Ως παγκόσμιο τουριστικό προορισμό θα προωθήσει η Fraport την Ελλάδα, εντάσσοντας στο διεθνές δίκτυο αεροδρομίων της τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια που πλέον ελέγχει μέσω κοινοπραξίας, με στόχο την αύξηση των διεθνών αφίξεων στη χώρα, αλλά και την επέκταση της τουριστικής περιόδου.
Μάλιστα, την 1η Δεκεμβρίου θα αναλάβει η γερμανοελληνική κοινοπραξία Fraport – Slentel (όμιλος Κοπελούζου), τη διαχείριση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων ( Θεσσαλονίκης, Κέρκυρας, Χανίων, Κεφαλλονιάς, Ζακύνθου, Ακτίου, Καβάλας, Ρόδου, Κω, Σάμου, Μυτιλήνης, Μυκόνου, Σαντορίνης και Σκιάθου), μέσω της Fraport Greece, η οποία δημιουργήθηκε για το σκοπό αυτό από την κοινοπραξία.
Σύμφωνα με τον προέδρο του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Fraport, Στέφαν Σούλτε, ο οποίος μίλησε στη Γενική Συνέλευση του Ελληνογερμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου και στην 26η Γενική Συνέλευση, του Συνεδρίου & της Έκθεσης του ACI Europe, την ίδια περίοδο θα καταβληθεί στο ελληνικό δημόσιο το εφάπαξ τίμημα, ύψους 1.234.000.000 ευρώ, ενώ τότε θα ξεκινήσουν και εργασίες για τη βελτίωση των υποδομών των αεροδρομίων, που μέχρι το 2020 θα φτάσουν περίπου τα 330 εκατ. ευρώ. Ο κ. Σούλτε δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο η Fraport Greece να υλοποιήσει επενδύσεις άνω των 1,4 δισ. ευρώ που προβλέπονται για το σύνολο των 40 ετών της παραχώρησης, εφόσον η αύξηση της επιβατικής κίνησης ξεπεράσει τις προσδοκίες.
Ο Dr. Stefan Schulte, Πρόεδρος του Δ.Σ. της Fraport AG, μιλώντας στο γεύμα που παρέθεσε, σήμερα, το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Ελλάδος, στο πλαίσιο της φετινής τακτικής γενικής συνέλευσης των μελών του και αναφερόμενος στην υπογραφή, από τη Fraport, της σύμβασης παραχώρησης των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, τόνισε ότι ανοίγει το δρόμο για μια σημαντική επένδυση σε μια εποχή μεγάλων προκλήσεων για την ελληνική οικονομία. Πρόκειται για μια συμφωνία που προβλέπει την καταβολή κεφαλαίων ύψους 1,234 δισ. ευρώ, όπως και ετήσιου μισθώματος 22,9 εκατ. ευρώ, καθώς και ενός ποσοστού επί των EBITDA των αεροδρομίων. Επιπλέον, όπως είπε, για το σύνολο των 14 αεροδρομίων, θα υλοποιηθούν επενδυτικά σχέδια ύψους περίπου 330 εκατ. ευρώ μέχρι το 2020. «Το όλο επενδυτικό πλάνο ανταποκρίνεται στις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών καθώς αναμένεται να προωθήσει κάθε περιοχή ως αυτόνομο τουριστικό προορισμό.
