Για μετά τις εκλογές αναβάλει την απόφαση για τη δραστηριοποίησή της ή όχι στην Ελλάδα η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD).

Η διοίκηση της τράπεζας ενημέρωσε το υπουργείο Ανάπτυξης ότι «παγώνει» τις διαδικασίες που είχαν ξεκινήσει και βρίσκονταν στο στάδιο της τυπικής επικύρωσης. Σύμφωνα με πληροφορίες, η απόφαση σχετίζεται με τις επιφυλάξεις που εξέφρασαν μέλη του ΔΣ της τράπεζας, ενόψει των εκλογών της Κυριακής. Ειδικότερα ζητήθηκε από μέλη του ΔΣ να υπάρξει περιθώριο χρόνου ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο η νέα κυβέρνηση θα παραμείνει προσηλωμένη στις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα.

Η EBRD ιδρύθηκε το 1991 προκειμένου να υποστηρίξει την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκές χώρες. Μέτοχοι της τράπεζας είναι περισσότερες από 60 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ). Η κατ' αρχήν συμφωνία για δραστηριοποίησή της και στην Ελλάδα επιτεύχθηκε στα τέλη του 2014, ύστερα από διαπραγματεύσεις με το υπουργείο Ανάπτυξης. Στις αρχές Δεκεμβρίου το ΔΣ της τράπεζας είχε ζητήσει από τον Υπουργό Ανάπτυξης Κώστα Σκρέκα την ίδρυση υποκαταστήματος στην Αθήνα για παροχή δανείων απευθείας σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και είχε αρχίσει η διαδικασία για την υλοποίηση της πρότασης.

Η οριστική απόφαση για τη δραστηριοποίηση της τράπεζας στην Ελλάδα επρόκειτο να ληφθεί από το ΔΣ της EBRD στις 14 Ιανουαρίου, αναβλήθηκε όμως για μετά τις εκλογές ύστερα από αντιρρήσεις που εξέφρασαν μέλη του Συμβουλίου.

Στις επαφές που έγιναν με την ελληνική κυβέρνηση, η EBRD είχε εκδηλώσει την πρόθεση να διοχετεύσει στο επόμενο διάστημα χρηματοδοτήσεις από 3 έως 6 δισ. ευρώ που θα κατευθύνονταν άμεσα σε ιδιώτες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις με επιτόκια ανταγωνιστικά σε σχέση με τα ισχύοντα σε χώρες της ΕΕ.

Ο υπουργός Ανάπτυξης Κώστας Σκρέκας έχει ήδη ζητήσει με επιστολή του από την τράπεζα να μην υπάρξει καθυστέρηση στη λήψη της απόφασης, η οποία όπως επισημαίνει μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο για την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, την περαιτέρω προώθηση των ιδιωτικών επενδύσεων αλλά και την πορεία ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.

Θα συμπεριληφθεί η Ελλάδα στο «πακέτο Ντράγκι» για την αγορά κρατικών ομολόγων και εάν ναι υπό ποιους όρους;

Το ερώτημα αυτό κυριαρχεί, εν αναμονή των κρίσιμων αποφάσεων της ΕΚΤ για το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, που αναμένεται να ανακοινωθούν την Πέμπτη, τρία μόλις 24ωρα πριν από την εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα.

Κυρίαρχη αίσθηση, που μεταφέρουν κορυφαία τραπεζικά στελέχη, είναι ότι το πιθανότερο είναι τα ελληνικά ομόλογα να ενταχθούν στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, εφόσον όμως η χώρα βρίσκεται σε πρόγραμμα. Υπενθυμίζεται βέβαια πως το ελληνικό πρόγραμμα στήριξης έχει λάβει παράταση έως το τέλος Φεβρουαρίου και μένει να αποσαφηνιστεί το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από την αναμέτρηση της 25ης Ιανουαρίου.

