάννης Ραχιώτης και Γ. Κόκκας ως εκπρόσωπος του κινήματος Άμεσης Δημοκρατίας) που ζητούν να διεξαχθεί κανονικά το δημοψήφισμα.
Ο Δημ. Σκαλτσούνης, σύμβουλος Επικρατείας, ανέπτυξε την εισήγησή του προς την Ολομέλεια, αναφέροντας μεταξύ άλλων πως τίθεται ερώτημα αρμοδιότητας του Δικαστηρίου να κρίνει κυβερνητικές πράξεις.
Τα ερωτήματα έχουν να κάνουν με τις προϋποθέσεις του δημοψηφίσματος (χρονική διάρκεια, σαφήνεια ερωτήματος και περιεχόμενο αυτού).
Ο αιτών Νικ. Μαναός ανέφερε: «Το δημοψήφισμα νοείται ως εκδήλωση της συμμετοχής της κοινωνίας στη διαμόρφωση του κυβερνητικού έργου. Η αντίληψη στις προηγμένες κοινωνίες έχει αλλάξει. Θα πρέπει να γίνεται με προϋποθέσεις και συγκεκριμένους όρους.
Πρόκειται για διοικητική πράξη της διοικητικής εξουσίας και μόνο. Άρα όπως γίνεται παραδεκτή και κρίνεται από σας μια κυβερνητική πράξη της κυβέρνησης που περνά από τη Βουλή έτσι και τώρα πρέπει να γίνει παραδεκτή η αίτηση και να κριθεί από το δικαστήριο. Είναι η ίδια αντίληψη που επικρατεί σε όλα τα προηγμένα κράτη. Αν παραπέμψετε την υπόθεση στο Εκλογοδικείο (Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο) σημαίνει πως εθελοτυφλούμε, αφού η απόφαση θα εκδοθεί μετά από τρεις μήνες.
Αν δεν ενημερωθεί πλήρως και επαρκώς το εκλογικό σώμα αυτό σημαίνει πως δεν έχουμε κανονική πράξη προκήρυξης δημοψηφίσματος. Τίθεται ουσιαστικά στον λαό το ερώτημα να επιθυμεί να είναι πλούσιος και υγιής ή ασθενής και φτωχός. Η ίδια η κυβέρνηση δεν εξηγεί τις συνέπειες της επιλογής και αναφέρει μάλιστα πως το ζητεί ως ενίσχυση της θέσης της».
Η δικηγόρος κα. Μαρούπα που παρενέβη υπέρ της απόφασης του υπουργικού Συμβουλίου επισήμανε πως πρέπει να ακουστεί η βούληση του ελληνικού λαού.
«Έχουμε βιώσει έξι χρόνια κυβερνήσεις που νομοθετούν σε βάρος του ελληνικού λαού, ανεξάρτητα από τη βούλησή του. Ήρθε η ώρα να σηκωθούμε από τον καναπέ και να αποφασίσουμε για τις ζωές μας.
Θεωρώ πως το δικαστήριο είναι αναρμόδιο. Η αντισυνταγματικότητα κρίθηκε στη Βουλή μετά από αίτημα του κ. Βενιζέλου, του ανθρώπου δηλαδή που εκχώρησε την εθνική κυριαρχία της χώρας.
Η διατύπωση του ερωτήματος δεν αρέσει στον αιτούντα αλλά αυτό αποφάσισε η κυβέρνηση. Το ερώτημα είναι ουσιαστικά πως αν με αυτή τη «θηλιά» που έχουν βάλει στον ελληνικό λαό, εμείς υιοθετούμε αυτά τα μέτρα ή όχι με οποιοιδήποτε πολιτικό διακύβευμα κι αν υπάρχει. Αν θέλουμε να πέσουμε ηρωικά ή να αυτοκτονήσουμε τότε είναι δικαίωμά μας.
Το ερώτημα είναι αν υφίσταται η προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία στην Ελλάδα».
Οι παρεμβαίνοντες υπέρ του δημοψηφίσματος αναφέρουν επίσης: «Ότι δεν είναι αναρμόδιο το δικαστήριο γιατί θα είναι σα να πρέπει να κρίνει κάθε φορά μια εκλογική διαδικασία.
Το ερώτημα δεν αφορά στενά δημοσιονομικό θέμα αλλά συνολικά στην κοινωνική, οικονομική ζωή των πολιτών.
Μας λένε ουσιαστικά πως ο λαός δεν μπορεί να κρίνει, δεν είναι αρμόδιος, αρμόδιοι δηλαδή είναι μόνο οι λίγοι. Αυτό είναι το πολίτευμα της ολιγαρχίας και όχι της δημοκρατίας.
Δεν είμαστε ούτε πλούσιοι ούτε υγιείς. Πρόκειται για το λεγόμενο "συμβουλευτικό δημοψήφισμα"».
Οι εκπρόσωποι του δημοσίου αναφέρθηκαν κυρίως στο απαράδεκτο της αιτήσεως καθώς απόφαση και το προεδρικό διάταγμα αποτελούν κυβερνητική πράξη και, όπως αναφέρεται και σε σειρά αποφάσεων του δικαστηρίου, δεν υπόκειται σε κρίση του ΣτΕ. Αρμοδιότητα για κύρος του δημοψηφίσματος έχει το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.
«Δύο τα ζητήματα και μόνο: Αρμοδιότητα του δικαστηρίου και περιεχόμενο αιτήσεων. Η κρισιμότητα των στιγμών επιβάλλει άμεση λήψη αποφάσεως. Θα αποσυρθούμε και η απόφαση θα εκδοθεί εντός των προσεχών ωρών. Θα ανακοινωθεί δημόσια και προφορικά σε αυτή την αίθουσα» ανέφεραν.