Πώς ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Ε.Ε. επηρεάζει την παραγωγή ελιάς στην Ευρώπη και τι ισχύει με την Ελλάδα, σύμφωνα με την Ημερησία στο «Έθνος της Κυριακής»
Την αντίδραση των Ισπανών στην απόφαση του Αµερικανού προέδρου Ντόναλτ Τραµπ να επιβάλει νέους δασµούς στις ισπανικές ελιές περιµένει η αγορά, η οποία παρακολουθεί µε ιδιαίτερη προσοχή τις εξελίξεις. Μπορεί οι ελληνικές βρώσιµες ελιές να εξαιρέθηκαν από τα µέτρα της κυβέρνησης των ΗΠΑ, στο πλαίσιο του εµπορικού πολέµου που κήρυξε µε την Ε.Ε., ωστόσο οι Έλληνες παραγωγοί δηλώνουν εξαιρετικά ανήσυχοι για τις επιπτώσεις στις εργασίες τους.
Όπως λέει στην «Ηµερησία» ο πρόεδρος της ∆ιεπαγγελµατικής Οργάνωσης Επιτραπέζιας Ελιάς (∆ΟΕΠΕΛ), Γεώργιος Ντούτσιας, υπάρχει µεγάλος προβληµατισµός στον αγροτικό κόσµο για την αναστάτωση που θα προκαλέσουν οι τελευταίες εξελίξεις και τις ανακατατάξεις που ενδεχοµένως θα επιφέρουν. «∆εν µπορούµε να πανηγυρίζουµε επειδή γλιτώσαµε, όταν εξαιρούνται κάποια αγροτικά προϊόντα και κάποια όχι. Είναι πολύ άδικο αυτό που συµβαίνει, ειδικά για τη φέτα και το ροδάκινο» επισηµαίνει.
Αυτό που κυρίως ανησυχεί τους Ελληνες παραγωγούς είναι ο τρόπος που θα επιλέξουν να κινηθούν από εδώ και πέρα οι Ισπανοί, οι οποίοι κατέχουν τα πρωτεία στην παγκόσµια παραγωγή και διακίνηση βρώσιµων ελιών, και στις υπόλοιπες αγορές πέραν των ΗΠΑ.
Είναι βέβαιο, σύµφωνα µε τον κ. Ντούτσια, ότι θα επιχειρήσουν να αυξήσουν τις πωλήσεις τους σε αγορές εκτός της αµερικανικής, ασκώντας πίεση στους ανταγωνιστές. «Οταν ακριβαίνει ένα προϊόν σε µια αγορά, είναι βέβαιο ότι θα διοχετευθεί κάπου αλλού» σηµειώνει χαρακτηριστικά. Ηδη οι ισπανικές ελιές έχουν αρχίσει τα τελευταία τρία χρόνια, από τη στιγµή δηλαδή που επιβλήθηκαν για πρώτη φορά δασµοί από τις ΗΠΑ, να διεισδύουν σε καινούργιες χώρες, προκειµένου να αντισταθµίσουν τις απώλειες από την αµερικανική αγορά.
Η ατζέντα
Οι ελληνικές επιχειρήσεις πάντως προετοιµάζονται για όλα τα ενδεχόµενα, προκειµένου να διατηρήσουν τα κεκτηµένα τους στη διεθνή αγορά, τα οποία είναι αρκετά σηµαντικά, αφού πάνω από το 80% της εγχώριας παραγωγής βρώσιµης ελιάς εξάγεται στο εξωτερικό. Η διασφάλιση της υψηλής ποιότητας και της φήµης του ελληνικού προϊόντος βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα. Είναι το µεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο που διαθέτει η ελληνική ελιά, η οποία ξεχωρίζει για την ποιοτική και τη γευστική ανωτερότητά της.
«Η αναγνωρισιµότητα των ελληνικών ελιών είναι µεγάλη από τις αρχές του περασµένου αιώνα. Έχουµε ξεχωριστές ποικιλίες και εµπορικούς τύπους που δεν διαθέτουν άλλοι» επισηµαίνει ο κ. Ντούτσιας. Για να προσθέσει πως οι Ελληνες παραγωγοί πρέπει να ενηµερώνονται διαρκώς για τις εξελίξεις στον κλάδο.
Οι προοπτικές για τον κλάδο, σύµφωνα µε τον πρόεδρο της ∆ΟΕΠΕΛ, είναι ευοίωνες, αρκεί να συνεχιστεί η προσπάθεια που καταβάλλεται όλα αυτά τα χρόνια. Κρίσιµης σηµασίας θεωρείται και η συνέχεια των προγραµµάτων για την προβολή της ελληνικής ελιάς στη διεθνή αγορά, καθώς η ενηµέρωση του καταναλωτικού κοινού και η εξοικείωση ακόµη περισσότερων στη διατροφική ανωτερότητά τους µπορεί να µεγαλώσει περαιτέρω το αποτύπωµά τους.
Την ίδια στιγµή, θετικά είναι τα πρώτα µηνύµατα που έρχονται από τη φετινή ελαιοκοµική σοδειά. Παρά τα προβλήµατα που δηµιούργησε η χαλαζόπτωση στον Νοµό Χαλκιδικής και τη µείωση της τοπικής παραγωγής, εκτιµάται πως θα είναι µια καλή σοδειά, κυρίως στις «µαύρες ελιές».
Εξαγωγές σε πάνω από 100 χώρες
Ο κλάδος της επιτραπέζιας ελιάς αποτελεί έναν από τους πλέον δυναµικούς και εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονοµίας, ο οποίος απασχολεί χιλιάδες αγροτικές οικογένειες. Η συµµετοχή του κλάδου στο αγροτικό ΑΕΠ ανέρχεται στο 1%, ενώ η συµµετοχή του στις εξαγωγές υπολογίζεται (περίπου) στο 20%. Ακόµη και στην περίοδο της κρίσης διατήρησε τη δυναµική του, και µάλιστα αύξησε τα µεγέθη του.
Σήµερα οι ελληνικές βρώσιµες ελιές εξάγονται σε περισσότερες από 100 χώρες κατ’ έτος, προσαυξάνοντας το εθνικό προϊόν κατά 450 εκατ. ευρώ. Στη χώρα µας παράγονται κατά µέσο όρο την τελευταία δεκαετία 120.000 τόνοι επιτραπέζιων ελιών όλων των ποικιλιών και εξάγεται (περίπου) το 80% της εγχώριας παραγωγής.
Η Ελλάδα διαθέτει εξαιρετικές ποικιλίες επιτραπέζιων ελιών, µοναδικές στον κόσµο. Η ποικιλία «Κονσερβολιά» καλύπτει (περίπου) το 30% της εγχώριας παραγωγής, η ποικιλία «Χαλκιδικής» περίπου το 50%, η ποικιλία «Καλαµών» προσεγγίζει το 20%, ενώ µικρά είναι τα ποσοστά παραγωγής των ποικιλιών Θρούµπας Θάσου και Γαϊδουρελιάς Άστρους.
Η ποικιλία «Κονσερβολιά» καλλιεργείται κυρίως στη Κεντρική Ελλάδα (Ν. Φθιώτιδας), η ποικιλία «Χαλκιδικής» στη Βόρεια Ελλάδα (Ν. Χαλκιδικής, Καβάλας), ενώ η ποικιλία «Καλαµών» καλλιεργείται κυρίως στους Νοµούς Αιτωλοακαρνανίας, Λακωνίας και Φθιώτιδας.