Σε κάθε περίπτωση, αναμένοντας την ΕΚΤ να ξεκαθαρίσει το τοπίο, η αγωνία στο ελληνικό στρατόπεδο έχει αυξηθεί κατακόρυφα, ιδίως υπό το βάρος διαροών στον ξένο Τύπο, και ειδικότερα στο γερμανικό, που έκαναν λόγο για εξαίρεση της Ελλάδας από το πακέτο Ντράγκι. Κάτι που θα αποτελούσε «κτύπημα» σε μια πολύ κρίσιμη καμπή, από όλες τις απόψεις. Είναι ξεκάθαρο ότι εάν η Ελλάδα εξαιρούνταν, αυτόματα θα διαχωριζόταν από το «κλαμπ» των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης, όταν μάλιστα ο ίδιος ο κ. Ντράγκι έχει δηλώσει πως όσο η χώρα βρίσκεται σε πρόγραμμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα τη στηρίζει. Παράλληλα, πρόκειται για τη χώρα που έχει υποστεί μεγάλες απώλειες στο ΑΕΠ της, το οποίο έχει μειωθεί κατά περίπου 25%, ενώ είναι αποκλεισμένη από τις αγορές, με την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου κινείται στα επίπεδα του 9,5%, κατά πολύ υψηλότερα από τις αποδόσεις των ιρλανδικών και των πορτογαλικών ομολόγων.

Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού Ντερ Σπίγκελ, η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να επωφεληθεί από το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ επειδή τα ομόλογά της έχουν πολύ χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση. Παράλληλα, υποστηρίζει πως η ΕΚΤ προσανατολίζεται να κάνει τις αγορές ομολόγων χωρίς να αναλαμβάνει η ίδια το ρίσκο, αλλά να το μετακυλίει στις εθνικές κεντρικές τράπεζες.

Σε ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει πως δημοσιεύματα περί εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ενόψει της επικείμενης συνεδρίασης ΕΚΤ για την αγορά ελληνικών ομολόγων, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, κάνοντας λόγο για ακατάσχετη κινδυνολογία. «Ο Αντ. Σαμαράς έδωσε επί χρόνια στην Ευρώπη και δίνει και σήμερα μάχη να επιτευχθεί η ποσοτική χαλάρωση που ανακοίνωσε προ διμήνου ο κ. Ντράγκι και να περιληφθεί σε αυτή και η χώρα μας», δήλωσε η εκπρόσωπος της ΝΔ Μ. Σπυράκη, επιρρίπτοντας ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ για τη στάση του.

imerisia.gr

Και  ο … «γερμανικός ΣΥΡΙΖΑ» έβαλε το χεράκι του – Όλοι εναντίον όλων για την ποσοστική χαλάρωση – «Παζάρια» μέχρι τελικής πτώσεως
 
Σε «ρώσικη ρουλέτα» εξελίσσεται για τη χώρα μας το πολιτικό «γαϊτανάκι» που έχει στηθεί, εντός και εκτός συνόρων,  γύρω από το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ξεκινήσει το μεγάλο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, με συνέπεια η χώρα μας να κινδυνεύει «να κρατά ομπρέλα» όταν στην Ευρώπη ολόκληρη «θα βρέχει» άφθονο φθηνό χρήμα μέσω των τραπεζών της.
 
Σε μείζον ζήτημα εξελίσσεται η απροθυμία του Βερολίνου να αναλάβει αλληλέγγυα την ευθύνη για  τον δανεισμό τραπεζών σε χώρες με πρόβλημα όπως η Ελλάδα, των οποίων τα κρατικά  ομόλογα εξομοιώνονται με «σκουπίδια». Στις αντιδράσεις πρωτοστατεί και η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας (Bundesbank), που έχει στραφεί και κατά της «μαμάς» ΕΚΤ, η οποία αναζητεί συμβιβαστική λύση άμεσα, για να μπορεί να ανακοινώσει ως την Πέμπτη τα σχέδιά της.
 
