Τα αποτελέσματα της ετήσιας αξιολόγησης - Δεν καταγράφηκε ούτε ένας τόπος φτωχής ποιότητας, 17 ήταν καλής, 4 ικανοποιητικής, ενώ 51 δεν ταξινομήθηκαν.
Εξαιρετικής ποιότητας ύδατα διαθέτει η συντριπτική πλειονότητα των περιοχών κολύμβησης της Ευρώπης, όπως ανακοίνωσε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, παρουσιάζοντας τη σχετική ετήσια έκθεσή του.
Συγκεκριμένα, έπειτα από εξέταση το 2023 περίπου 22.000 τοποθεσιών από τον Ατλαντικό και τη Βαλτική Θάλασσα μέχρι τη Μεσόγειο για συγκεκριμένες παραμέτρους σχετικές με την υγεία, 85% των υδάτων που προορίζονται για κολύμβηση χαρακτηρίστηκαν ως έχοντα άριστη ποιότητα. Σε αυτά περιλαμβάνονται θαλάσσια ύδατα, λίμνες και ποτάμια.
Η Ελλάδα, με το 95,8% (1.659) των 1.731 παραλιών που εξετάστηκαν να χαρακτηρίζονται εξαιρετικής κατάστασης όσον αφορά τις παραμέτρους υγείας, βρισκόταν στην 4η θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης, πίσω μόνο από την Κύπρο (96,7%), την Αυστρία (96,9%) και την Κροατία (96,7%). Στην Ελλάδα δεν καταγράφηκε ούτε ένας τόπος κολύμβησης φτωχής ποιότητας, 17 ήταν καλής ποιότητας, 4 ικανοποιητικής, ενώ 51 δεν ταξινομήθηκαν.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το 96% των υδάτων πληρούσε το ελάχιστο επίπεδο των συνθηκών για τη συμμόρφωση με την ευρωπαϊκή οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης (του 2006), καταγράφοντας μια ελαφρά αύξηση σε σύγκριση με πέρυσι.
Ωστόσο, το 1,5% των υδάτων κολύμβησης της Ε.Ε. παραμένει κακής ποιότητας, με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) να σημειώνει πως αυτό υποδηλώνει πως «τα διαχειριστικά μέτρα δεν είναι πάντα επαρκή ή δεν εφαρμόζονται».
Η ποιότητα των υδάτων στη συγκεκριμένη έκθεση εξετάζεται για πολύ συγκεκριμένα πράγματα και κυρίως σχετικά με την παρουσία ή όχι των βακτηρίων Escherichia coli (E. coli) και των εντερόκοκκων, που μπορεί να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στην υγεία. Πρόκειται για παράγοντες που σχετίζονται με τη διαχείριση των αστικών λυμάτων και των βιολογικών καθαρισμών. Πέρα από το Ε. coli και τους εντερόκοκκους, εξετάζονται ακόμη τα κυανοβακτηρίδια καθώς και η χημική ρύπανση.
Οι Αρχές κάθε χώρας οφείλουν να πάρουν τέσσερα δείγματα από κάθε περιοχή κολύμβησης, ένα πριν από την κολυμβητική περίοδο και τρία κατά τη διάρκειά της. Με βάση τα επίπεδα βακτηρίων που ανιχνεύθηκαν, η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης ταξινομείται ως άριστη, καλή, επαρκής ή φτωχή. Από τις αναφερόμενες 22.081 περιοχές κολύμβησης στην Ευρώπη το 2023, περίπου το 85% ήταν εξαιρετικής ποιότητας. Σε τέσσερις χώρες (Κύπρος, Αυστρία, Κροατία και Ελλάδα), πάνω από το 95% των υδάτων κολύμβησης ήταν εξαιρετικής ποιότητας. Σε Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Μάλτα, Λουξεμβούργο και Ρουμανία, όλα τα νερά κολύμβησης πληρούσαν τουλάχιστον τα ελάχιστα πρότυπα ποιότητας. Ωστόσο, σε πέντε χώρες (Αλβανία, Βέλγιο, Εσθονία, Ουγγαρία και Πολωνία), λιγότερο από το 70% ήταν εξαιρετικής ποιότητας.
