Πλήθος κόσμου συνόδευσε χτες στην τελευταία του κατοικία τον Λούη Σορωνιάτη που πέθανε ξαφνικά την προηγούμενη εβδομάδα σε ηλικία 65 ετών ενώ βρισκόταν στο εξωτερικό, στο πλαίσιο υπηρεσιακού ταξιδιού.
Ο ιερός ναός Ευαγγελισμού Ρόδου όπου εψάλλει η εξόδιος ακολουθία, ήταν ασφυκτικά γεμάτος από συγγενείς, φίλους και συνεργάτες του εκλιπόντα, που έδωσαν το παρών για να πουν το ύστατο αντίο στον επιστήμονα, τον καθηγητή και τον άνθρωπο…
Εκεί ήταν η σύντροφός του Χρυσή Βιτσιλάκη και τα παιδιά του Νίκος και Εύα, στενοί συγγενείς, οι βουλευτές Δημήτρης Γάκης και Δημήτρης Κρεμαστινός , ο περιφερειάρχης Γιώργος Χατζημάρκος, περιφερειακοί και δημοτικοί σύμβουλοι, μέλη της διοίκησης του επιμελητηρίου Δωδεκανήσου κ.α.
Οι πάντες ήταν συντετριμμένοι από τον αδόκητο χαμό του διευθύνοντος συμβούλου της «ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΕ» και στενού συνεργάτη της περιφέρειας νοτίου Αιγαίου, με διακεκριμένες θέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό, ενός ανθρώπου οξυδερκή με ευρύτητα γνώσεων.
Ο αντιπεριφερειάρχης Φιλήμονας Ζαννετίδης διάβασε το ψήφισμα που εξέδωσε το περιφερειακό συμβούλιο νοτίου Αιγαίου, ενώ από την πλευρά του ο γενικός γραμματέας του επιμελητηρίου Νίκος Παπασταματίου διάβασε το ψήφισμα του ΕΒΕΔ και ακολούθως αναφέρθηκε στον εκλιπόντα ο περιφερειάρχης Γιώργος Χατζημάρκος.
Οι παραβρισκόμενοι λύγισαν στην κυριολεξία όταν η ανιψιά του Ρένα Παπακωνσταντίνου διάβασε τον επικήδειο, ενώ λίγη ώρα αργότερα πλήθος κόσμου συνόδευσε το Λούη Σορωνιάτη τον άνθρωπο με το χαμόγελο, το αστείρευτο χιούμορ, και τη ξεχωριστή προσωπικότητα, στο νεκροταφείο του Ταξιάρχη όπου και ετάφη.
Στον επικήδειο που εκφώνησε η ανιψιά του Ρένα Παπακωνσταντίνου, τόνισε τα εξής:
«Αγαπημένε μου, θείε μου, Λουάκι μου,
έκατσα να σου γράψω γιατί έχασα τα ίχνη σου και θέλω να μάθω για το νέο σου ταξίδι.
Εδώ όλοι σε απόγνωση.
Η αδελφή σου, η μάνα μου, ξανάγινε παιδί, γονατίζει όπου βρει και κάθεται και κλαίει, φωνάζει, ψυχορραγεί...
Όλο την χτυπούσες με κλωτσιές στα καλάμια, είπε ο παππούς. Πως σου ΄ρθε τώρα να της δώσεις γροθιά στην καρδιά; Έτσι και το μάθει ο παππούς...
Το ‘μαθε και το ράγισμα του ισχύου βαίνει προς πλήρη αποκατάστασιν... Νέα διάγνωση, κάταγμα στα σωθικά... Στο σπίτι σου άλλος πάει κι άλλος έρχεται...
Άλλοι κλαίνε, άλλοι γελούν κινούνται σαν δαιμονισμένοι, όλο ψάχνουν...
Η Χρυσά ψάχνει τα μαγιό που ήθελες για να ξεκινήσεις μπάνια, ο Νίκος αγκαλιάζει τόσο δυνατά όποιον βρει, όποιον αγαπά και τον ταρακουνάει, τι σου είναι αυτό το DNA του κληροδότησες το αγκάλιασμα με τόσα που του έκανες του Νικολάου Σορωνιάτη του Λοΐζου και η Εύα περιμένει να σε δει να σκας στα γέλια για την πλάκα που μας ετοίμασες.