Η στάση της κυβέρνησης Μέρκελ δεν φαντάζει πάντως αδικαιολόγητη, όσο θέλουν πολλοί να την παρουσιάζουν, ούτε και ο κύριος Ντράγκι «τρελάθηκε» ξαφνικά και θέλει να αποκλείσει την τελευταία στιγμή τα ελληνικά ομόλογα, αν αναλογιστεί κανείς πως βάλλονται σφοδρά και από δεξιούς γερμανούς αντιευρωπαϊστές, αλλά και από τους αριστερούς του Die Linke (του … «γερμανικού ΣΥΡΙΖΑ» δηλαδή), που όλοι μαζί και ο καθένας ξεχωριστά έχουν προσφύγει  από πέρυσι στο Ομοσποδιακό Δικαστήριο της χώρας τους, για να καταρίψουν το σχέδιο  της Ευρωζώνης να παρέχει η ΕΚΤ «ενέσεις» ρευστότητας στις οικονομίες των χωρών που βουλιάζουν σε ύφεση και αποπληθωρισμό.
 
Μπορεί ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ να έδειξε πως «ποντάρει» στη βοήθεια του Μάριο Ντράγκι και ότι οι ελληνικές τράπεζες θα επωφεληθούν από το πρόγραμμα με αγορές ελληνικών ομολόγων, αφού σε ανακοίνωση που εξέδωσε την περασμένη Δευτέρα τόνιζε πως «θα ήταν παράλογο»  ο ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης «να δημιουργήσει προβλήματα σε τράπεζες που εποπτεύει», αλλά όσο και αν θέλει ο κ. Ντράγκι να φανεί πιο …«ελαστικός» απέναντι στη χώρα μας, δεν τον αφήνει …«να αγιάσει» το  Die Linke το οποίο, με την προσφυγή που κατέθεσε στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Καρλσρούης, τον «καρφώνει» πως ασκεί υπερεξουσίες και δεν πρέπει να βοηθά αυτός τα κράτη-μέλη που έχουν ανάγκη.
 
Η προσφυγή προκάλεσε «εξέγερση» κατά της ΕΚΤ
Την προσφυγή του Die Linke, την οποία υπέγραφε σύσσωμη η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, είχε αποκαλύψει πέρυσι το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ. Μόλις την περασμένη Τετάρτη όμως έγινε γνωστή η εισήγηση του γενικού εισαγγελέως του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, στο οποίο παραπέμφθηκε λόγω της σπουδαιότητός του το ζήτημα.
Η «ζημιά» όμως είχε ήδη γίνει, όπως διεφάνη από την άποψη που είχε καταθέσει ήδη η Bundesbank (κόντρα σε εκείνη της ΕΚΤ) όταν κλήθηκε να τοποθετηθεί για την υπόθεση από το γερμανικό δικαστήριο. Όπως αποκαλύπτει σήμερα το protothema.gr, η προσφυγή του Die Linke –και κάποιων μεμονομένων Γερμανών αντιευρωπαϊστών  βεβαίως- έδωσε την αφορμή να ξεσπάσει η διάσταση απόψεων με τους «σκληροπυρηνικούς» γερμανούς της Bundesbank και εύλογα πλέον και ο γενικός εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου «εκθέτει» την ΕΚΤ για τη βοήθεια προς τις αδύναμες χώρες, μέσω της αγοράς ομολόγων.
 
Με την προσφυγή του το Die Linke επιχειρεί να ακυρώσει την απόφαση του Eurogroup της 6ης Σεπτεμβρίου 2012 που επιτρέπει στην ΕΚΤ να προβαίνει σε “απεριόριστες αγορές  κρατικών ομολόγων συγκεκριμένων χωρών” και ζητά οι αποφάσεις αυτές να περνούν από τα εθνικά κοινοβούλια.
 
Κατά την εξέταση της προσφυγής, το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο ζήτησε τις απόψεις εμπλεκομένων φορέων και εκεί εκδηλώθηκαν ανοιχτά μεγάλες διαφωνίες μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Bundesbank, η οποία την «αδειάζει» και καταρρίπτει τα επιχειρήματα για τα οποία θα μπορούσε η ΕΚΤ να παρεμβαίνει αγοράζοντας μαζικά ελληνικά ομόλογα, χωρίς να απαιτείται κάθε φορά η επίπονη διαδικασία (που την έχει ζήσει «στο πετσί της» η χώρα μας τα τελευταία χρόνια) να ζητεί την έγκριση με σκληρούς όρους και ανταλλάγματα,  από 27 ευρωπαϊκά κοινοβούλια, όπως το γερμανικό, το φιλανδικό ή το ολλανδικό.
 
