Μόνιμο μηχανισμό ελέγχου της «εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης», συστήνει το υπουργείο Εργασίας, από την 1.1.2017 και μετά, δημιουργώντας έτσι «πρόσφορο έδαφος» για νέες περικοπές στις συντάξεις.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο για το Ασφαλιστικό, κάθε τριετία, από την παραπάνω ημερομηνία και μετά, η Εθνική Αναλογιστική Αρχή, πρέπει να εκπονεί υποχρεωτικά αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες επικυρώνονται από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αντικείμενό τους, η συνεχής παρακολούθηση της εξέλιξης της εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί πρόβλημα, δηλαδή έλλειμμα, τότε ο νομοθέτης προβλέπει ότι «με ειδικό νόμο ανακαθορίζονται οι συντάξεις με στόχο τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος». Το όριο που τίθεται είναι το ύψος των ανωτέρω δαπανών για την εθνική, την αναλογική και την επικουρική σύνταξη, προβαλλόμενο έως το έτος 2060, να μην υπερβαίνει το περιθώριο αύξησης των 2,5 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ, με έτος αναφοράς το 2009.
Παράλληλα, στο ίδιο άρθρο που οριοθετείται, έστω και έμμεσα, η δημιουργία μιας ρήτρας μηδενικού ελλείμματος, προστίθεται ότι για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων, έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, συντάξεων, για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη. Πρόκειται για το μισθό, που είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, με βάση τους κανόνες αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών του Δημοσίου τομέα, που ίσχυαν κατά τη δημοσίευση του παρόντος.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διάταξης αυτής. Επίσης, μέχρι την 31.12.2018, οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31.12.2014 σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις, παρακρατουμένης της εισφοράς υπέρ υγειονομικής περίθαλψης.
Από την 1.1.2019, εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ' έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει.
Εάν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους, τότε αυτό προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της διαφοράς σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε ετών από την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Σημειώνεται ότι το συνολικό ποσό της σύνταξης που εκδίδεται μετά την θέση σε ισχύ του νόμου, αυξάνεται από την 1.1.2017 κατ' έτος με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στη βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά 50% από τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους και δεν υπερβαίνει την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
www.dikaiologitika.gr
Νέες μειώσεις από 16% έως 19%, ανάλογα με τα χρόνια ασφάλισης, στα εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων και των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα - ασφαλισμένων σε ΝΠΔΔ, φέρνει η αλλαγή του τρόπου υπολογισμού που αποφάσισε να νομοθετήσει η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Η τελική ρύθμιση του υπουργείου προβλέπει την απονομή ποσού εφάπαξ στο 60% (αντί του 70%, στο προσχέδιο Κατρούγκαλου) των συντάξιμων αποδοχών που είχε ο ασφαλισμένος τα πέντε ημερολογιακά έτη πριν από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης χωρίς να περιλαμβάνονται τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας.
Η αλλαγή αυτή, όπως εξηγούν στην «Ημερησία» στελέχη των Ταμείων Πρόνοιας, θα οδηγήσει σε νέες περικοπές, επιπλέον της μείωσης του 38,14% που είχε γίνει για όσους είχαν «βγει» στη σύνταξη έως τις 31/8/2013, σε ποσοστά τα οποία θα φθάνουν έως και το 19%.
