Επιτήδειοι στην εστίαση προχώρησαν σε υπέρμετρες αυξήσεις τιμών έως και 17% σε γεύματα εκμεταλλευόμενοι τη μεταβολή των ειδών στον νέο συντελεστή της έμμεσης φορολογίας.
Έμποροι αναγκάζουν τους αγρότες, που δεν μπορούν να κάνουν αναλήψεις μετρητών να τους πουλάνε με ευτελείς τιμές τα προϊόντα τους χωρίς παραστατικά και ως... δέλεαρ να τους πληρώνουν τοις μετρητοίς.
Η αγορά των υγρών καυσίμων δεν θα μπορούσε να λείπει από τον... χορό της κερδοσκοπίας με τα συνήθη καλοκαιρινά παιχνίδια... Οι διεθνείς τιμές του αργού πετρελαίου πέφτουν, αλλά στα βενζινάδικα της χώρας δεν περνούν οι μειώσεις.
Ειδικότερα, στην εστίαση όπως σε ταβέρνες και επιχειρήσεις διάθεσης μικρών γευμάτων καταγράφονται ανατιμήσεις από 10% έως 17%. Με πρόσχημα την άνοδο του συντελεστή του ΦΠΑ από το 13% στο 23% ακρίβυναν μέσα σε λίγα 24ωρα μικρά γεύματα και «πιάτα». Στρογγυλοποίησαν τις τιμές προς τα πάνω αρκετά υψηλότερα από την αύξηση της τάξης του 8% με 9% που δικαιολογεί η μετάβαση στον νέο ΦΠΑ.
Έτσι, τυρόπιτες και προϊόντα σφολιάτας γίνονται ακόμη πιο... αλμυρά. Επιχειρήσεις που πωλούσαν τα είδη αυτά με ΦΠΑ 13% έχουν εφαρμόσει την ακόλουθη κερδοσκοπική τακτική. Πριν από τις αλλαγές στην έμμεση φορολογία πωλούνταν προς 1,30 ευρώ. Με το ΦΠΑ 23% οι τιμές ανεβαίνουν στο 1,42 ευρώ. Ωστόσο, ιδιοκτήτες τους, τις... έστειλαν στο 1,50 ευρώ, αυξάνοντάς τες κατά 15%. Κάτι αντίστοιχο έκαναν και με την τυρόπιτα κουρού, η οποία πωλούταν 1,40 ευρώ, με το νέο ΦΠΑ θα έπρεπε να πάει στα 1,52 ευρώ, αλλά κάποιοι την ανατίμησαν στα 1,60 ευρώ (14%).
Το μεγάλο κόλπο των κερδοσκόπων: Ανατιμήσεις στην αγορά, «μαύρο» χρήμα στα αγροτικά προϊόντα
Αξίζει να τονιστεί ότι οι επιχειρήσεις με καφέ, τυρόπιτες, σάντουιτς κ.λπ. δεν ανεβάζουν τις τιμές των καφέδων επειδή έχουν υψηλή ζήτηση, προσωρινά τις κρατούν με την αξία του ΦΠΑ 13%, αλλά όπως φαίνεται τσιμπάνε... τα άλλα σνακς.
Σε εστιατόρια και ταβέρνες δεν έχουν αυξήσει πέραν του δικαιολογημένου ποσοστού τις τιμές σε πιάτα. Ωστόσο κάποιοι κερδοσκοπούν σε ορισμένα γεύματα. Για παράδειγμα τη χοιρινή μπριζόλα, τη χωριάτικη σαλάτα ή τα τηγανιτά κολοκυθάκια. Εκεί οι αυξήσεις είναι 14%, 10% και 17%, αντίστοιχα.
Αυτές έγιναν με το γνωστό τρόπο της στρογγυλοποίησης των νέων τιμών αρκετά προς τα πάνω. Για παράδειγμα, μια μερίδα με χοιρινή μπριζόλα που είχε 7 ευρώ με ΦΠΑ 13% θα έπρεπε να αυξηθεί με τον νέο συντελεστή του 23% στα 7,62 ευρώ, αλλά τελικά φτάνει να πωλείται 8 ευρώ. Με τον ίδιο τρόπο η χωριάτικη σαλάτα που κόστιζε 5 ευρώ ανέβηκε στα 5,50 αντί για τα 5,44 ευρώ. Τα τηγανιτά κολοκυθάκια ανατιμήθηκαν από τα 3 στα 3,50 ευρώ.
«Μαύρη» αγορά με τα αγροτικά προϊόντα
Οργιάζει η «μαύρη αγορά» και το παρεμπόριο στα αγροτικά προϊόντα, με πρόσχημα τα capital controls.
