Γυναίκες που αναζητούν μία καλύτερη τύχη στη χώρα μας, βρίσκονται μπλεγμένες στα δίχτυα κυκλωμάτων πορνείας με διασυνδέσεις σε όλο τον κόσμο.
Οι περισσότερες από αυτές δεν καταφέρνουν να ξεφύγουν ποτέ από τους δυνάστες τους, ωστόσο, υπάρχουν γυναίκες που βρίσκουν τη δύναμη και το σθένος και δραπετεύουν από τα κωλαστήρια.
Οι μαρτυρίες τους, όπως καταγράφονται από τις καταθέσεις που δημοσιεύει ο Ελεύθερος Τύπος, είναι συγκλονιστικές.
Με βίαζε κάθε μέρα
Η Μαρία Μοντιάν γεννήθηκε στο χωριό Μοάρα Ντομνεάσκα της Μολδαβίας και μεγάλωσε σε απάνθρωπες συνθήκες φτώχειας. Στην Ελλάδα ήρθε όταν μία γνωστή της την ενημέρωσε ότι ξέρει κάποιο Βασίλε που έψαχνε εσωτερική baby sitter για το παιδί του.
Ωστόσο τα πράγματα δεν ήταν τόσο ρόδινα, αφού με το που πάτησε το πόδι της στην Αθήνα είδε το πραγματικό πρόσωπο του Βασίλε: «Από την πρώτη μέρα, η ζωή μου έγινε κόλαση. Ο Βασίλε ερχόταν κάθε μέρα, με χτυπούσε και με βίαζε στο ξενοδοχείο που με είχαν φυλακισμένη για 10 μέρες. Μετά με πήγαν σε ένα υπόγειο της οδού Κροκιδά στον Αγιο Παντελεήμονα όπου έμεναν άλλες επτά κοπέλες που είχαν την ίδια τύχη. Μας χτυπούσε και μας βίαζε χωρίς προφυλάξεις με την απειλή πιστολιού και μας εξέδιδε σε οίκους ανοχής στον Αγιο Παντελεήμονα. Μας έλεγε ότι θα μας σκοτώσει, ότι έχει σκοτώσει κι άλλους ανθρώπους και κανείς δε θα μάθει τι απογίναμε, γιατί κανείς δε γνωρίζει που είμαστε». Ωστόσο εκτός από το καθημερινό της μαρτύριο, η Μαρία είχε να αντιμετωπίσει και την κοινωνική αναλγησία και αδιαφορία: «Στο σπίτι κλαίγαμε και φωνάζαμε και τότε ερχόταν ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που νοικιάζαμε και έλεγε στον Βασίλε απλώς να κάνουμε ησυχία». Το μαρτύριο της Μαρίας τελείωσε όταν κατάφερε να δραπετεύσει από το διαμέρισμα και να απευθυνθεί στην ΕΛ.ΑΣ.
Παρόμοια είναι και η υπόθεση της 22χρονης Αντίσα από τη Νιγηρία. Ζούσε με τα 8 αδέρφια της στην πόλη Κάνο, με πατέρα αλκοολικό και μητέρα με περιστασιακή δουλειά, οπότε το βιοτικό τους επίπεδο ήταν πολύ χαμηλό: «Αποφάσισα να θυσιαστώ για την οικογένεια μου και να δεχτώ την πρόταση που μου έγινε. Ο προαγωγός μου ο Ντάνιελ με υπέβαλε σε διαδικασία βουντού για να πειστώ να μη μιλήσω και τους προδώσω. Στα στάδια της διαδικασίας του βουντού με έβαλαν να κάνω φρικτά πράγματα, όπως να φάω καρδιά πάπιας, να πιω βρώμικο νερό και μου έκοψαν τα μαλλιά και τα νύχια μου. Ο Ντάνιελ μου είπε ότι λόγω του βουντού, δε θα έπρεπε να μιλήσω σε κανέναν, ειδικά στην Αστυνομία, αλλιώς η οικογένεια μου θα πέθαινε.»
Στην Αθήνα την παρέλαβε μία γυναίκα με το όνομα Λοβέτι που εκπόρνευε κι άλλες γυναίκες: «Με ανάγκαζε να βάλω το χέρι μου στο αναμμένο μάτι της κουζίνας για να είναι σίγουρη ότι δε θα μιλήσω και άρχισε να μου δίνει εντολές: Μου είπε ότι εάν η επαφή με τους πελάτες γινόταν σε αυτοκίνητο θα κόστιζε 20 ευρώ και σε ξενοδοχείο 30, σε δωμάτιο που θα πλήρωνε ο πελάτης. Μου έδωσε να φορέσω προκλητικά ρούχα και μου είπε πώς να μιλάω στους διερχόμενους. Με εξανάγκαζαν να εκδίδομαι στη Σωκράτους και την Αθηνάς και ερχόμουν σε επαφή με περίπου 10 άνδρες την ημέρα, οι οποίοι πολλές φορές ήταν βίαιοι και με χτυπούσαν. Από την εργασία μου η Λοβέτι, σε διάστημα 2 ετών έχει παρακρατήσει 34.000 ευρώ.»
Ολο αυτό το διάστημα η Αντίσα τους ζητούσε να φύγει και δεν την άφηναν, μέχρι που ένα βράδυ εκτός εαυτού άρπαξε ένα μαχαίρι και απείλησε τη Λοβέτι κι εκείνη φοβήθηκε και την άφησε να φύγει: «Θέλω να πω ότι κατάφερα να ξεπεράσω το φόβο μου για το βουντού, με τη βοήθεια των εργαζομένων της ΜΚΟ Νέα Ζωή».
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος