Μια μεγάλη προσπάθεια για την άρση της αδικίας που βαραίνει τα μικρά κυρίως νησιά, ξεκίνησε το Ελληνικό Δίκτυο Μικρών Νησιών σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου Τμήμα Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών, για την ανάπτυξη του καθενός με βάση τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητές του και άμεσα θα πρέπει να αναμένονται τα πρώτα αποτελέσματα.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «δημοκρατικής», η προσπάθεια αυτή του Δικτύου επικεντρώνεται στην ανάπτυξη ενός συστήματος παρακολούθησης και αξιολόγησης της ανάπτυξης των μικρών νησιών, με την χρήση κρίσιμων δεικτών απόδοσης.
Από την εποχή των Ολοκληρωμένων Μεσογειακών Προγραμμάτων (ΜΟΠ) η κατανομή των κοινοτικών πόρων γινόταν κατά βάση, με στατιστικούς δείκτες. Οι δείκτες που χρησιμοποιεί η Ευρωπαϊκή (EUROSTAT) και η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΛΣΤΑΤ) συλλέγονται από μεγαλύτερες πληθυσμιακές ομάδες, με αποτέλεσμα να δημιουργείται στρέβλωση, σχετικά με την πραγματική εικόνα των μικρών νησιών.
Εξάλλου, οι δείκτες εκείνοι που αφορούν στα μικρά νησιά και στην εξάρτηση των νησιωτικών περιοχών, δεν μπορούν να υπολογιστούν λόγω ανεπάρκειας δεδομένων. Αυτό σημαίνει ότι ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στα δεδομένα για τη μακροοικονομική και χρηματο-οικονομική κατάσταση στις νησιωτικές περιφέρειες, δεν μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα και τα αποτελέσματα τα βλέπουμε καθημερινά στη νησιωτική Ελλάδα.
Το πανευρωπαϊκό φαινόμενο αυτής της στρέβλωσης, οδήγησε πολλές φορές σε λάθος αποφάσεις κατανομής κονδυλίων και η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου αποτελεί το απτό παράδειγμα αυτής της κατάστασης.
Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι ευρωπαϊκά χρήματα που παίρνει η χώρα μας για στήριξη του αγροπρωτογενούς τομέα στα μικρά νησιά, εντέλει διανέμονται σε μεγαλύτερα. Μια δεύτερη μεγάλη στρέβλωση είναι η έλλειψη «έξυπνων δεικτών». Κατά πόσο δηλαδή και πώς αυτό μετράται, κι αν είχαμε αποτελέσματα αναμενόμενα ή αντίθετα με τους στόχους.
Το Ελληνικό Δίκτυο Μικρών Νησιών και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία μικρών νησιών, ανέλαβαν πρωτοβουλία και ζήτησαν από την πολιτεία να τις αντιμετωπίσει άμεσα. Είναι βέβαιο ότι δείκτες μετρημένοι στη Μύκονο και στη Σαντορίνη δεν «δείχνουν» την Κάσο και την Χάλκη και σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες της «δ», το πρώτο βήμα έγινε πρόσφατα, καθώς εγκρίθηκε από το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης η πρόταση του Ελληνικού Δικτύου Μικρών Νησιών. Ηδη, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, ξεκίνησε να υλοποιείται η μελέτη και η αξιοποίηση των δεικτών για τα μικρά νησιά.
Στην επόμενη φάση, που αναμένεται σύντομα, θα προσδιοριστεί συνάντηση στην οποία θα συμμετέχουν αυτοδιοικητικοί παράγοντες, επιστήμονες και εμπειρογνώμονες του χώρου προκειμένου να αξιολογήσουν και να κατατάξουν με κριτήριο την κρισιμότητα, αυτούς τους δείκτες. Οι «Νέοι Δείκτες» θα παρέχουν την δυνατότητα σχεδιασμού υλοποίησης και χρηματοδότησης που θα είναι περισσότερο στοχευόμενη στις πραγματικές ανάγκες των μικρών νησιών, μιας κατηγορίας νησιών η οποία εδώ και δεκαετίες ολόκληρες φθίνει πληθυσμιακά.
Μεγάλο ενδιαφέρον θα έχει για τα μικρά νησιά η καταγραφή μιας σειράς δεδομένων όπως η ανεργία σε σύγκριση με τις θέσεις εργασίας, οι αιτίες θανάτων, η δυνατότητα κάλυψης των εκπαιδευτικών αναγκών, η κατάρτιση, η δυνατότητα χρήσης ασύρματων δικτύων και η μεταφορά δεδομένων, η ακτοπλοϊκή σύνδεση και η συνδυασμένη μεταφορά, τα αποτελέσματα στο περιβάλλον των δικών μας ανθρωπίνων παρεμβάσεων, η ίδια η ποιότητα ζωής, το αίσθημα ασφάλειας, ο πολιτισμός αλλά και η πραγματική πρόσβαση των επιχειρήσεων σε χρηματοδοτικά εργαλεία.