Τα επιχειρήματα της ΕΚΤ
Για να «καλμάρει» τους επικριτές της (και το Die Linke) και να απαντήσει στις αιτιάσεις τους για τη βοήθεια που θέλει  να δίνει, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιστράτευσε στα επιχειρήματά της ότι:
 
–  Το μέτρο της αγοράς ομολόγων αποτελεί δική της αρμοδιότητα, βάσει εξουσιοδότησης που έχει λάβει από το Eurogroup, γιατί αφορά την νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη. Όταν υπάρχει στρέβλωση στις αγορές και τα επιτόκια των ομολόγων έχουν εκτιναχθεί στα ύψη (όπως συμβαίνει και τώρα), δεν μπορεί να φτάσει αλλιώς η ασκούμενη νομισματική πολιτική σε ορισμένα κράτη-μέλη, όπως η Ελλάδα.
– Προϋπόθεση για να επωφεληθεί ένα κράτος-μέλος από το μέτρο, είναι να έχει συνάψει συμφωνίες για διαρθρωτικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις. Όταν ένα κράτος δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του, παύουν οι αγορές κρατικών ομολόγων.
– Δεν υπάρχει κίνδυνος να επιβαρυνθούν οι εθνικοί προϋπολογισμοί των άλλων κρατών, διότι το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών προβαίνει σε επαρκείς προβλέψεις και σχηματισμό αποθεματικών. Αν υπάρξουν ζημιές, μπορούν να καταχωριστούν στον ισολογισμό τους και να εξισορροπηθούν τα επόμενα χρόνια με πιθανά έσοδα.
 «ΑΝΤΑΡΣΙΑ» από την Bundesbank!
Την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αδειάζουν όμως τα «γεράκια» της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας, η οποία κατέθεσε επίσης τις απόψεις της στο Δικαστήριο και, με αφορμή την προσφυγή, ουσιαστικά ενισχύει την επιχειρηματολογία των επικριτών του μέτρου, υποστηρίζοντας ότι:
– επιδείνωση των οικονομικών δεδομένων σε ένα κράτος-μέλος δικαιολογεί αυξημένα επίπεδα επιτοκίων δανεισμού του!
– δεν στέκει σαν επιχείρημα ότι δεν θα επιβαρυνθούν οι προϋπολογισμοί των άλλων κρατών-μελών, όπως της Γερμανίας.
– το επιχείρημα της ΕΚΤ περί δυσλειτουργίας του μηχανισμού μεταδόσεως της νομισματικής πολιτικής είναι αμφιβόλου ορθότητος και δεν δικαιολογεί την απόφαση για αγορές ομολόγων.
– δεν αρκούν οι εκθέσεις αξιολόγησης των κρατών που έχουν ανάγκη την χρηματοδότηση, αλλά απαιτείται συμφωνία σε ειδικό Πρόγραμμα, δηλαδή Μνημόνιο.
 
Στις θέσεις αυτές της Deutsche Bundesbank και του Die Linke φαίνεται να συγκλίνει και το ίδιο το ομοσπονδιακό δικαστήριο της χώρας, όπως διαφαίνεται τουλάχιστον από κάποια σχόλια που συνοδεύουν την αίτηση προδικαστικής απόφασης που απέστειλε στην Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας.
 
Γερμανικό «μπλόκο»
 
Με την προσφυγή που κατέθεσε στις αρχές του 2014 «κόντρα» στα σχέδια της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να παρεμβαίνουν στην αγορά ομολόγων και να στηρίζουν οικονομικά τη χώρα μας, το Die Linke κατάφερε να πιέζει την Καγκελάριο Μέρκελ να θέσει υπό αυστηρή επίβλεψη στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για να μην «ξωκείλει» και προσφέρει σαν πρόσθετη βοήθεια την αγορά κρατικών ομολόγων χωρών με πρόβλημα όπως η Ελλάδα.
 
