Στην Ελλάδα η απόφαση, αλλά έχει αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, λένε Ευρωπαϊκές πηγές. Άλλο τι θα κατατεθεί στη Βουλή, άλλο τι τελικά θα νομοθετηθεί, επισημαίνουν. τονίζεται ότι απαιτείται και η σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Αν και οι ίδιες πηγές επισήμαιναν πως η τελική απόφαση για την πρώτη κατοικία είναι πολιτική και ανήκει στην κυβέρνηση, τόνιζαν αφενός πως «εκτός από τη συμφωνία των τραπεζών χρειάζεται και η έγκριση της ΕΚΤ που εποπτεύει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα» και αφετέρου πως «η απόφαση ανήκει στην Ελλάδα, η οποία είναι πλέον εκτός προγράμματος ωστόσο έχει αναλάβει δεσμεύσεις, στις οποίες δεν πρέπει η όποια απόφαση για την προστασία της πρώτης κατοικίας να έχει αρνητικό αντίκτυπο και να υπάρξουν παρεκκλίσεις«. Σημείωναν δε πως εκτός από την ΕΚΤ έχει λόγο για την πρώτη κατοικία ακόμη και η ευρωπαϊκή αρχή DGcom προκειμένου να δώσει το πράσινο φως για την κρατική επιχορήγηση που θα αποφασίσουν οι πολιτικοί.
Οι Βρυξέλλες πρόσθεταν πάντως πως η πρόθεση στο τελευταίο Eurogroup ήταν και συνεχίζει να είναι υπέρ τού να προχωρήσουμε όσο γίνεται συντομότερα προς μία συμφωνία για την πρώτη κατοικία και την προστασία της, στο πλαίσιο της τακτοποίησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Με δεδομένη αυτή την πρόθεση, προσθέτουν, είναι πιθανόν στο επόμενο Eurogroup της 5ης Απριλίου να υπάρξει τελικώς συμφωνία.
Σημείωναν δε πως υπάρχουν καθημερινές επαφές σε τεχνικό επίπεδο για να βρεθεί κοινός τόπος, προσθέτουν οι ίδιες πηγές με αφορμή τις προθέσεις της κυβέρνησης να νομοθετήσει εντός της εβδομάδας για το θέμα.
Οι μεγαλύτερες δυσκολίες για την πρώτη κατοικία χαρακτηρίζονται -από τις ίδιες πηγές- τεχνοοικονομικού χαρακτήρα, καθώς το σύστημα θα διαθέτει πλατφόρμα IT στην οποία θα περιέχονται οι όροι και τα κριτήρια για την επιλεξιμότητα των δικαιούχων.
Αυτό που επισημαίνεται ιδιαιτέρως είναι ότι η νέα νομοθεσία για την πρώτη κατοικία δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τα προβλήματα του νόμου «Κατσέλη». Το οικονομικό μέρος θεωρείται ευκολότερο να επιλυθεί , έναντι του τεχνικού που είναι πολύ πολύπλοκο, αλλά στην περίπτωση που υπάρξουν θετικές προτάσεις μπορεί να προχωρήσει σύντομα καλά.
Επίσης, οι ίδιες ευρωπαϊκές πηγές διαχωρίζουν τα αμιγώς στεγαστικά δάνεια από τα επιχειρηματικά και τίθενται ερωτήματα ως προς το εύρος των περιουσιακών στοιχείων που θα συμπεριληφθούν για την επιλεξιμότητα των δικαιούχων, δεδομένου ότι δεν πρέπει να σταλούν αρνητικά μηνύματα στους συνεπείς δανειολήπτες.