Ερωτηματικά προκαλούν οι 194 θάνατοι – αριθμός ρεκόρ – στην Ελλάδα όταν στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες η θνητότητα μειώθηκε κατακόρυφα. Οι γιατροί καταλογίζουν ευθύνες για την αδράνεια που επέδειξε το υπουργείο Υγείας, κάνοντας λόγο για «ανυπαρξία», αναφέρει δημοσίευμα των "Νέων".

Ήταν μέσα καλοκαιριού του 2009 όταν ο ιός Η1Ν1 εισέβαλε στην ελληνική καθημερινότητα. Τότε ένας 33χρονος ασθενής εμφάνισε σοβαρές επιπλοκές με αποτέλεσμα να νοσηλευθεί σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας.

Νωρίτερα εκείνο τον Ιούνιο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) είχε ανακοινώσει ότι ανέβαζε το επίπεδο συναγερμού στη Φάση 6. Η πανδημία της γρίπης ήταν η πρώτη ύστερα από 41 χρόνια.

Ο χειμώνας που ακολούθησε έφερε το σύστημα υγείας αλλά και τους ασθενείς στα όριά του, καθώς αποκαλύφθηκαν τα κενά και οι ελλείψεις στα νοσοκομεία, αλλά και η ανάγκη ενημέρωσης του πληθυσμού σε ό,τι αφορά τα εμβόλια.

Εκείνη τη χρονιά κατεγράφησαν στην Ελλάδα 18.230 εργαστηριακά επιβεβαιωμένα κρούσματα, με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι οι αριθμοί υποτιμούν την πραγματική συχνότητα της γρίπης Α (Η1Ν1) καθώς οι εκδηλώσεις στους ασθενείς ήταν ήπιες και συνεπώς δεν απευθύνονταν στον γιατρό.

Από τότε έως σήμερα έχουν περάσει περίπου 7 χρόνια και θα υπέθετε κανείς ότι το πάθημα έγινε μάθημα. Κι όμως, φέτος η χώρα βίωσε ένα τραγικό deja vu, με τους θανάτους από την επιδημία της γρίπης να ξεπερνούν εκείνους του χειμώνα 2009-2010.

Τα επίσημα στοιχεία του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) είναι αποκαλυπτικά: Tη χρονιά της πανδημίας η Ελλάδα θρήνησε 142 ανθρώπους. Έναν χρόνο μετά ο ιός Η1Ν1 επανήλθε δριμύτερος καθώς οι νεκροί έφτασαν τους 180. Οι λοιμωξιολόγοι εντόπισαν την αιτία: το στέλεχος Α Η1Ν1 είχε επιστρέψει "χτυπώντας" πλέον μεγαλύτερης ηλικίας πληθυσμούς σε σχέση με την περίοδο 2009-2010.

Πηγή: Tα Νέα

Ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών καταγγέλλει την απαράδεκτη κατάσταση, με τις πολύμηνες αναμονές για ακτινοθεραπεία

Την απαράδεκτη κατάσταση, με τις πολύμηνες αναμονές για ακτινοθεραπεία στα Δημόσια νοσοκομεία που, όπως υπογραμμίζει, θέτει σε κίνδυνο, την υγεία των ογκολογικών ασθενών, καταγγέλλει ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών.

Σε ανακοίνωσή του ο ΙΣΑ φέρνει ως παράδειγμα την περίπτωση ενός 55χρονου ασθενή -τα στοιχεία του οποίου είναι στη διάθεση του ΙΣΑ-, για τον οποίο εκκρεμεί αίτημα για έναρξη ακτινοθεραπείας από τον περασμένο Ιανουάριο.

Ο χρόνος αναμονής για ακτινοθεραπεία στα Δημόσια νοσοκομεία ξεπερνά σταθερά τους δύο μήνες ενώ σε κάποια νοσοκομεία φτάνει τους πέντε μήνες. Πρόκειται για χρονικό διάστημα που επιβαρύνει την υγεία του ασθενή και επηρεάζει δυσμενώς και συχνά καθοριστικά την εξέλιξη της νόσου.