Ανησυχεί μάλιστα μήπως η ΕΚΤ αποκλίνει της αποστολής της, που συνίσταται στην σταθερότητα του ευρώ και καταπατήσει την απαγόρευση να προβαίνει σε έμμεση χρηματοδότηση του κρατικού προϋπολογισμού των χωρών που τελούν σε Πρόγραμμα, όπως η Ελλάδα.
 
Η υπόθεση όμως κατέληξε στα χέρια του Γενικού Εισαγγελέα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, Κρουζ Βιγιαλόν,  και όλα αυτά τον οδήγησαν στην εξής εισήγηση προς το Σώμα των δικαστών:
 
–        είναι ασυμβίβαστο το να συμμετέχει άμεσα η ΕΚΤ στον σχεδιασμό και την εποπτεία προγράμματος στήριξης μιας χώρας, όπως λ.χ. η Ελλάδα, και ταυτοχρόνως να επαναγοράζει κρατικά ομόλογα αυτής της χώρας στη δευτερογενή αγορά.
–         ο σχεδιασμός και η εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής εμπίπτουν πράγματι στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΚΤ. Αυτή διαθέτει και τεχνικές γνώσεις και πολύτιμες πληροφορίες για την εκπλήρωση του έργου της, οι οποίες, σε συνδυασμό με το κύρος και τις επικοινωνιακές ικανότητές της, της επιτρέπουν να χειρίζεται τις προσδοκίες με τέτοιο τρόπο ώστε τα μηνύματα της νομισματικής πολιτικής, που η ίδια εκπέμπει, να φθάνουν πράγματι στην οικονομία.
– Ωστόσο, ως προς το εάν το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων συνιστά, στην πραγματικότητα, μέτρο οικονομικής και όχι νομισματικής πολιτικής, όπως υποστήριζε η ΕΚΤ, ο γενικός εισαγγελέας αναφέρει πως οι στόχοι του προγράμματος είναι μεν  θεμιτοί και σύμφωνοι με τη νομισματική πολιτική, αλλά  θα μπορούσε να θεωρηθεί πως η δράση της υπερβαίνει την απλή «υποστήριξη» της οικονομικής πολιτικής.
 
– σε περίπτωση εφαρμογής προγράμματος ΟΜΤ (επαναγορά ομολόγων) απαιτείται η ΕΚΤ να απέχει από κάθε άμεση συμμετοχή στο πρόγραμμα χρηματοδοτικής βοήθειας – στήριξης που εφαρμόζεται σε κράτος – μέλος, προκειμένου αυτό το πρόγραμμα να διατηρήσει τον χαρακτήρα του ως μέτρο νομισματικής πολιτικής.
 
Πέραν τούτων, όπως πληροφορείται το Reuters, η ΕΚΤ μελετά και συγκεκριμένο σύστημα για να επιβάλει στα πιο αδύνατα κράτη τη δημιουργία κεφαλαιακού αποθέματος ως αντιστάθμισμα για πιθανές απώλειες από τα ομόλογα που θα αγοράσει η ΕΚΤ, ώστε να μην φοβούνται ότι θα επιβαρυνθούν τα άλλα κράτη-μέλη του ευρωσυστήματος.
Εναλλακτικά, οι αγορές ομολόγων, στο πλαίσιο της «ποσοτικής διευκόλυνσης», θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν ευθέως από τις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες, υπό την καθοδήγηση και τις οδηγίες της ΕΚΤ. Στην περίπτωση που υπάρξουν απώλειες σε βαθμό που να επιφέρουν μειώσεις των κεφαλαίων των Εθνικών ΚΤ, αυτές θα καλυφθούν από τη συνεισφορά κάθε χώρας  (όπως δηλαδή διαφάνηκε και από το τρίτο επιχείρημα που κατέθεσε η ΕΚΤ, με αφορμή την προσφυγή στο γερμανικό ομοσπονδιακό δικαστήριο).
protothema.gr
Aνώτατο όριο στην επαναγορά ομολόγων περιλαμβάνει το σχέδιο που προωθεί ο Μάριο Ντράγκι, σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό.
 
Η Ελλάδα δεν θα επωφεληθεί από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, αναφέρει το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» και επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την εκτίμηση των κεντρικών τραπεζιτών της Φρανκφούρτης, ελληνικά ομόλογα τα οποία αντιμετωπίζονται ως σχεδόν «σκουπίδια», δεν πληρούν τα απαραίτητα κριτήρια.
 