Ο πρώτος στόχος είναι η δημιουργία πραγματικής εικόνας και ο δεύτερος στόχος, είναι η χρήση τους στην κατανομή των κονδυλίων ώστε να επιτευχθεί η χάραξη περισσότερο εξειδικευμένης πολιτικής. Ο τρίτος στόχος είναι η αυτο-αξιολόγηση των νησιών. Έχοντας για πρώτη φορά δείκτες, τα μικρά νησιά θα μπορούν να μετρούν τους στόχους τους, να βελτιώνουν τις πολιτικές τους και την εν γένει εικόνα του νησιού τους.
Όλα αυτά, αποτυπώνονται ξεκάθαρα και σε έρευνα με θέμα «Χωρικές ανισότητες εισοδήματος, ανάπτυξης και φτώχειας στην Ελλάδα» την οποία χρηματοδότησε το Ιδρυμα Λάτση, στην οποία μεταξύ των άλλων αναφέρεται:
Τα ευρήματα της έρευνας είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα· ορισμένα από αυτά επιβεβαιώνουν παλαιότερες μελέτες, όπως για παράδειγμα το χάσμα στο επίπεδο ανάπτυξης μεταξύ αστικών –αγροτικών περιοχών, ενώ άλλα δίνουν μια νέα διάσταση στη μελέτη των ζητημάτων αυτών. Αξιοσημείωτη είναι η κατηγοριοποίηση νησιωτικών Δήμων με ιδιαίτερα αναπτυγμένο το τουριστικό προϊόν και σχετικά υψηλό ΑΕΠ σε επίπεδο Περιφέρειας, όπως η Ρόδος, η Σαντορίνη και η Ζάκυνθος, στο 20% του πληθυσμού της Ελλάδας με το υψηλότερο επίπεδο φτώχειας με βάση το συνθετικό Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης του ΟΗΕ. Αυτό ενδεχομένως να οφείλεται τόσο στον ορισμό του δείκτη όσο και στο ότι ο παραγόμενος πλούτος κατά την καλοκαιρινή περίοδο δε διοχετεύεται απαραίτητα στους μόνιμους κατοίκους των νησιών. Η Περιφέρεια της Ηπείρου εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό κατοίκων με εισόδημα κάτω από τα όρια της φτώχειας, ενώ η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό κατοίκων με εισόδημα κάτω από τα όρια της φτώχειας, το μεγαλύτερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ και τη μικρότερη ανισοκατανομή εισοδήματος. Χαμηλές επιδόσεις στο Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης εμφανίζουν αγροτικοί Δήμοι στη Θράκη και Δήμοι μικρών νησιών στα Δωδεκάνησα, όπως οι Δήμοι Χάλκης, Λειψών, Αγαθονησίου. Το χαμηλότερο δηλωθέν εισόδημα κατά μέσο όρο εμφανίζεται τους Δήμους Αγαθονησίου και Λειψών στα Δωδεκάνησα ενώ το μέγιστο στο Δήμο Φιλοθέης – Ψυχικού.
«Να μην απεμπολήσει
η Ελλάδα το δικαίωμα του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά»
Εξάλλου, κοινή επιστολή στον πρωθυπουργό της χώρας κατέθεσαν ο πρόεδρος του Ελληνικού Δικτύου Μικρών Νησιών Λευτέρης Κεχαγιόγλου και ο επίτιμος πρόεδρος του Δικτύου Νησιωτικών Επιμελητηρίων της ΕΕ (INSULEUR) Γιώργος Μπενέτος σχετικά με το μειωμένο ΦΠΑ στα νησιά. Συγκεκριμένα με την επιστολή τους, ζητούν από τον πρωθυπουργό να μην απεμπολήσει η χώρα το δικαίωμα αυτό, ζητώντας να μην αλλάξει η Οδηγία 112 που δίνει τη δυνατότητα όποτε επιθυμεί η Ελλάδα να επαναφέρει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ στα νησιά. Τονίζουν στην επιστολή, ότι η Ελλάδα πρέπει να θέσει ακόμα και βέτο, γιατί αν αλλάξει η Οδηγία δεν θα μπορέσει να το επαναφέρει, χάνοντας έτσι ένα ενταξιακό της δικαίωμα.
Πηγή:www.dimokratiki.gr