ΤΑΜΕΙΟ ΠΡΟΝΟΙΑΣ
Ενδεικτικά είναι τα παραδείγματα του Ταμείου Πρόνοιας για όσους πτυχιούχους έχουν συνταξιοδοτηθεί από το Δημόσιο: Ασφαλισμένος με 35 έτη ασφάλισης θα λάβει 33.707 ευρώ, αντί 40.273 ευρώ, ασφαλισμένος με 30 έτη ασφάλισης θα εισπράξει 27.172 ευρώ αντί 32.755 ευρώ, ενώ δημόσιος υπάλληλος με 25ετία θα λάβει 21.074 ευρώ, αντί 25.394 ευρώ. Κατά τις εκτιμήσεις των ίδιων στελεχών, ο νέος τρόπος υπολογισμού θα «δίνει» λιγότερα από όσα είχαν καταβάλει οι ασφαλισμένοι, ως εισφορές (περιλαμβανομένης και της αύξησης του βασικού ασφαλίστρου κατά 1 ποσοστιαία μονάδα που είχε επιβληθεί από την 1/11/2011). Τα ίδια στελέχη προβλέπουν καθυστερήσεις και στην εκκαθάριση - απονομή των νέων εφάπαξ αν ο υπολογισμός γίνει στη βάση ημερολογιακών ετών (θα πρέπει να αναζητηθούν υπηρεσιακώς τα σχετικά στοιχεία).
imerisia.gr
Αλλάζουν επί το ευνοϊκότερον τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης για χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους, με 5 παράθυρα που επιτρέπουν την έξοδο στα 50 και τα 55 με πλήρη σύνταξη.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο της μυστικής εγκυκλίου για τα όρια ηλικίας στο Δημόσιο, η οποία ουδέποτε βγήκε στη δημοσιότητα και την αποκαλύπτει σήμερα ο "Ελεύθερος Τύπος":
1. Οι γονείς που αποκτούν παιδί μετά το 2013 και θα έβγαιναν κανονικά στα 67 με 25ετία ή στα 62 με 40ετία θεμελιώνουν αναδρομικά συνταξιοδοτικό δικαίωμα από το 50ό έως το 55ο έτος της ηλικίας τους. Εξομοιώνονται δηλαδή πλήρως με τους γονείς οι οποίοι είχαν ανήλικο παιδί και 25 έτη ασφάλισης έως το 2012.
2. Οι γυναίκες που απέκτησαν τρίτο παιδί μετά το 2013 μέχρι τώρα δεν θεωρούνταν τρίτεκνες ώστε να έχουν τις ίδιες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης με όσες είχαν τρία παιδιά έως το 2012. Με την εγκύκλιο του Δημοσίου, εξομοιώνονται πλήρως και πλέον αποχωρούν χωρίς όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, αρκεί να συμπληρώνουν τα 20 έτη ασφάλισης το 2010!
Χωρίς την εξίσωση αυτή θα έβγαιναν στα 67 για πλήρη σύναξη. Επίσης, κλειδώνουν αναδρομικά τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που ίσχυαν για όσους είχαν τρία παιδιά έως το 2012 και οι δύο γονείς που αποκτούν τρίτο παιδί μετά το 2013. Αποκτούν έτσι το δικαίωμα να συνταξιοδοτηθούν από τα 52 ή από τα 55, αρκεί να είχαν πιάσει αυτά τα όρια ηλικίας έως τις 18/8/2015.
3. Oι υπάλληλοι που έχουν διοριστεί στο Δημόσιο, ενώ τα προηγούμενα χρόνια ήταν ασφαλισμένοι σε άλλο Ταμείο, θεμελιώνουν πλέον συνταξιοδοτικό δικαίωμα με αναγνώριση πλασματικού χρόνοι, χωρίς να είναι υποχρεωτική η 15ετής αμιγής δημόσια υπηρεσία που προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις.
4. Για τη θεμελίωση δικαιώματος με διαδοχική ασφάλιση, δεν απαιτούνται πλέον τα 5 έτη που πρέπει να έχουν οι υπάλληλοι στο Δημόσιο, εφόσον είναι ο τελευταίος τους φορέας, αλλά θεμελιώνουν δικαίωμα με τις προϋποθέσεις που ίσχυαν κατά τη συμπλήρωση της 25ετίας τους, ακόμη κι αν στην 25ετία δεν είχαν διοριστεί στο Δημόσιο!
