Για πρώτη χρονιά φέτος, η Αττική από το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019 μένει χωρίς Τεχνολογικά Ιδρύματα, με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής να καταλαμβάνει τη θέση τους.
Οι υποψήφιοι των φετινών Πανελλαδικών θα έχουν άνοιγμα σε 26 νέα τμήματα πανεπιστημιακού επιπέδου, οι υποψήφιοι από τα Επαγγελματικά Λύκεια ναι μεν χάνουν τη δυνατότητα εισαγωγής σε Τεχνολογικά Ιδρύματα εντός της πρωτεύουσας, κερδίζουν όμως ένα ποσοστό 5% του αριθμού εισακτέων σε όλα τα πανεπιστήμια της χώρας και οι φοιτούντες στα δύο υπό κατάργηση ΤΕΙ, αν το επιλέξουν, θα λάβουν πανεπιστημιακό πτυχίο.
Ολα τα παραπάνω υπόσχεται το υπουργείο Παιδείας για την επόμενη χρονιά, παραβλέποντας μια μικρή λεπτομέρεια: ο νόμος για το νέο πανεπιστήμιο, που αυτόματα σημαίνει την κατάργηση των δύο ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά, δεν έχει ακόμα ψηφιστεί! Για την ακρίβεια, δεν έχει καν ξεκινήσει η συζήτηση στη Βουλή ούτε έχει ανακοινωθεί χρονοδιάγραμμα. Κι όλα αυτά ενώ μέσα στις επόμενες εβδομάδες ξεκινάνε οι αιτήσεις των μαθητών της Γ’ Λυκείου για τη συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις και μέχρι τα μέσα Μαρτίου θα πρέπει να ανακοινωθεί ο αριθμός εισακτέων.
Η βιασύνη του υπουργείου Παιδείας να εισαγάγει από φέτος στο μηχανογραφικό δελτίο το νέο πανεπιστήμιο έχει οδηγήσει στο να βγει εκτός όλων των χρονοδιαγραμμάτων. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνονται προσθήκες στο μηχανογραφικό δελτίο μεσούσης της σχολικής χρονιάς. Τα τελευταία δύο χρόνια έχουν βγει κάποια τμήματα, έχουν προστεθεί άλλα, όμως φέτος μιλάμε για μία πρωτοφανή αλλαγή, την κατάργηση περίπου 40 τμημάτων (σ.σ.: μαζί με τις ειδικότητές τους) από τα δύο ΤΕΙ και την αντικατάστασή τους από τα νέα τμήματα του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής.
Την ίδια ώρα, οι φετινοί υποψήφιοι που θα εγκαινιάσουν το νέο Ιδρυμα δεν γνωρίζουν βασικές πληροφορίες, όπως τι θα ισχύσει με τα επαγγελματικά τους δικαιώματα. Αντίστοιχα, οι υποψήφιοι των Γενικών Λυκείων αλλά και των ΕΠΑΛ (σ.σ.: τους δίνεται ποσοστό από 20% και πάνω για την εισαγωγή τους σε ΤΕΙ) που επιθυμούν την εισαγωγή τους σε Τεχνολογικά Ιδρύματα, αποκλείονται από την πρωτεύουσα και πλέον έχουν δυνατότητα εισαγωγής μόνο στα Ιδρύματα της Θεσσαλονίκης και στα περιφερειακά. Σε ποια μαθήματα θα εξεταστούν οι υποψήφιοι για την εισαγωγή τους σε κάθε νέο τμήμα, ακαδημαϊκός τίτλος και επαγγελματικά δικαιώματα είναι τα τρία μεγάλα ερωτηματικά του νέου Ιδρύματος.