Παράλληλα, όπως τονίζει, ο τεχνολογικός εξοπλισμός των Ακτινοθεραπευτικών Κέντρων στις δημόσιες δομές είναι απαρχαιωμένος και υπολείπεται κατά πολύ των αναγκών της χώρας. Με βάση τα διεθνή δεδομένα, η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει 60 μηχανήματα ενώ έχει 37, από τα οποία μόνο 24 είναι στο δημόσιο τομέα.

Σχολιάζοντας το θέμα ο πρόεδρος του ΙΣΑ Γ. Πατούλης επισημαίνει πως «η κατάσταση αυτή εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους, για την ζωή των ασθενών, με δεδομένο ότι παραβιάζονται οι κανόνες άσκησης ιατρικής και οι κατευθυντήριες θεραπευτικές οδηγίες» και καλεί την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας να αναλάβει τις ευθύνες της «για την τριτοκοσμική αυτή κατάσταση που θέτει σε κίνδυνο την ζωή των ασθενών».

Ο ΙΣΑ καλεί τους πολίτες να καταγγέλλουν περιπτώσεις δυσλειτουργίας του Δημόσιου συστήματος υγείας στο τηλέφωνο: 2130117372

Σε ακόμη στενότερη επιτήρηση θα βρεθούν την επόμενη διετία τόσο οι επιχειρήσεις της Υγείας, όσο και οι παροχές που δίνονται στους ασφαλισμένους, με τον περιορισμό και τον έλεγχο των δαπανών του ΕΟΠΥΥ να βρίσκονται για ακόμη μια φορά στο «μάτι” των θεσμών.

Σύμφωνα με τα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας, έρχονται νέες σαρωτικές αλλαγές στον τομέα της δημόσιας αλλά και της ιδιωτικής περίθαλψης, και μάλιστα σε όλα τα επίπεδα: φάρμακα, διαγνωστικές εξετάσεις, οικονομικά των δημόσιων νοσοκομείων, ιδιωτικές κλινικές.

Πιο συγκεκριμένα, η βασικότερη εντολή που δίνουν, όπως λένε οι πληροφορίες, οι θεσμοί προς το υπουργείο Υγείας, είναι να βάλει φρένο στον εκτροχιασμό του προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ. Στην κατεύθυνση αυτή, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας θα πρέπει μέχρι φέτος το Δεκέμβριο να έχει βρει τον τρόπο ώστε την επόμενη χρονιά το claw back προς τις επιχειρήσεις Υγείας, το ποσό δηλαδή που πληρώνουν για τη διαφορά των πραγματικών δαπανών σε σύγκριση με τον κλειστό προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ, να είναι κατά 30% μειωμένο σε σχέση με τη φετινή χρονιά, ενώ παράλληλα το 2018 θα πρέπει να επιτευχθεί επιπλέον μείωση 30% σε σχέση με το 2017. Ενδεικτικά, οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις αναμένεται να υποστούν φέτος claw back που μπορεί να ξεπεράσει τα 350 εκατ. ευρώ, ενώ κατά 200 εκατ. ευρώ εκτιμάται ότι θα ξεφύγει και ο προϋπολογισμός για τα νοσήλια των κλινικών.

Το παραπάνω μέτρο ανοίγει το δρόμο για περαιτέρω μείωση στις τιμές των γενοσήμων φαρμάκων και των σκευασμάτων που έχουν χάσει την πατέντα προστασίας τους, η οποία έτσι κι αλλιώς έχει δρομολογηθεί από το τρίτο Μνημόνιο. Ειδικά για τα γενόσημα, σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής πληροφορίες, θα πρέπει να υπάρχει περαιτέρω διείσδυση στην αγορά, η οποία θα επιτευχθεί με την παροχή κινήτρων- κυρίως θα αφορούν ποσοστά κέρδους- στους φαρμακοποιούς και αύξηση των ποσοστών συνταγογράφησης σε ασφαλισμένους και νοσοκομεία.