Έχω να σου πω πως δεν κλαίω, ούτε θρηνώ γιατί δεν πρέπει σου το κλάμα και ο οδυρμός. Είσαι το γέλιο, η άνοιξη «μάγεμα η φύσις κι όνειρο...» μια καρδιά μικρού παιδιού, μια αγκαλιά που χώρεσε όλη τη γη.
Οι φίλοι σου πολύγλωσσοι, όλοι αδέλφια της ψυχής, όλοι παιδιά σου, όλοι μαθητές σου, όχι γιατί έτσι μας έβλεπες εσύ, αλλά αυτοβούλως ο καθένας.
Ήσουν για μένα ο προσωπικός μου παραμυθάς.
Τι πρίγκιπες, τι χώρες μακρινές, τι διασημότητες, τι επιστήμες, τι ιστορικά γεγονότα, όλα σαν παραμύθια ακούγονταν στα παιδικά μου αυτιά, μα τι λέω, ακόμη και τώρα που έκανα δικά μου παιδιά.
Βρισκόμασταν και με σήκωνες ψηλά, σώματι και ψυχή, με τράνταζες ολόκληρη, με σύστηνες σαν κάτι πολύτιμο που είχες στη ζωή σου.
«Ρενάκι μου, το ξέρεις ότι ο Καζαντζάκης...» 19/2/2017 ώρα περίπου 3-30 μ.μ.
«Λουάκι μου, Λουάρα μου, θείε μου, να τα εκατοστήσεις να είσαι πάντα πηγή ζωής για όλους εμάς και να σκορπάς γύρω σου τη χαρά...
Λίγο πριν κλείσω σου φωνάζω «Σ’ αγαπώ πολύ... και όπως πάντα ραγίζει από συγκίνηση η φωνή μου... κι ακούω από το βάθος της γραμμής «κι εγώ Ρενάκι μου, κι εγώ αγάπη μου κι εγώ κουκλάκι μου σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ πολύ Ρενάκι μου...» 16/3/2017 κάπου 3.40 μ.μ. χτυπά το τηλέφωνό μου, φωνή βουβή κι απόκοσμη μαζί, ανάσα κοφτή, κραυγές ανάκατες σταματώ τ’ οδήγημα ώσπου ένα άκουσμα «έφυγε ο Λούης μου... Ρένα, Ρένα...φωνές» η αδελφή σου είναι αγνώριστη η φωνή της κι εγώ σαν μη έτοιμη από καιρό «που πήγε ο Λούης;»
«Έφυγε, έφυγε, δεν καταλαβαίνεις, πάει...» Λ. Κηφησίας, πόσο μικρές είναι τελικά οι αποστάσεις κι εμάς μας φαίνονται μεγάλες...
Η Εύα και εγώ. Δύο υπάρξεις, γίναν ένα, χάθηκαν σε μια από τις αγκαλιές που έριξες με αλεξίπτωτο και μας έφτασαν... «Ευάκι τι κάνουμε εδώ; τι κλαίμε; Ο μπαμπάς μου όλα αστεία τα ‘χει Ρένα, τώρα δεν θέλει να κλαίω, αύριο το βράδυ θα πάμε θέατρο, θα ‘ρθει στο σπίτι μου».
Σ’ έζησα σαν θείο, σαν αδελφό, σαν σύζυγο, σαν πατέρα, σαν φίλο, σαν γιο... δε βρίσκω διαφορές ανάμεσα στους ρόλους σου θείε μου. Όλους το ίδιο, όλοι ένα.
Ο Καζαντζάκης υπήρξε η αφύπνιση του πνεύματός σου στα μαθητικά σου χρόνια, οδηγός σου στα ενήλικα, αντικείμενο μελέτης, συγγραφής, τρόπου ζωής στα ώριμα... Πόσο του έμοιαζες.
Πνεύμα οξύ, ονειροπόλος, στοχαστής, φιλόπατρης, ταξιδιάρης, πόλος έλξης για όποιον βρίσκεται στο διάβα σου. Ήσουν ο Ζορμπάς, που γελούσε δυνατά, γευότανε με όλες τις αισθήσεις πικάντικους μεζέδες της ζωής, γυναικάς, χαρισματικός, έντονος, σοφός... ο Χριστός, που μάζευε γύρω του το ποίμνιό του, το διαφώτιζε, το βοηθούσε, του σκορπούσε αγάπη, ο ταξιδευτής... στην Κίνα, στη Ρωσία, στην Ισπανία, στην Αγγλία, στην Αμερική, στην Αίγυπτο... έγινες ο Φτωχούλης του Θεού κι έφτασες στην Ιταλία, ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης, με προορισμό τη Ρώμη.