5. Όσοι παραιτήθηκαν για να βγουν στη σύνταξη, αλλά στη συνέχεια διαπίστωσαν ότι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις, έχουν το δικαίωμα της επανεξέτασης της αίτησής τους, ώστε να πάρουν σύνταξη με τις νέες και ευνοϊκότερες προϋποθέσεις. Στην εγκύκλιο δηλαδή αναγνωρίζεται η "πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά" και τους παρέχεται το δικαίωμα να επανέλθουν ζητώντας επανεξέταση της απορριφθείσης αίτησης συνταξιοδότησης.
Πηγή: Eλεύθερος Τύπος
Οι υψηλόμισθοι, όσοι είχαν μεγάλες μειώσεις μισθών τα τελευταία χρόνια και οι «υψηλοσυνταξιούχοι» θα σηκώσουν το... βάρος της μεταρρύθμισης του Ασφαλιστικού. Αυτό προκύπτει από τις βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου για το Ασφαλιστικό που σχεδιάζει να καταθέσει έως τα τέλη της ερχόμενης εβδομάδας ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γ. Κατρούγκαλος.
Αν και η διαπραγμάτευση με τους Θεσμούς παραμένει «ανοικτή» για τις επικουρικές συντάξεις - με «επίδικο» την αύξηση της εισφοράς του 6% ως «ισοδύναμο» για να μην πληγούν από τις περικοπές οι συνταξιούχοι με μικρά ή μεσαία εισοδήματα - οι τελικές ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο θίγουν:
Ολους τους απασχολούμενους - ασφαλισμένους που θα έχουν (ή θα δηλώνουν, αν είναι ελεύθεροι επαγγελματίες) αποδοχές πάνω από 1.200 ευρώ, αφού θα πληρώνουν υψηλότερες εισφορές και, συνταξιοδοτούμενοι, θα λαμβάνουν κύριες συντάξεις με πολύ μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης, σε σχέση με τους χαμηλόμισθους συναδέλφους τους. Οι υψηλόμισθοι θα επιβαρυνθούν περισσότερο και από τα νέα ασφάλιστρα στα οποία περιλαμβάνεται και η αύξηση της εισφοράς στην επικουρική ασφάλιση (0,50% για τον εργοδότη και 0,50% για τον ασφαλισμένο σύμφωνα με το επικρατέστερο σενάριο, αλλά για έξι χρόνια, αντί του 1,5% για τρία χρόνια).
Τους θεωρούμενους ως «υψηλοσυνταξιούχους», όσους δηλαδή συνταξιούχους με πολλά έτη ασφάλισης και υψηλές αποδοχές έχουν σήμερα, παρά τις μνημονιακές περικοπές, μεικτό εισόδημα από συντάξεις, κύριες και επικουρικές, άνω των 1.300 ευρώ μεικτά (υπολογίζεται ότι είναι 260.000). Σύμφωνα με την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης το 10% των «υψηλοσυνταξιούχων» θα δει νέες περικοπές στις επικουρικές συντάξεις, αφού η πολιτική απόφαση είναι «να μη μειωθεί καμία επικουρική συνταξιούχου με μεσαία ή μικρά εισοδήματα».
ΟΙ ΝΕΕΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ
Μολονότι οι νέοι συντελεστές υπολογισμού του αναλογικού τμήματος της σύνταξης (βλ. Πίνακα) αυξάνονται όσο περισσότερα είναι τα χρόνια ασφάλισης, δίνοντας την εντύπωση ότι θα υπάρχει σχέση ανταποδοτικότητας εισφορών - παροχών, με την προσθήκη της εθνικής σύνταξης, τα τελικά ποσοστά αναπλήρωσης για τις κύριες συντάξεις που προκύπτουν ευνοούν μόνο τους χαμηλόμισθους. Με βάση τον πίνακα που δημοσιεύει η «Ημερησία»:
Ασφαλισμένος για 42 χρόνια με μέσο μισθό 600 ευρώ, θα λαμβάνει τελική σύνταξη 664,4 ευρώ, δηλαδή θα έχει ποσοστό αναπλήρωσης του μισθού 110,7%, ενώ ασφαλισμένοι για τα ίδια χρόνια με μισθούς 1.200 ευρώ και 1.500 ευρώ θα έχουν, αντίστοιχα, ποσοστά αναπλήρωσης 78,7% (944,8 ευρώ) και 72,3% (1.085 ευρώ) και με 2.000 ευρώ μόλις 65,9% (1.318,8 ευρώ).
