Γράφει στο “The Hullington Post” ο Μανώλης Δημελλάς
Το απόγευμα της 28ης Ιουλίου 1955 δείχνει τόσο άγνωστο και μακρινό, σα μια λεπτομέρεια από άλλον πλανήτη. Για τους περισσότερους ανθρώπους αυτά τα 62 χρόνια, που μας χωρίζουν από κείνη τη μέρα, διαγράφουν κάθε πιθανότητα μνήμης.
Μονάχα οι τραγωδίες λυγίζουν το χρόνο, εκείνες μπορούν να παγώσουν μέσα στους αιώνες τη πιο μικρή στιγμή! Μα κι οι αναμνήσεις φτάνουν με ένα κύμα, από κείνα που ξερνούν στις πιο άγριες παραλίες απομεινάρια από σκαριά που κάποτε θάμπωναν με την ομορφιά τους.
Ήταν το 1955, η τελευταία Πέμπτη εκείνου του Ιούλη, μα σίγουρα μέσα στην κάψα του καλοκαιριού θα περνούσε αδιάφορη, όμως η ιστορία της γράφτηκε με το πιο μαύρο, το πιο σκοτεινό μελάνι! Μια τρομακτική έκρηξη, από κείνες που συμβαίνουν μόνο στα μυθιστορήματα, έσπασε, κυριολεκτικά έκανε χίλια κομμάτια, ένα πρώην σφουγγαράδικο που βρισκόταν στα ήρεμα νερά της Λιβύης με σκοπό να ανασύρει από το βυθό της θάλασσας ένα υποβρύχιο.εφ. Πρόοδος, 2.8.1955
Η ιστορία γράφεται στον Κόλπο της Ντέρνα, εκεί στο Βορειότερο σημείο της Λιβύης, στη περιοχή της Γκαζάλας, δυο πετρελαιοφόρα το «Αγία Κυριακή», νηολογίου Ρόδου και του «Κωνσταντίνος», από τη Θεσσαλονίκη, δούλευαν στην ανάσυρση ενός βυθισμένου Ιταλικού υποβρυχίου από τον καιρό του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.
Τη δουλειά έχει αναλάβει ο Ροδίτης επιχειρηματίας Νικόλαος Ορφανίδης και με την ομάδα του έδινε αγώνα μέσα στη κάψα του κατακαλόκαιρου, για να σύρει το βυθισμένο υποβρύχιο στην επιφάνεια.
Εργο του γλύπτη Σακελλάρη Κουτούζη με θέμα τους σφουγγαράδες
Κανείς δεν πρόφτασε να αντιδράσει, μια τρομακτική έκρηξη διέλυσε το σκάφος. Την επόμενη ημέρα βρέθηκαν μόνο τα πτώματα του Νικόλαου Ορφανίδη και του μηχανικού Γιώργου Μίσου, η έκρηξη ήταν τόσο δυνατή που τα άλλα τρία πτώματα δεν βρέθηκαν!
Λεπτομέρεια από έργο του γλύπτη Σακελλάρη Κουτούζη με θέμα τους σφουγγαράδες
Από την ζωή των σφουγγαράδων ίσως οι πιο μυθικές στιγμές να είναι το «βουλωμένο γράμμα», δηλαδή η επιστολή που δεν έδινε ο καπετάνιος στους δύτες αν δεν έφερνε καλά νέα από το σπίτι, επίσης το «πρώτο τσιγάρο» του σφουγγαρά μετά από το βυθό. Αν ο βουτηχτής, ο μηχανικός όπως τον έλεγαν, ζαλιζόταν μετά την υποβρύχια εργασία αυτό σήμαινε συναγερμό. Ο δύτης είχε χτυπηθεί από τη νόσο, αμέσως του ξαναφορούσαν το σκάφανδρο και όπως-όπως τον πετούσαν μέσα στη θάλασσα, με την ελπίδα να έφευγε η φυσαλίδα του οξυγόνου από το αίμα και να γλύτωνε μια ζημιά στο κορμί του.Τα υπέροχα μπρούτζινα γλυπτά του Καλύμνιου γλύπτη Σακελλάρη Κουτούζη κυριολεκτικά μας μιλάνε, στέκουν ζωντανά και μαρτυρούν ξεχασμένες ιστορίες που συμβολίζουν το μόχθο και την αγωνία των αληθινών θαλασσινών του Αιγαίου.Άραγε αυτός ο σπουδαίος, ο Σακελλάρης Κουτούζης, πως θα απέδιδε την τραγωδία της Ντέρνα; Πoια σκηνή θα διάλεγε από το δράμα;