Μέχρι να σταματήσει ο δυνατός στροβιλισμός ένας δεύτερος ξέσπασε δυτικότερα του πρώτου, σηκώνοντας μεγάλη ποσότητα νερού. «Ήταν συγκλονιστικό το θέαμα. Φοβηθήκαμε ότι μπορεί να έρθει προς το μοναστήρι και κάτι τέτοιο δεν ξέραμε τι συνέπειες μπορεί να έχει», μας είπαν αγιορείτες μοναχοί.
Ψύχραιμοι οι επιστήμονες αναφέρουν ότι οι ανεμοστρόβιλοι είναι συνηθισμένο φαινόμενο και ειδικά το καλοκαίρι στην βόρεια Ελλάδα.
«Οι υδροσίφωνες εμφανίζονται όλο τον χρόνο, με μεγαλύτερη όμως συχνότητα τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο και όταν εμφανίζονται τόσο μακριά από την ακτή, δεν πρέπει να τρομάζουν τον κόσμο», λέει στο «Έθνος», ο μετεωρολόγος, Μιχάλης Σιούτας, ο επιστήμονας που εδώ και 15 χρόνια καταγράφει τους ανεμοστρόβιλους στην Ελλάδα.
Μάλιστα, όπως αποκαλύπτει ο ίδιος, το φαινόμενο εμφανίζεται στην Ελλάδα με σχετικά μεγάλη συχνότητα σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στην πλειονότητά τους «χτυπούν» το καλοκαίρι και το φθινόπωρο την βόρεια Ελλάδα, ενώ τον χειμώνα την νότια Ελλάδα, με επίκεντρο την βορειοδυτική Πελοπόννησο και ειδικότερα την Ηλεία.
«Ο κόσμος δεν πρέπει να συνδέει τους ανεμοστρόβιλους που βλέπει εδώ με αυτούς των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι μεν επικίνδυνοι και μπορούν να σκοτώσουν, αλλά γενικά είναι μικρότερης κλίμακας», μας ανέφερε ο κ. Σιούτας.
Για τους δύο σίφωνες που έπληξαν την θαλάσσια περιοχή ανοιχτά της Μεγίστης Λαύρας σημείωσε πως δεν είναι σπάνιο να παρατηρούνται τους καλοκαιρινούς μήνες…οικογένειες σιφώνων. Αν και οι θαλάσσιοι σίφωνες δεν είναι τόσο ισχυροί, όσοι εκείνοι της ξηράς, μπορούν να διαλύσουν σκάφη, ενώ αν βγουν στην ξηρά προκαλούν ανυπολόγιστες καταστροφές, όπως συνέβη τον Φεβρουάριο του 2004, στην παραλία της Μεθώνης Πιερίας, όταν ένας υδροσίφωνας βγήκε στην στεριά, σήκωσε μια βάρκα, η οποία καταπλάκωσε και τραυμάτισε θανάσιμα ένα δεκάχρονο αγοράκι που έπαιζε με φίλους του στην άμμο.
Σύμφωνα με τον κ. Σιούτα, τις τελευταίες μέρες πάνω από 12 υδροσίφωνες έπληξαν την χώρα μας, με τελευταίους τους δύο ανοιχτά της Μεγίστης Λαύρας. Είχαν προηγηθεί στην Λεπτοκαρυά Πιερίας, μεταξύ Σκιάθου και Σκοπέλου, στα ανοιχτά της Λήμνου, του Λαυρίου, της Κέρκυρας και του Ηράκλειου Κρήτης.
Κατά μέσον όρο η Ελλάδα έχει 40 μέρες τον χρόνο υδροσίφωνες.
Το φαινόμενο παρουσιάζει αυξητική τάση, η οποία οφείλεται αφενός στην κλιματική μεταβολή λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας στην επιφάνεια της θάλασσας και αφετέρου εξαιτίας της μεγαλύτερης δυνατότητας παρατήρησης μέσω κινητών τηλεφώνων, φωτογραφικών μηχανών και των διαδικτυακών σταθμών καταγραφής.
Ο υδροσίφωνας δεν είναι παρά αέρας που περιστρέφεται με ταχύτητα μεγαλύτερη των 120 χλμ την ώρα σε ένα περίπου κατακόρυφο ή πλάγιο άξονα και συνδέεται με την βάση ενός νέφους. Έχουν καταγραφεί σε όλες τις χώρες του κόσμου πλην της Ανταρκτικής και στην Ελλάδα καταγράφονται και αναλύονται από τον Μιχάλη Σιούτα, που έχει χαρακτηριστεί και ως «ο Έλληνας κυνηγός των καταιγίδων».