Ασφαλισμένος για 15 χρόνια με μέσο μισθό 600 ευρώ, θα λαμβάνει σύνταξη 413,3 ευρώ, ποσοστό αναπλήρωσης 69% ενώ για ασφαλισμένους για τα ίδια χρόνια με μισθούς 1.200 ευρώ και 1.500 ευρώ τα ποσοστά αναπλήρωσης θα είναι 40,3% (483,60 ευρώ) και 34,5% (518,20 ευρώ). Στα 2.000 ευρώ το ποσοστό αναπλήρωσης φτάνει στο... ναδίρ, στο 28,80% (576 ευρώ).
Αντίστοιχη είναι η πριμοδότηση υπέρ των χαμηλόμισθων που θα ασφαλίζονται για διάστημα 20 - 40 ετών καθώς θα έχουν ποσοστά αναπλήρωσης από τις κύριες συντάξεις από 79,8% (στα 20 έτη) έως 106,7% ενώ για τις άλλες κατηγορίες των αμειβομένων με μεγαλύτερους μισθούς ή αποδοχές τα ποσοστά αναπλήρωσης κυμαίνονται από 35% έως 61,9% για αποδοχές 2.000 ευρώ, από 41,4% έως 68,3% για αποδοχές 1.500 ευρώ και από 47,8% έως 74,7% για αποδοχές 1.200 ευρώ.
ΜΕΙΩΣΗ 25% - 30%
«Ακόμη και αν λάβουμε υπόψη παρόμοιες συντάξιμες αποδοχές, είναι προφανής η μείωση που θα έχουν στη σύνταξή τους όσοι πρόκειται να αποχωρήσουν μετά τη ψήφιση του νέου ασφαλιστικού νόμου. Επιπλέον, πρέπει να λάβουμε υπόψη και το γεγονός ότι οι ασφαλισμένοι με δυσκολία θα συμπληρώνουν, σύμφωνα με το νέο νόμο, συντάξιμες αποδοχές στα ίδια επίπεδα με το σημερινό τρόπο. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διαφορά στις συντάξιμες αποδοχές προσεγγίζει το 25%-30% με συνέπεια να είναι ακόμα χαμηλότερη, στο τελικό της ποσό, η σύνταξη», υπογραμμίζει ο εξειδικευμένος στο Ασφαλιστικό, δικηγόρος Διονύσης Ρίζος. Σύμφωνα με τα παραδείγματα που δίνει, οι νέοι συνταξιούχοι με συντάξιμες αποδοχές πάνω από 2.000 ευρώ «χάνουν» έως 25,8%, οι εργαζόμενοι που θα πετύχουν να έχουν μέσες αποδοχές έως 1.200 ευρώ θα έχουν μικρές διαφορές, ενώ οι μόνοι που εξασφαλίζουν καλύτερα ποσά συντάξεων, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, είναι οι αμειβόμενοι με έως 1.000 ευρώ (με εξαίρεση όσους θα «βγαίνουν» με 15ετία).
Διπλή απώλεια έως 30% για τις νέες συντάξεις
Οι απώλειες για τις «νέες» (με τον καινούργιο τρόπο υπολογισμού) συντάξεις έναντι των «παλαιών» συντάξεων, ειδικά για τους προερχόμενους από το Δημόσιο, τις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες (όπου ίσχυαν υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης σε σχέση με το ΙΚΑ) φτάνουν έως το 25% και μπορεί να αγγίξουν το 30%. Οχι μόνο εξ αιτίας των νέων ποσοστών αναπλήρωσης, αλλά, και γιατί βάσει υπολογισμού θα αποτελούν από 1/1/2016 οι αποδοχές της τελευταίας 15ετίας που ενσωματώνουν τις μεγάλες μειώσεις αποδοχών από το 2009 και μετά.
