Γράφει η Δικηγόρος Αθηνών Αναστασία Χρ. Μήλιου*
Από το 2015 μέχρι τώρα τα ελληνικά δικαστήρια έκριναν παράνομες και καταχρηστικές τις δανειακές συμβάσεις σε αλλοδαπό νόμισμα και ειδικα σε ελβετικό φράγκο σε πρώτο βαθμό.
Αυτό συνέβαινε αφ’ενός διότι αρχικά οποιαδήποτε αγωγή κατατίθετο έπαιρνε μακρινή δικάσιμο εκδίκασης από 8 μήνες ως και χρόνο ενώ επιπλέον υπήρχε το δικαίωμα αναβολής οπότε η δικάσιμος πήγαινε ακόμα πιο μακριά.
Το 2016 η διαδικασία άλλαξε προς το καλύτερο όσον αφορά τις αγωγές αυτές και η συζήτηση της αγωγής έγινε συντομότερη χωρίς να προβλέπεται αναβολή.
Έτσι άρχισαν να εκδίδονται αρκετές αποφάσεις που έκαναν δεκτές τις αγωγές κατά των τραπεζών και δέχονταν ότι έπρεπε να υπολογίζονται τα δάνεια αυτά με την αρχική ισοτιμία, δηλαδή με την ισοτιμία που ίσχυε κατά την ημερομηνία υπογραφής της κάθε σύμβασης.
Με τον τρόπο αυτό ο δανειολήπτης ωφελείται τα μέγιστα από την δανειακή σύμβαση σε σχέση με την τρέχουσα οφειλή του. Το βασικότερο είναι ότι αν έχουμε σταθερή ισοτιμία στην εξόφληση του δανείου μας, αυτομάτως γίνεται σταθερό και το κεφάλαιο που καλούμαστε να εξοφλήσουμε σε ευρώ.
Επίσης μας δίνετε η δυνατότητα τα επιπλέον ευρώ που έχουμε καταβάλει όλα τα προηγούμενα χρόνια για την εξόφληση των δόσεων με την τρέχουσα κάθε φορά ισοτιμία, να μπορούν να συμψηφισθούν στις επόμενες δόσεις μας και έτσι αυτομάτως το άληκτο κεφάλαιο του δανείου μας μειώνεται κατά πολύ.
Τέλος μειώνονται και οι δόσεις που καλούμαστε να καταβάλουμε σε ευρώ καθώς η αρχική ισοτιμία ήταν ευνοϊκή για το ευρώ, σε σχέση με την τωρινή.
Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω, είναι να μπάινει επιτέλους το συγκεκριμένο δάνειο σε μια σειρά, δηλαδή να είναι πλέον ελέγξιμο και να μπορεί να αποπληρωθεί.
Και τούτο διότι με την ισοτιμία μεταξύ ευρώ και ελβετικού να μεταβάλλεται συνεχώς και με τις συνεχείς ρυθμίσεις μείωσης των δόσεων, οι καταβολές αφορούσαν κυρίως την εξόφληση των τόκων, δηλαδή το κέρδος της τράπεζας και όχι το κεφάλαιο, το οποίο παρέμενε άθικτο, αμείωτο και αυξανόταν κάθε φορά που ισοτιμία μεταβαλλόταν υπέρ του ελβετικού φράγκου.
Οι αποφάσεις που εκδόθηκαν υπέρ των δανειοληπτών δέχθηκαν διαφορετικούς νομικούς λόγους. Αρχικά οι δικαστές υποστήριζαν ότι οι όροι των δανειακών συμβάσεων ήταν ασαφείς και καταχρηστικοί και ως τέτοιοι έπρεπε να κριθούν άκυροι και παράνομοι.
Επίσης δέχονταν ότι οι δανειολήπτες δεν ενημερώθηκαν επαρκώς και με σαφήνεια για τα δάνεια αυτά και τον τρόπο αποπληρωμής τους και ως εκ τούτου οι όροι παρέμεναν ασαφείς και αόριστοι για αυτούς.
Εν συνεχεία ο λόγος αυτός ήρθε να εμπλουτιστεί και να βασιστεί στις υποχρεώσεις που έχει η κάθε τράπεζα απέναντι στους δανειολήπτες όταν τους ενημερώνει για σύμβαση σε συνάλλαγμα. Στην περίπτωση αυτή ορίζουν τα δικαστήρια, οφείλουν οι τράπεζες να ενημερώνουν με σαφήνεια για τον συναλλαγματικό κίνδυνο, να δίνουν αριθμητικά παραδείγματα, να αποτρέπουν τον δανειολήπτη από την χορήγηση τέτοιου δανείου αν δεν ταιριάζει στο συγκεκριμένο προφίλ επενδυτή και τέλος να του παρέχουν όλα τα μέτρα προστασίας από τον συναλλαγματικό κίνδυνο.