Μπάρι... άκου παιχνίδια της ζωής, τι λογοπαίγνιο... Δεν έφτασες ποτέ στο Κολοσσαίο της Ρώμης, έφτασες όμως στο νησί του Κολοσσού, το λατρεμένο σου, που διέδωσες σ’ όλο τον κόσμο και το ‘κανες βασίλειό σου, πριγκιπάτο σου.
Hello, I am Alberto prince di Monaco...
Hello, I am Louis, Louis de Monte Smith
Υπάρχει τέτοιο πριγκιπάτο; αναρωτιέται ο διάδοχος των Γκριμάλντι. Βέβαια, υπάρχει αξιότιμε πρίγκιπα, το καθιέρωσε ο φίλος σου στο νησί του Ήλιου, στη Ρόδο του. Πήρες την Κρήτη για γυναίκα κι έκανες οικογένεια, πνεύμα ανήσυχο, ματιά κοφτή, καρδιά γερή.
Για Καπετάν Μιχάλη, είχες, τον Καπετάν Νίκο, παληκάρι γερό, μπράτσα δυνατά, σκέψη ορθή, ευγένεια ψυχής, λεβέντης...
Κι έμεινε η Αναφορά στον Γκρέκο. Γράφει ο αγαπημένος σου στον Πρεβελάκη, 12 Φεβρουαρίου 1957: «Το βιβλίο είναι έτοιμο, μα θ’ αργήσω να το δημοσιεύσω ίσως το αφήσω posthame, μεταθανάτιο έργο.
21 Μαρτίου 2017... στο κομοδίνο σου, μια μελέτη για το έργο του συνοδοιπόρου σου. Βρίσκω τη σελίδα τσακισμένη.
«Μαζεύω τα σύνεργά μου-όραση, ακοή, γεύση, όσφρηση, αφή, μυαλό, βράδιασε πια, τελεύει το μεροκάματο, γυρίζω σαν τον τυφλοπόντικα σπίτι μου, στο χώμα. Όχι γιατί κουράστηκα να δουλεύω, δεν κουράστηκα, μα ο ήλιος βασίλεψε».
Α, μην ξεχάσεις να πεις στη γιαγιά πως κέρδισε, έγινε σειρήνα και σε μάγεψε, δε δέθηκες στο κατάρτι από τους συντρόφους σου και παρασύρθηκες από τη μαγευτική φωνή.
Και που ‘σαι Λούη, ρώτησα τον Καπετάν Νίκο «ποια είναι η πιο δυνατή στιγμή στη ζωή σου από το Λούη;»
1987, Βοστώνη, βραβεύθηκε ανάμεσα σε δεκάδες καθηγητές, 1 από τους 4 ο πρώτος Έλληνας καθηγητής που βραβεύθηκε στη Βοστώνη.
2017, «παππού μου κοίτα γύρω σου, σήκω ψηλά και θαύμασε το πλήθος κόσμου, προσωπικότητες ξεχωριστές, ήρθανε για το γιο σου, απ’ όλο τον κόσμο, σήκω παππού μου και πες μου, «ποια είναι η μεγαλύτερη στιγμή;»...
Δήλωση Μάνου Κόνσολα
«Ο Λούης Σορωνιάτης ήταν ένας ευαίσθητος και ενεργός πολίτης.
Ο απροσδόκητος θάνατός του αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό για το νησιωτικό χώρο, τα προβλήματα του οποίου και τις ιδιαιτερότητες γνώριζε όσο λίγοι.
Άνθρωπος με βαθιά γνώση και πολυσχιδή δραστηριότητα, άφησε το αποτύπωμά του υπηρετώντας σε θέσεις ευθύνης.
Εργατικός και ευρυμαθής προσέφερε ουσιαστικό έργο σε ό,τι του ανατέθηκε.
Στην οικογένειά του θέλω να εκφράσω τα ειλικρινή συλλυπητήριά μου».