Οι θεσμοί επίσης φαίνεται να «κουνούν το δάχτυλο” σε υπουργείο Υγείας και ΕΟΠΥΥ για περαιτέρω μείωση στις τιμές αποζημίωσης των διαγνωστικών εξετάσεων, ώστε να συρρικνωθούν οι υποβολές των διαγνωστικών κέντρων για τις πράξεις που γίνονται στους ασφαλισμένους. Δεν δίνονται ωστόσο προς το παρόν πιο συγκεκριμένες οδηγίες για το πως θα επιτευχθεί αυτό, με την τρόικα εντούτοις να επιμένει σε επιπλέον συνταγογραφικές οδηγίες για τις πιο δαπανηρές θεραπείες και στην ανάπτυξη θεραπευτικών πρωτοκόλλων στο σύστημα των παραπεμπτικών.

Όλες οι παραπάνω αλλαγές θα πρέπει να ξεκινήσουν να δρομολογούνται ήδη από τον επόμενο μήνα, ώστε μέχρι το τέλος της χρονιάς να έχουν βρεθεί τα επιπλέον μέτρα για να ελεγχθούν οι δαπάνες της περίθαλψης.

Στο πλαίσιο αυτό ταυτόχρονα, οι ιδιωτικές κλινικές αναμένεται να ελέγχονται σε μηνιαία βάση για τα παραστατικά που καταθέτουν στον ΕΟΠΥΥ, ο οποίος ανά εξάμηνο θα συντάσσει αναφορά για την πορεία των δαπανών. Στο ίδιο πλαίσιο, από κόσκινο να περνούν τα έξοδα και των δημόσιων νοσοκομείων: από τον Ιούνιο θα πρέπει να ετοιμαστεί σχέδιο για τη διεξαγωγή ετήσιου οικονομικού ελέγχου των λογαριασμών των νοσοκομείων, με εφαρμογή από το 2017, που θα περιλάβει σταδιακά όλα τα νοσοκομεία μέχρι το 2018.

capital.gr

Οι αυτοαπασχολούμενοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα κληθούν να πληρώσουν το 37,95% του εισοδήματός τους για σύνταξη, επικούρηση, υγεία, εφάπαξ.

Το σύνολο των εισφορών τους θα απομειώνεται από 5% (εισοδήματα 57.000 – 58.000) μέχρι και 50% (εισοδήματα 7.033 – 13.000) με ελάχιστη καταβολή τα 586 ευρώ το μήνα.

Οι εκπτώσεις θα ισχύσουν και για τους νέους – κάτω της 5ετίας – αρκεί να έχουν εισόδημα άνω των 4.922 ευρώ. Οι νέοι επιστήμονες θα πληρώνουν εισφορά 14% για τα πρώτα δυο χρόνια υπαγωγής στην ασφάλιση και 17% για τα επόμενα τρία.

Το ποσό που υπολείπεται του 20% αποτελεί «ασφαλιστική οφειλή» και πρέπει να εξοφληθεί έως το έτος συνταξιοδότησης. Η εξοφληση θα γίνεται κατά 1/5 κατ έτος όταν το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα υπερβαίνει τα 18.000 ευρώ.

Ανατροπές έρχονται και για τα «μπλοκάκια», καθώς για παράλληλη απασχόληση (μισθωτή και αυτοαπασχολούμενη) ο εργαζομενος θα πληρώνει διπλές εισφορές (όσοι αμείβονται μόνο με δελτίο παροχής και απασχολούνται σε ένα ή και δύο εργοδότες θα ασφαλίζονται ως μισθωτοί).

Για υγεινομική περίθαλψη θεσπίζεται εισφορά 7,10% για μισθωτούς και 6,95% για ελευθεροεπαγγελματίες και αγρότες (με ειδική μεταχείριση για νέους επιστήμονες και αγρότες).

Μεταβατική περίοδος μέχρι το 2022 προβλέπεται για τους αγρότες. Φέτος θα πληρώσουν 10% επί των υφισταμένων ασφαλιστικών κλάσεων. Από του χρόνου οι εισφορές τους συνδέονται με το εισόδημα και κλιμακώνονται εμπροσθοβαρώς ως το 2022.