Ο «Ε.Τ.» καταγράφει τα ερωτήματα, τις θολές απαντήσεις του υπουργείου Παιδείας, τις αντιδράσεις αλλά και την ένθερμη υποδοχή τοπικών και επιχειρηματικών φορέων, που, εν αντιθέσει με την ακαδημαϊκή κοινότητα, βλέπουν μια νέα ευκαιρία στο καινούριο Ιδρυμα:
1. Κατανομή σε επιστημονικά πεδία: Μετά και τη δημοσιοποίηση των βάσεων, το υπουργείο Παιδείας ανακοινώνει κάθε χρόνο την κατανομή των σχολών και των τμημάτων στα επιστημονικά πεδία. Φέτος, μιας και το νομοσχέδιο για το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής ακόμα δεν έχει ψηφιστεί, οι υποψήφιοι δεν γνωρίζουν -επίσημα τουλάχιστον- από ποιο επιστημονικό πεδίο θα εισαχθούν στις νέες σχολές, δηλαδή σε ποια μαθήματα θα εξεταστούν και αν χρειάζεται κάποιο ειδικό μάθημα για την εισαγωγή τους σε αυτά.
2. Ακαδημαϊκός τίτλος: Αν και η ονομασία των τμημάτων είναι γνωστή μετά τη δημοσιοποίηση του νομοσχεδίου, ένα νέο θέμα έχει προκύψει, μετά την αντίδραση του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Για παράδειγμα, στα νέα τμήματα του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής υπάρχει το τμήματα Μηχανολόγων Μηχανικών, Ναυπηγών Μηχανικών και Πολιτικών Μηχανικών. Η ονομασία τους είναι αντίστοιχη με τα τμήματα των πολυτεχνικών σχολών, όμως οι διαφορές στα προγράμματα σπουδών είναι τεράστιες. Το πιο ευκρινές είναι ότι, ενώ στις άλλες πολυτεχνικές σχολές η φοίτηση είναι πέντε χρόνια, στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής θα είναι μόνο τέσσερα. Η αντίδραση του ΕΜΠ εστιάζει στη σύγχυση που προκύπτει από την ίδια ονομασία, μιας και ο Μηχανολόγος Μηχανικός του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής δεν έχει λάβει την ίδια εκπαίδευση με αυτόν των πολυτεχνικών σχολών. Αντίθετα, οι απόφοιτοι των ΤΕΙ στον ακαδημαϊκό τους τίτλο διαφέρουν από αυτόν των ΑΕΙ.
3. Επαγγελματικά δικαιώματα: Ενα τεράστιο ερωτηματικό όχι μόνο για τους φετινούς υποψηφίους αλλά και για το ίδιο το υπουργείο που δεν γνωρίζει ακόμα τι θα πετύχει για τους φοιτητές του στο νέο Ιδρυμα. Το πρώτο πράγμα που ξεκαθαρίστηκε από τον υπουργό Παιδείας είναι ότι οι απόφοιτοι του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής δεν θα έχουν τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα με τους απόφοιτους των άλλων πανεπιστημίων.
Ακόμα πιο αναλυτικά, σε τμήματα όπως αυτά των Μηχανικών, που αντιστοιχούν ονομαστικά τουλάχιστον σε αυτά των πολυτεχνικών σχολών, ή της Λογιστικής που υπάρχουν και στα πανεπιστήμια με σπουδές οικονομικού περιεχομένου, οι απόφοιτοι του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής θα λαμβάνουν πτυχίο επιπέδου κατώτερου των πανεπιστημίων. Σύμφωνα με πληροφορίες του υπουργείου Παιδείας, οι απόφοιτοι, για παράδειγμα, των Μηχανολόγων Μηχανικών πολυτεχνικών σχολών θα λαμβάνουν πτυχίο επιπέδου 7, σε αντίθεση με τους αποφοίτους του Δυτικής Αττικής που θα λαμβάνουν επίπεδο επιπέδου 6.