Στα ύψη εκτινάχθηκαν οι τιμές στο σκληρό σιτάρι, που είναι απαραίτητο για την παρασκευή αλεύρων και από 22-23 λεπτά/κιλό πριν από έναν μήνα, Θεσσαλοί αγρότες πουλούν σήμερα 32 λεπτά/κιλό, εισπράττοντας τα χρήματα σε? χαρτοσακούλες. Λαχανικά και φρούτα μένουν στα χωράφια, καθώς δεν υπάρχουν εργατικά χέρια να τα μαζέψουν, αφού κανείς δεν δέχεται να πληρωθεί μέσω? e-banking, την ίδια ως που αθίγγανοι αγοράζουν ολόκληρα φορτία πεπόνια και καρπούζια για 30 ευρώ.
Όπως καταγγέλλει ο πρόεδρος της Νέας Ένωσης Αγροτών Λάρισας «έμποροι και αλευροβιομηχανίες αγοράζουν το σκληρό σιτάρι μέχρι και 32 λεπτά το κιλό, όταν οι περισσότεροι αγρότες πούλησαν στα 22-25 λεπτά το κιλό πριν το capital control. Όσοι προνόησαν και κράτησαν ποσότητες κερδίζουν και μάλιστα παίρνουν τα χρήματα σε πλαστικές και χάρτινες σακούλες, χωρίς παραστατικά», μας αναφέρει ο πρόεδρος της Νέας Ένωσης Αγροτών Λάρισας, γνωστός αγροτοσυνδικαλιστής, Χρήστος Σιδερόπουλος. Σύμφωνα με τον κ. Σιδερόπουλο «οι αγρότες έχουν άμεση ανάγκη για ρευστό, καθώς θέλουν να προμηθευτούν πετρέλαιο και εφόδια, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, σπόρους, κ.ά.».
Οι ιδιοκτήτες φούρνων έχουν ρευστό, λόγω της καθημερινής κίνησης και έτσι μπορούν να πληρώσουν απευθείας τις αλευροβιομηχανίες, για να αγοράσουν αλεύρι, απαραίτητο για την παρασκευή ψωμιού και γλυκών.
Ανάλογη αναμένεται να είναι η εικόνα και στο καλαμπόκι, ο αλωνισμός του οποίου ξεκινά σε περίπου 15 μέρες. Οι παραγωγοί θα πουλήσουν -αν βρουν- απευθείας το προϊόν σε κτηνοτρόφους, ενώ δεν έχουν ακόμη καμία εικόνα για το πώς θα διαμορφωθούν οι τιμές στην αγορά.
Υποστηρίζουν μάλιστα πως φέτος οι «ανοιχτές τιμές» θα αποτελέσουν επιπλέον πλήγμα για την οικονομική τους κατάσταση, καθώς δεν θα γνωρίζουν όχι μόνο πόσο θα πάρουν, αλλά και πότε θα πάρουν τα χρήματά τους στο χέρι.
Σε απόγνωση βρίσκονται οι παραγωγοί κηπευτικών και λαχανικών. Δεν βρίσκουν εργατικό δυναμικό, καθώς δεν μπορούν να το πληρώσουν, αλλά και όση ποσότητα μαζεύουν μένει αδιάθετη.
«Οι τιμές είναι πλέον εξευτελιστικές. Έρχονται αθίγγανοι και αγοράζουν ολόκληρα φορτία για ένα κομμάτι ψωμί. Γεμίζουν ένα αγροτικό αυτοκίνητο με καρπούζια, πολλές φορές μάλιστα βοηθούν οι ίδιοι στο κόψιμό τους από τα μποστάνια για 30 και 40 ευρώ. Ντομάτες, πιπεριές και μελιτζάνες μένουν στα χωράφια, γιατί δεν μπορούμε να τις διαθέσουμε. Και ο τζίρος στις λαϊκές αγορές έχει πέσει κατακόρυφα», περιγράφει ο Απόστολος Θωμόπουλος, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Τρικάλων.
Πήραν «φωτιά» οι τιμές των καυσίμων
Στην αγορά των υγρών καυσίμων, όπως προκύπτει από τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Τιμών, η αμόλυβδη βενζίνη δεν υποχωρεί εύκολα παρά την εδώ κι ένα μήνα μεγάλη βουτιά... του αργού πετρελαίου. Έπεσε κατά 21% και για την ακρίβεια από τα 60,5 στα 47,5 δολάρια το βαρέλι.
Οι μειώσεις του αργού όχι μόνο δεν φτάνουν στην κατανάλωση αλλά αντίθετα διαπιστώνονται και αυξήσεις. Με πιο απλά λόγια καταγράφονται «καπέλα» στις τιμές. Το φαινόμενο μάλιστα είναι έντονο στα νησιά όπου πρατήρια εκμεταλλεύονται την αυξημένη θερινή κίνηση ανεβάζοντας ή στην καλύτερη των περιπτώσεων κρατώντας σταθερές τις τιμές.