Μέχρι τώρα επομένως το δικαστήριο πατούσε σε αυτά τα δύο επιχειρήματα/νομικούς λόγους για να κάνει δεκτές τις αγωγές.
Η μεγαλύτερη και σημαντικότερη νίκη σε αυτές τις υποθέσεις ήρθε με την αποφαση επί της συλλογικής αγωγής που ασκήθηκε κατά της Eurobank. To δικαστήριο δέχθηκε και τους δύο λόγους και έκρινε ότι τα δάνεια αυτά είναι επενδυτικά και όχι στεγαστικά, άρα οι διατάξεις που τα ρυθμίζουν είναι διαφορετικές, εξειδικευμένες και η τράπεζα υποχρεούται να τις τηρεί.
Και επειδή όλοι γνωρίζουμε πώς χορηγούνταν τα δάνεια αυτά, και αν τηρήθηκαν οι οφειλόμενες από την τράπεζα υποχρεώσεις σωστής και πλήρους ενημέρωσης ή όχι, το δικαστήριο δέχθηκε ότι τα δάνεια αυτά πρέπει να υπολογίζονται με βάση την αρχική ισοτιμία.
Αυτά λοιπόν όλα συνέβησαν κατά την εκδίκαση των υποθέσεων σε πρώτο βαθμό, δηλαδή από τα Πολυμελή Πρωτοδικεία της χώρας.
Επί των αποφάσεων αυτών οι τράπεζες ασκούσαν εφέσεις όπως είχαν το δικαίωμα και ήδη κάποιες εφετειακές αποφάσεις έχουν αρχίσει να εμφανίζονται εντός του 2017.
Πρέπει να τονιστεί ότι κάθε αγωγή εξετάζεται από διαφορετικό δικαστή και η έκβαση της δεν δεσμεύεται από τις προηγούμενες αποφάσεις που έχουν εκδοθεί είτε σε πρώτο είτε σε δεύτερο βαθμό. Απλά, αν έχουν εκδοθεί πολλές αποφάσεις και ειδικά από ανώτερο δικαστήριο που κάνουν δεκτή την αγωγή, τότε για μας τους δικηγόρους αλλά και τους επόμενες δικαστές είναι ένα πάτημα που μπορούν ΑΝ ΘΕΛΟΥΝ να χρησιμοποιήσουν. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΟ και δεν αποτελεί δεδικασμένο για τους υπόλοιπους.
Τα Εφετεία με την σειρά τους απορρίπτουν τις εφέσεις των τραπεζών και επικυρώνουν τις αποφάσεις των πρωτόδικων δικαστηρίων άρα και τις αγωγές.
Μάλιστα το Εφετείο Αιγαίου ήρθε με την απόφαση του να προσθέσει και ένα ακόμα λόγο ακυρότητας της σύμβασης σε ελβετικό φράγκο αυτή την φορά κατά της ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Δέχθηκε λοιπόν το Εφετείο ότι η τράπεζα, έδινε δάνεια σε ένα νόμισμα χωρίς να το διαθέτει και ότι η συναλλαγή ήταν μόνο εικονική και λογιστική και όχι πραγματική. Δηλαδή αποδείχθηκε ότι οι τράπεζες δεν κατείχαν ελβετικά φράγκα και δεν έδιναν δάνεια σε ελβετικά φράγκα. Έδιναν δάνεια σε ευρώ και τα βάπτιζαν δάνεια σε ελβετικό.
Αποτέλεσμα; ¨Όλη αυτή η διαφορά της ισοτιμίας να είναι καθαρό αλλά παράνομο κέρδος της τράπεζας.
Αν δεχθούμε επιπλέον ότι οι τράπεζες γνώριζαν από πριν ότι το ελβετικό φράγκο θα μεταβληθεί και να δυναμώσει έναντι του ευρώ, αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχει τεράστια απάτη έναντι των δανειοληπτών, που αδαείς έσπευσαν να δανειστούν σε ελβετικό λόγω του ευνοϊκού επιτοκίου.
Ευχή όλων μας είναι να συνεχιστούν οι θετικές αποφάσεις των δικαστηρίων για το θέμα αυτό. Έργο δικό μας να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να κάνουμε πιο εύκολο το έργο των δικαστών. Έργο δικό σας να ενημερώνεστε για τα δικαιώματά σας έναντι των τραπεζών και αν έχετε την δυνατότητα να μάχεστε ώστε να μην χάνετε τις πιθανότητες και τις δυνατότητες που έχετε για να δικαιωθείτε.
Η ΡΟΔΙΑΚΗ