4. Επαγγελματικά δικαιώματα δύο ταχυτήτων: Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, τι διαφορά θα υπάρχει με τους απόφοιτους των ΤΕΙ; Η συγκεκριμένη ερώτηση δεν μπορεί να απαντηθεί ακόμα από το υπουργείο, μιας και ο δρόμος της διαπραγμάτευσης είναι μακρύς. Πρόθεση του υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου είναι να πετύχει για τους απόφοιτους του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής διευρυμένα επαγγελματικά δικαιώματα σε σχέση με τους αποφοίτους των ΤΕΙ, λιγότερα όμως σε σχέση με τους αποφοίτους των ΑΕΙ. Στη χειρότερη περίπτωση, οι πηγές του υπουργείου Παιδείας έχουν παραδεχτεί ότι τουλάχιστον θα διασφαλιστούν τα ίδια δικαιώματα με τους αποφοίτους των ΤΕΙ. Ομως τι προσφέρει στην αγορά εργασίας η ύπαρξη δύο ακαδημαϊκών τίτλων, ενός τεχνολογικού κι ενός πανεπιστημιακού με τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα;
Αν πέτυχε κάτι ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου με την ίδρυση του νέου πανεπιστημίου ήταν να τραβήξει το ενδιαφέρον των υποψηφίων των φετινών πανελλαδικών. Οι οποίοι βέβαια βρίσκονται στο σκοτάδι σχετικά με τη λειτουργία του νέου Ιδρύματος. Σύμφωνα πάντως με εκπαιδευτικούς φροντιστηρίων, οι ερωτήσεις από τους φετινούς υποψηφίους πέφτουν βροχή, χωρίς βέβαια να δοθούν απαντήσεις.
Αν και το υπουργείο Παιδείας έχει εκφράσει και εμπράκτως την υποστήριξή του στην Τεχνική Εκπαίδευση, η αλήθεια είναι ότι αφήνει την Αθήνα χωρίς Τεχνολογικά Ιδρύματα επιπέδου ΤΕΙ. Στην επιχειρηματολογία του ισχυρίζεται ότι προωθεί στον αντίποδα τα διετή προγράμματα στα πανεπιστήμια, τα οποία όμως δεν αφορούν την ανώτατη εκπαίδευση. Λόγω της κατάργησης των δύο ΤΕΙ, φέτος πενταπλασίασε το ποσοστό που δίνεται στους υποψήφιους σε πανελλαδικές μαθητές των ΕΠΑΛ για εισαγωγή σε πανεπιστημιακές σχολές.
Η ηγεσία έκανε πάλι τις «αλχημείες» της και βάσει του νέου ποσοστού (σ.σ.: το 5% των εισακτέων δίνεται στους επιτυχόντες από τα ΕΠΑΛ) αυξάνει τον αριθμό των θέσεων σε σχέση με πέρσι. Ειδικότερα, σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Παιδείας, δίνονται περίπου 500 θέσεις παραπάνω σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ στα παιδιά των ΕΠΑΛ. Για παράδειγμα, με βάση τον περσινό αριθμό εισακτέων, στην Ιατρική φέτος θα εισαχθούν πέντε επιτυχόντες των ΕΠΑΛ, ενώ πέρσι μόλις ένας είχε τη δυνατότητα. Αναλυτικά, οι υποψήφιοι των ΕΠΑΛ έχουν δικαίωμα εισαγωγής σε ποσοστό 5% στα πανεπιστήμια και 20% στα ΤΕΙ της περιφέρειας, σε ΑΣΠΑΙΤΕ και ΑΣΤΕ, με τις θέσεις να υπολογίζονται περίπου στις 6.800 φέτος, έναντι 6.200 πέρσι.
Και πάλι όμως, παρά την αύξηση των θέσεων, η παντελής έλλειψη ΤΕΙ στην Αθήνα αφήνει υπόνοιες για υποβάθμιση των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων στη χώρα.
Κι ενώ η αγωνία για τους υποψηφίους καλά κρατεί, γύρω από το θέμα του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής έχουν στηθεί δύο μέτωπα, ένα το οποίο αντιτίθεται στη δημιουργία του κι ένα άλλο που το βλέπει ως μια πολύ καλή ευκαιρία για ανάπτυξη στην περιοχή.