Πιο συγκεκριμένα την περίοδο 26 Ιουνίου με 24 Ιουλίου οι τιμές του αργού πετρελαίου κατρακύλησαν θεαματικά λόγω κυρίως της υπερπροσφοράς που προκαλεί η επάνοδος στις αγορές των ποσοτήτων που παράγουν το Ιράκ και το Ιράν. Τα ελληνικά διυλιστήρια για το ίδιο διάστημα έριξαν τις τιμές στην αμόλυβδη βενζίνη κατά 1,4 λεπτά το λίτρο.
Στις 26 Ιουνίου πωλούσαν στις εταιρείες εμπορίας προς 0,500 ευρώ το λίτρο και στις 24 Ιουλίου έναντι 0,486 ευρώ. Οι εταιρείες πετρελαιοειδών, όμως, αντί να κάνουν μειώσεις προχώρησαν σε αύξηση. Έτσι, η μέση τιμή χονδρικής ανέβηκε κατά 1 λεπτό το λίτρο από το 1,481 ευρώ στο 1,491 ευρώ το λίτρο.
Τα βενζινάδικα με τη σειρά τους άφησαν για το ίδιο χρονικό διάστημα σχεδόν αμετάβλητη την τιμή πώλησης προς τον καταναλωτή. Για την ακρίβεια, η μέση τιμή μειώθηκε ανεπαίσθητα κατά 0,006 ευρώ το λίτρο, λίγο πιο πάνω από μισό λεπτό. Έτσι το Παρατηρητήριο κατέγραψε στις 24 Ιουλίου μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης στο 1,571 ευρώ το λίτρο από 1,577 ευρώ το λίτρο στις 26 Ιουνίου.
Στελέχη της αγοράς καυσίμων, αποδίδουν τη διαφορετική τροχιά των διεθνών σε σχέση με τις εγχώριες τιμές της βενζίνης στους ακόλουθους λόγους:
1. Πρατηριούχοι αλλά και εταιρείες εμπορίας δεν πέρασαν τις μειώσεις των διυλιστηρίων, επιδιώκοντας να κερδοσκοπήσουν, καθώς λόγω του καλοκαιριού αυξάνονται οι οδικές μετακινήσεις από τους παραθεριστές. Έτσι, δεν μετακυλίουν όλο το ποσοστό των μειώσεων. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι σε ένα μήνα το μεικτό περιθώριο κέρδους των εταιρειών εμπορίας και πρατηριούχων έχει ανέβει στα 11 από 10 λεπτά το λίτρο. Στα δε νησιά όπως στις Κυκλάδες και τη Ζάκυνθο οι τιμές αυξήθηκαν κατά 1 με 1,7 λεπτό το λίτρο, ενώ στα υπόλοιπα νησιά ουσιαστικά η αμόλυβδη παραμένει αμετάβλητη.
2. Το 62% της τελικής τιμής πώλησης της βενζίνης αποτελείται από φόρους, τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις. Είναι σταθερό. Το αποτέλεσμα είναι το όφελος που προκύπτει από την πτώση των διεθνών τιμών των καυσίμων να επηρεάζει μόλις το 31% της τιμής. Το υπόλοιπο ποσοστό διαμορφώνεται από τα κέρδη των εταιρειών εμπορίας και πρατηρίων.
3. Η ισοτιμία ευρώ - δολαρίου που καθορίζει την τιμή των καυσίμων, στο προαναφερόμενο διάστημα, κινήθηκε πτωτικά σε βάρος του ευρωπαϊκού νομίσματος. Για την ακρίβεια το ευρώ υποχώρησε χθες στο 1,104 έναντι του δολαρίου από 1,113 στις 26 Ιουνίου. Όταν το δολάριο ανεβαίνει ακριβαίνουν τα καύσιμα.
4. Τα διυλιστήρια υποστηρίζουν ότι διαμορφώνουν τις τιμές τους με βάση την τιμή -πλατφόρμα- των προϊόντων (βενζίνη, ντίζελ) των διυλιστηρίων της Μεσογείου (Platt's). Αυτό το «καλάθι» δεν ακολουθεί απαραίτητα το αργό πετρέλαιο, καθώς υπάρχουν άλλες συνθήκες στη Μεσόγειο για την παραγωγή και διακίνηση των καυσίμων. Επιπλέον, στην ελληνική αγορά, λόγω των οικονομικών γεγονότων, έχει αυξηθεί το κόστος χρήματος. Δηλαδή, δεν υπάρχει επαρκής ρευστότητα για τις απαραίτητες προμήθειες. Η επιβάρυνση αυτή μετακυλίεται στις τιμές πώλησης.
imerisia.gr