Με τον… αραμπά γίνονται οι πληρωμές των οφειλών του Δημοσίου στους ιδιώτες και αυτό δεν άρεσε ιδιαιτέρως στους Ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών, οι οποίοι είναι πασιφανές ότι δεν πρόκειται να κάνουν πιο εύκολη τη ζωή του Έλληνα ομολόγου τους.
Μια από τις βασικές παραδοχές του ευρωπαϊκού σχεδίου για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι η ταχεία εξόφληση των χρεών που έχει σωρεύσει το Δημόσιο έναντι των ιδιωτών- συνολικού ύψους 6,262 δις ευρώ- και αυτό αποτυπώνεται σε κάθε επίσημο έγγραφο και ανάλυση της Κομισιόν. Αυτό ακριβώς ανέφερε το σκεπτικό της απόφασης του Eurogroup το Μάιο και ως εκ τούτου, κάθε καθυστέρηση, κάθε «σκιά» δημιουργεί και θα δημιουργεί πρόβλημα όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και στην εγκυρότητα των υπολογισμών/ εκτιμήσεων της Κομισιόν, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τη στάση των υπολοίπων κρατών- μελών απέναντι στο ελληνικό ζήτημα.
Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, όταν ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αλλά και σχεδόν όλο το ευρωπαϊκό «στρατόπεδο» βρίσκονταν στην Ουάσινγκτον για τη Σύνοδο του ΔΝΤ, εκφράστηκε από την ελληνική πλευρά σχεδόν επισήμως η πεποίθηση ότι τη Δευτέρα στο Eurogroup θα δοθεί η έγκριση για την εκταμίευση των 2,8 δις ευρώ, καθώς τα προαπαιτούμενα είχαν καλυφθεί. Ανάλογη πεποίθηση εξέφρασε πριν μπει στην αίθουσα του Eurogroup και ο Πιερ Μοσκοβισί, προσεγγίζοντας το θέμα με πολιτικούς όρους, παρά το ότι από τις δηλώσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φαινόταν ότι κάτι πάει να «στραβώσει». Τελικά η απόφαση για «σπάσιμο» της υποδόσης έφερε μάλλον αμηχανία στο ελληνικό υπουργείο Οικονομικών, καθώς μπορεί αυτή η μικρή (;) καθυστέρηση να μη δημιουργεί ταμειακό πρόβλημα λόγω των περιορισμένων δανειακών αναγκών, αλλά αφενός δημιουργεί επικοινωνιακό άρα πολιτικό πρόβλημα αφετέρου επιτείνει τον εκνευρισμό στην αγορά που περιμένει μέρα με τη μέρα το «ζεστό» χρήμα.
Πώς προέκυψε η διχοτόμηση της δόσης; Στις 17 Ιουνίου ο ESM ενέκρινε την εκταμίευση της πρώτης υποδόσης, ύψους 7,5 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 5,7 δις ευρώ πήγαν για να καλύψουν τις άμεσες δανειακές υποχρεώσεις (κυρίως τα ομόλογα της ΕΚΤ) και τα υπόλοιπα 1,8 δις ευρώ για να εξοφληθεί ένα μέρος από το stock των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, που τότε είχαν φτάσει στα 7,237 δις ευρώ. Η απόφαση του Eurogroup του Μαίου όριζε ότι για να δοθεί η δεύτερη υποδόση των 2,8 δις ευρώ θα έπρεπε να καλυφθούν τα γνωστά 15 προαπαιτούμενα αλλά και να υπάρξει θετική έκθεση για την πορεία εξόφλησης των οφειλών του Δημοσίου. Εδώ ακριβώς «στράβωσε» το πράγμα, καθώς η αθάνατη ελληνική γραφειοκρατία έβαλε και πάλι το… χεράκι της.
Στις 23 Ιουνίου, δηλαδή 6 ημέρες μετά από την απόφαση του ESM, ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης υπογράφει την Απόφαση, με βάση την οποία ορίζεται η διαδικασία για το πώς ακριβώς θα γίνει η σταδιακή εξόφληση οφειλών ύψους 3,5 δις ευρώ το 2016 και άλλων 2 δις ευρώ το 2017. Η Απόφαση δημοσιεύεται στο ΦΕΚ στις 29 Ιουνίου, δηλαδή 6 ημέρες μετά από την υπογραφή της και 12 ημέρες μετά από την απόφαση του ESM.
Το ΓΛΚ κινείται σχετικά γρήγορα και προλαβαίνει μέσα στον Ιούλιο να εγκρίνει κονδύλι 1,719 δις ευρώ και τον Αύγουστο άλλα 282 εκατ. ευρώ, δηλαδή συνολικά στο δίμηνο 2,001 δις ευρώ. Σε ένα déjà vu των όσων είχαμε βιώσει στην προηγούμενη απόπειρα του Δημοσίου να εξοφλήσει τους ιδιώτες επί κυβέρνησης Σαμαρά, οι φορείς που πρέπει να πληρώσουν προχωράνε με ρυθμούς… χελώνας κι έτσι στο τέλος Αυγούστου είχαν «καταφέρει» να πληρώσουν 1,354 δις ευρώ για ληξιπρόθεσμες οφειλές και άλλα 88 εκατ. ευρώ (!) για εκκρεμείς επιστροφές φόρων, δηλαδή συνολικά 1,443 δις ευρώ.
Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, που προφανώς πήραν στα χέρια τους και οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών, δείχνουν, όμως, ότι ως το τέλος Αυγούστου το stock των οφειλών είχε μειωθεί κατά μόλις 1,010 δις ευρώ, ενώ οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων είχαν αυξηθεί κατά 35 εκατ. ευρώ , κάτι που σημαίνει πολύ απλά ότι όσο οι φορείς «κολυμπούσαν» στη γραφειοκρατία τους, «γεννιούνταν» νέα χρέη.
Το μόνο παρήγορο- για το οικονομικό επιτελείο- είναι ότι οι τελευταίοι μήνες του έτους δεν έχουν σοβαρές δανειακές υποχρεώσεις, άρα εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να προκληθεί «ασφυξία» στα δημόσια οικονομικά. Ωστόσο, όσο καθυστερεί η διοχέτευση ρευστού στην αγορά, τόσο θα αυξάνεται ο κίνδυνος αύξησης των χρεών προς εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία, δημιουργώντας πρόβλημα και στον Προϋπολογισμό και στους δείκτες του ΑΕΠ.
Οι δανειακές υποχρεώσεις