Οι ακαδημαϊκοί, οι πρυτάνεις και οι πανεπιστημιακοί έχουν εκφράσει σε ήπιους αλλά και πιο σκληρούς τόνους την αντίθεσή τους στις βλέψεις του υπουργείου Παιδείας θέτοντας σοβαρά ζητήματα ακαδημαϊκότητας του νέου Ιδρύματος. Ορισμένοι έχουν θίξει ότι το πρόγραμμα σπουδών στα νέα τμήματα δεν παρουσιάζει τεράστιες διαφορές από αυτό των υπό κατάργηση ΤΕΙ, αναρωτώμενοι ποια τελικά η διαφορά που δικαιολογεί την ανωτατοποίηση των δύο Τεχνολογικών Ιδρυμάτων, ενώ εξίσου σημαντικό είναι το ερώτημα για τη μελέτη βιωσιμότητας του νέου πανεπιστημίου.
Δεν είναι λίγοι οι πανεπιστημιακοί που αναρωτιούνται αν όντως η ελληνική αγορά χρειάζεται κι άλλα τμήματα μηχανικών και οικονομικών σπουδών, σημειώνοντας ότι υπάρχει υπερπληθώρα αποφοίτων των αντίστοιχων σπουδών που δεν έχουν απορροφηθεί σε θέσεις εργασίας.
Στον αντίποδα, οι Δήμοι της Δυτικής Αττικής, το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά και η Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών βλέπουν μια μεγάλη ευκαιρία στο νέο Ιδρυμα για ενίσχυση της τοπικής οικονομίας στη Δυτική Αττική και την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά. Σημαντική λεπτομέρεια: οι παραπάνω φορείς έχουν εστιάσει όχι στα νέα τμήματα του Πανεπιστημίου αλλά στα διετή προγράμματα που θα λειτουργήσουν και αφορούν την κάλυψη αναγκών σε τεχνικά επαγγέλματα.
Τρία ελληνικά πανεπιστήμια βρίσκονται μεταξύ των 500 καλύτερων του κόσμου, σύμφωνα με την Παγκόσμια Ακαδημαϊκή Αξιολόγηση των Πανεπιστημίων (ARWU), τη γνωστή και ως «Κατάταξη της Σαγκάης».
Στην κορυφή της λίστας παραμένει και τη φετινή χρονιά το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ενώ τη δεύτερη θέση καταλαμβάνει το Στάνφορντ, όπως και πέρσι. Την πρώτη τριάδα συμπληρώνει το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ –το πρώτο μη αμερικανικό– που μάλιστα έχει ανέβει κατά μία θέση στην κατάταξη. Ακολουθεί το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), που επίσης κερδίζει μία θέση σε σχέση με το 2016 ενώ το Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας έχει υποχωρήσει, από την τρίτη στην πέμπτη θέση.
Την πρώτη δεκάδα συμπληρώνουν το Πρίνστον, το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, το Κολούμπια, το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας και το Πανεπιστήμιο του Σικάγο.
Το πρώτο μη αμερικανικό και μη βρετανικό πανεπιστήμιο της πρώτης εικοσάδας είναι το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Ζυρίχης, στη 19η θέση. Το Πανεπιστήμιο του Τόκιο, που πέρσι βρισκόταν 20ό, φέτος έχει πέσει στην 24η θέση, πίσω και από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο (23ο).
Σχεδόν τα μισά (συνολικά 48) από τα 100 κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου βρίσκονται στις ΗΠΑ, 9 στη Βρετανία και 6 στην Αυστραλία.
Από τα ελληνικά πανεπιστήμια, κορυφαίο είναι το Εθνικό και Καποδιστριακό (θέσεις 301-400) ενώ στις θέσεις 401-500 βρίσκονται το Αριστοτέλειο της Θεσσαλονίκης και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Η Κατάταξη της Σαγκάης, που θεωρείται μία από τις τρεις σημαντικότερες στον κόσμο, συντάσσεται λαμβάνοντας υπόψη διάφορα κριτήρια, όπως την ποιότητα της εκπαίδευσης (π.χ. τον αριθμό των σπουδαστών της σχολής που τιμήθηκαν με Νόμπελ ή με άλλα βραβεία), των καθηγητών (με βάση τις διακρίσεις τους), της έρευνας (πόσες δημοσιεύσεις έχουν γίνει σε διεθνώς αναγνωρισμένα επιστημονικά περιοδικά) και άλλα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