Κάθε χρόνο θα προτίθεται 1 έτος, δηλαδή το 2017 θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των αποδοχών 16 ετών, το 2018 των 17 ετών έως ότου, σταδιακά σε βάθος χρόνου, ο υπολογισμός να γίνεται με βάση τις αποδοχές ολόκληρου του εργασιακού βίου. Ενδεικτικά, εργαζόμενος με 35 έτη που υπολόγιζε ως βάση υπολογισμού της σύνταξης αποδοχές 1.500 ευρώ που μειώθηκαν στα 1.000 ευρώ θα λάβει σύνταξη 721,7 ευρώ, αντί των 890, 55ευρώ (-168,90 ευρώ τον μήνα, ποσοστό -18,9%) ενώ αν είχε 40 έτη ασφάλισης και ο μέσος όρος των αποδοχών κατέβηκε από τα 1.500 ευρώ στα 1.000 ευρώ θα λάβει μειωμένη σύνταξη κατά 20,84% (-213,70 ευρώ τον μήνα).
Νέα ποσοστά
Επανυπολογισμός όλων των συντάξεων
Ολες οι συντάξεις, κύριες και επικουρικές, θα επανϋπολογιστούν με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές που είχαν οι συνταξιούχοι όταν συνταξιοδοτήθηκαν. Ο επανϋπολογισμός, ειδικά για τις επικουρικές -για τις οποίες προβλέπονται περικοπές εφόσον δίνουν υψηλό εισόδημα μαζί με τις κύριες- θα γίνει με συντελεστή 0,45% για κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα τα τελικά ποσοστά αναπλήρωσης να είναι όχι 20% - 45% (όπως σήμερα) αλλά 13,5% για 30 έτη, 15,75% για 35 έτη, 18% για 40% και 18,9% για τα 42 έτη...
Imerisia.gr
Με τις αποδοχές της τελευταίας 15ετίας (με έτος εκκίνησης το 2002) και όχι ολόκληρου του εργασιακού βίου, θα υπολογιστούν, για πρώτη φορά από την 1/1/2016, οι νέες συντάξεις.
Την αλλαγή αυτή προβλέπει, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες της «Ημερησίας», το τελικό σχέδιο του Γ. Κατρούγκαλου για το νέο Ασφαλιστικό και το νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων.
Η αλλαγή έναντι της αρχικής ρύθμισης που προέβλεπε τον υπολογισμό με βάση τις αποδοχές ολόκληρου του εργασιακού βίου, έγινε πρωτίστως για... τεχνικούς λόγους, καθώς κρίθηκε ότι είναι ασφαλέστερη η αξιοποίηση της ηλεκτρονικής βάσης των σχετικών δεδομένων που δημιουργήθηκε το 2002, ταυτόχρονα με την κατάργηση των ενσήμων που ήταν σε... καρτέλες και σταδιακά «ψηφιοποιούνται».
Σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, για όσους συνταξιοδοτηθούν το 2016 θα λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία των αποδοχών τους από το 2002 και μετά (ο μέσος όρος των αποδοχών για 15 χρόνια) , το 2017 θα είναι τα 16, το 2018 τα 17 κ.ο.κ έτσι ώστε με την προσθήκη ενός έτους κάθε χρόνο, σταδιακά, βάση υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών να είναι οι μισθοί ολόκληρου του εργασιακού βίου.
Η νέα ρύθμιση καταργεί το ευνοϊκό καθεστώς που ίσχυε (π.χ. καλύτερη 5ετία της 10ετίας και, για άλλα ταμεία, την καλύτερη διετία) αλλά ενσωματώνει, για άλλους περισσότερο και για άλλους λιγότερο ανάλογα με τον χρόνο συνταξιοδότησης και τη μισθολογική τους κατάσταση, τις περικοπές των αποδοχών που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια λόγω των Μνημονίων.