Στο τεύχος του περιοδικού που θα κυκλοφορήσει αύριο, αναφέρεται ακόμη ότι ο Μάριο Ντράγκι θέλει να βάλει ανώτατο όριο στην επαναγορά ομολόγων, στο 20-25% του δημόσιου χρέους της κάθε χώρας.
 
Επιπλέον, σύμφωνα με το περιοδικό, η σοβαρότερη παραχώρηση, με την οποία ο επικεφαλής της ΕΚΤ θέλει να πάρει με το μέρος του τις κυβερνήσεις και την κοινή γνώμη στις περιοχές όπου υπάρχει αντίδραση, αφορά τα περίπλοκα ζητήματα ευθύνης του εγχειρήματος. Προκειμένου, δηλαδή, να αποφευχθεί π.χ. να πρέπει η Γερμανία να αναλάβει τον κίνδυνο επισφαλέστερων πορτογαλικών ομολόγων, κάθε εθνική Κεντρική Τράπεζα θα αγοράζει και θα διατηρεί μόνο κρατικά ομόλογα της ίδιας της χώρας.
 
Αυτό, αναφέρει το δημοσίευμα ήταν και το επιχείρημα του Μάριο Ντράγκι προς την Άνγκελα Μέρκελ και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε την περασμένη Τετάρτη.
Κάποιοι από τους επικριτές του στο Συμβούλιο της ΕΚΤ, μεταξύ των οποίων ο Ολλανδός Τραπεζίτης Κλάας Νοτ, δείχνουν διατεθειμένοι να προσχωρήσουν σε αυτή την πρόταση, σημειώνει ο συντάκτης.
fortunegreece.gr
Αύξηση της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από το Ευρωσύστημα καταγράφεται τις τελευταίες εβδομάδες, εξέλιξη που ωστόσο δεν οφείλεται κατά κύριο λόγο στις εκροές καταθέσεων που έχουν σημειωθεί από τον περασμένο μήνα έως σήμερα.
 
Τραπεζικές πηγές εξηγούν πως η μεγαλύτερη πίεση που δέχεται αυτήν τη στιγμή το τραπεζικό σύστημα προέρχεται από τις εκδόσεις εντόκων γραμματίων του ελληνικού δημοσίου, οι οποίες απορροφούν μεγάλο κομμάτι της διαθέσιμης ρευστότητας.
 
Η αύξηση των συγκεκριμένων πράξεων, σε συνδυασμό με τη μη ανανέωση των θέσεων κάποιων ξένων χαρτοφυλακίων, αναγκάζει τις ελληνικές τράπεζες να ενισχύσουν τη συμμετοχή τους στους βραχυπρόθεσμους τίτλους που εκδίδει το δημόσιο.
 
Από την άλλη πλευρά, η κατάσταση στο μέτωπο των καταθέσεων είναι απολύτως ελεγχόμενη έως τώρα. Εκτιμάται ότι από τις αρχές Δεκεμβρίου, η διαρροή κινείται στα επίπεδα των 3 δισ. ευρώ, ποσό που δε δημιουργεί προβληματισμό στις τραπεζικές διοικήσεις.
 
Ωστόσο, ο συνδυασμός αύξησης των αγορών εντόκων γραμματίων και μείωσης των υπολοίπων των καταθέσεων, έχει αναγκάσει τα πιστωτικά ιδρύματα να αυξήσουν το δανεισμό τους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
 
Όπως επισημαίνουν τραπεζικοί κύκλοι, η αύξηση αυτή πραγματοποιείται και προληπτικά για το ενδεχόμενο νέων πιέσεων στα επίπεδα ρευστότητας του συστήματος τις επόμενες εβδομάδες, έως ότου σχηματιστεί νέα κυβέρνηση και υπάρχει μία συμφωνία με την τρόικα για ένα νέο πρόγραμμα.
Άλλωστε, προσθέτουν οι ίδιες πηγές «ποτέ δεν πάμε ‘’τσίμα-τσίμα’’. Πάντοτε πρέπει να υπάρχουν περιθώρια ασφαλείας».
 