Ενας από τους βασικούς στόχους της αρχικής οδηγίας για τα νερά κολύμβησης ήταν να διασφαλίσει πως όλα τα σημεία θα ήταν τουλάχιστον επαρκούς ποιότητας έως το 2015. Το 2023, τον στόχο αυτό ικανοποιούσε το 96% των υδάτων κολύμβησης.
Συγκεκριμένα, 321 σημεία κολύμβησης στην Ε.Ε. ήταν κακής ποιότητας, το 1,5% του συνόλου, σε σύγκριση με 1,9% το 2009. Οπως σημειώνει ο ΕΟΠ, «ενώ ο αριθμός των περιοχών με κακής ποιότητας ύδατα έχει σταθεροποιηθεί τα τελευταία χρόνια, τα προβλήματα εξακολουθούν να υφίστανται σε ορισμένες τοποθεσίες που επηρεάζονται από βραχυπρόθεσμη ρύπανση, όπως για παράδειγμα κατά τη διάρκεια έντονων βροχοπτώσεων, που η δυναμικότητα των μονάδων επεξεργασίας λυμάτων ξεπερνιέται και απελευθερώνονται ακατέργαστα λύματα».
Οι χώρες με τις περισσότερες περιοχές κολύμβησης με κακή ποιότητα υδάτων είναι η Σουηδία (5,1% του συνόλου), η Ολλανδία (4,3%), η Ιρλανδία (3,4%) και η Εσθονία (3,1%). Σύμφωνα με την οδηγία, εάν μια περιοχή βρεθεί πως έχει φτωχής ποιότητας ύδατα, πρέπει να παραμείνει κλειστή για κολύμπι και για τις επόμενες περιόδους, μέχρι να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για την υγεία των λουομένων. Από τις περίπου 50 περιοχές που έκλεισαν τα προηγούμενα χρόνια στην Ευρώπη, μόλις δύο άνοιξαν ξανά για κολύμπι το 2023.
Οσον αφορά την πρόκληση της κλιματικής αλλαγής, η έκθεση του ΕΟΠ επισημαίνει πως ισχυρά γεγονότα βροχοπτώσεων (πάνω από 20 χιλιοστά σε μία ημέρα) αυξάνουν τον κίνδυνο κακής ποιότητας των υδάτων κολύμβησης, λόγω αυξημένης ρύπανσης και μόλυνσης από υπερχειλίσεις αποχετεύσεων, πλημμύρες ή επιφανειακή απορροή και μεταφορά στο νερό ρυπογόνων παραγόντων. Αναλύσεις του ΕΟΠ αποκάλυψαν μια θετική συσχέτιση μεταξύ των ισχυρών βροχοπτώσεων τριών ημερών και την αφθονία τόσο του E. coli όσο και του εντερόκοκκου. Αυτοί οι συσχετισμοί παρατηρούνται σε όλα τα ύδατα, αλλά περισσότερο στους ποταμούς. Καθώς η κλιματική αλλαγή αυξάνει τη συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων, ενδέχεται φαινόμενα επιβάρυνσης των υδάτων να γίνουν πιο συχνά.
Για τον σκοπό αυτό απαιτείται εκπόνηση ολοκληρωμένων σχεδίων διαχείρισης των αστικών λυμάτων, τα οποία να περιλαμβάνουν μέτρα για αποτροπή της ρύπανσης από υπερχειλίσεις ομβρίων υδάτων, παρεμβάσεις για φυσική κατακράτηση νερού, αλλά και μέτρα για τη βελτίωση της διαχείρισης των υφιστάμενων υποδομών συλλογής, αποθήκευσης και επεξεργασίας των λυμάτων.