Τραγική κατάληξη είχαν οι υπεράνθρωπες προσπάθειες της ελληνικής ΕΜΑΚ να σώσουν από τα συντρίμμια την 7χρονη Φατμά, η οποία ήταν παγιδευμένη στα ερείπια για σχεδόν 48 ώρες.
Την φωνούλα της 7χρονης Φατμά άκουσαν αρχικά οι δύο διασώστες από την ελληνική ομάδα. Χώθηκαν κυριολεκτικά στα χαλάσματα προσπαθώντας να την ανασύρουν κάτω από τόνους μπάζα. Μίλησαν μαζί της και τους περιέγραψε την κατάστασή της, καθώς το ένα χεράκι της είχε παγιδευτεί και δεν μπορούσε να κουνηθεί. Ήταν σε βάθος επτά μέτρων. Εφεραν εργαλεία, μετακίνησαν μπάζα, ήρθε γιατρός και φορείο, αλλά ο χρόνος δεν ήταν με το μέρος της.
Με ειδικά εργαλεία απομάκρυναν κομμάτια από τσιμέντο και άνοιξαν δίοδο προς το μέρος της ωστόσο ήταν αργά. Σύμφωνα με τον απεσταλμένο της ΕΡΤ, Ελληνες και Τούρκοι διασώστες μόλις βρήκαν το άψυχο σώμα του παιδιού λύγισαν και αγκαλιάστηκαν με δάκρυα στα μάτια, ενά παράλληλα ζήτησαν από τις κάμερες να φύγουν.
Μάλιστα, όπως επισημαίνει η δημόσια τηλεόραση η αγκαλιά των διασωστών έγινε προκειμένου να μην καταγραφεί από τα τηλεοπτικά συνεργεία το άψυχο σώμα του αδικοχαμένου παιδιού.
Ο άνθρωπος που πρωτάκουσε τη Φατμά ωστόσο δεν έφυγε απο το σημείο. Κάτι είχε αντιληφθεί, τελικά επιβεβαιώθηκε, καθώς πίσω από την άτυχη Φατμέ, χωρίς να το ξέρουν υπήρχε η 6χρονη αδερφή της. Τα δάκρυα συνεχίστηκαν, αλλά αυτή τη φορά ήταν από χαρά. ‘”Γιαβάς, γιαβάς” φώναζαν οι Τούρκοι διασώστες καθώς έβγαζαν το παιδί με φορείο.
Ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ Ευθύμης Λέκκας ο οποίος είναι μαζί με την αποστολή μιλώντας στην κάμερα της ΕΡΤ σημείωσε πως το κτήριο το οποίο που έπεσε ήταν νέο, υπέστη ζημιά σε δύο υποστηλώματα όμως στην κατάρρευση διατηρήθηκε ζωτικός χώρος που επέτρεψε στο παιδί να μείνει ζωντανό, ενώ απέδωσε την κατάρρευση στις εδαφικές συνθήκες.