Η συγκυρία για την προώθηση των ελληνικών τροφίμων στο εξωτερικό είναι ευνοϊκή, ενώ θα υποβληθεί και δεύτερος φάκελος, για την κατοχύρωση του «ελληνικού γύρου» και ως προϊόντος Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ενδειξης (ΠΓΕ)
Εντονη κινητικότητα παρατηρείται γύρω από την αξιοποίηση των τεράστιων προοπτικών της φέτας και του γύρου, δύο εμβληματικών ελληνικών προϊόντων που έχουν τεράστιες δυνατότητες στις διεθνείς αγορές. Η συγκυρία για την προώθηση των ελληνικών τροφίμων στο εξωτερικό είναι ευνοϊκή. Ειδικότερα, οι εκπρόσωποι των εταιρειών παραγωγής προϊόντων με βάση το κρέας συμφώνησαν ομόφωνα χθες να υποβάλουν άμεσα και δεύτερο φάκελο, για την κατοχύρωση του «ελληνικού γύρου» και ως προϊόντος Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ενδειξης (ΠΓΕ). Με αυτή την ενέργεια θα κατοχυρωθεί το εγχωρίως παραγόμενο κρέας όλων των ειδών, θα αναδειχθεί επιπρόσθετα η ποιότητα του ελληνικού κρέατος και θα διευρυνθεί η συνεργασία της πρωτογενούς παραγωγής με τον κλάδο της μεταποίησης.
Το συγκεκριμένο προϊόν, σύμφωνα με τον ΣΕΒΕΚ (Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Επεξεργασίας Κρέατος), θα αξιοποιηθεί ως εθνικό brand (με τον παραδοσιακό τρόπο παρασκευής του, από ολόκληρα τεμάχια κρέατος, χωρίς συντηρητικά κ.λπ.), αλλά χωρίς περιορισμό είδους και προέλευσης κρέατος, με τον χαρακτηρισμό «ΕΠΙΠ γύρος», ενώ, παράλληλα, όταν η παρασκευή του θα στηρίζεται αποκλειστικά σε ελληνικής προέλευσης κρέατα θα χαρακτηρίζεται «ΠΓΕ ελληνικός γύρος».
«Ηταν στρατηγική επιλογή και κίνηση νομικού χαρακτήρα η διπλή αυτή κατοχύρωση του γύρου ως ΕΠΙΠ και ως ΠΓΕ και θα τα κυνηγήσουμε και τα δύο μέχρι τέλους» ανέφερε στην τοποθέτησή του ο πρόεδρος του ΣΕΒΕΚ, Εμμ. Δομαζάκης, ο οποίος παράλληλα καλεί σε «συστράτευση όλες τις δυνάμεις στην Ελλάδα που έχουν συμφέρον από αυτήν τη διπλή κίνηση προκειμένου να υπάρξει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα».
«Να κινηθούμε ενωμένοι στην Ελλάδα για να αντιμετωπίσουμε τις ενστάσεις που θα βρούμε από το εξωτερικό» επισήμανε και ο αντιπρόεδρος του ΣΕΒΕΚ, Στ. Σκαρίμπας, αναφερόμενος σε «εισαγόμενα προϊόντα με την ονομασία “γύρος”, η ποιότητα των οποίων καμία σχέση δεν έχει με τον ελληνικό. Παράλληλα, τόνισε, οι ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες εξάγουν γύρο ανταγωνίζονται στις αγορές της ΕΕ υποδεέστερα και ως εκ τούτου πολύ φθηνότερα προϊόντα με την ονομασία αυτή, τα οποία εκμεταλλεύονται τη φήμη του ελληνικού γύρου».
Διεπαγγελματική
Την ίδια στιγμή, οι κτηνοτρόφοι συμφώνησαν να προωθήσουν τη δημιουργία διεπαγγελματικής οργάνωσης για τη φέτα, προκειμένου να επιτύχουν την οργανωμένη και συστηματική προώθηση του ελληνικού τυριού εντός και εκτός συνόρων. Η σχετική ανακοίνωση έγινε χθες, κατά τη συνάντηση που είχε η υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ολυμπία Τελιγιορίδου, με εκπροσώπους του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, της Πανελλήνιας Ενωσης Κτηνοτρόφων, της Ομοσπονδίας Κτηνοτροφικών Συλλόγων Θεσσαλίας και του Κλαδικού Συνεταιρισμού Αιγοπροβατοτρόφων.
Στη συζήτηση οι κτηνοτρόφοι έθεσαν επίσης μια σειρά από αιτήματα, όπως η εντατικοποίηση των ελέγχων τόσο στο αιγοπρόβειο γάλα όσο και εντός των τυροκομείων για την προστασία της φέτας, ο διαχωρισμός του ΕΛΓΑ σε γεωργικό και κτηνοτροφικό, η μείωση του κόστους παραγωγής με ιδιαίτερη βαρύτητα στο κόστος πετρελαίου, τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης και η μείωση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών.
Την πρόθεσή του να συμμετάσχει στη Διεπαγγελματική Ενωση που προωθείται εξέφρασε χθες και ο Στέφανος Παντελιάδης, ιδιοκτήτης της εταιρείας Optima που παράγει και εμπορεύεται τη φέτα Ηπειρος, καταθέτοντας μάλιστα την εκτίμηση πως αυτό θα γίνει στη διάρκεια της φετινής χρονιάς. Η δημιουργία της Διεπαγγελματικής θεωρείται κομβικής σημασίας για την καλύτερη προώθηση της ελληνικής φέτας εντός και εκτός συνόρων, και την προστασία της από τις φθηνές απομιμήσεις, οι οποίες οργιάζουν στις ξένες αγορές.
«Εάν δεν αναλάβουμε δυναμικές πρωτοβουλίες, σε λίγα χρόνια η φέτα θα πωλείται στα φαρμακεία και στα delicatessen...» επισημαίνουν χαρακτηριστικά άνθρωποι του χώρου. Παροχή κινήτρων Πρωτοβουλίες που, όπως λένε, θα απλώνονται σε όλο το μήκος και το πλάτος της παραγωγής και μεταποίησης. Από τα κίνητρα για την τόνωση του πρωτογενούς τομέα μέχρι παρεμβάσεις για τη μείωση του κόστους παραγωγής στη μεταποίηση. Υπολογίζεται ότι οι εξαγωγές φέτας ανέρχονται σε περίπου 350 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Περισσότερη από τη μισή παραγωγή φέτας κατευθύνεται στο εξωτερικό (περίπου 55.000 τόνοι), με τη Γερμανία και την Αγγλία να απορροφούν τη μεγαλύτερη ποσότητα.