Επιμέλεια Αντώνης Γαλανόπουλος
Μέρες και νύχτες ανησυχίας και φόβου λόγω κοροναιού δεν περνά μόνο τώρα η Αθήνα. Τα ίδια και χειρότερα έχουν συμβεί στο παρελθόν, όταν επιδημίες ενέσκηπταν στην πόλη χωρίς να υπάρχουν τα σύγχρονα "αντίμετρα" για να αντιμετωπιστούν.
Ήταν Ιανουάριος του 1931 σύμφωνα με όσα αναφέρει στα "Αθηναικά" ο δημοσιογράφος Ελευθέριος Σκιαδάς που ένας ανθεκτικότατος ιός "χτύπησε" την πρωτεύουσα με αποτέλεσμα πολλοί να πέσουν στο κρεβάτι και άλλοι να μην καταφέρουν να βγουν ζωντανοί από την αναμέτρηση με την ασθένεια. "Αλώβητη" δεν έμεινε ούτε η Βουλή. Βουλευτές και υπουργοί ασθένησαν, ενώ δεν γλύτωσε ούτε ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος. Έτσι η Βουλή διέκοψε τις εργασίες της (τώρα ο Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας προσπαθεί με κάθε τρόπο να το αποτρέψει αυτή την προοπτική λαμβάνοντας μέτρα), ενώ υπήρξε διαταγή και για διακοπή των δημόσιων θεαμάτων.
Ας πάρουμε όμως από την αρχή τα γεγονότα.
Στην Αθήνα του 1931 ο συνολικός πληθυσμός δεν ξεπερνούσε τις 800.0000 κατοίκους (σήμερα αγγίζει τα 4.000.000) και είχε σημειώσει μεγάλη αύξηση λόγω της ανταλλαγής πληθυσμού, αλλά και της μικρασιατικής καταστροφής. Αν και υπήρχαν μεγάλα και οργανωμένα νοσοκομεία η ιατρική επιστήμη δεν είχε την σημερινή εξέλιξη, ούτε βέβαια υπήρχαν οι σύγχρονες συνθήκες υγιεινής για όλα τα τμήματα του πληθυσμού.
Προφανώς λοιπόν κανείς δεν έμαθε ποτέ την προέλευση και τα αίτια της ιού ή τον "ασθενή μηδέν" για να ελέγξει τον μετάδοση.
Έτσι η γρίπη άρχισε να "καλπάζει" με αποτέλεσμα γρήγορα να μετατραπεί σε ανεξέλεγκτη επιδημία με θύματα της άτομα από όλες τις κοινωνικές τάξεις.
Στο κρεβάτι έπεσαν υπουργοί και βουλευτές, αλλά και ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος με αποτέλεσμα να μην παρίσταται στις συνεδριάσεις της Βουλής και τελικά το Κοινοβούλιο ανέστειλε την λειτουργία του.
Αλλά και η κατάσταση σε Αθήνα και Πειραιά δεν ήταν καλύτερη. Ασθένησε έως και η Μις Ελλάς Χρυσούλα Ρόδη η οποία παρά λίγο να χάσει το ταξίδι στο Παρίσι προκειμένου να λάβει μέρος στον διαγωνισμό για την εκλογή της Μις Ευρώπη (τελικά δεν κατόρθωσε να στεφτεί).
Γίνονταν διαρκώς απολυμάνσεις σε δημόσιους χώρους, καταστήματα, και καφενεία, ενώ απαγορεύονταν ο συνωστισμός.
Σχολεία έκλεισαν αφού νόσησε μεγάλος αριθμός μαθητών και εκπαιδευτικών. Το ίδιο επιχειρήθηκε να γίνει με τα δημόσια θεάματα (θέατρα, κινηματογράφους χοροεσπερίδες) όμως και τότε ο Έλληνας ήταν "πνεύμα" ατίθασο και απείθαρχο. Υπήρξαν μεγάλες αντιδράσεις και τελικά οι αρμόδιοι υπουργοί έκαναν πίσω.
Τα κρούσματα, θανατηφόρα και μη επεκτάθηκαν σ ολόκληρη τη χώρα. Η επιδημία κράτησε για ένα δεκαήμερο και στην συνέχεια άρχισε να περιορίζεται.