Οι αποφάσεις της ΕΚΤ
Ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος πάντως αυτήν τη στιγμή είναι το τι θα γίνει με τις κρατικές εγγυήσεις ονομαστικής αξίας 35 δισ. ευρώ, που έχουν κατατεθεί στην ΕΚΤ προς άντληση ρευστότητας.
 
Μέσω αυτών, οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι έχουν αντλήσει μέσω των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της νομισματικής αρχής περί τα 20 δισ. ευρώ.
Με βάση τις έως τώρα αποφάσεις της Ευρωτράπεζας, τα ενέχυρα αυτά θα παύσουν να γίνονται αποδεκτά στο τέλος Φεβρουαρίου, που σημαίνει ότι είτε θα πρέπει να υπάρξει παράταση της αποδοχής τους ή να αντικατασταθούν από άλλους τίτλους, προκειμένου να υπάρχει πρόσβαση στον απευθείας δανεισμό από την ΕΚΤ.
 
Διαφορετικά, οι ελληνικές τράπεζες θα αναγκαστούν να στραφούν εκ νέου στην Τράπεζα της Ελλάδος και στον έκτακτο μηχανισμό στήριξης (ELA), ο οποίος ωστόσο είναι σημαντικά ακριβότερος, γεγονός που αναμένεται να επηρεάσει την οργανική τους κερδοφορία.
 
Το ετήσιο κόστος από τη μεταφορά 20 δισ. ευρώ από δανεισμό της ΕΚΤ στον ELA εκτιμάται για το σύνολο του κλάδου στα επίπεδα των 300 εκατ. ευρώ.
 
Σταθερά τα επιτόκια
Από την άλλη πλευρά πάντως, θετικό είναι το γεγονός πως μέχρι στιγμής δεν έχουν αυξηθεί τα επιτόκια των καταθέσεων.
 
Σύμφωνα με έμπειρο τραπεζικό στέλεχος, μία τέτοια εξέλιξη θα αποτελούσε ένα ‘’πισωγύρισμα’’ για το σύστημα, λόγω της αύξησης των εξόδων για τόκους που θα επέφερε.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, «τα χαμηλά επίπεδα εκροών καταθέσεων, αλλά και η αναποτελεσματικότητα μίας αύξησης της τάξης των 20 μονάδων βάσης στις αποδόσεις ως κίνητρο παραμονής στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, μας οδήγησαν στην απόφαση να αφήσουμε προς το παρόν στα ίδια επίπεδα τα επιτόκια».
 
Μείωση δανείων
 
Όλο αυτό το κλίμα έχει οδηγήσει στην αναβολή των σχεδίων των τραπεζών για αύξηση της χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία το 2015.
 
Όπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, μετά την προκήρυξη των εκλογών είναι εμφανής η μείωση της ζήτησης για δάνεια από επιχειρήσεις, η οποία είχε αρχίσει δειλά – δειλά να ανακάμπτει στο τέλος της περυσινής χρονιάς.
 
«Ακόμη και οι αιτήσεις για στεγαστικά δάνεια είχαν τριπλασιαστεί το τελευταίο διάστημα από τα πολύ χαμηλά επίπεδα στα οποία υποχώρησαν τα τελευταία χρόνια, στοιχείο ενδεικτικό της βελτίωσης της ψυχολογίας των νοικοκυριών», σημειώνουν οι ίδιες πηγές.
 
«Πλέον, η πορεία ανάκαμψης έχει ‘’παγώσει’’. Πολύ δύσκολα θα επαληθευτούν οι προβλέψεις που διατυπώσαμε πέρυσι για διπλασιασμό των χορηγήσεων το 2015» επισημαίνει γενικός διευθυντής συστημικού ομίλου.

Και εξηγεί πως δεν είναι μόνο οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες στη χρηματοδότησή τους από τον επίσημο τομέα, αλλά και η σημαντική πτώση της ζήτησης για τραπεζικό δανεισμό, η οποία με τα σημερινά δεδομένα είναι άγνωστο πότε θα ανακάμψει.

ferriesingreece2

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot