Η Ελλάδα, κατά την περίοδο 2010-2018, έχει επιδείξει τη μεγαλύτερη πρόοδο στη βελτίωση του επιπέδου οδικής ασφάλειας μεταξύ όλων των κρατών-μελών της ΕΕ. Οι θάνατοι από οδικά ατυχήματα στη χώρα μας μειώθηκαν κατά 44% από το 2010, στοχεύοντας στο τέλος της δεκαετίας τον ευρωπαϊκό και εθνικό στόχο για μείωση των θανάτων κατά 50%.
Αυτό τόνισε, μεταξύ άλλων, ο γενικός γραμματέας του υπ. Υποδομών και Μεταφορών, Θάνος Βούρδας, σε χαιρετισμό του στην εναρκτήρια συνάντηση στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος «EU ROAD SAFETY EXCHANGE».
Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα, στην κατεύθυνση προαγωγής της οδικής ασφάλειας, μέσα σε αυτό το διάστημα, ολοκληρώθηκαν οι νέοι μεγάλοι οδικοί άξονες της χώρας, προωθήθηκαν οι δράσεις εκπαίδευσης και ενημέρωσης των χρηστών με την ανάπτυξη και λειτουργία της πλατφόρμας e-drive academy, εντάχθηκε η κυκλοφοριακή εκπαίδευση στο ωρολόγιο πρόγραμμα των δημοτικών σχολείων της χώρας και εκσυγχρονίστηκε ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας.
Παράλληλα, η βελτίωση της θέσης της χώρας μας φαίνεται να συνεπικουρείται και ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης, δεδομένης της μειωμένης έκθεσης στον κίνδυνο. Ωστόσο, όπως επισήμανε, παρά την αξιοσημείωτη πρόοδο των τελευταίων ετών, το επίπεδο οδικής ασφάλειας στη χώρα μας εξακολουθεί να παραμένει χαμηλό με τα στατιστικά στοιχεία για την Ελλάδα να εμφανίζουν ιδιαίτερα αυξημένες τιμές.
Ενδεικτικά, το 2018 είχαμε 68 νεκρούς ανά εκατομμύριο κατοίκους όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται στους 49. Παράλληλα, λόγω της αυξημένης κυκλοφορίας μοτοσικλετιστών στη χώρα μας, παρατηρούμε ότι οι ευάλωτοι χρήστες της οδού έχουν ιδιαιτέρως αυξημένο μερίδιο μεταξύ των νεκρών από τροχαία ατυχήματα (36% των νεκρών είναι δικυκλιστές και 16% είναι πεζοί).
Όσον αφορά την ανάγκη συντονισμένης δράσης όλων των τομέων και των χρηστών του οδικού δικτύου, σχεδιάζοντας το πλαίσιο πολιτικής για την οδική ασφάλεια στη χώρα μας για την περίοδο 2021-2030 προτείνεται μια δομή ενισχυμένης διακυβέρνησης, η οποία και θα περιλαμβάνει, όπως είπε ο γενικός γραμματέας Θάνος Βούρδας, όλους τους συναρμόδιους φορείς και θα προϋποθέτει την ενεργό συμμετοχή όλων, ενώ θα στηρίζεται σε επαρκή και αξιόπιστα δεδομένα αποτύπωσης της υφιστάμενης κατάστασης και θα αξιοποιεί ανάλογα παραδείγματα και καλές πρακτικές που αποδείχτηκαν αποτελεσματικές για τη βελτίωση του επιπέδου οδικής ασφάλειας. «Κρίσιμος παράγοντας για τη διαχείριση και έλεγχο των δράσεων της οδικής ασφάλειας είναι η ύπαρξη κεντρικού μηχανισμού άσκησης πολιτικής και ελέγχου υλοποίησης των δράσεων, κάτι που προϋποθέτει ανασκόπηση και πιθανότατα επανασχεδιασμό των δομών», όπως είπε.
Κλείνοντας, επισήμανε πως για την επίτευξη μίας ουσιαστικής και διαρθρωτικού χαρακτήρα βελτίωσης στους δείκτες οδικές ασφάλειας, όπου δεν θα είναι προσωρινή, αλλά θα έχει διάρκεια στο χρόνο, απαιτείται εκπαίδευση, ενημέρωση και αλλαγή νοοτροπίας. «Φιλοδοξία μας οφείλει να είναι η δημιουργία μίας νέας αντίληψης για την οδική ασφάλεια που θα προκαλέσει μία οριστική αλλαγή της σημερινής κατάστασης. Έχουμε απόλυτη πεποίθηση ότι η βελτίωση της οδικής ασφάλειας είναι μια προσπάθεια που στοχεύει στην αλλαγή της συμπεριφοράς του πολίτη, παιδιού ή ενήλικα ως προς τον τρόπο με τον οποίο κινείται στο δημόσιο χώρο».
Τέλος, όσον αφορά τα θέματα προτεραιότητας, στα οποία μπορεί και χρειάζεται να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή βελτίωση, ανέφερε τα ατυχήματα μοτοσυκλετών, την ταχύτητα, την απόσπαση προσοχής και την ανάπτυξη κουλτούρας Οδικής Ασφάλειας.
πηγή skai.gr