Η σωρευτική αύξηση μέχρι και το 2022 αγγίζει το 39% για έναν αγρότη που είναι σήμερα στην τρίτη ασφαλιστική κλάση και θα δηλώνει ετήσιο εισόδημα μέχρι 4.923 ευρώ. Ειδικά για νέους επιστήμονες και αγρότες το κατώτατο πλαφόν ορίζεται στο 70% του κατώτατου μισθού (410 ευρώ).

enikonomia.gr

Μια «δαπανηρή» υπόθεση για τους γονείς είναι η επίσκεψη σε παιδίατρο σε 23 νομούς της χώρας, όπου η συγκεκριμένη ειδικότητα δεν υπάρχει ούτε στα ιατρεία του ΠΕΔΥ ούτε μεταξύ των συμβεβλημένων με τον ΕΟΠΥΥ γιατρών.

Πρόκειται κυρίως για μικρούς νομούς και νησιωτικές περιοχές, όπου ούτως ή άλλως ο αριθμός των παιδιάτρων είναι περιορισμένος και οι γονείς αναγκαστικά πρέπει να απευθύνονται σε ιδιώτες γιατρούς πληρώνοντας οι ίδιοι το κόστος της επίσκεψης.

Το πρόβλημα ξεκίνησε από το 2012, όταν οι συμβάσεις του ΕΟΠΥΥ με γιατρούς έγιναν με κριτήριο το ποιος ήθελε να συνεργαστεί με τον οργανισμό και όχι με βάση τις ανάγκες του πληθυσμού. Εντάθηκε το 2014 με τη μετάβαση των ιατρείων του ΕΟΠΥΥ στο νεοσύστατο τότε ΠΕΔΥ και η οποία «άφησε έξω» περίπου 3.000 γιατρούς όλων των ειδικοτήτων, που δεν θέλησαν να κλείσουν τα ιδιωτικά τους ιατρεία. Και γιγαντώνεται από τη συνεχιζόμενη εδώ και μία πενταετία «παύση» στις προσλήψεις μονίμων γιατρών στο ΕΣΥ.

Δεν είναι μόνο παιδίατροι που λείπουν από το δημόσιο σύστημα υγείας, σε μια εποχή που αυτό είναι η μοναδική «λύση» για την πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών, ασφαλισμένων και ανασφάλιστων, αλλά και για τους πρόσφυγες και μετανάστες που εγκλωβίστηκαν στη χώρα μας. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν κατά το 1ο Ιατρικό Συνέδριο Επαγγελματικής Πρακτικής που διοργάνωσε πρόσφατα ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών, σε 29 δήμους της χώρας δεν υπάρχει κανένας ειδικευμένος γιατρός στο δημόσιο σύστημα πρωτοβάθμιας περίθαλψης, 107 δήμοι έχουν μείνει χωρίς γυναικολόγο και σε 136 δήμους δεν υπάρχει καρδιολόγος.

Στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου με την προσφυγική κρίση οι δημόσιες μονάδες υγείας είναι νευραλγικής σημασίας να στηριχθούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η μονάδα ΠΕΔΥ της Μυτιλήνης που έχει κληθεί να αντιμετωπίσει το κύμα των προσφύγων που φτάνουν στο νησί, ως το σημείο διαλογής περιστατικών από τις δομές φιλοξενίας προς τη δευτεροβάθμια περίθαλψη-νοσοκομείο. Εως πρόσφατα, στα ιατρεία της μονάδες αντιμετωπίζονταν περί τους 30 πρόσφυγες σε καθημερινή βάση, που εκτός από την ιατρική φροντίδα χρειάζονταν και εργαστηριακές εξετάσεις. Η συγκεκριμένη μονάδα είχε πληγεί και αυτή από τη δημιουργία του ΠΕΔΥ, αφού από τους 40 γιατρούς που είχε, είχαν μείνει μόλις 5. Εκτοτε η μονάδα ενισχύθηκε με «ενέσεις προσωπικού από άλλες μονάδες υγείας και σήμερα έχει 15 γιατρούς, ενώ είναι η μοναδική μονάδα ΠΕΔΥ με 24ωρη λειτουργία.

Καθημερινή

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot