Πλαφόν στις μετεγγραφές των φοιτητών και αυστηρά κριτήρια αποφάσισε να ισχύουν στο εξής Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικράτειας, καθώς έκρινε ότι οι μετεγγραφές δεν πρέπει να είναι χωρίς όρια.
Το ανώτατο δικαστήριο κρίνοντας αντισυνταγματικές τις ρυθμίσεις περί μετεγγραφών που ψηφίστηκαν πέρσι, αποφάσισε να ακυρωθούν και όσες αποφάσεις έχουν ήδη γίνει για μετεγγραφή φοιτητών και οι ενδιαφερόμενοι να γυρίσουν στα πανεπιστήμια ή τις σχολές που είχαν αρχικά εισαχθεί.
Το πλαφόν, όπως αναφέρεται στην απόφαση, θα καθορίζεται από τις Σχολές (και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% για κάθε ακαδημαϊκό έτος) και θα αφορά μόνο δύο κατηγορίες φοιτητών, αυτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας και αυτών που έχουν ανυπέρβλητη οικονομική δυσχέρεια, ενώ κανένα άλλο κοινωνικό κριτήριο δεν μπορεί να ισχύει (πολύτεκνοι, τρίτεκνοι, ορφανοί, κ.λπ.).
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με πρόεδρο τον Σωτήρη Ρίζο και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Κωνσταντίνο Πισπιρίγκο, με την υπ΄ αριθμ. 1251/2015 απόφασή της, έκρινε ότι το νομοθετικό πλαίσιο του περασμένου έτους που προέβλεπε την διαδικασία μετεγγραφής των φοιτητών δεν τηρούσε τις συνταγματικές προϋποθέσεις, ενώ παράλληλα δικαίωσε δύο Πανεπιστημιακά ιδρύματα και 115 καθηγητές Πανεπιστημίων.
Υπενθυμίζεται ότι ο νόμος 4264/2014 και δύο αποφάσεις του υπουργού Παιδείας που αφορούσαν α) «την ρύθμιση θεμάτων για τη μεταφορά θέσης εισαγωγής πολυτέκνων, τριτέκνων και ειδικών κατηγοριών» και β) «την ρύθμιση θεμάτων για τη μεταφορά θέσης εισαγωγής με οικονομικά κριτήρια του σχολικού έτους 2013-2014 στην τριτοβάθμια εκπαίδευση», έδιναν την δυνατότητα μετεγγραφής φοιτητών πολυτέκνων και τριτέκνων οικογενειών, ορφανών, τέκνων άγαμων μητέρων, κωφαλάλων, τυφλών, νεφροπαθών που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση, ατόμων που έχουν αναπηρία πάνω από 67%, τέκνων θυμάτων τρομοκρατίας, κ.λπ.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αφού ερμήνευσαν το άρθρο 16 του Συντάγματος που αφορά την παιδεία, υπογραμμίζουν ότι κάθε εισαγόμενος φοιτητής στα Πανεπιστήμια «πρέπει, κατ΄ αρχήν να φοιτά στην Σχολή ή το Τμήμα όπου εισάγεται μέχρι την αποφοίτησή του».
Όμως, κατ΄ εξαίρεση ο νομοθέτης μπορεί «να θεσπίζει διατάξεις που επιτρέπουν τις μετεγγραφές εκείνων των φοιτητών οι οποίοι αδυνατούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στην Σχολή ή το Τμήμα, όπου έχουν εισαχθεί, λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι ή λόγω ανυπέρβλητης οικονομικής δυσχέρειας και ζητούν να μετεγγραφούν σε αντίστοιχη Σχολή ή Τμήμα Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος που εδρεύει σε άλλη πόλη, όπου αποδεδειγμένα θα έχουν την αναγκαία για τη φοίτησή τους ιατρική ή οικονομική, κατά περίπτωση, υποστήριξη».
Επιπρόσθετα, η Ολομέλεια του ΣτΕ απεφάνθη οτι «χάριν προστασίας της εύρυθμης λειτουργίας και σεβασμού της πλήρους αυτοδιοικήσεως των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, το άρθρο 16 του Συντάγματος επιβάλλει στον νομοθέτη κατά τη θέσπιση των διατάξεων περί μετεγγραφών:
α) να προβλέπει ανώτατο όριο για τις καθ΄ έκαστο ακαδημαϊκό έτος επιτρεπόμενες μετεγγραφές, το οποίο ευλόγως δεν δύναται να υπερβαίνει –συνολικά για τα εξάμηνα σπουδών- ποσοστό 10% επί των κατά το ίδιο ακαδημαϊκό έτος εισαγομένων σε κάθε Σχολή ή Τμήμα υποδοχής και
β) να καθιστά τα όργανα των Σχολών και των Τμημάτων υποδοχής αποφασιστικώς αρμόδια για να εκτιμούν, με ειδικώς αιτιολογημένη κρίση και χωρίς υποχρέωση εξαντλήσεως του ως άνω ορίου, αν και σε ποιο βαθμό επιτρέπουν οι λειτουργικές δυνατότητες τους τη διενέργεια μετεγγραφών κατά το συγκεκριμένο ακαδημαϊκό έτος και ακολούθως να αποφασίζουν επί των σχετικών αιτήσεων των ενδιαφερομένων συνεκτιμώντας και την επίδοση εκάστου εξ αυτών στις σπουδές του».
Παράλληλα, οι δικαστές υπογραμμίζουν ότι με την θέσπιση των νέων διατάξεων για τις μετεγγραφές των φοιτητών, ο νομοθέτης «δεν τήρησε τις ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋπόθεσης που τίθενται από το άρθρο 16 του Συντάγματος, χάριν προστασίας της εύρυθμης λειτουργίας και σεβασμού της πλήρους αυτοδιοικήσεως των ΑΕΙ, αλλά επέβαλε στα ιδρύματα ουσιαστικώς απεριόριστες μετεγγραφές φοιτητών».
Συνεπώς, επισημαίνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, «οι διατάξεις αυτές είναι αντισυνταγματικές και ανεφάρμοστες, οι δε προσβαλλόμενες υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν για την εφαρμογή τους πρέπει να ακυρωθούν».
Πάντως, διευκρινίζει η Ολομέλεια του ΣτΕ, ότι οι εκκρεμείς αιτήσεις για μετεγγραφή «στερούνται νομίμου ερείσματος» και ότι οι Σχολές ή τα Τμήματα όπου αυτοί εισήχθησαν, βάσει των αποτελεσμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων του σχολικού έτους 2013-2014, οφείλουν να τους επανεγγράψουν, εάν τυχόν έχουν ήδη προβεί σε διαγραφή βάσει των επίμαχων αποφάσεων του υπουργού Παιδείας που ακυρώθηκαν.
Στο ΣτΕ είχαν προσφύγει, μέσω του δικηγόρου Δημήτρη Μέλισσα, η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και 115 μέλη του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των Σχολών αυτών (καθηγητές) και υποστηρίζουν ότι όσο οι αποφάσεις του υπουργού Παιδείας όσο και οι σχετικοί νόμοι που προβλέπουν τη διαδικασία μετεγγραφής των φοιτητών προσκρούουν σε πλειάδα διατάξεων του Συντάγματος και για το λόγο αυτό πρέπει να ανασταλεί προσωρινά και να ακυρωθεί όλο το νομοθετικό πλαίσιο.
ΑΠΕ-ΜΠΕ