Έτσι, η αύξηση της επιβατικής κίνησης και η τόνωση του τουρισμού θα ενισχύσουν την απασχόληση σε παράπλευρους τομείς της οικονομίας, προσφέροντας ευκαιρίες σε τοπικές επιχειρήσεις και φορείς παροχής υπηρεσιών» τόνισε ο πρόεδρος της Fraport. Ο ίδιος, θέλοντας να επισημάνει τη σημασία των επενδύσεων που θα γίνουν στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια, ανέφερε ότι κατά 73% εξυπηρετούν διεθνείς πτήσεις, έχουν μεγάλη εποχικότητα, ήδη τους τέσσερις πρώτους μήνες του έτους καταγράφουν αύξηση αφίξεων 13,5%, ενώ θα επωφεληθούν από την εμπειρία των μετόχων της Fraport στη διαχείριση αεροδρομίων και θα διασφαλίσουν υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και ασφάλειας. Σημειώνεται ότι η Fraport διαθέτει παρουσία σε 16 διεθνή αεροδρόμια, μεταξύ των οποίων της Φρανκφούρτης, του Ν. Δελχί, του Σιάν, της Αγ. Πετρούπολης, του Ανόβερου, της Λουμπλιάνας και της Λίμα, μέσω των οποίων διακινούνται πάνω από 208 εκατομμύρια επιβάτες το χρόνο. Στο μεταξύ, ο Πρέσβης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στην Ελλάδα Peter Schoof, μιλώντας στην εκδήλωση του Επιμελητηρίου, τόνισε ότι «με την πρόσφατη επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος βοήθειας προς την Ελλάδα επετεύχθη ένα σημαντικό βήμα προς την σταθεροποίηση. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση θα συνεχίζει να στηρίζει την Ελλάδα στην πορεία εξόδου της από την κρίση.
Γι’ αυτό το σκοπό θέλουμε να ενισχύσουμε, μεταξύ άλλων, τη συνεργασία μας στον τομέα της επέκτασης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης» ανέφερε ο Γερμανός Πρέσβης. Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, κ. Μιχάλης Μαΐλλης, τόνισε ότι το τρίτο μνημόνιο, αν και προβλέπει ένα στενό χρονοδιάγραμμα υλοποίησης όλων των μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος, κινείται απόλυτα σε λάθος κατεύθυνση, θέτοντας ως στόχο πλεονάσματα της τάξεως του 3,5%, τα οποία επιτείνουν περαιτέρω την ύφεση, καταδικάζοντας τη χώρα σε έναν μόνιμο οικονομικό φαύλο κύκλο. «Η υπερφορολόγηση σε όλο το φάσμα της οικονομίας, εκτός του ότι ενισχύει τη φορο-αποφυγή, σε συνδυασμό με τη νέα μείωση των εισοδημάτων, μειώνει περαιτέρω την ιδιωτική κατανάλωση και αναιρεί κάθε αναπτυξιακή προοπτική» τόνισε ο κ. Μαΐλλης, προσθέτοντας ότι «η λύση στο ελληνικό δημοσιονομικό πρόβλημα μπορεί να είναι εφικτή μόνο εφ’ όσον στηρίζεται σε έναν ρεαλιστικό στόχο πλεονάσματος και σε μία πολιτική με ισχυρά μέτρα για την αύξηση του ΑΕΠ.»
Επίσης, ο Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου επέμεινε στη χορήγηση κινήτρων για τη δημιουργία νέων, μικρομεσαίων, δυναμικών επιχειρήσεων, ενώ χαρακτήρισε ως αναγκαία τη διαμόρφωση κατάλληλων συνθηκών για ένα σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον, ένα φιλικό επιχειρηματικό κλίμα, ένα υγιές τραπεζικό σύστημα, καθώς και μία σταθερή και ανταγωνιστική φορολογία που να αποτελεί κίνητρο για την επιχειρηματικότητα και τις νέες επενδύσεις. Τέλος, ο Γενικός Διευθυντής του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, Δρ. Αθανάσιος Κελέμης, στάθηκε στις στενές εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις Ελλάδας – Γερμανίας, τονίζοντας ότι οι γερμανικές εταιρίες έχουν διαθέσει στην Ελλάδα κεφάλαια που ξεπερνούν τα 3 δισ. ευρώ τα τελευταία δύσκολα χρόνια, απασχολώντας 29.000 εργαζόμενους και παράγοντας τζίρο της τάξεως των 7 δισ. ευρώ. Πρόσθεσε, δε, ότι το 9,6% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνεται στη Γερμανία, ενώ το 16,8% των προϊόντων που εισάγει ετησίως η Ελλάδα προέρχονται από τη Γερμανία.